Δημοσιεύσεις ετικέτας «ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ»

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

    Εἶ­πε Γέρων: «Ἦρ­θα τό 1936 στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος. Γνώ­ρι­σα τόν Ὅ­σιο Σι­λουα­νό, τόν π. Σω­φρό­νιο καί τόν πα­πα–Τύχωνα. Τότε δέν ἦ­ταν μό­νο ὁ Σι­λουα­νός, ἀλ­λά ὑ­πῆρ­χαν πολ­λοί Σι­λουα­νοί.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

  Εί­πε Γέρων: «Δυ­στυ­χῶς σή­με­ρα ἔ­χει χα­θῆ ἡ ζε­στα­σιά στήν με­τα­ξύ μας σχέ­ση. Πα­λαιά πή­γαι­νες σ᾿ ἕ­να Μο­να­στή­ρι γιά προ­σκύ­νη­μα· τό πρῶ­το πού σοῦ ἔ­λε­γαν ἦ­ταν νά πᾶς στό Ἀρ­χον­τα­ρί­κι νά σέ κε­ρά­σουν, νά σέ δοῦν, νά σέ ρω­τή­σουν τί κά­νεις. Δέν ἦ­ταν τό­σο τό κέ­ρα­σμα, ἀλ­λά αὐ­τή ἡ ἐ­πι­κοι­νω­νί­α ἡ ἀ­δελ­φι­κή. Σήμερα πᾶς κά­που καί σοῦ λέ­νε, πή­γαι­νε ἐ­κεῖ πού ἔ­χει πο­τή­ρια καί νε­ρό νά κε­ρα­στῆς. Εὐ­τυ­χῶς δέν εἶ­ναι παν­τοῦ αὐ­τό καί χα­ί­ρο­μαι, ὅ­ταν βλέ­πω νά ἔ­χουν τό πα­λαιό τυ­πι­κό.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

    Έἶ­πε Γέρων: «Πα­λαιά ὑ­πῆρ­χαν πολ­λοί ἐ­νά­ρε­τοι πα­τέ­ρες πού σή­με­ρα ἔ­χουν ἐ­κλε­ί­ψει. Σήμερα ἔρ­χον­ται νέ­οι ἄν­θρω­ποι τῆς σύγ­χρο­νης ἐ­πο­χῆς καί νο­μί­ζουν ὅ­τι ἔ­τσι ἦταν τό Ἅ­γιον Ὄ­ρος, ὅ­πως τό βρί­σκουν. Δέν βλέ­πουν καί πα­ρα­δε­ίγ­μα­τα ἀ­πό μᾶς το­ύς πα­λαι­ο­ύς· ἐ­κεῖ­νο πού βρί­σκει κα­νείς ἀ­κο­λου­θά­ει. Ὅ­μως τό Ἅ­γιον Ὄ­ρος δέν ἦ­ταν ἔ­τσι πα­λαιά.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

  Έἶ­πε Γέρων: «Σήμερα εἶ­ναι ἡ ἐ­πο­χή τῆς ὑ­πα­κο­ῆς στήν αὐ­το­νο­μί­α. Βλέ­πεις ὅ­τι γέ­μι­σε Κα­λυ­βά­κια ἡ ἔ­ρη­μος. Στόν Πα­ρά­δει­σο ὁ Ἀ­δάμ θέ­λη­σε νά σω­θῆ δί­χως τόν Θεό· καί σή­με­ρα θέ­λου­με νά σω­θοῦ­με χω­ρίς Γέροντα. Ὁ δρό­μος ὅ­μως τῆς κα­λο­γε­ρι­κῆς εἶ­ναι ἕ­νας. Ὑ­πα­κοή. Τό δί­δαγ­μα τῆς ἐ­πο­χῆς μας εἶ­ναι  αὐ­το­νο­μί­α. Ἡ πράξη ὅ­μως λέ­γει ὅ­τι αὐ­τός πού ζῆ αὐ­τό­νο­μα ἤ θά δαι­μο­νι­σθῆ ἤ θά πλα­νη­θῆ».

