ΟΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΑΣ

ς΄. Καβιώτης Κώστας, διά Χριστόν σαλός

Ολοι οἱ Κα­ρυ­ῶ­τες γνώ­ρι­ζαν τόν γε­ρω–Κώστα καί τοῦ ἔ­δει­χναν ἀ­γά­πη καί συμ­πά­θεια. Τόν ἔ­βλε­παν νά πε­ρι­φέ­ρε­ται στίς Κα­ρυ­ές, νά λει­τουρ­γῆ­ται τα­κτι­κά στό Πρω­τᾶ­το, νά κά­νη τίς τρέλ­λες του, καί ὅ­λοι ἦ­ταν σέ ἀ­πο­ρί­α.

ΙΔ’. Γερω–Δαυΐδ Διονυσιάτης (και Ηχητικό)

Ἀλ­λ᾿ αὐ­τός δέν φο­βό­ταν τόν δι­ά­βο­λο. Εἶ­χε συ­νη­θί­σει μέ τά πει­ράγ­μα­τά του, για­τί συ­χνά πά­λευ­αν σῶ­μα μέ σῶ­μα. Τά ὅ­πλα του ἦ­ταν τό ση­μεῖ­ο τοῦ Σταυ­ροῦ καί ἡ ἐ­πί­κλη­ση τῆς Πα­να­γί­ας, τά ὁ­ποῖ­α ἔ­κα­ναν νά ἐ­ξα­φα­νι­σθῆ ὁ δι­ά­βο­λος. Κάποτε πού τοῦ πα­ρου­σι­ά­στη­κε σάν δρά­κον­τας, χω­ρίς νά τόν φο­βη­θῆ κα­θό­λου ὁ Δῆ­μος, τόν ἔ­πια­σε ἀ­πό τήν οὐ­ρά καί τόν πέ­τα­ξε μα­κρυά.

IZ΄. Ἡγούμενος Ἀνδρέας Ἁγιοπαυλίτης

«Ὁ  Με­νά­γιας ἦ­ταν προ­σω­πι­κός φί­λος τοῦ ἁ­γί­ου Νε­κτα­ρί­ου, ὁ ὁ­ποῖ­ος τοῦ εἶ­χε χα­ρί­σει μία φω­το­γρα­φί­α του καί ἕ­να κομ­πο­σχο­ί­νι. Τό­τε ἐ­κεῖ στόν Ἅ­γιο Βα­σί­λει­ο με­ρι­κοί ἀμ­φι­σβη­τοῦ­σαν τήν ἁ­γι­ό­τη­τα τοῦ ἁ­γί­ου Νε­κτα­ρί­ου. Ὁ Με­νά­γιας γιά νά τούς ἀ­πο­δεί­ξη ὅ­τι εἶ­ναι Ἅ­γιος ὁ Πεν­τα­πό­λε­ως Νε­κτά­ριος, πῆ­ρε μία λε­κά­νη, ἔ­βα­λε ἀ­λεύ­ρι καί νε­ρό, τά ἀ­να­κά­τε­ψε, ἀ­πό πά­νω ἔ­βα­λε τό κομ­πο­σχο­ί­νι τοῦ ἁ­γί­ου Νε­κτα­ρί­ου καί ἀ­πό μό­νο του χω­ρίς προ­ζύ­μι φού­σκω­σε».

Αποφθέγματα από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Κάποια χρο­νιά τό Πάσχα πῆ­γα προ­σκύ­νη­μα στά Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα. Ἦ­ταν τό προ­η­γο­ύ­με­νο ἔ­τος ἀ­πό τήν ἔ­κρη­ξη στό Τσερ­νομ­πίλ. Εἶ­δα στό Ναό μί­α εἰ­κό­να τῆς Πα­να­γί­ας νά δα­κρύ­ζη· αὐ­τό ἔ­γι­νε ἀν­τι­λη­πτό ἀ­πό πολ­λο­ύς καί ἀ­πό ἕ­ναν Ἄ­ρα­βα Ἀ­στυ­νο­μι­κό.

