Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τα-τς). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

τα’

Κάποιον μο­να­χό πού ἤ­θε­λε νά τη­ρῆ ἀ­λου­σί­α ὁ Γέροντας τοῦ εἶ­πε: «Οἱ πα­τέ­ρες πού τη­ροῦ­σαν ἀλου­σί­α ἦ­ταν μό­νοι τους στήν ἔ­ρη­μο, νή­στευ­αν καί δέν μύ­ρι­ζαν. Ἐ­σύ δέν εἶ­σαι μό­νος σου καί τρῶς. Τί χρω­στᾶν οἱ ἄν­θρω­ποι νά μυ­ρί­ζουν τίς ξυ­νί­λες σου;».

τβ’

     Ἔ­λε­γε γιά τίς συ­νο­δεῖ­ες πού ἐ­πάν­δρω­σαν τά Ἰ­δι­όρ­ρυθ­μα: «Μέ τήν κα­λο­γε­ρι­κή θά βο­η­θή­σου­με τούς­ πα­τέ­ρες τῶν Ἰδι­ορ­ρύθ­μων νά ἀ­κο­λου­θή­σουν τήν σω­στή μο­να­χι­κή ζωή καί ὄ­χι μέ τά ἀ­να­και­νι­στι­κά ἔρ­γα καί τίς δρα­στη­ρι­ό­τη­τες».

τγ’

      Σέ κά­ποι­ον δό­κι­μο πού δέν πρό­σε­χε τούς λο­γι­σμούς του καί ἔ­κα­νε συγ­κα­τα­θέ­σεις σέ σαρ­κι­κούς λο­γι­σμούς, τοῦ εἶ­πε ὅ­τι δέν κά­νει γιά μο­να­χός καί τόν ἔ­στει­λε στόν κό­σμο νά νυμ­φευ­θῆ.

τδ’

     «Στό Σταυ­ρο­νι­κη­τια­νό Κελ­λί τῆς Ἁ­γί­ας Τριά­δος ὑ­πῆρ­χε ἕ­νας ἐ­νά­ρε­τος καί ἅ­γιος Πνευ­μα­τι­κός. Κά­πο­τε τόν κά­λε­σαν δύ­ο πα­τέ­ρες νά πά­η σέ κά­ποι­ο Κελ­λί στίς Κα­ρυ­ές, νά ἐ­ξο­μο­λο­γή­ση κά­ποι­ον μο­να­χό πού ἦ­ταν στά τε­λευ­ταῖ­α του. Ὁ Πνευ­μα­τι­κός τούς εἶ­πε νά προ­χω­ρή­σουν καί αὐ­τός θά ξε­κι­νή­σει. Ὅ­ταν οἱ δυ­ό πα­τέ­ρες ἔ­φτα­σαν στό Κελ­λί τοῦ μελ­λο­θά­να­του μο­να­χοῦ, βρῆ­καν ἐ­κεῖ τόν Πνευ­μα­τι­κό καί ἐξέστησαν»[1].

τε’

«Ὁ Γέ­ρον­τας πρέ­πει νά ἔ­χη τήν πνευ­μα­τι­κή πεῖ­ρα. Ὅ­ταν ὅ­μως κα­νείς δέν ἔ­χη αὐ­τήν τήν πεῖ­ρα, τό­τε κά­νει πει­ρά­μα­τα μέ τόν ἑ­αυ­τό του, καί ἄν ἔ­χη ὑ­πο­τα­κτι­κούς καί μέ ἄλ­λους. Οἱ Ἅ­γιοι Πα­τέ­ρες δο­κί­μα­σαν οἱ ἴ­διοι στόν ἑ­αυ­τό τους τά δι­ά­φο­ρα «φάρ­μα­κα» καί ἀ­πό τήν πεῖ­ρα τους μᾶς ἔ­χουν ἕ­τοι­μο ὁ­λό­κλη­ρο πνευ­μα­τι­κό φαρ­μα­κεῖ­ο».

τς­’

«Ἡ κρυ­φή ὑ­πε­ρη­φά­νεια δύ­σκο­λα κα­τα­λα­βαί­νε­ται. Βλέ­πει ὅ­μως κα­νείς ὅ­τι μέ­σα του δέν ἔ­χει ἐ­σω­τε­ρι­κή ἀ­νά­παυ­ση. Ὅ­ταν κα­νείς εἶ­ναι ἄρ­ρω­στος στό μυα­λό καί ὑ­πε­ρη­φα­νεύ­ε­ται, ὁ Θε­ός τοῦ δί­νει πα­ρη­γο­ριά καί χα­ρά, σάν κά­ποι­ο παι­δί, ἄρ­ρω­στο δι­α­νο­η­τι­κά, πού πί­στευ­ε ὅ­τι εἶ­ναι στρα­τη­γός καί χαι­ρό­ταν. Ὅ­ποι­ος ὅ­μως ἔ­χει κρυ­φή ὑ­πε­ρη­φά­νεια δέν αἰ­σθά­νε­ται ἐ­σω­τε­ρι­κή ἀ­νά­παυ­ση καί πα­ρη­γο­ριά. Μπο­ρεῖ νά ἀ­να­παύ­η κα­νείς ψεύ­τι­κα τόν λο­γι­σμό του, ἀλ­λά τήν συ­νεί­δη­σή του δέν μπο­ρεῖ νά τήν ἀ­να­παύ­ση, ἄν βέ­βαι­α δέν ἔ­χη πο­ρω­θῆ». Πρέ­πει με­τά τήν πνευ­μα­τι­κή δι­ά­γνω­ση, νά μή δέ­χε­ται τούς ἐ­παί­νους καί νά ἀ­πο­βάλ­λη κά­θε ἰ­δέ­α πού ἔ­χει γιά τόν ἑ­αυ­τό του. Ἄν δε­χθῆς ἕ­ναν ἔ­παι­νο γιά μί­α ἀ­ρε­τή πού ἔ­χεις, εἶ­ναι μι­σή ἁ­μαρ­τί­α, για­τί ὁ ἄν­θρω­πος δέν ἔ­χει τί­πο­τα κα­λό δι­κό του, ὅ­λα εἶ­ναι τοῦ Θε­οῦ Ἄν δέν τήν ἔ­χης κι­ό­λας, εἶ­ναι μι­ά­μι­ση ἁ­μαρ­τί­α

 

1. Πρό­κει­ται γιά τόν ἐ­νά­ρε­το Ρῶσ­σο Πνευ­μα­τι­κό Ἀρσέ­νιο. Ἡ προ­φο­ρι­κή πα­ρά­δο­ση πού με­τέ­φε­ρε ὁ Γέροντας ἐ­πι­βε­βαι­ώ­θη­κε ἀ­πό τήν δη­μο­σί­ευ­ση τοῦ βί­ου του. Βλ. Ἱ­ε­ρομ. Ἀν­τω­νί­ου, Βίοι Ἀ­θω­νι­τῶν τοῦ ιθ΄ αἰ­ῶ­νος, ἔκδ. Ἱ. Μ. Εὐ­αγ­γε­λι­σμοῦ τῆς Θε­ο­τό­κου, Ὁρ­μύ­λια 1995, τόμ. Α΄, σελ. 39 κ.ἑ.

Διαβάστε ΕΔΩ τα προηγούμενα σχετικά άρθρα