Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (ρκζ-ρλε). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

ρκζ’

«Ὅ­ταν κα­νείς προ­κό­βη πνευ­μα­τι­κά, μέ­σα του ἔχει μία χα­ρά, μία εἰ­ρή­νη, μία εὐ­χα­ρί­στη­ση».

ρκη’

«Γιά νά βο­η­θή­σου­με σω­στά τούς ἀν­θρώ­πους νά γί­νουν πνευ­μα­τι­κοί ἄν­θρω­ποι, δέν πρέ­πει νά τούς ἀδι­κοῦ­με. Τούς ἀ­δι­κοῦ­με, ὅ­ταν θέ­λου­με νά τούς κά­νου­με σάν τόν ἑ­αυ­τό μας· ὅ­ταν τούς δί­νου­με νά φᾶ­νε αὐ­τό πού τρῶ­με κι ἐ­μεῖς. Δέν ὑ­πο­λο­γί­ζου­με τήν δι­ά­θε­ση τοῦ ἄλ­λου, τήν δί­ψα, τήν πεῖ­να του».

ρκθ’

«Ὅ­ταν ὑ­πάρ­χη συ­νέ­πεια στήν ζω­ή μας καί πί­σω ἀ­πό τόν ἥ­λιο νά κρυ­φθοῦ­με, θά μᾶς βρεῖ ὁ κό­σμος».

 

ρλ’

«Ὁ Χρι­στός θά λυ­πη­θῆ τόν κό­σμο ἐ­κεῖ πού θά φθά­σει καί θά φα­νε­ρώ­σει ἕ­να ση­μεῖ­ο. Αὐ­τό τό ση­μεῖ­ο δέν θά εἶ­ναι ἡ Δευ­τέ­ρα Πα­ρου­σί­α. Με­τά δέν θά υπάρ­χει ἄ­πι­στος· θά πι­στέ­ψουν ὅ­λοι στόν Χρι­στό, ἀλ­λά ἡ πί­στη αὐ­τή δέν θά ἔ­χει ἀ­ξί­α».

ρλα’

 «Ὁ κό­σμος θά πα­λα­βώ­σει. Θά ἔρ­θει και­ρός, πού οἱ ἄν­θρω­ποι θά μπαί­νουν στά σπί­τια τους ἀ­πό τά πα­ρά­θυ­ρα καί ὄ­χι ἀ­πό τίς πόρ­τες. (Με­τα­φο­ρι­κά, θά κά­νουν δη­λα­δή ἄ­το­πα πράγ­μα­τα). Ὅ­σοι θά μπαί­νουν ἀ­πό τίς πόρ­τες θά τούς λέ­νε: “Νά, οἱ τρελ­λοί”».

ρλβ’

«Ὅ­ταν ἐρ­γά­ζε­σθε, τά χέ­ρια νά εἶ­ναι στήν δου­λειά καί ὁ νοῦς στόν Θε­ό. Νά στα­μα­τᾶ­τε κά­θε μί­α ὥ­ρα, νά κά­νε­τε λί­γη προ­σευ­χή καί με­τά πά­λι ἐρ­γα­σί­α. Νά ἔ­χε­τε ἀ­νοι­χτό ἕ­να βι­βλί­ο στό κελ­λί. Νά μπαί­νε­τε μέ­σα νά δι­α­βά­ζε­τε λί­γο, νά μα­ζεύ­ε­ται ὁ νοῦς καί πά­λι ἐρ­γα­σί­α· λί­γο κομ­πο­σχο­ί­νι καί πά­λι ἐρ­γα­σί­α. Νά μήν ἐρ­γα­ζώ­μα­στε ἐ­μεῖς οἱ κα­λό­γε­ροι σάν κο­σμι­κοί».

ρλγ’

Ἀ­νέ­φε­ρε κά­ποι­ος στόν γέ­ρον­τα Πα­ΐ­σιο κά­τι ἄ­το­πο πού εἶ­πε ἕ­να πρό­σω­πο. Καί ὁ Γέ­ρον­τας χω­ρίς νά κα­τα­κρί­νη ἀ­πάν­τη­σε: «Ποι­ός ξέ­ρει μέ τί λο­γι­σμό τό εἶ­πε;». Καί ἄλ­λη φο­ρά, ὅ­ταν τοῦ εἶ­παν ἕ­να πά­θη­μα κά­ποι­ου μο­να­χοῦ, ἐ­νῶ γνώ­ρι­ζε τήν αἰ­τί­α τοῦ πα­θή­μα­τός του, εἶ­πε μό­νο: «Ποι­ός ξέ­ρει τά κρί­μα­τα τοῦ Θε­οῦ;».

ρλδ’

«Ἄν ἀ­φαι­ρέ­σου­με τά στρα­βά μας, κα­τά τά ἄλ­λα πᾶ­με κα­λά», εἶ­πε χα­ρι­το­λο­γών­τας.

ρλε’

«Μοῦ εἶ­πε ἕ­νας πα­πᾶς μέ πα­ρά­πο­νο ὅ­τι ἔ­χει μι­κρή ἐ­νο­ρί­α ἑ­κα­τό ἀ­τό­μων. Καί τοῦ ἀ­πάν­τη­σα: “Ἕ­ναν ὑ­πο­τα­κτι­κό δύ­ο Γε­ρον­τά­δες δέν τοῦ φθά­νουν· ἕ­ναν τό πρωΐ καί ἕ­ναν τό βρά­δυ θέ­λει, καί ἐ­σύ λές ἑ­κα­τό ψυ­χές εἶ­ναι λί­γες;”».

Διαβάστε ΕΔΩ τα προηγούμενα σχετικά άρθρα