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Εἶ­πε Γέρων: «Κα­λοί εἶ­ναι καί οἱ νέ­οι. Ὁ κα­θέ­νας τόν νό­μο τόν ξέ­ρει. Ἄς κά­νη κα­λά ὅ­σο ζῆ, για­τί με­τά, τί πε­ρι­μέ­νη ὁ κα­λό­γε­ρος; Νά τόν βο­η­θή­σουν τά μνη­μό­συ­να; Πάν­τως οἱ πα­λαι­οί ζοῦ­σαν ἁπλή ζωή­. Δέν προ­λά­βαι­ναν ἀ­πό τό δι­ά­βα­σμα καί τήν προ­σευ­χή. Ἰ­δι­αί­τε­ρα τήν Σα­ρα­κο­στή. Ὑ­πῆρ­χαν πα­λαιά πολ­λοί ἐ­νά­ρε­τοι».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (κζ-ρβ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Εἶ­ναι πο­λύ λυ­πη­ρό τό ὅ­τι  με­ρι­κοί  Ἡ­γού­με­νοι κα­τήν­τη­σαν δι­ευ­θυν­τές ἐρ­γο­στα­σί­ων. Ἔ­χουν ἄγ­χος καί ἀ­γω­νί­α, γιά νά γί­νουν οἱ δου­λει­ές τους. Ἐ­δῶ δέν ἤρ­θα­με γιά τέ­τοι­α πράγ­μα­τα. Ἄς μήν ξε­χνᾶ­με τόν σκο­πό μας. Πῆ­γα καί ἐ­γώ σέ ἕ­να Μο­να­στή­ρι. Εἶ­δα τόν Ἡ­γού­με­νο νά γυ­ρί­ζη μέσ᾿ τό Μο­να­στή­ρι νά δῆ, ἄν γί­νων­ται κα­λά τά δι­α­κο­νή­μα­τα. Ἀν­τί νά κά­νη κομ­πο­σχο­ί­νι στό κελ­λί του γιά τά παι­διά του, χά­νει τόν και­ρό του γιά ἀ­σή­μαν­τα πράγ­μα­τα».

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Εἶ­ναι με­ρι­κοί νέ­οι κα­λό­γε­ροι πού θέ­λουν νά μή δι­οι­κοῦν­ται. Ἀλ­λά κα­λό­γε­ρος πού δέν ὑ­πο­τάσ­σε­ται, δέν εἶ­ναι κα­λό­γε­ρος. Ἐ­γώ ἔ­κα­να σα­ραν­τα­πέν­τε χρό­νια ὑ­πο­τα­κτι­κός καί τό­τε ἤ­μουν ἀ­μέ­ρι­μνος, δι­ό­τι, ὅ,τι καί ἄν μοῦ συ­νέ­βαι­νε, ἔ­λε­γα ”ἔχω Γέ­ρον­τα”. Τώ­ρα, ὅ,τι καί νά συμ­βῆ, ἔ­χω ἐ­γώ τήν εὐ­θύ­νη.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Πα­λαιά στά Κοι­νό­βια οἱ κου­ρές τῶν μο­να­χῶν καί τῶν με­γα­λο­σχή­μων γί­νον­ταν σέ πα­ρεκ­κλή­σι. Τώρα τά κά­νουν ὅ­λα στό Κα­θο­λι­κό πα­νη­γυ­ρι­κά. Τότε ἦ­ταν ἁ­πλά. Σοῦ λέ­ει: “Κα­λό­γε­ρος γί­νε­ται. Δέν κά­νου­με γά­μους νά φέ­ρο­υμε καί ὄρ­γα­να”

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Εἶ­πε Γέρων: «Πα­λαιά, ὅ­ταν ἔμ­παι­νες στήν Ἐκ­κλη­σί­α καί ἔ­βλε­πες το­ύς πα­τέ­ρες νά στέ­κων­ται ὄρ­θιοι στά στα­σί­δια, σέ ἔ­πια­νε δέ­ος. Ὑ­πῆρ­χαν  πραγ­μα­τι­κοί μο­να­χοί τό­τε. Τώρα ἀ­γα­ποῦ­με τήν  κα­λο­πέ­ρα­ση»

