Ἡ ψυχὴ τοῦ χριστιανοῦ, ἡ μετανοημένη ψυχή, αὐτὴ ποὺ ἔχει συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητος καὶ τῆς εὐθύνης, στρέφει τὰ μάτια της πρὸς τὸν Νυμφίον τῆς Ἐκκλησίας καὶ γοερῶς ἀναφωνεῖ: «Σωτήρα μου, Εὐεργέτα μου, Σὺ ποὺ σταυρώθηκες γιὰ μένα τὴν ἁμαρτωλὴ ψυχή· δὲν ἔχω χιτώνα καθαρό, χιτώνα λελαμπρυσμένο ἀπὸ τὰ δάκρυα καὶ τὴν μετάνοια· ἔνδυμα δὲν ἔχω ἁγνό. Πῶς θὰ παρουσιασθῶ ἐνώπιόν Σου…
«Τὸν νυμφώνα σου βλέπω»