Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (τοζ-τπγ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

το­ζ’

«Πρέ­πει νά εἴ­μα­στε ἀ­γω­νι­στές καί ὄ­χι μό­νο θαυ­μα­στές. Δέν ὠ­φε­λεῖ νά θαυ­μά­ζου­με μό­νο το­ύς Ἁ­γί­ους∙ χρει­ά­ζε­ται νά μποῦ­με στό στά­διο, νά ἀ­να­σκουμ­πω­θοῦ­με καί νά πα­λα­ί­ψου­με. Πολ­λοί συ­νη­θί­ζουν νά κά­θων­ται ἀ­να­παυ­τι­κά στίς πο­λυ­θρό­νες, νά τρῶ­νε πα­σα­τέμ­πο καί νά χει­ρο­κρο­τοῦν, χω­ρίς νά ἀ­γω­νί­ζων­ται. Ἔ­τσι ὅ­μως δέν γί­νε­ται προ­κο­πή».

το­η’

«Χρει­ά­ζε­ται προ­σο­χή, για­τί ἡ ἁ­μαρ­τί­α καί ἡ κα­κή συ­νή­θεια μπο­ροῦν καί με­τά ἀ­πό θα­ύ­μα­τα, ἐ­άν ἀ­με­λή­ση κα­νε­ίς, νά τόν πα­ρα­σύ­ρουν στά δί­χτυ­α  τοῦ κα­κοῦ. Ἕ­νας δαι­μο­νι­σμέ­νος ἦρ­θε ἐ­δῶ καί τό δαι­μό­νιο ἔ­φυ­γε, ἀλ­λά στήν συ­νέ­χεια ὁ ἴ­διος δέν πρό­σε­ξε, ἔ­πε­σε σέ ἀ­νη­θι­κό­τη­τες καί ξα­να­δαι­μο­νί­στη­κε».

το­θ’

«Νά δι­νώ­μα­στε στόν ἀ­δελφό γιά νά μᾶς δο­θῆ ὁ Χρι­στός».

τπ’

Ἀ­πό τήν ἐ­λιά τῆς αὐ­λῆς στήν Πα­να­γο­ύ­δα εἶ­χε τεν­τω­μέ­νο ἕ­να σύρ­μα, γιά ν᾿ ἁ­πλώ­νη τήν φα­νέλ­λα του. Ἀ­πό τό σύρ­μα αὐ­τό περ­νοῦ­σαν τά μυρ­μήγ­κια καί ἔρ­χον­ταν στόν τοῖ­χο τοῦ Κελ­λιοῦ του. Ἐ­πει­δή δυ­σκο­λε­ύ­ον­ταν, ὁ Γέροντας ἔ­βα­λε δί­πλα καί ἕ­να ξύ­λο καί το­ύς ἔ­κα­νε μία ἄ­νε­τη λε­ω­φό­ρο. Ἄν τό­σο σκε­φτό­ταν τά μυρ­μήγ­κια, πό­σα ἔ­κα­νε γιά τόν κά­θε ἄν­θρω­πο καί γιά τόν Θεό!

 τπα’

Ἕ­να νέ­ο μέ σο­βα­ρά ψυ­χο­λο­γι­κά προ­βλή­μα­τα τόν ἔ­φε­ρε στόν Γέροντα ἕ­νας φί­λος του, γιά νά τόν βο­η­θή­ση. Τόν ρώ­τη­σε ὁ Γέροντας: «Θυ­μᾶ­σαι ποι­ός λο­γι­σμός σέ τρέ­λα­νε;». Ἐ­κεῖ­νος δέν θυ­μό­ταν καί ὁ Γέροντας τοῦ εἶ­πε ἀ­κρι­βῶς τί λο­γι­σμό εἶ­χε πρίν νά ἀρ­ρω­στή­ση. Ἐ­ξέ­φρα­σε ὁ Γέροντας μία με­γά­λη ἀ­λή­θεια. Ὅ­τι δη­λα­δή οἱ λο­γι­σμοί οἱ ἐμ­πα­θεῖς ὄ­χι μό­νο μᾶς τρελ­λα­ί­νουν, ἀλ­λά καί μᾶς κο­λά­ζουν, ὅ­πως λέ­νε καί οἱ ἅ­γιοι Πα­τέ­ρες: «Εἷς λο­γι­σμός σώ­ζει καί εἷς λο­γι­σμός ἀ­πολ­λύ­ει».

τπβ’

Κάποιος φοι­τη­τής Θε­ο­λο­γί­ας ἐ­πι­σκέ­φτη­κε τόν Γέροντα στόν Τίμιο Σταυ­ρό, ἐν­τυ­πω­σι­ά­στη­κε ἀ­πό τήν συ­νο­μι­λί­α καί ἀ­πε­φά­σι­σε νά γί­νη μο­να­χός καί νά με­ί­νη μα­ζί του. Ὁ Γέροντας τοῦ εἶ­πε: «Τό θέ­λη­μα τοῦ Θε­οῦ γιά σέ­να εἶ­ναι νά γί­νης μο­να­χός σέ Κοι­νό­βιο καί ὄ­χι στήν ἔ­ρη­μο. Νά γυ­ρί­σης ὅ­λα τά Μο­να­στή­ρια καί ὅ­που σέ φω­τί­σει ἡ Πα­να­γί­α καί ἀνα­παυ­τεῖς πνευ­μα­τι­κά, ἐ­κεῖ νά με­ί­νης. Καί ἐ­γώ εἶ­μαι πρό­θυ­μος νά σέ βο­η­θά­ω στήν μο­να­χι­κή σου πο­ρε­ί­α μέ τήν προ­σευ­χή καί τήν συμ­βου­λή μου, ἄν χρεια­σθῆ».

τπγ’

«Ὁ μο­να­χός δέν γρά­φει βι­βλί­α, ἀλ­λά, ὅ­ταν ὑ­πάρ­χη λό­γος, γρά­φει. Ὁ ἄλ­λος ἀ­κό­μα δέν ἦρ­θε στό Ὄ­ρος, δέν πρό­λα­βε νά γί­νη μο­να­χός καί ἤ­θε­λε νά μι­λή­ση καί νά γρά­ψη γιά τό Ἅ­γιον Ὄ­ρος. Ὁ ἄλ­λος ἦρ­θε μί­α ἐ­πί­σκε­ψη στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος καί ἔ­γρα­ψε βι­βλί­ο. Ἕ­νας ἄλ­λος, μό­λις ἔ­γι­νε μο­να­χός, ἄρ­χι­σε νά γρά­φη δογ­μα­τι­κά βι­βλί­α καί νά κρί­νη το­ύς πάν­τες. Αὐ­τό δέν εἶ­ναι φυ­σι­ο­λο­γι­κό. Μοι­ά­ζει μέ ἕ­να βρέ­φος πού γεν­νι­έ­ται μέ δόν­τια καί δαγ­κώ­νει, δη­λα­δή εἶ­ναι ἕ­να τέ­ρας».

Διαβάστε ΕΔΩ τα προηγούμενα σχετικά άρθρα