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Οἱ πα­λαι­οί Ἁ­γι­ο­ρεῖ­τες ζοῦ­σαν  φτω­χι­κά. Ἡ φτώ­χεια τους ἦ­ταν ἑκούσια, τήν προ­τι­μοῦ­σαν, ἄν καί μπο­ροῦ­σαν νά βελ­τι­ώ­σουν τήν ζωή τους. Ἔ­σκα­βαν μέ τήν τσά­πα τόν κῆ­πο τους καί ἔ­βα­ζαν μία σει­ρά κου­κιά, μία σει­ρά φα­σό­λια καί περ­νοῦ­σαν. Ἦ­ταν πραγ­μα­τι­κοί ἀ­σκη­τές.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Πα­λαι­ά οἱ πα­τέ­ρες ξε­κι­νοῦ­σαν τή νύ­χτα μέ τό φα­νά­ρι καί ἔ­φθα­ναν ξη­με­ρώ­μα­τα στήν κο­ρυ­φή τοῦ Ἄ­θω­να. Πή­γαι­ναν ἀ­πό εὐ­λά­βεια νά προ­σκυ­νή­σουν τόν τό­πο πού πά­τη­σαν τά ἄ­χραν­τα πό­δια τῆς Πα­να­γί­ας, ὅ­ταν πα­ρου­σι­ά­στη­κε στόν ἅ­γιο Μά­ξι­μο τόν Καυ­σο­κα­λύ­βη».

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Ἔ­λε­γαν οἱ πα­λαι­οί: “Κρά­τα τήν τα­πεί­νω­ση καί ὁ Θε­ός θά εἶ­ναι μα­ζί σου. Ὅ,τι θέ­λεις κά­νε, ὅ­που θέ­λεις πή­γαι­νε, ἂν ἔ­χης πραγ­μα­τι­κή καί εἰ­λι­κρι­νῆ τα­πεί­νω­ση, ὁ Θε­ός θά εἶ­ναι μα­ζί σου­”.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Δι­η­γή­θη­κε Γέ­ρον­τας Κελ­λι­ώ­της: «Πα­λαι­ά ὑ­πῆρ­χε ἀ­γά­πη. Μπο­ρεῖ καμ­μία φο­ρά νά μά­λλω­ναν, ἀλ­λά τήν ἄλ­λη στιγ­μή ἦ­ταν μα­ζί. Μπι­ζερ­νοῦ­σες (κου­ρα­ζό­σουν) νά λές “εὐ­λο­γεῖ­τε”. Ὅ­λους το­ύς χαι­ρε­τοῦ­σαν σκύ­βον­τας τό κε­φά­λι. Δέν ὑ­πῆρ­χε τό­τε ἡ προ­βειά (προ­σποί­η­ση). Ὅ,τι εἶ­χαν νά σοῦ ποῦν, τό ἔ­λε­γαν μπρο­στά σου μέ ἁ­πλό­τη­τα, ὄ­χι ἀ­πό πί­σω.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

  Εἶ­πε ὁ γε­ρω–Κων­στάν­τιος ἀ­πό τό Κου­τλου­μου­σια­νό Κελ­λί τῶν Ἀρ­χαγ­γέ­λων, ὁ Γέ­ρον­τας τοῦ  π. Ρα­φα­ήλ: «Μέ ὁ­δη­γό τήν Πα­να­γί­α μας ἄς προ­χω­ρᾶ­με μέ­χρι νά πε­θά­νου­με ἐ­δῶ στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος. Πρίν ἀ­πό μᾶς ἦ­ταν ἄλ­λοι, τώ­ρα ἐ­μεῖς, ἀρ­γό­τε­ρα ἄλ­λοι θά ἔρ­θουν, ἄν μεί­νη κα­λο­γε­ρι­κό τό Ἅ­γιον Ὄ­ρος. Ὅ­σο πά­ει χά­νει τό Ἅ­γιον Ὄ­ρος τήν ἡ­συ­χί­α του, τήν εὐ­λά­βεια πρός τά πα­λαι­ά, σέ ὅ,τι βρή­κα­με. Νέ­α παι­διά, νέ­ο πνεῦ­μα κομ­μέ­νο ἀ­πό τήν πα­ρά­δο­ση».

