ΑΛΗΘΙΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’ – «Χριστός Ἀνέστη καί δαίμονες φρίττουσι»

Ο κ. Ἀ­πό­στο­λος… δι­η­γή­θη­κε ὅ­τι κά­ποι­α χρο­νιά γι­όρ­τα­σε μό­νος του τό Πά­σχα, μα­κρυ­ά ἀ­πό τήν οἰ­κο­γέ­νειά του, γι᾿ αὐ­τό ἦ­ταν στε­νο­χω­ρη­μέ­νος. Ἐ­πέ­στρε­φε στό σπί­τι του καί σέ μιά ἐ­ρη­μιά βρῆ­κε στόν δρό­μο του ἕ­να προ­σκυ­νη­τά­ρι.

Το πρώτο μου Πάσχα

Έτσι έπρεπε να είναι. Για να μου δώσει τόση χαρά η Ανάσταση, έπρεπε να προηγηθεί το Πάθος. για να μου κάμει τόση εντύπωση το Πάσχα, έπρεπε να γνωρίζω τη Μεγάλη Εβδομάδα. Μαθαίνοντας όσα έμαθα εκείνον τον χρόνο, μάθαινα τη ζωή, που ως τότε ήμουν πολύ μικρός για να την ξέρω, αφού οι γονείς που με φρόντιζαν και μ΄ οδηγούσαν…

Ἅγιος Παΐσιος: «Δὲν σοῦ φιλῶ τὸ χέρι, μοῦ λέει, γιατί φοβᾶμαι μὴν κολλήσω μικρόβια! Τί νὰ πῆς; Κάνουν ἔτσι μαύρη τὴν ζωή τους»

Νά, και σήμερα ήρθε εδώ μιά κοπέλα πού είχε νοσοφοβία. Και όταν μπήκε μέσα δεν πήρε ευχή, γιατί φοβόταν μήν κόλληση μικρόβια, και όταν έφυγε, έπειτα από τόσα πού της είπα, γιά νά τήν βοηθήσω, πάλι δεν πήρε ευχή.
¨Δεν σοϋ φιλώ τό χέρι, μοϋ λέει,γιατί φοβάμαι μήν κολλήσω μικρόβια! Τί νά πής; Κάνουν έτσι μαύρη τήν ζωή τους.

Ο αδιάφορος με την Εκκλησία νέος που αποφάσισε να εκκλησιαστεί εν μέσω απαγόρευσης!

Είναι άνθρωπος ασύμβατος γενικώς και ίσως γι΄αυτό έντονα επιφυλακτικός με την Εκκλησία. Δεν την πολεμούσε αλλά ταυτοχρόνως ως γνήσιος ορθολογιστής αδυνατούσε να αποδεχθεί τον μυστηριακό της χαρακτήρα. Πολύ σπάνια εκκλησιαζόταν κι αυτό από συνήθεια ή «για το καλό»! Άκουγε συχνά-πυκνά για κληρικούς εμπλεκομένους σε σκάνδαλα και γινόταν όλο και περισσότερο απόμακρος από την Εκκλησία.

«Κρυφοκοίταζαν τὸν παπὰ τους τὴν ὥρα τῆς κατάλυσης τῆς Θείας Κοινωνίας…»

Ἕνα ἀπὸ τὰ ἱστορικὰ στοιχεῖα ποὺ πληροφορούμαστε εἶναι ὅτι οἱ χανσενικοὶ ποὺ κατοικοῦσαν στὴ Σπιναλόγκα ἦταν ὀργισμένοι μὲ τὸν Θεό, γιὰ τὸ λόγο ὅτι ἡ ἀσθένειά τους ἦταν μία μεγάλη καί ἀφόρητη δοκιμασία. Ἕνας Γεραπετρίτης παπάς τόλμησε νὰ τοὺς ἐπισκεφθεῖ κάποτε καὶ νὰ λειτουργήσει στὸν Ἅγιο Παντελεήμονα, ποὺ ὑπῆρχε καὶ ρήμαζε στὸ νησί, συντροφιὰ μὲ τοὺς νέους του κατοίκους. Λένε πὼς στὴν πρώτη Λειτουργία δὲν πάτησε ψυχή.

