Ο γερω–Βαρλαάμ ὁ Σιμωνοπετρίτης ἦταν μεγάλος ἀγωνιστής. Εἶχε τήν ἀδιάλειπτο καρδιακή προσευχή καί ἔβλεπε τό ἄκτιστο φῶς.
Ἔλεγε: «Οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀγωνίσθηκαν διά τῆς εὐχῆς, διά τήν εὐχήν. Εἶναι δῶρον Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς εἶπε: ”αἰτεῖτε καί δοθήσεται”. Ἡ εὐχή γιά τόν μοναχό εἶναι ὅ,τι ὁ ὁπλισμός γιά τόν στρατιώτη. Ἐάν ἀφαιρέσουμε τόν ὁπλισμό του εἶναι καταδικασμένος σέ αἰχμαλωσία».
Συμβούλευε: «Ἡ ἀδιάλειπτη καρδιακή προσευχή ἔχει ἀπαιτήσεις. Θέλει τόν μοναχό τακτοποιημένο, προσεκτικό στή ζωή του καί νά ἔχη φιλαδελφία. Ἀλλοιῶς ἡ εὐχή φεύγει. Δέν τά ἀνέχεται αὐτά».
Συμβούλευε μοναχούς καί λαϊκούς, πού τόν ρωτοῦσαν, νά λένε τήν εὐχή, τούς «κατηχοῦσε» στήν εὐχή καί τούς ἔδινε μία καρτούλα μέ τήν εύχή γραμμένη μαζί μέ τά Πατερικά χωρία προτρεπτικά γιά τήν ἐξάσκηση τῆς εὐχῆς.
*
Ο γερω–Βασίλειος, ἀντιπρόσωπος τοῦ Καρακάλλου, ὅταν στίς συνάξεις τῆς Κοινότητος εἶχαν θέματα σοβαρά καί διαφωνίες καί λογομαχίες, μόλις τελείωνε ἡ σύναξη, ἔπιανε τήν πόρτα καί ἔβαζε μετάνοια σέ ὅλους τούς Ἀντιπροσώπους, λέγοντας: «Πατέρες εὐλογεῖτε. Τί ἤρθαμε ἐδῶ; Γιά νά μαλώνουμε;». Καί ἔτρεχαν τά δάκρυά του.
*
Διαβάστε ΕΔΩ τα προηγούμενα σχετικά άρθρα