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

     Ο γε­ρω Ἀ­θα­νά­σιος, ἀ­πό τό Κελ­λί τοῦ Ἁ­γί­ου Κλή­μεν­τος, γνώ­ρι­σε πα­λαι­ά στά Καυ­σο­κα­λύ­βια ἀ­σκη­τές πού περ­νοῦ­σαν ὅ­λη τήν ἑ­βδο­μά­δα μέ ἐ­νά­τη, χω­ρίς λά­δι· μό­νον τό Σαβ­βα­το­κύ­ρια­κο κα­τέ­λυ­αν.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

   Εἶ­πε Γέρων: «Οἱ πα­λαι­οί πα­τέ­ρες ἐ­δῶ στήν Σκή­τη Ξε­νο­φῶν­τος, ἐ­πει­δή ἦ­ταν πρῶ­τα στό Ρωσ­σι­κό, εἶ­χαν αὐ­στη­ρή κοι­νο­βια­κή γραμ­μή. Γιά νά πᾶς στόν γε­ί­το­να νά ζη­τή­σης ἕ­να ἐρ­γα­λεῖ­ο, ἔ­πρε­πε νά φο­ρᾶς κοντό καί τά μαλ­λιά νά τἄ­χης μα­ζε­μέ­να μέ­σα στό σκοῦ­φο.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Πα­λαι­ά στά Καυ­σο­κα­λύ­βια ὑ­πῆρ­χαν Γέ­ρον­τες εὐ­λα­βεῖς, ἐ­νά­ρε­τοι καί ἀ­γω­νι­στές. Ἔ­κα­ναν στό Κυ­ρια­κό μέ­χρι ἑ­ξῆν­τα ἀ­γρυ­πνί­ες ὁ­λο­νύ­κτι­ες τόν χρό­νο. Γε­ρον­τά­κια ὑ­πε­ρή­λι­κες ἔρ­χον­ταν μέ δυ­σκο­λί­α λό­γῳ γή­ρα­τος καί ἀ­σθε­νεί­ας, καί πε­ρί­με­ναν στό Κυ­ρια­κό μι­σή ὥ­ρα, μέ­χρι νά χτυ­πή­ση ἡ καμ­πά­να. Τη­ροῦ­σαν ἀ­λου­σί­α καί εὐ­ω­δί­α­ζαν. Με­τά τήν κοί­μη­σή τους, κα­τά τήν ἀ­να­κο­μι­δή, οἱ κά­ρες τους ἦ­ταν κα­τα­κί­τρι­νες

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Πα­λαιά, θυ­μᾶ­μαι, πή­γαι­νε κά­ποι­ος σ᾿ ἕ­να μο­να­στή­ρι, σ᾿ ἕ­να Κελ­λί, δο­κί­μα­ζε καί ἔ­με­νε, δέν ἔ­φευ­γε· κα­θό­ταν μέ­χρι τέ­λος. Βέβαια περ­νοῦ­σαν πει­ρα­σμο­ύς, ἀλ­λά ἔ­κα­ναν ὑ­πο­μο­νή. Σήμερα μέ τόν πα­ρα­μι­κρό πει­ρα­σμό φε­ύ­γουν. Ὕ­στε­ρα πα­ίρ­νουν ἕ­να ἐ­ρει­πω­μέ­νο Κελ­λί, γυ­ρί­ζουν στόν κό­σμο καί μα­ζε­ύ­ουν λε­φτά, τό φτει­ά­χνουν καί κά­νουν τήν ζωή τους. Αὐ­τό ὅ­μως δέν εἶ­ναι κα­λο­γε­ρι­κή.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Ἡ ἀ­πο­μά­κρυν­ση τοῦ μο­να­χοῦ ἀ­πό τόν κό­σμο καί ὁ πε­ρι­ο­ρι­σμός του στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος εἶ­ναι ἕ­να σι­ω­πη­λό κή­ρυγ­μα γιά τόν κό­σμο. Καί νά θέ­λη ὁ μο­να­χός νά τό κρύ­ψη, νά κλε­ί­ση τό στό­μα του μέ κα­λά­ϊ, αὐ­τό δι­δά­σκει σι­ω­πη­λά. Σκέ­φτον­ται ὅ­τι ὁ μο­να­χός ἄ­φη­σε τά πάν­τα καί πῆ­γε στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος καί ὅτι  γιά νά μέ­νη τό­σα χρό­νια σημαίνει ὅτι κά­τι βρῆ­κε.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