Ασκητές μέσα στον κόσμο Α’ – Ἔ­λαμ­ψε τό πρό­σω­πό της 

Πα­ρα­μο­νή Θεο­φα­νεί­ων τοῦ 2000. Πρω­τά­για­ση (ἁγια­σμός τῆς πα­ρα­μο­νῆς τῶν Θεο­φα­νεί­ων). Στό Πή­λι­ου­ρι, ἕνα χω­ριό τῆς Χει­μάρ­ρας τῆς Βο­ρεί­ου Ἠπεί­ρου, ὁ ἱε­ρέ­ας κα­τε­βαί­νει ἀ­πό τό αὐ­το­κί­νη­το πού τούς με­τέ­φε­ρε ὡς ἐκεῖ καί ἑτοι­μά­ζε­ται ν᾽ ἁγιά­ση τά σπί­τια.  

Αποφθέγματα από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

   Ο γε­ρω Ἡ­σύ­χιος Κων­στα­μο­νί­της γεν­νή­θη­κε στήν Προῦ­σα καί ἦρ­θε στήν Ἑλ­λά­δα μέ τήν Ἀν­ταλ­λα­γή. Ἦ­ταν τουρ­κό­φω­νος. Εἶ­χε δι­α­βά­σει μι­κρός τόν βί­ο τοῦ Ἁ­γί­ου Ἀν­τω­νί­ου στά Κα­ρα­μαν­λί­δι­κα (τουρ­κι­κά μέ ἑλ­λη­νι­κο­ύς χα­ρα­κτῆ­ρες) καί θέ­λη­σε νά τόν μι­μη­θῆ. Ἦρ­θε στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος σέ ἡ­λι­κί­α πε­ρί­που  18 ἐ­τῶν στήν Ἱ­ε­ρά Μο­νή Κων­στα­μο­νί­του. Τοῦ ἄ­ρε­σε τό ἀ­πό­μα­κρον καί ἡ­συ­χα­στι­κό της. Ἄρ­χι­σε νά μα­θα­ί­νη τήν Ἑλ­λη­νι­κή γλῶσ­σα.

Αποφθέγματα από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Ο πα­πα–Χρυ­σό­στο­μος ὁ Γρη­γο­ριά­της πε­ί­σθη­κε νά χει­ρο­το­νη­θῆ πα­πᾶς καί νά μπῆ καί στήν Σύνα- ξη ἐ­πει­δή εἶ­χε ἀ­νάγ­κη ἡ Μο­νή. Λει­τουρ­γοῦ­σε πάν­τα μέ πολ­λή εὐ­λά­βεια καί κα­τά­νυ­ξη.

Ἀσκητὲς μέσα στὸν κόσμο Γ’ – ε΄. Μαρία Μιχαήλ [1]

Μέ τήν μεγάλη πίστη της στόν Θεό ὕψωνε τά χέρια καί τά μάτια στόν οὐρανό καί ἔλεγε: «Δοξάζω Σε, Θεέ μου, πού μοῦ τούς ἐπῆρες, Εὐχαριστῶ  Σε, Θεέ μου». Αὐτό τό ἐπαναλάμβανε πολλές φορές κλαίγοντας καί πρόσθετε: «Δέν θά τά βάλω μέ τόν Θεό. Ποιά εἶμαι ἐγώ; Ἔτσι ἤθελε ὁ Θεός». Βάπτισε  δύο κοριτσάκια πολύ φτωχῆς οἰκογένειας καί ἔδωσε τά ὀνόματα τῶν πεθαμένων κοριτσιῶν της, ὀνομάζοντάς τα Στυλιανή καί Χρυστάλλα.

ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’ – ιε΄. Ὁ κοσμοκαλόγηρος Δημήτριος ὁ καλυβίτης

Ἂν καί ἀ­πέ­φευ­γε νά ἀ­να­φέ­ρη τίς πνευ­μα­τι­κές ἐμ­πει­ρί­ες πού ἔ­ζη­σε στήν κα­λύ­βα αὐ­τή, ἦ­ταν βέβαιο ἀ­πό μι­σό­λο­γα πού τοῦ ξέ­φευ­γαν ὅ­τι εἶ­χε ἐ­πι­σκέ­ψεις τῆς Πα­να­γί­ας καί πολ­λῶν Ἁ­γί­ων˙ πολ­λά πρω­ϊ­νά, ἂν τυ­χόν τόν ἔ­βλε­πε κα­νείς, τό πρό­σω­πό του ἦ­ταν φω­τει­νό καί ἔ­λαμ­πε.

