«Ἡ κρυφή ὑπερηφάνεια δύσκολα καταλαβαίνεται. Βλέπει ὅμως κανείς ὅτι μέσα του δέν ἔχει ἐσωτερική ἀνάπαυση. Ὅταν κανείς εἶναι ἄρρωστος στό μυαλό καί ὑπερηφανεύεται, ὁ Θεός τοῦ δίνει παρηγοριά καί χαρά, σάν κάποιο παιδί, ἄρρωστο διανοητικά, πού πίστευε ὅτι εἶναι στρατηγός καί χαιρόταν. Ὅποιος ὅμως ἔχει κρυφή ὑπερηφάνεια δέν αἰσθάνεται ἐσωτερική ἀνάπαυση καί παρηγοριά. Μπορεῖ νά ἀναπαύη κανείς ψεύτικα τόν λογισμό του, ἀλλά τήν συνείδησή του δέν μπορεῖ νά τήν ἀναπαύση, ἄν βέβαια δέν ἔχη πορωθῆ». Πρέπει μετά τήν πνευματική διάγνωση, νά μή δέχεται τούς ἐπαίνους καί νά ἀποβάλλη κάθε ἰδέα πού ἔχει γιά τόν ἑαυτό του. Ἄν δεχθῆς ἕναν ἔπαινο γιά μία ἀρετή πού ἔχεις, εἶναι μισή ἁμαρτία, γιατί ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει τίποτα καλό δικό του, ὅλα εἶναι τοῦ Θεοῦ Ἄν δέν τήν ἔχης κιόλας, εἶναι μιάμιση ἁμαρτία