»Ὁ κα­θέ­νας εἶ­χε μί­α πε­τσέ­τα μέ τήν ὁ­ποί­α σκού­πι­ζε τό κου­τα­λο­πή­ρου­νό του. Τά τύ­λι­γε μέ­σα καί τά ἔ­βα­ζε κά­τω ἀπ᾿ τό τρα­πέ­ζι. Δέν εἶ­χε τό­τε χαρ­το­πε­τσέ­τες καί πλυ­σί­μα­τα. Οἱ πα­τέ­ρες εἶ­χαν πολ­λή ἀ­κτη­μο­σύ­νη. Με­ρι­κοί ἔ­κα­ναν ροῦ­χα ἀ­πό τσου­βά­λια. Κάποιοι πλέ­νον­ταν κά­θε δύ­ο–τρεῖς μῆ­νες, ἄλ­λοι ἀ­ραι­ό­τε­ρα, ἄλ­λοι πο­τέ. Γιά ἄ­σκη­ση δέν εἴχα­με σόμ­πες στά κελ­λιά. Μό­νο στό νο­σο­κο­μεῖ­ο εἶ­χαν μί­α σόμ­πα καί ἕ­να μαγ­κά­λι στήν Λι­τή. Ἐ­πί ἡ­γου­μέ­νου Παύ­λου ἔ­βα­λαν σόμ­πες στά κελ­λιά τους οἱ πα­τέ­ρες.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

»Πα­λαιά στοῦ Δι­ο­νυ­σί­ου εἶ­χαν τήν τά­ξη, ἄν ἐρ­χό­ταν τό κα­λο­κα­ί­ρι κα­νέ­νας ἡ­λι­κι­ω­μέ­νος καί τα­λαι­πω­ρη­μέ­νος ἀ­πό τήν ζέ­στη, νά τοῦ πλένουν τά πό­δια. Ὁ Ἀρ­χον­τά­ρης εἶ­χε αὐ­τό τό δι­α­κό­νη­μα. Τώρα χά­θη­κε αὐ­τή ἡ τά­ξη, ἡ κα­λο­γε­ρι­κή».

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

»Τόν θε­σμό τοῦ Γέροντος τόν εὐ­λα­βοῦν­το πο­λύ, ἐ­νῶ στήν ἡ­λι­κί­α θά μπο­ροῦ­σε νά εἶ­ναι καί ἐγ­γό­νι τους ὁ Ἡ­γο­ύ­με­νος. Ἐ­νῶ εἶ­χαν μι­σόν αἰ­ῶ­να καί πε­ρισ­σό­τε­ρο στήν κα­λο­γε­ρι­κή φέ­ρον­ταν στόν Γέροντα σάν νέ­α κα­λο­γε­ρά­κια.

Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Τότε στό Μο­να­στή­ρι μας οὔ­τε γλυ­κά εἴ­χα­με οὔ­τε τυ­λι­χτά, οὔτε φα­νέλ­λες κα­λο­και­ρι­νές, οὔτε κάλ­τσες κα­λο­και­ρι­νές. Τό μό­νο γλυ­κό στό Ἀρ­χον­τα­ρί­κι ἦ­ταν τό νε­ράν­τζι ἀ­πό τή νε­ραν­τζιά τοῦ Μο­να­στη­ριοῦ. Ἐ­πί­σης ἔ­κα­ναν καί κυ­δώ­νι πελ­τέ. Ὁ Ἀρ­χον­τά­ρης ἐ­μᾶς τούς νέ­ους, ἄν τοῦ ζη­τού­σα­με, μᾶς ἔ­δι­νε λί­γο. Ἄν ὅμως ἦταν Ἀρχοντάρης ὁ γερω Μητρο­φά­νης καί τοῦ ζη­τού­σα­με, ἔ­λε­γε μέ ἀ­πο­ρί­α: “Κύ­ρι­ε ἐ­λέ­η­σον! Κα­λό­γε­ρος καί γλυ­κό;”.