Περιστατικά από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση – Ο ἐ­νά­ρε­τος Ἡ­γού­με­νος τοῦ Γρη­γο­ρί­ου Ἀ­θα­νά­σιος

Ο ἐ­νά­ρε­τος Ἡ­γού­με­νος τοῦ Γρη­γο­ρί­ου Ἀ­θα­νά­σιος εἶ­χε δεῖ στόν ὕ­πνο του ἕ­ναν ἱ­ε­ρο­μό­να­χο κε­κοι­μημέ­νο καί τόν ρώ­τη­σε:  

–Τί κά­νεις, παι­δί μου; Πῶς πέ­ρα­σες στήν ἐ­ξέ­τα­ση;  

–Γέροντα, ἀ­πάν­τη­σε ἐ­κεῖ­νος, ὡς πρός τά κα­λο­γε­ρι­κά κα­θή­κον­τα πῆ­γα κα­λά. Ὁ Δε­σπό­της Χρι­στός ἦ­ταν ἐ­πι­ει­κής μα­ζί μου. Ὡς πρός τά τῆς ἱ­ε­ρω­σύ­νης δυ­σκο­λε­ύ­τη­κα πο­λύ, δι­ό­τι ὁ Δε­σπό­της Χρι­στός μοῦ ἔ­κα­νε λε­πτο­με­ρῆ καί ἀ­συγ­κα­τά­βα­τη ἐ­ξέ­τα­ση.  

Αποφθέγματα από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Η πνευ­μα­τι­κή ζω­ή τοῦ ἀν­θρώ­που εἶ­ναι μυ­στή­ριο ἀ­νε­ξι­χνί­α­στο γιά τούς  ἄλ­λους, καί  μό­νο  στόν Θε­ό εἶ­ναι γνω­στή. Γι᾿ αὐ­τό δέν πρέ­πει νά κρί­νου­με κατ᾿ ὄ­ψιν, δι­ό­τι πολ­λές φο­ρές ὁ ἄν­θρω­πος δέν εἶ­ναι αὐ­τό πού φαί­νε­ται.

ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’ – ιδ΄. Τατιανή Σαββίδου

Αὐ­τό τό δι­η­γή­θη­κε στήν Τα­τια­νή καί ἐ­κεί­νη τοῦ εἶ­πε: «Ἔ! π. Χρῆ­στο. Δέν ξέ­ρεις ὅ­τι οἱ Ἅ­γιοι εἶ­ναι γύ­ρω μας; Ἐ­γώ πολ­λές φο­ρές ἐ­δῶ στόν ἁ­η–Γι­ώρ­γη ἔ­χω δεῖ καί Ἀγ­γέ­λους καί Ἁ­γί­ους».

Αποφθέγματα από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Ο γε­ρω–Χρι­στό­δου­λος ὁ Κα­του­να­κι­ώ­της, ὁ ὑ­πο­τα­κτι­κός τοῦ  με­γά­λου ἡ­συ­χα­στοῦ Καλ­λι­νί­κου, δέν ἀ­κο­λο­ύ­θη­σε τόν Γέροντά του στήν θε­ω­ρη­τι­κή ζωή, ἀλ­λά κλη­ρο­νό­μη­σε τήν πρά­ξη.

Ἀσκητὲς μέσα στὸν κόσμο Γ’ – Ϲ΄. Κυριᾶκος, ὁ παράλυτος

Ἐκεῖνες τίς ἡμέρες παρουσιάστηκε κάτι σάν σύννεφο φωτεινό πάνω ἀπό τό κρεββάτι του καί τόν ἔλουζε μέ ἄσπρο φῶς. Τά ἄτομα πού τό εἶδαν, εἶπαν ὅτι μοιάζη μέ τό Ἅγιο Φῶς στόν Πανάγιο Τάφο. Μέσα σ᾿ αὐτό τό φῶς, τό πρόσωπό του ἔλαμπε σάν νά εἶχε δικό του φῶς. 