Λιτανεῖες

Ἔψαλλαν τόν κανόνα καί ὅταν ἔκαναν στάσεις, ὁ παπᾶς διάβαζε τίς εὐχές γιά τήν λύση τῆς ἀνομβρίας. Στίς αἰτήσεις ὅλοι ἀπαντοῦσαν μέ τό «Κύριε ἐλέησον». Τήν λιτανεία ἀκολουθοῦσαν καί τά μικρά παιδιά γιά νά ἀκούση τήν φωνοῦλα τους μέ εὐσπλαχνία ὁ Πανάγαθος καί νά βρέξη. Καί πράγματι, ὅπως διηγοῦνται οἱ παλαιοί , ἔβρεχε. Καί στά χρόνια τοῦ π. Ἀποστόλου ἔγιναν 3-4 λιτανεῖες καί μετά πάντοτε ἔβρεχε.

ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’ – Μι­κρός μέ δι­ο­ρα­τι­κό χά­ρι­σμα

Τόν Σε­πτέμ­βριο κά­ποιου ἔτους στό ὀγ­κο­λο­γι­κό τμῆ­μα τοῦ Πα­νε­πι­στη­μια­κοῦ Νο­σο­κο­μεί­ου τοῦ Ρί­ου ἐ­πι­κρα­τεῖ με­γά­λη ἀ­να­στά­τω­ση. Ὁ μι­κρός Δη­μη­τρά­κης ζη­τοῦ­σε ἐπει­γό­ντως τόν ἱε­ρέ­α τοῦ Νο­σο­κο­μεί­ου. Ἤθελε ὁ­πωσ­δή­πο­τε νά κοι­νω­νή­ση.

Ὅταν ὁ ἄθεος δικτάτορας τῆς Ἀλβανίας Ἐνβερ Χότζα διέταξε νὰ κοινωνήσουν τὰ παιδιά!

Μὲ ἀφορμὴ τὴν ἀπόφαση τῆς Δ.Ι.Σ. γιὰ τὴν μὴ τέλεση τῶν ἀκολουθιῶν, θυμήθηκα ἕνα περιστατικὸ πού μου εἶπε ἡ 86χρονη σήμερα Ἑλένη Κυριαζάτη (κόρη τοῦ Χρήστου Πυλιου). Μὲ τὴν ἐπικράτηση τοῦ Κομμουνιστικοῦ Κόμματος Ἀλβανίας ἐξορίστηκαν πολλὲς οἰκογένειες ἀντιφρονούντων στὴν Κρούγια (λίγα χιλιόμετρα βόρεια τῶν Τιράνων). Τὸ 1946 στὸ στρατόπεδο έπιασε ἐπιδημία καὶ πέθαναν πάνω ἀπὸ 100 παιδιά……..

Όταν οι Χριστιανοί κάνανε ικετευτικά γονατίσματα στον Θεό και λιτανείες και δεν κλείναν τις Εκκλησιές τους [Σέρρες 1642]

Οργή Θεού οι επιδημίες στα 1642 στην περιοχή. Ναι, οργή Θεού. Οι θάνατοι ο ένας πίσω από τον άλλον. Πέρασε φθινόπωρο, χειμώνας, καλοκαίρι… κι η φοβερή επιδημία δεν άφησε σπίτι χωρίς τη θανατερή παρουσία της. Κανένας Σερραίος από τους πιο γέρους δεν θυμάται τέτοια καταστροφή. Τούρκοι, Χριστιανοί, Εβραίοι, Γύφτοι, πέθαιναν χιλιάδες από τη φοβερή επιδημία, την πανούκλα!

2 views τα ξημερώματα (μια ιστορία για τη γιορτή μας)

Ένα πρωί πήρε ένα μήνυμα που τον θορύβησε. Αποστολέας ήταν ένας διάσημος από το χώρο του αθλητισμού. «Ω! Μας βλέπουν και από κει!» σκέφτηκε. Του κόπηκε ο ενθουσιασμός όταν διάβασε τις πρώτες γραμμές:

Πῶς νὰ φερόμαστε σὲ δύσκολα παιδιὰ – Ἀπαντᾶ δι’ ἐπιστολῆς ὁ π. Παΐσιος

Ἐπιστολὴ γραμμένη ἀπὸ τὸν γέροντα Παΐσιο σὲ μιὰ οἰκογένεια ποὺ ἦταν πολὺ πιστή, μορφωμένη κοινωνικὰ καὶ πνευματικά, καὶ βρισκόταν σὲ ἀπόγνωση λόγω τῆς συμπεριφορᾶς τῆς κόρης τους

ιδ΄. Ὁ διάβολος μετασχηματισμένος σέ μοναχό

Κα­τά τόν Β΄ Παγ­κό­σμιο Πό­λε­μο ἕ­νας στρα­τι­ώ­της βλέ­πον­τας τόν κίν­δυ­νο ἔ­τα­ξε, ἄν δι­α­σω­θῆ, νά γί­νη μο­να­χός στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος μα­ζί μέ τά δύο του παι­διά. Πράγ­μα­τι, τε­λεί­ω­σε ὁ πό­λε­μος καί ὁ στρα­τι­ώ­της πού δι­ε­φυ­λά­χθηκε σῶ­ος, δέν λη­σμό­νη­σε τό τά­μα του.

