Η καλλιέργεια του καλαμποκιού παλαιότερα

Νίκος Χιώτης – 29/04/2015 – Ο Τόπος μας ο Κόσμος μας

Μια άλλη σημαντική καλλιέργεια των χωριανών μας και όλων των κατοίκων του κάμπου ήταν και η καλλιέργεια του καλαμποκιού. Η σπορά του καλαμποκιού γινόταν τους μήνες Απρίλιο και Μάιο. Το χωράφι έπρεπε να οργωθεί καλά για να έχει καλή απόδοση. Τρία με τέσσερα «αλέτρια[1]» ήταν απαραίτητα για να γίνει ψιλό το χώμα και να σπαρθεί το καλαμπόκι. Χρειαζόταν 4-5 οκάδες[2] ανά στρέμμα, ντόπιο σπόρο που κρατούσαν από την προηγούμενη χρονιά. Ο σπόρος αυτός δεν ήταν και τόσο καλής ποιότητας, για τούτο έριχναν και περισσότερο. Όταν το χωράφι ήταν έτοιμο για σπορά έριχναν το σπόρο σπυρί-σπυρί. Πίσω από το αλέτρι που δημιουργούσε το αυλάκι ακολουθούσε άλλο άτομο (συνήθως παιδί) και έριχνε το σπόρο. Ο σπόρος αυτός σκεπαζόταν στην επόμενη αυλακιά. Δηλαδή ο σπόρος έπεφτε κάθε δεύτερη αυλακιά. Το παιδί, έτσι, ξεκουραζόταν για λίγο. Κάθε τρεις σειρές καλαμπόκι έριχναν και μια σειρά φασόλια. Γινόταν δηλαδή συγκαλλιέργεια καλαμποκιού με φασόλια. Οι φασολιές όταν μεγαλώνουν τυλίγονται πάνω στις καλαμποκιές επειδή είναι φυτά αναρριχώμενα.

Παλαιότερα ­ προτού η καλλιέργεια του καλαμποκιού εκσυγχρονιστεί (μηχανοποιηθεί) ­ οι αγρότες στα μικρά χωραφάκια τους καλλιεργούσαν καλαμπόκια τα οποία τα χρησιμοποιούσαν και ως «στηρίγματα» για φασολιές που επίσης καλλιεργούσαν δίπλα. Με αυτό τον τρόπο τα καλαμπόκια κέρδιζαν από τα φασόλια. Η φασολιά επειδή είναι ψυχανθές φυτό έχει τη δυνατότητα να ενσωματώνει ατμοσφαιρικό άζωτο στις ρίζες της με κάποιους μικροοργανισμούς οι οποίοι συμβιώνουν μαζί της. Έτσι ξεπληρώνει την υποχρέωση προς τα καλαμπόκια αφού τους προσφέρει αζωτούχο λίπασμα.

 