ΚΑ΄. Ὁ μυστηριώδης ἔγκλειστος Ἡρωδίων

Τό δύ­σκο­λο ἔ­τος 1986, πού ἔ­κα­νε βα­ρύ χει­μῶ­να καί με­γά­λες πα­γω­νι­ές, δέν ἐ­ξη­γεῖ­ται ἀν­θρω­πί­νως  πῶς μπό­ρε­σε καί ἄν­τε­ξε. Μά­λι­στα κυ­κλο­φο­ροῦ­σε ξυ­πό­λυ­τος μέ­σα στό Κελ­λί του. Δέν εἶ­χε κρεβ­βά­τι καί ποτέ του δέν ξάπλωνε∙ πάν­τα στε­κό­ταν ὄρ­θιος ἤ ἀ­κουμ­ποῦ­σε λί­γο στήν ἄ­κρη ἑ­νός πάγ­κου πού ἦ­ταν γε­μᾶ­τος πράγ­μα­τα πα­λαι­ά γιά τά σκου­πί­δια

Αποφθέγματα από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση – Χα­τζη–Γι­ώρ­γης

Παρ᾽ ὅ­τι ἔ­κα­νε τό­σο αὐ­στη­ρή, ἀ­σκη­τι­κή ζω­ή, τό πρό­σω­πό του φαι­νό­ταν εὐ­τρα­φές. Εἶ­χε μά­τια ἐκ­φρα­στι­κά καί μι­λοῦ­σε λί­γο μέ κο­φτές φρά­σεις. Ὁ Χα­τζη–Γε­ώρ­γης ζοῦ­σε μέ πολ­λή ἁ­πλό­τη­τα, μέ φτώ­χεια καί ὅ­λα τά ἐ­ξω­τε­ρι­κά τά πα­ρα­με­λοῦ­σε.

Περιστατικά από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση – Ο γέροντας Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης

Ο γέροντας πα­πα Ἐ­φρα­ίμ ὁ Κα­του­να­κι­ώ­της ἀ­πό λα­ϊ­κός εἶ­χε πο­λύ με­γά­λη κα­θα­ρό­τη­τα. Δέν ἤ­ξε­ρε, τί ση­μαί­νει σαρ­κι­κή ἁ­μαρ­τί­α καί πῶς ἐ­πι­τε­λεῖ­ται. Οἱ κο­πέλ­λες τόν κο­ρό­ϊ­δευ­αν «μι­σο­γύ­νη».  Ἀ­γα­ποῦ­σε πο­λύ τήν μη­τέ­ρα του. Ὁ πα­τέ­ρας του τόν κα­τα­ρά­στη­κε, ὅ­ταν τοῦ εἶ­πε ὅ­τι θέ­λει νά γί­νη μο­να­χός. «Νά ἔ­χης τήν κα­τά­ρα τῶν 318 Θε­ο­φό­ρων Πα­τέ­ρων τῆς Πρώ­της Οἰ­κου­με­νι­κῆς Συ­νό­δου», τοῦ εἶ­πε. Ἀρ­γό­τε­ρα ὅ­μως με­τά­νοι­ω­σε καί ἦρ­θε καί ὁ ἴ­διος καί ἐ­μό­να­σε μα­ζί του, καί ὁ πα­πα–Ἐ­φρα­ίμ τόν γη­ρο­κό­μη­σε. 

Αποφθέγματα από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Ο πα­πα–Χα­ρί­των, ὁ Πνευ­μα­τι­κός καί Ἡ­συ­χα­στής, ὅ­ταν ἦ­ταν στό Κελ­λί τοῦ Ἁ­γί­ου Νε­ί­λου, τό 1872, ὅ­που ἔ­γι­νε με­γα­λό­σχη­μος καί ἱ­ε­ρε­ύς, ἀ­γω­νι­ζό­ταν πο­λύ.

Ὁ Παπισμός κατά τούς Ἁγίους Πατέρες

To παρακάτω απόσπασμα αποτελεί το προλογικό σημείωμα του βιβλίου «Ὁ Παπισμός κατά τούς Ἁγίους Πατέρες» των εκδόσεων της Ενωμένης Ρωμηοσύνης το οποίο πρόκειται να κυκλοφορηθεί το προσεχές διάστημα.

