ργ’
«Πολλοί πού ἔφυγαν ἀπό τό Μοναστήρι τους μετανόησαν καί δυστύχησαν».
ρδ’
«Στήν ἔρημο τήν Σαρακοστή πρῶτα ἀνοίγεις τόν τάφο σου καί μετά ξεκινᾶς νά νηστέψης. Στό Μοναστήρι ὑπάρχει μία οἰκονομία. Ἐδῶ ὅμως μέχρι θανάτου τηρεῖς τούς νόμους».
ρε’
«Οἱ ἄνθρωποι οἱ φτωχοί, πού στεροῦνται καί δέν ἔχουν νά φᾶνε, ἄν δέν γογγύζουν, θά ᾿χουν ἴσο μισθό μέ τούς ἀσκητές πού ἀσκητεύουν στόν Ἄθωνα ἤ στά Κελλιά τους. Διότι αὐτοί κάνουν τήν ἄσκηση μέ τήν θέλησή τους καί αὐτό ἐλαφρύνει πολύ τόν κόπο τους. Ἐγώ, ἄς ὑποθέσουμε, καί ἄν κάνω κάτι, τό κάνω μέ τήν θέλησή μου καί αὐτό μέ κάνει νά μήν καταλαβαίνω καλά καλά τήν δυσκολία. Ἐνῶ αὐτοί οἱ κακόμοιροι πεινοῦν, χωρίς νά τό θέλουν, γι᾿ αὐτό καί ὑποφέρουν (δυσκολεύονται) πολύ. Γι᾿ αὐτό ὁ Θεός μπορεῖ νά τούς δώση καί περισσότερο μισθό ἀπό τούς ἀσκητές».
ρς’
«Νά μποροῦσα νά εὕρισκα καμμία τρύπα, καμμία σπηλιά, νά πάω νά χωθῶ ἐκεῖ μέσα γιά νά χαρῶ τήν καλογερική μου».
ρζ’
«Κάποιοι μοναχοί πού τά πέταξαν, ἦρθαν πάλι ἐν μετανοίᾳ στό Ἅγιον Ὄρος καί τελείωσαν εἰρηνικά. Αὐτοί εἶχαν καλή διάθεση, ὅταν προσῆλθαν στό Μοναστήρι, ἀλλά δέν βοηθήθηκαν. Ἔτσι τό πάθανε πολλοί. Ἔρχονται μέ καλή προαίρεση, ἀλλά δέν βρίσκουν κάποιον νά τούς καθοδηγήση καί νά τούς στηρίξη· ἔτσι κατέληξαν ὅπως κατέληξαν. Ἀλλά γι᾿ αὐτούς ὅλους ὁ Θεός χρησιμοποιεῖ σκανδαλώδη καμμία φορά τρόπο, γιά νά τούς ἐπαναφέρη στό Ἅγιον Ὄρος, καί πεθαίνουν εἰρηνικά. Θά ἦταν ἀδικία τῆς θείας προνοίας, ἄν δέν βοηθοῦσε αὐτούς τούς ἀνθρώπους ὁ Θεός. Διότι εἶχαν καλή διάθεση ὅταν ξεκίνησαν, καί ὁ Θεός δέν τό ξεχνάει αὐτό».
ρη’
«Ἡ μεγαλύτερη δοκιμασία τῶν ἄλλων εἶναι τό καλύτερο φάρμακο γιά μᾶς. Ἐγώ, ὅ,τι κι ἄν ἔχω, ὅταν σκέπτωμαι πῶς ὑποφέρουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, λέω “δόξα τῷ Θεῷ”. Θά μποροῦσα νά εἶμαι καί ἐγώ ἕνας παράλυτος καί νά μήν μπορῶ νά κουνηθῶ καθόλου. Τί θά ἔκανα τότε; Δόξα τῷ Θεῷ, τώρα εἶμαι σάν βασιλιάς».
Διαβάστε ΕΔΩ τα προηγούμενα σχετικά άρθρα