Επίσης, κάθε εννιά σειρές καλαμπόκι και τρεις φασόλια, έριχναν σπόρο ασπρίτσας[3] ή φουκαλίτσας[4]. Ο σπόρος των φασολιών έφτανε τις 10 οκάδες το στέμμα, γιατί η σπορά τους ήταν πυκνή. Χώριζαν, έτσι, το χωράφι σε σποριές. Οι σποριές ήταν διακριτές πολύ καλά όταν μεγάλωναν τα φυτά. Το μήκος της σποριάς κανόνιζαν με τις δρασκελιές. Δέκα δρασκελιές αποτελούσαν μια σποριά, δηλαδή 10 περίπου μέτρα. Μετά τη σπορά ακολουθούσε το σβάρνισμα και σκεπάζονταν όλοι οι σπόροι. Ή επιφάνεια του χωραφιού ήταν ισοπεδωμένη και ψιλοχωματισμένη. Με την υγρασία που έκλεινε μέσα το χώμα, σε λίγες μέρες φαινόταν η δουλειά που έγινε. Οι σπόροι φύτρωναν και τα νέα φυτά έκαναν την εμφάνισή τους αφού έσπαζαν την ελαφρά κρούστα του χώματος που είχε σχηματιστεί. Ήταν η μεγάλη χαρά του γεωργού. Αν ο καιρός δεν ήταν καλός και οι σπόροι δεν φύτρωναν, περίμεναν μια βροχούλα για να μαλακώσει το χώμα και να φυτρώσουν τα νέα φυτά. Τα ποτίσματα για εκείνη την εποχή ήταν σπάνια. Έτσι, η σπορά του καλαμποκιού ήταν προϋπόθεση κάποιας βροχής που προηγήθηκε. Όταν τα φυτά αναπτύσσονταν λίγο, ο γεωργός επιθεωρούσε το σπαρμένο χωράφι και αποφάσισε να αραιώσει τα φυτά για να αναπτυχθούν καλύτερα. Αν το φύτρωμα των σπόρων δεν ήταν καλό και δεν ικανοποιούσε το γεωργό, γινόταν επανασπορά. Στην περίπτωση αυτή τα έξοδα ήταν διπλά και ο κόπος, επίσης, του γεωργού διπλός. Σε πολλές περιπτώσεις που ο καιρός δεν ευνοούσε τη σπορά, τα χωράφια έμειναν ακαλλιέργητα.

Πρώτα γίνονταν οι καρποί της φασολιάς. Τα φασόλια μαζεύονταν χλωρά για μαγείρεμα μαζί με τη φλούδα ή ξερά. Τα ξερά φασόλια τα συγκέντρωναν μέσα σε μεγάλα καλάθια και τα μετέφεραν στο σπίτι ή στα αλώνια. Εκεί τα χτυπούσαν (στουμπούσαν) ελαφρά με ξύλα και ξεχώριζε ο καρπός από την φλούδα. Επειδή η φασολιά κάνει συνέχεια καρπούς, αυτοί μαζεύονταν πολλές φορές. Οι καρποί αποθηκεύονταν για το χειμώνα και οι φλούδες δίνονταν στα ζώα ως τροφή μαζί με τις φασολιές. Χλωρά φασόλια (φασουλοχώραφα) μαζεύονταν όταν υπήρχε ανάγκη για φαγητό και μαγειρεύονταν αμέσως.

Όταν οι καρποί του καλαμποκιού άρχιζαν να κιτρινίζουν, έκοβαν το πάνω μέρος του φυτού και τα φύλλα τα μάζευαν χλωρά ή στεγνά για τροφή των ζώων. Για να στεγνώσουν τα έκαναν δέματα και τα κρεμούσαν πάνω στην καλαμποκιά. Όταν πια οι ρόκες (ο καρπός της καλαμποκιάς) είχαν στεγνώσει καλά, ακολουθούσε το χάλασμα της σποράς. Πρώτα έβγαζαν τελείως τις φασολιές, αφού είχαν μαζέψει τα φασόλια. Ακολουθούσε το μάζεμα του καλαμποκιού σε σωρούς ή μεγάλα γαλίκια και φορτωνόταν στα κάρα για να μεταφερθεί στο αλώνι ή στο σπίτι. Στο μπροστινό και στο πίσω μέρος του κάρου έδεναν κάποια κουρελού ή χρησιμοποιούσαν ξύλινες πόρτες για να μην πέφτουν οι ρόκες και έδεναν γερά τις αλυσίδες από τις παραπόρτες για να μην ανοίξει πολύ το κάρο. Το φόρτωναν μέχρι το ύψος των παραπορτών. Όλη η οικογένεια λάβαινε μέρος στο χάλασμα. Πετούσαν πάνω στο κάρο τις ρόκες που νωρίτερα είχαν συγκεντρώσει σε σωρό ή απ’ ευθείας αποσπώντας τες από το φυτό.