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τπδ-τκς). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Νά ἔ­χου­με στα­θε­ρό­τη­τα στόν ἀ­γῶ­να μας. Νά μήν εἴ­μα­στε σάν τόν χε­ί­μαρ­ρο, πού κα­τε­βά­ζει μία φο­ρά τό νε­ρό καί με­τά ξη­ρα­ί­νε­ται· ἔτσι δέν βρί­σκει ἕ­νας δι­α­βά­της νά πι­ῆ λί­γο νε­ρό».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τοζ-τπγ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Ἕ­να νέ­ο μέ σο­βα­ρά ψυ­χο­λο­γι­κά προ­βλή­μα­τα τόν ἔ­φε­ρε στόν Γέροντα ἕ­νας φί­λος του, γιά νά τόν βο­η­θή­ση. Τόν ρώ­τη­σε ὁ Γέροντας: «Θυ­μᾶ­σαι ποι­ός λο­γι­σμός σέ τρέ­λα­νε;». Ἐ­κεῖ­νος δέν θυ­μό­ταν καί ὁ Γέροντας τοῦ εἶ­πε ἀ­κρι­βῶς τί λο­γι­σμό εἶ­χε πρίν νά ἀρ­ρω­στή­ση. Ἐ­ξέ­φρα­σε ὁ Γέροντας μία με­γά­λη ἀ­λή­θεια. Ὅ­τι δη­λα­δή οἱ λο­γι­σμοί οἱ ἐμ­πα­θεῖς ὄ­χι μό­νο μᾶς τρελ­λα­ί­νουν, ἀλ­λά καί μᾶς κο­λά­ζουν, ὅ­πως λέ­νε καί οἱ ἅ­γιοι Πα­τέ­ρες: «Εἷς λο­γι­σμός σώ­ζει καί εἷς λο­γι­σμός ἀ­πολ­λύ­ει».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τξς-τος). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Προ­σκυ­νη­τές με­τέ­φε­ραν στόν Γέροντα τά σχό­λια τῶν ἐ­φη­με­ρί­δων γιά τήν πτώ­ση κλη­ρι­κοῦ. Ἄκου­σε μέ προ­σο­χή, χω­ρίς νά τα­ρα­χθῆ καί νά πα­ρα­συρ­θῆ, καί μέ ἠ­ρε­μί­α καί τα­πε­ί­νω­ση ἀ­πάν­τη­σε: «Ἐ­γώ δέν ξέ­ρω τί ἀ­κρι­βῶς συ­νέ­βη, ἀλ­λά, ἄν ἔ­γι­ναν ὅ­πως μοῦ τά εἴ­πα­τε, φα­ί­νε­ται πώς ὁ Θε­ός λυ­πή­θη­κε τόν ἄν­θρω­πο αὐ­τόν, ἐ­πει­δή ἴσως εἶ­χε με­γά­λο ἐ­γω­ϊ­σμό, καί ἐ­πέ­τρε­ψε τήν πτώ­ση αὐ­τή μέ σκο­πό νά με­τα­νο­ή­ση καί νά σω­θῆ».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τνς-τξε). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Οἱ ἁ­πλοί ἄν­θρω­ποι πα­λαι­ό­τε­ρα μέ τήν ἁ­πλό­τη­τά τους κα­τέ­λη­γαν στήν γνώ­ση. Ἐ­νῶ σή­με­ρα μορ­φώ­νον­ται καί αὐ­τή τήν γνώ­ση τους τήν χρη­σι­μο­ποι­οῦν ἐ­κεῖ πού δέν ἁρ­μό­ζει. Βάζουν τήν λο­γι­κή ἐ­κεῖ πού δέν μπα­ί­νει, δέν βγα­ί­νει ἄ­κρη τε­λι­κά καί ἔ­τσι στό τέ­λος πέ­φτουν στήν πιό με­γά­λη ἄ­γνοι­α καί  πλά­νη».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τμζ-τνε). