Ο παπα–Διονύσιος ὁ Πνευματικός, ὁ Μικραγιαννανίτης, ἤθελε ἀπό μικρός νά γίνη μοναχός. Σέ ἡλικία 12 ἐτῶν ἔφυγε καί πῆγε σέ ἕνα μοναστήρι τῆς Ἀττικῆς, ἀλλά οἱ δικοί του τόν πῆραν πίσω.
Ἀπό τόν Πνευματικό του στόν κόσμο ἔμαθε ὑπακοή. Στήν ἐνορία τοῦ Πνευματικοῦ του παρακολουθοῦσε ὅλες τίς ἀκολουθίες πού τίς ἔκανε, ὅπως στά μοναστήρια. Ζήτησε εὐλογία ὁ μικρός Θεοδόσης νά γίνη μοναχός καί ὁ Πνευματικός του τοῦ εἶπε: «Ἄν θέλης νά γίνης καλόγερος, δέν ἔχεις εὐλογία νά πᾶς πουθενά ἀλλοῦ παρά μόνο στόν Γέροντά μου Ἀβιμέλεχ». Πίστευε ὅτι δέν θά ἄντεχε τήν αὐστηρή ζωή τοῦ γερω–Ἀβιμέλεχ καί θά γύριζε πάλι στόν κόσμο, διότι τόν προώριζε γιά διάδοχό του.