Αποφθέγματα από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Ο γε­ρω–Χα­ρά­λαμ­πος ὁ Κομ­πο­σχοι­νᾶς δι­η­γή­θη­κε: «Ἦ­ταν μί­α κα­λο­γρι­ού­λα στήν Μι­κρά Ἀ­σί­α μέ μία­ θαυ­μα­τουργή εἰ­κό­να. Θε­ρά­πευ­ε Τούρ­κους καί Χρι­στια­νούς. Στόν πό­λε­μο τοῦ ᾿22 αὐ­τή πῆ­ρε τήν εἰ­κό­να· ἐ­νῶ, λοι­πόν, σκό­τω­ναν οἱ Τοῦρ­κοι, αὐ­τήν δέν τήν ἔ­βλε­παν καί ἦρ­θε στήν Ἀ­θή­να. Μέ τό μύ­ρο πού ἔ­βγα­ζε ἡ εἰ­κό­να θε­ρά­πευ­σε ἄρ­ρω­στο».

ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’ – θ΄. Νικόλαος Σαββούδης

Ὅ­λα αὐ­τά τά βι­βλί­α τά με­λε­τοῦ­σε ὁ μπαρ­μπα–Νι­κό­λας καί φαί­νε­ται πώς προ­σπα­θοῦ­σε νά βά­λη σέ ἐ­φαρ­μο­γή τήν πα­τε­ρι­κή δι­δα­σκα­λί­α γι᾿ αὐ­τό ἐ­κτός ἀ­πό τήν σι­ω­πή ἦ­ταν στο­λι­σμέ­νος καί μέ ἄλ­λες ἀ­ρε­τές. Πο­τέ δέν ἀ­σχο­λεῖ­το μέ τούς ἄλ­λους. Ἄν καί τόν πε­ρι­έ­παι­ζαν οἱ συγ­χω­ρια­νοί του, αὐ­τός τούς ἀντι­με­τώ­πι­ζε μέ τήν σι­ω­πή του καί μ᾿ ἕ­να ἐ­λα­φρό μει­δί­α­μα.

ΚΒ΄. Ἡγούμενος Εὐθύμιος Ζωγραφίτης

Κά­πο­τε πού με­τέ­φε­ρε χόρ­τα μέ τό τρα­κτέρ τόν πῆ­ρε ὁ ὕ­πνος πά­νω στό τι­μό­νι καί  ἔπε­σε μέ τό τρα­κτέρ στό πο­τά­μι. Τότε, τοῦ ξα­ναεμ­φα­νί­σθη­κε ἡ Πα­να­γί­α. Τόν ἔ­σω­σε, χω­ρίς νά πά­θη τί­πο­τε, καί τοῦ εἶ­πε: «Δέν  πρέ­πει νά κά­νης ὑ­περ­βο­λές. Ἄν δέν εἶ­χα ἔρ­θει, τί θά πά­θαι­νες!».

Αποφθέγματα από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Από τίς πολ­λές ἀ­ρε­τές πού κο­σμοῦ­σαν τήν ἁ­πλή καί κα­θα­ρή ψυ­χή τοῦ Ἡ­γου­μέ­νου πα­πα–Χα­ρα­λάμ­που Δι­ο­νυ­σιά­του, ξε­χώ­ρι­ζε ἡ ἐ­λε­η­μο­σύ­νη. Δέν εἶ­χε ὅ­ρια. Τά ἔ­δι­νε ὅ­λα.