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Ὅ­ταν ὁ Θε­ός θέ­λη νά ἑλ­κύ­ση κά­ποι­ον κοντά Του, τοῦ δί­νει μία σο­κο­λά­τα, γιά νά τόν γλυ­κά­νη. Τότε ἡ ψυ­χή τρελ­λα­ί­νε­ται ἀ­πό τήν χα­ρά της καί πά­ει κοντά στόν Θεό. Μόλις ὁ Θε­ός τήν δέ­σει μα­ζί Του μέ­σῳ τοῦ ἁ­γί­ου φό­βου Του, τό­τε γιά πο­λύ και­ρό δέν τῆς δί­νει καμ­μία ἄλ­λη πα­ρη­γο­ριά. Ὅ­μως ὅλο αὐ­τό τό δι­ά­στη­μα ὁ Θε­ός ἑ­τοι­μά­ζει γιά τήν ψυ­χή ἐ­κε­ί­νη ὁ­λό­κλη­ρο ζα­χα­ρο­πλα­στεῖ­ο».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τλς-τμς). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Ὁ ἅ­γιος Χρυ­σό­στο­μος, ὅ­ταν κοι­μό­ταν, ἄ­να­βε ἕ­να κε­ρί καί τό ἔ­βα­ζε πά­νω σέ μία λα­μα­ρί­να. Κάρφωνε ἕ­να καρφί στό κε­ρί, ἀφοῦ κα­νό­νι­ζε πό­ση ὥ­ρα θά κά­νει νά φθά­ση ἡ φλό­γα στό καρφί. Με­τά ἔ­πε­φτε τό κα­ρφί στήν λα­μα­ρί­να καί ἀ­πό τό θό­ρυ­βο ξυ­πνοῦ­σε».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τκς-τλε). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Εἴ­τε σφάλ­λου­με εἴ­τε ὄ­χι, νά ζη­τοῦ­με συγ­χώ­ρη­ση, ὅ­ταν μᾶς ἐ­λέγ­ξουν. Ἔ­τσι τα­πει­νω­νό­μα­στε καί χα­ρι­τω­νό­μα­στε. Ἄν ἄ­δι­κα κα­τη­γο­ρού­μα­στε, ἄς ὑ­πο­μέ­νου­με τήν ἀ­δι­κί­α μέ χα­ρά νά ξε­πλη­ρώ­σου­με καμ­μί­α ἁ­μαρ­τί­α. Δι­ό­τι, ὅ­ταν ἤ­μα­σταν στόν κό­σμο, δέν λυ­πή­σα­με τούς γο­νεῖς, τά ἀ­δέλ­φια καί ἄλ­λους; Αὐ­τές οἱ ἁ­μαρ­τί­ες πῶς θά ξε­πλη­ρω­θοῦν; Μό­νο μέ τήν ἐ­ξο­μο­λό­γη­ση καί τήν συγ­χω­ρη­τι­κή εὐ­χή;».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τιη-τκε). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Τόν τα­πει­νό τόν προ­δί­δει ἡ χά­ρις τοῦ Θε­οῦ καί γί­νε­ται ἀ­γα­πη­τός. Γιά νά ἔλ­θη ἡ χά­ρις, πρέ­πει νά φύ­γη ὁ ἐ­γω­ϊ­σμός, ἡ ὑ­πε­ρη­φά­νεια, ἡ ζή­λεια, ἡ κε­νο­δο­ξί­α. Γιά νά φύ­γουν αὐ­τά, πρέ­πει νά τα­πει­νω­θοῦ­με. Καί γιά νά τα­πει­νω­θοῦ­με, πρέ­πει νά ὑ­πα­κού­ου­με, νά κό­ψου­με τό θέ­λη­μά μας».

Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τζ-τιζ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

«Ὅ­ταν σέ συ­ναν­τή­ση ἕ­να φί­δι, πρῶ­τα σέ κοι­τά­ζει, σέ ψυ­χο­λο­γεῖ κα­λά καί, ἂν δῆ ὅ­τι ἔ­χεις τήν χά­ρι τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, ἔρ­χε­ται κον­τά σου, σέ νι­ώ­θει σάν ἀ­φέν­τη του, σέ γλύ­φει, σέ προ­σκυ­νά­ει, για­τί νιώ­θει τό Ἅ­γιο Πνεῦ­μα καί αὐ­τό. Ὅ­λα τά ζῶ­α τό νιώ­θουν. Ἂν ὅ­μως δέν τό ἔ­χης, σέ φο­βᾶ­ται, σέ ἀ­πο­στρέ­φε­ται καί φεύ­γει».

Σελίδες