                                                                     Ξύστης ζώων και σπόρων φυτών

Ο ίδιος ο γεωργός ή ένα έμπειρο άτομο έκοβε με ένα κλαδευτήρι ή ένα σβανά τις κορυφές από τις ασπρίτσες και τις φουκαλίτσες, όπου ήταν οι καρποί. Οι καρποί χρησιμοποιούνταν για τροφή των πουλερικών. Τα βράδια του Οκτωβρίου και Νοεμβρίου, κατά τα νυχτέρια, οι άνδρες με τον ξύστη (αυτόν που χρησιμοποιούσαν για το ξύσιμο των ζώων) αφαιρούσαν τους σπόρους και κρατούσαν τα στελέχη για να κατασκευάσουν αργότερα σκούπες. Τις καλαμποκιές μετά το σπάσιμο του καλαμποκιού, τις έβγαζαν από τη ρίζα, τις έκαναν δέματα και τις αποθήκευαν στο σπίτι. Χρησιμοποιούνταν ως καύσιμη ύλη και ως υλικό για φράχτες και άλλες πρόχειρες κατασκευές. Στα αλώνια (καλαμποκάλωνα) ή το σπίτι γινόταν το ξεφλούδισμα του καλαμποκιού και ξεχώριζε η ρόκα (καρπός) από τα ροκόφυλλα. Το ξεφλούδισμα γινόταν το βράδυ. Και τούτο γιατί την ημέρα ο καθένας πρώτον είχε δική του δουλειά να κάνει, και δεύτερον η δουλειά του ξεφλουδίσματος μπορούσε να γίνει βράδυ και καλλίτερα μάλιστα. Πολλές φορές για το ξεφλούδισμα προσκαλούνταν γείτονες και συγγενείς να βοηθήσουν. Έτρεχαν με προθυμία γιατί πέρα από τη βοήθεια, περνούσαν πολύ ευχάριστα με γέλια, τραγούδια, αινίγματα, παραμύθια και τη γνωστή «κολοκυθιά». Στην εργασία αυτή βοηθούσαν και τα παιδιά, που δοκίμαζαν μεγάλη χαρά όταν εύρισκαν κάποιο καλαμπόκι με κόκκινους σπόρους, την «αράπ’σα» όπως έλεγαν. Ήταν το γούρι τους και η ανταμοιβή για τη συμμετοχή στο ξεφλούδισμα. Όταν τελείωνε το ξεφλούδισμα ο νοικοκύρης τους φίλευε με ψωμί, σταφύλια, σύκα και καρύδια.

 

Αφού λιαζόταν καλά μέχρι να στεγνώσουν τελείως οι καρποί, άρχιζε στο στούμπισμα για να ξεχωρίσουν οι σπόροι από το στέλεχος (κότσαλο). Η εργασία αυτή γινόταν συνήθως στο σπίτι κατά τη διάρκεια του Φθινοπώρου. Γινόταν με τα δρεπάνια. Με το ένα χέρι κρατούσαν όρθιο το στέλεχος και με το άλλο χέρι και την ανάποδη πλευρά του δρεπανιού χτυπούσαν τις σειρές των σπόρων. Οι σπόροι ξεχώριζαν ευκολότερα, ανάλογα με το πόσο στεγνά ήταν τα στελέχη. Όταν το στούμπισμα γινόταν έξω και για να μη σκορπούν μακριά οι σπόροι, περιόριζαν το χώρο με υφαντά τα οποία έβαζαν γύρω-γύρω ή τσίγκους. Πολλές φορές και όταν οι ρόκες δεν είχαν στεγνώσει καλά, δεν έκοβαν τα ροκόφυλλα, αλλά δημιουργούσαν τις σπορήθρες δένοντας τα φύλλα δυο, τριών ή τεσσάρων μαζί. Έτσι, δεμένες τις κρεμούσαν στις αστρέχες των σπιτιών ή τα μαδέρια για να στεγνώσουν καλά. Τις έτριβαν ή τις στουμπούσαν αργότερα στο σπίτι.