Ασκητές μέσα στον κόσμο Α’ – Ἀντιμισθία ἐλέους πρός τούς κεκοιμημένους

Μία νο­σο­κό­μα σέ με­γά­λο Νο­σο­κο­μεῖ­ο τῶν Ἀ­θη­νῶν, ἡ Ἀ., δι­η­γή­θη­κε στόν π. Συ­με­ών τόν Ἁ­γιο­­ρεί­τη πού ἐγκα­τα­βιώ­νει στήν Καλ­λιά­γρα: «Εἶ­χα σκλή­ρυν­ση κα­τά πλά­κας καί ἤ­μουν στά πρό­θυ­ρα τῆς πα­ρα­λύ­σε­ως. Οἱ για­τροί μοῦ ἔ­δω­σαν ἕ­να μῆ­να ἄ­δεια. Ἐ­νῶ ἤ­μουν ξα­πλω­μέ­νη στό κρεβ­βά­τι ἀλλά ξύ­πνια, βλέ­πω τήν Πα­να­γί­α νά μοῦ λέ­γη: «Ἀ., σή­κω ἐ­πά­νω, εἶ­σαι κα­λά πλέ­ον.

Ἀσκητὲς μέσα στὸν κόσμο Γ’ – δ΄. Κωνσταντῖνος Μικρός, ὁ εὐλαβής νεωκόρος

Ἀκοῦς τί σοῦ λέω; Νά φύγης τώρα ἀμέσως! Κι ὅταν φτάσης ἀπέναντι, στό νησί, τότε θά γίνη κι ἡ συνθηκολόγηση. Τράβα μπροστά καί μή φοβᾶσαι! Καί ποιός εἶσαι ἐσύ πού μοῦ τά λές ὅλα αὐτά;, ρώτησε ἀπορημένος ὁ Κώστας. Εἶμαι ὁ Ἅγιος Δημήτριος!, ἀπάντησε ὁ νεαρός στρατιώτης καί ἀμέσως ἐξαφανίστηκε ἀπό μπροστά του.

Ἀσκητὲς μέσα στὸν κόσμο Γ’ – γ΄. Σπυρίδων Μηνέττος, ὁ κοσμοκαλόγηρος

Ἔτρεχε καί ἀνέβαινε στόν ὄροφο καί μόλις ἄνοιγε τήν πόρτα ὅλα ἡσύχαζαν. Ὁ θεῖος στό χαμηλό του κρεββάτι τουρτούριζε ἀπό τό κρύο μέσα στήν μέση τοῦ χειμῶνα χωρίς σκεπάσματα. Αὐτά ἦταν πεταμένα στήν ἄλλη ἄκρη τοῦ δωματίου. «Συγγνώμη, ἀδελφή, πού σέ ξύπνησα. Μέ πειράζει ὁ δαίμονας, μέ τραντάζει καί μοῦ πετάει τά σκεπάσματα!».

Αποφθέγματα από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Ο ἡγού­με­νος Φί­λιπ­πος Λαυ­ρι­ώ­της εἶ­πε στόν πα­πα–Βα­σί­λη τόν Πνευ­μα­τι­κό: «Πο­τέ σου νά μήν πῆς σέ κά­ποι­ον πού θέ­λει νά ἐ­ξο­μο­λο­γη­θῆ”, ἔ­λα αὔ­ριο”

Ασκητές μέσα στον κόσμο Α’ – Πι­στή ἄ­χρι θα­νά­του –  Δαι­μο­νι­κό ρά­πι­σμα 

Στήν Κα­βά­λα πρό ἐ­τῶν συ­νέ­βη ἕ­να τραγικό αὐ­το­κι­νη­τι­στι­κό δυ­στύ­χη­μα. Σκο­τώ­θη­κε μί­α ὁ­λό­κλη­ρη οἰ­κο­γέ­νεια, οἱ γο­νεῖς καί τά τρί­α παι­διά. Ἡ εὐ­λα­βέ­στα­τη για­γιά ἀντι­με­τώ­πι­σε τήν δο­κι­μα­σί­α μέ πί­στη καί γεν­ναι­ό­τη­τα. Προ­σπα­θοῦ­σε νά ἀγ­κα­λιά­ση συγ­χρό­νως καί τά πέντε φέ­ρε­τρα τῶν ἀ­γα­πη­τῶν της νε­κρῶν προ­σώ­πων καί ἔ­λε­γε: «Χρι­στέ μου, ἂν αὐ­τό εἶ­ναι κλω­τσιά γι­ά νά φύ­γω ἀ­πό κοντά σου, ἐ­γώ δέν φεύ­γω. Θά πια­στῶ ἀ­πό τά πό­δια σου». 