ιγ΄. Διάσωση ἀπό τούς ἁγίους Τεσσαράκοντα

Ἀ­μέ­σως τό­τε μί­α ζέ­στη ἁ­πλώ­θη­κε γύ­ρω ἀ­πό μᾶς τούς δύ­ο καί  δέν κα­τα­λα­βαί­να­με τό κρύ­ο. Ἦ­ταν ἡ πα­ρου­σί­α τῶν Ἁ­γί­ων πού καί αὐ­τοί ὑ­πέ­φε­ραν ἀ­πό τό ψῦ­χος. Ἡ νύ­χτα πέ­ρα­σε ἔ­τσι καί τό πρωΐ, ἐ­νῶ πε­ρι­μέ­να­με τόν θά­να­το, ἦρ­θε δι­α­τα­γή ἐ­μᾶς τούς δύ­ο κα­λο­γή­ρους νά μή μᾶς ἐ­κτε­λέ­σουν.

Τὸ μοιρασμένο φλουρί..

Ὁ πατέρας μου, ὄρθιος μπροστὰ στὸ αγιοβασιλιάτικο τραπέζι, ἔκοβε τὴν πίτα, ὀνοματίζοντας κάθε κομμάτι ξεχωριστά, πρὶν κατεβάσει τὸ μεγάλο μαχαίρι τοῦ ψωμιοῦ. Ἀφοῦ ἔκοψε τὸ κομμάτι τοῦ σπιτιοῦ, τῶν ἁγίων, τὸ δικό του καὶ τῆς μητέρας μου, πρὶν ἀρχίσει τὰ κομμάτια τῶν παιδιῶν, σταμάτησε σὰν νὰ θυμήθηκε κάτι.
«Ξεχάσαμε» εἶπε…

Έτσι μας έμαθαν να γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα οι γονείς μας

Σε μια επαρχιακή πόλη της Μακεδονίας, στη μαύρη και φοβερή Κατοχή του ’41 με ’42, όπου οι εκτελέσεις και οι σφαγές των αθώων ανθρώπων ήσαν ανελέητες και αθρόες, οι φυλακίσεις και οι εξορίες φοβερές, το ξύλο και τα βασανιστήρια τρομακτικά, και η πείνα ως γνωστόν θέριζε τους πάντες.

Μέσα στήν καρδιά μου θά βρεῖτε τόν Χριστό! (Συγκινητική ἱστορία)

Ο χειρουργός τον κοίταξε περίεργα και καθώς δεν πίστευε, σούφρωσε τα φρύδια του και του είπε:
«Θα ανοίξω την καρδούλα σου για να διαπιστώσω τις βλάβες που σου προκάλεσε η αρρώστια σου…»
«Ναι, αλλά όταν ανοίξετε την καρδιά μου, θα βρείτε το Χριστό.»

Καί ἡ Κίρρωση τοῦ Ἥπατος Θεραπεύεται

Στόν ἅγιο Πατάπιο ἀπέθεσε τίς ἐλπίδες του. Ἦλθε καί τόν παρακάλεσε καί γρήγορα εἶδε τούς καρπούς τῆς πίστεώς του καί τῆς προσευχῆς του. Ἡ θεραπεία τοῦ κατε-στραμμένου ἥπατός του ἦταν πραγματικό θαῦμα.

Αγίου Νικολάου: Συγκλονιστικό Θαύμα

ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ: Ένα αληθινό γεγονός που συντάραξε και έφερε σε μετάνοια εκατοντάδες ανθρώπους στην πόλη Κουιμπίσεβ (σημερινή Σαμάρα) της Σοβιετικής Ρωσίας το έτος 1956.

“…ο Κύριος δεν με αγίασε για κανένα άλλο λόγο, παρά μόνο επειδή συγχωρούσα!”