Η εκκλησία του χωριού μας είχε χειροκίνητη μηχανή που έτριβε το καλαμπόκι και ξεχώριζε τους σπόρους από τα στελέχη. Καλλιεργούσε η ίδια μεγάλες ποσότητες καλαμποκιού και η χρήση της ήταν απαραίτητη.

Τα ροκόφυλλα αφού λιαζόταν καλά, αποθηκευόταν για τροφή των ζώων το χειμώνα. Μερικά από αυτά αφού τα διάλεγαν με προσοχή, τα χρησιμοποιούσαν για το γέμισμα των στρωμάτων που χρησιμοποιούσαν για ύπνο. Έραβαν πρώτα το ύφασμα (λινάτσα) από τις τρεις πλευρές και το γέμιζαν με φύλλα προσεχτικά. Στο τέλος έραβαν και την άλλη πλευρά και το στρώμα ήταν έτοιμο. Το τοποθετούσαν στο έδαφος ή σε κάποιο σανιδένιο κρεβάτι.

                                                                Μηχανή τριβής καλαμποκιού

Το ξεσπυρισμένο καλαμπόκι αποθήκευαν στις κοφίνες ή τα αμπάρια. Το καλαμπόκι που προόριζαν για ψωμί (μπομποτίσιο) το άλεθαν στο μύλο και το έκαναν πιο ψιλό. Αυτό που προόριζαν για τα ζώα (κυρίως τα γουρούνια) το έκοβαν πιο χοντρό. Για να φτάσει το καλαμπόκι από το χωράφι στο μύλο χρειαζόταν σκληρή δουλειά από όλη την οικογένεια και η πρόνοια του θεού για την ανάπτυξή του.

 

Σήμερα χρησιμοποιούνται για τη σπορά σπαρτικές μηχανές και σπόροι με υψηλές αποδόσεις. Η σπορά είναι πυκνή και σε σειρές και πέφτει σπόρος 3 με 3,50 κιλά ανάλογα με το πάχος του σπόρου. Δεν γίνεται κοπή των φύλων και ο αλωνισμός γίνεται από ειδικές αλωνιστικές μηχανές μέσα στο χωράφι. Η μηχανή προχωρά και στο τρίψιμο των καλαμποκιών και οι σπόροι μεταφέρονται στις αποθήκες με ειδικά αυτοκίνητα, τα σιλό. Τα στελέχη του καλαμποκιού διασκορπίζονται μέσα στο χωράφι. Είναι φανερό πόσο περιορίζονται τα εργατικά χέρια.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

[1] Το πρώτο σχίσιμο του χωραφιού με το αλέτρι το ονόμαζαν όργωμα. Το δεύτερο όργωμα το ονόμαζαν διβόλισμα και το τρίτο τριβόλισμα. Στο τέταρτο όργωμα γινόταν η σπορά.
[2] Οκά= μονάδα βάρους ίση με 1280 γραμμάρια.
[3] Η ασπρίτσα είναι δημητριακό και γνωστό με το όνομα νταρί. Ο καρπός της είναι άσπρος σαν τη φακή και χρησιμοποιείται για τροφή των ζώων. Σχηματίζεται στην κορυφή υπό μορφή φούντας η οποία γέρνει ελαφρώς προς τα κάτω. Η φούντα είναι μικρότερη της φούντας της φουκαλίτσας.
[4] Η φουκαλίτσα είναι παρόμοιο φυτό με την ασπρίτσα και σπέρνονταν σε σειρές στις άκρες των χωραφιών ή ενδιάμεσα ώστε να χωρίζει το χωράφι σε τμήματα(σποριές). Οι καρποί χρησιμοποιούνταν για τροφή των ζώων και η φούντα με μέρος του στελέχους για την κατασκευή των σαρώθρων (σκουπών) καθαριότητας.

COGNOSCO TEAM