Περιστατικά από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση – Ο γε­ρω-Ἀ­γά­πιος ὁ Γρη­γο­ρι­ά­της

Ο γε­ρω–Ἀ­γά­πιος ὁ Γρη­γο­ρι­ά­της ἦ­ταν πρᾶ­ος καί ἁ­πλοῦς. Κάποτε, δι­α­κο­νών­τας στό μα­γει­ρεῖ­ο, ἔ­βρα­ζε τρα­χα­νᾶ καί ἐ­πει­δή φο­ύ­σκω­νε τό φα­γη­τό καί δέν εὕ­ρι­σκε τήν κου­τά­λα ἔ­βα­λε τό χέ­ρι του στόν τα­βᾶ καί ἀ­να­κά­τε­ψε τό φα­γη­τό χω­ρίς νά πά­θη τί­πο­τε.

Αποφθέγματα από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Ὅ­ταν εἶ­δα γιά πρώ­τη φο­ρά τόν π. Φι­λά­ρε­το, τόν Ἡ­γο­ύ­με­νο τοῦ Κων­στα­μο­νί­του, μοῦ ἔ­κα­νε με­γα­λύτερη ἐν­τύ­πω­ση ἀ­πό ὅ­λους τούς ἄλ­λους σα­ράν­τα μο­να­χούς πού εἶ­χε τό Μο­να­στή­ρι. Ἔ­λαμ­πε τό πρό­σω­πό του τό­σο πο­λύ, πού μοῦ φά­νη­κε σάν ἄγ­γε­λος

Ε’. Ἀσκητής Γαβριήλ Καρουλιώτης

Κά­ποι­ον νέ­ο πού πέ­ρα­σε ἀ­πό τό Ἀ­σκη­τή­ριό του καί τόν πα­ρα­κα­λοῦ­σε νά τόν κρα­τή­ση γιά μο­να­χό, ὁ Γέ­ρον­τας ἄν καί ἤ­θε­λε ὑ­πο­τα­κτι­κό τόν ἔ­δι­ω­ξε, για­τί αἰ­σθάν­θη­κε δυ­σω­δί­α. Ἡ ἐ­ξέ­λι­ξη αὐ­τοῦ τοῦ νέ­ου δι­κα­ί­ω­σε τόν γέ­ρον­τα Γα­βρι­ήλ καί ἀ­πέ­δει­ξε τήν γνη­σι­ό­τη­τα τοῦ χα­ρί­σμα­τός του. Ὁ ἀ­νω­τέ­ρω νέ­ος, ἔ­γι­νε μέν μο­να­χός, ἀλ­λά ὕ­στε­ρα ἀ­πέ­βα­λε τό Σχῆ­μα· ὄ­χι μό­νο παν­τρε­ύ­τη­κε ἀλ­λά ἔ­γι­νε καί μο­να­χο­μά­χος, ἁ­γι­ο­μά­χος καί θε­ο­μά­χος.

Ασκητές μέσα στον κόσμο Α’ – Τόν κοι­νώ­νη­σαν οἱ ἅ­γιοι Ἀ­νάρ­γυ­ροι 

Δι­ή­γη­ση Στυ­λια­νοῦ…: «Στίς 27‒9‒2001 ἔ­πα­θα ἕ­να βα­ρύ ἐγ­κε­φα­λι­κό ἐ­πει­σό­διο (θρομ­βω­τι­κό) καί τό ἀ­ρι­στε­ρό χέ­ρι καί πό­δι ἦ­ταν σέ πλή­ρη ἀ­κι­νη­σί­α. Ὁ λό­γος μου ἦ­ταν ἀρ­γός καί ὄ­χι στα­θε­ρός. Ἔ­μει­να στό Νο­σο­κο­μεῖ­ο δέ­κα μέ­ρες καί ὕ­στε­ρα πῆ­γα στό σπί­τι. Κα­τά τό τέ­λος Δε­κεμ­βρί­ου τοῦ ἰ­δί­ου ἔ­τους ἄρ­χι­σα νά ση­κώ­νω­μαι καί νά κυ­κλο­φο­ρῶ μέ μπα­στού­νι. 

Σελίδες