Αδερφέ Αθανάσιε (έτσι έλεγαν τον ηγούμενο), πήγαινε και πες τους Πατέρες να μην κουράζονται. Ο Κύριος με Αγίασε και είμαι Άγιος, θαυματουργός και μυροβλύτης. Γνώρισε δε, ότι ο Κύριος δεν με αγίασε για κανένα άλλο λόγο, παρά μόνο επειδή συγχωρούσα!

Περιστατικά – ια’. Ἡ ζάχαρη ἔδιωξε τήν γλυκύτητα τῆς εὐχῆς

Αὐ­τός εἶ­χε τήν γλυ­κύ­τη­τα τῆς θε­ί­ας Χάριτος καί ἔ­πρε­πε νά πε­ρι­φρο­νῆ τίς ἀν­θρώ­πι­νες ”γλυκύτητες”. Ὑ­πο­χώ­ρη­σε ὅ­μως στήν γλυ­κύ­τη­τα τῆς ζά­χα­ρης καί ὁ Θε­ός τοῦ στέ­ρη­σε γιά λί­γο τήν θε­ί­α πα­ρη­γο­ριά.

Εσείς με εμπνεύσατε για να γίνω καθηγητής! Σαν κι εσάς…

Περίεργος ο ηλικιωμένος κύριος, ρωτά να μάθει τι του έμεινε στο μυαλό και τον ενέπνευσε σε τέτοιο βαθμό ώστε να θέλει να γίνει κι ο ίδιος καθηγητής. Και ο νεαρός του διηγείται την ακόλουθη ιστορία…

Περιστατικά – η΄. Κόπος καί παράκληση μοναχοῦ – θ΄. Τό παλάτι τοῦ μοναχοῦ

Τά γε­γο­νό­τα, ὅ­πως ἐ­ξε­λί­χθη­καν, δεί­χνουν τήν ἀ­λή­θεια τοῦ ὁ­ρά­μα­τος. Ἀλ­λά καί ὁ μο­να­χός αὐ­τός θά ἦ­ταν πο­λύ ἐ­νά­ρε­τος καί ἀ­γω­νι­στής γιά νά τοῦ ἑ­τοι­μα­σθῆ τέ­τοι­ο πα­λά­τι.

Περιστατικά – ς΄. Ἡ Παναγία δείχνει ἐργόχειρο σέ μοναχό – ζ΄. Ὁ μοναχός πού ἔβγαλε ἁγίασμα

Δι­η­γοῦν­ται πα­λαι­οί Ἁ­γι­ο­ρεῖ­τες ὅ­τι κά­πο­τε στή Νέ­α Σκή­τη ὑ­πῆρ­χε ἕ­νας εὐ­λα­βής καί ἀ­γω­νι­στής μο­να­χός. Ἀλ­λά μή γνω­ρί­ζον­τας ἐρ­γό­χει­ρο, ζοῦ­σε ἀ­πό εὐ­λο­γί­ες (ἐ­λε­η­μο­σύ­νες). Ὁ­πό­τε μία φο­ρά τοῦ πα­ρου­σι­ά­στη­κε ἡ Πα­να­γί­α καί τοῦ λέ­γει:

ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’ – Ὁ ἅγιος Γεώργιος ἐλευθερώνει αἰχμάλωτο

Τόν πα­τέ­ρα μου, πρίν προ­λά­βη νά φύ­γη γι­ά τήν Ἑλ­λά­δα, τόν ἔ­πια­σαν ὡς ἀντάρ­τη καί τόν ἔ­κλει­σαν στό κρα­τη­τή­ριο ὁ­λο­μό­να­χο. Οἱ στιγ­μές πού περ­νοῦ­σε ἦ­ταν γε­μᾶ­τες φό­βο καί ἀ­γω­νί­α. Ξαφ­νι­κά ἔ­λαμ­ψε κά­τι σάν ἀ­στρα­πή καί ἀ­κού­στη­κε ἕ­νας θό­ρυ­βος. Μι­σο­κοι­μι­σμέ­νος ἄ­κου­σε κά­ποι­ο ψί­θυ­ρο:

Περιστατικά – δ΄. Συ­νέ­δριο δαι­μό­νων – ε΄. Ἀ­σκη­τι­κό σπή­λαι­ο πλη­σί­ον τῶν Κα­ρυ­ῶν

Ἐ­κεῖ εἶ­δε δαί­μο­νες μα­ζε­μέ­νους νά ἔ­χουν σύ­να­ξη, νά συ­νε­δριά­ζουν. Εἶ­χε ἀ­ρε­τή ὁ Πνευ­μα­τι­κός καί τούς ρώ­τη­σε τί συ­ζη­τᾶ­νε. Ἀ­πάν­τη­σε ἕ­νας ἀ­πό τούς δαί­μο­νες: «Προ­σπα­θοῦ­με νά βά­λου­με χα­λι­νά­ρι στούς Ἡ­γου­μέ­νους καί με­τά μᾶς ἀ­κο­λου­θοῦν καί οἱ κα­λό­γε­ροι».

Το τούβλο…

Κάποια στιγμή πιστεύοντας πως είδε κάτι να κινείται επιβράδυνε, αντί όμως να εμφανιστεί κάποιο παιδάκι… ένα τούβλο χτύπησε με δύναμη την πλαϊνή πόρτα της τζάγκουάρ του. Φρέναρε απότομα και κάνοντας όπισθεν κατευθύνθηκε στο σημείο που το τούβλο είχε ριχτεί.

Περιστατικά – γ΄. Τό κα­λό τέ­λος τοῦ ὑ­πο­τα­κτι­κοῦ

Τρεῖς ἡ­μέ­ρες πρίν ἀ­πό τήν κοί­μη­σή του εἶ­δε τό ἑ­ξῆς ὅ­ρα­μα. Τοῦ πα­ρου­σι­ά­στη­καν τέσ­σε­ρις νέ­οι, πού φο­ροῦ­σαν δι­α­κο­νι­κά στι­χά­ρια καί ἦ­ταν πε­ρι­ζω­σμέ­νοι μέ ὀ­ρά­ρια. Αὐ­τοί οἱ νέ­οι τόν προ­σκα­λοῦ­σαν νά πά­η μα­ζί τους τα­ξί­δι. Τούς ἀ­πήν­τη­σε:

Άγιος Αλέξανδρος του Σβίρ – Η ιδιαίτερη ΑΦΘΑΡΣΙΑ του ιερού Λειψάνου του Ρώσου Αγίου

Τὸ νεκρὸ ἀλλά, χαριτωμένο σῶμα τοῦ μεγάλου Ἀσκητή, δὲν ἔχει χάσει τὸ φυσικό του χρῶμα, οὔτε τὴν ἐλαστικότητά του καὶ διατηρεῖ ἀκόμη καὶ τοὺς μῦς, τὸ λίπος καὶ τὸν ὑποδόριο ἱστό. Τὰ πέλματα διατηροῦν σταγόνες ἀπὸ εὐῶδες  μύρο τὸ ὁποῖο συχνά, εἶναι τόσο πολύ, ποὺ  σὲ κάποια σημεῖα παρασύρει τὴν ἐπιδερμίδα!

Περιστατικά – β΄. Πειρατές σεβάστηκαν τήν ἀρετή

Εἶ­δαν το­ύς πα­τέ­ρες νά ξε­φουρ­νί­ζουν τό ψω­μί τους καί το­ύς πα­ρα­κά­λε­σαν νά το­ύς δώ­σουν ψω­μί. Το­ύς ἔ­δω­σαν ὅ­λα τά ψω­μιά, οἱ πει­ρα­τές το­ύς εὐ­χα­ρί­στη­σαν, τά πλή­ρω­σαν μέ δη­νά­ρια καί ἔ­φυ­γαν. Ἐ­δῶ ἐ­φαρ­μό­στη­κε τό «οἶ­δεν ἀ­ρε­τήν ἀν­δρῶν καί πο­λέ­μιος θαυ­μά­ζειν».

Περιστατικά – α΄. Ἡ μετάνοια τοῦ ἐξωμότου Ἐπισκόπου

Με­τά ἀ­πό λί­γη ὥ­ρα ἕ­νας ἀπ᾿ αὐ­τούς ἀ­πάν­τη­σε: «Πα­πᾶ ἐ­φέν­τημ, ὅ­ση ὥ­ρα τό ἔ­κα­νες αὐ­τό ἤ­σου­να δύ­ο πή­χεις πά­νω ἀ­πό τήν γῆ».
Ἀ­κού­γον­τας αὐ­τό ὁ Ἐ­πί­σκο­πος ἐ­ξε­πλά­γη καί βγαί­νον­τας ἔ­ξω ἔ­κλα­ψε με­τα­νοι­ω­μέ­νος λέ­γον­τας: «Ἐ­γώ ἀρ­νή­θη­κα τόν Κύ­ριο, ἀλ­λά αὐ­τός δέν μέ ἐγ­κα­τέ­λει­ψε. Ἡ θεί­α χά­ρις Του μέ σκε­πά­ζει ἀ­κό­μα».

Σελίδες