Ο παπα–Χαρίτων, ὁ Πνευματικός καί Ἡσυχαστής, ὅταν ἦταν στό Κελλί τοῦ Ἁγίου Νείλου, τό 1872, ὅπου ἔγινε μεγαλόσχημος καί ἱερεύς, ἀγωνιζόταν πολύ. Ὅλη τήν ἡμέρα ἐργαζόταν μέ τούς πατέρες στόν ἐλαιῶνα καί στίς ἄλλες ἀγροτικές ἐργασίες τοῦ Κελλιοῦ, νήστευε πολύ καί τή νύχτα δέν ξάπλωνε στό κρεββάτι νά ξεκουραστῆ, ἀλλά ἀγρυπνοῦσε στό στασίδι. Ὁ Γέροντάς του, Ἱερόθεος ὁ Πάτμιος, ἦταν διακριτικός καί τόν συνεβούλευσε νά πάρη Κελλί στόν Ἅγιο Βασίλειο, διότι τέτοια ἀσκητική ζωή πού ἐπιθυμοῦσε, δέν ἦταν δυνατόν νά ζήση στόν Ἅγιο Νεῖλο καί, ἄν συνέχιζε, θά ἀρρώσταινε.
Στήν τελευταία περίοδο τῆς ζωῆς του ἔζησε στήν σπηλιά τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου, στήν Βίγλα, μέ τούς τρεῖς ὑποτακτικούς, τόν ἱερομόναχο Κοσμᾶ, τόν αὐτάδελφο τοῦ π. Κοσμᾶ Δαμιανό ἱεροδιάκονο, καί τόν μοναχό Ἀθανάσιο. Κατά τίς διηγήσεις τοῦ γερω–Ἰωακείμ, ἀπό τήν Βατοπεδινή Καλύβη τῆς Ἀναλήψεως: «Τό τυπικό τους ἦταν ἀσκητικό καί ἡσυχαστικό. Ἔτρωγαν μία φορά τήν ἡμέρα ἀλάδωτο. Τό συνηθισμένο τους φαγητό ἦταν φασουλόζουμο μέ παξιμάδι. Ἀλλά γιά περισσότερη ἡσυχία ἐφάρμοζαν τό τυπικό τοῦ ἁγίου Παχωμίου. Ἔπαιρνε ὁ καθένας τό πιάτο του καί πήγαινε καί ἔτρωγε στό κελλί του μόνος του».
«Κάθε πρωΐ ξυπνοῦσαν περίπου μισή ὥρα πρίν τό μεσονύκτιον, δηλαδή στίς 5.30΄ ὧρες μετά τήν δύση τοῦ ἡλίου. Ἀφοῦ ἔκαναν τόν κανόνα τους στά κελλιά τους, διάβαζαν τήν ἀκολουθία τους ὅλοι μαζί στήν Ἐκκλησία καί ἔπειτα γινόταν ἡ θεία Λειτουργία. Τά ἔλεγαν ὅλα ψαλτικά. Ὅλο τόν χρόνο ἔκαναν τό Μεγάλο Ἀπόδειπνο».
«Ἡ συνοδία του ἦταν πολύ ὑπάκουη, πιστή στό καθῆκον. Εἶχαν τή νηπτική. Ὁ ἕνας δέν ἔβλεπε τόν ἄλλον τήν ἡμέρα. Προσευχή, διακονήματα καί γραψίματα». (Ὁ Γέροντας ἀντέγραφε χειρόγραφα).
«Ὅταν πῆγε νά μείνη στήν συνοδία τους ὁ νεώτερος ἀδελφός τοῦ παπα–Κοσμᾶ, ὁ Γέροντας παπα–Χαρίτων ρώτησε τόν παπα–Κοσμᾶ: “Μπορεῖς νά τόν οἰκονομήσης καί νά τόν συντηρήσης ἤ νά τόν στείλω κάπου ἀλλοῦ, γιατί ὁ Θεός θά παραχωρήσει γιά κανόνα νά γηροκομήσης τόν ἀδελφό σου”. Ὁ παπα–Κοσμᾶς δέχθηκε νά μείνη ὁ ἀδελφός του καί νά τοῦ προσφέρη ὅ,τι χρειασθῆ. Πράγματι, ἐπαληθεύτηκε ἡ πρόρρηση τοῦ παπα–Χαρίτωνος. Ὁ π. Δαμιανός, ἔτσι ὠνομάσθηκε ὅταν ἔγινε μοναχός, ἔσπασε τό χέρι του καί ἔμεινε ἀνάπηρος. Ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός του παπα–Κοσμᾶς, τόν ὑπηρετοῦσε, γιατί ἦταν πλέον ἀνίκανος γιά ἐργόχειρο».
«Ζοῦσε ὁ παπα–Χαρίτων κρυφά, δέν τόν ἤξεραν. Ἐπεδίωκε νά μή μαθαίνη κανείς λεπτομέρειες ἀπό τόν βίο του. Δέν πήγαινε οὔτε σέ Μοναστήρια οὔτε σέ μαγαζιά. Μόνο κελλί–Ἐκκλησία καί ἀντέγραφε. Καί τίς ἀγρυπνίες τίς ἔκαναν στό σπήλαιο, μόνοι τους. Ἦταν ἔγκλειστος, ἀπέφευγε καί τίς συζητήσεις μέ ἄλλους πατέρες. Δεχόταν μόνο γιά ἐξομολόγηση. Ὅλοι τόν σέβονταν».
Κάποτε ἐπισκέφθηκαν Ἰταλοί ἐπιστήμονες τήν Λαύρα καί εἶχαν συζήτηση μέ τόν π. Ἀθανάσιο (Σπυρίδωνα) Καμπανάο, τόν γιατρό. Αὐτός ἔχοντας σέ εὐλάβεια τόν παπα–Χαρίτωνα τούς ἀνέφερε γι᾿ αὐτόν καί οἱ Ἰταλοί ζήτησαν νά τόν δοῦν. Συνωμίλησαν μέ τόν Πνευματικό στήν γλῶσσα τους καί ὕστερα εἶπαν στόν Καμπανάο: «Ἀπ᾿ ὅσα μᾶς εἶπες, εἴδαμε περισσότερα».
«Στόν παπα–Χαρίτωνα οἱ Ρῶσσοι προσέφεραν πολλά τρόφιμα, χρήματα καί ἐκκλησιαστικά εἴδη, ἀλλά δέν τά ἐδέχετο γιά λόγους καλογερικῆς ἀκριβείας».
«Οἰκονομοῦνταν πολύ δύσκολα, διότι δέν δέχονταν εὐλογίες ἀπό κανέναν∙ μόνο τήν εὐλογία τῆς Λαύρας ἔπαιρναν καί ὅ,τι ἀπέδιδε τό ἐργόχειρό τους, ἡ ραπτική».
Μία νύχτα τοῦ Ὀκτωβρίου τοῦ ἔτους 1905 ὁ παπα–Χαρίτων ξύπνησε τούς πατέρες τῆς συνοδίας του ν᾿ ἀρχίσουν τήν ἀκολουθία μισή ὥρα νωρίτερα ἀπό τήν συνηθισμένη. Ὅταν εἰσῆλθαν στό Ἐκκλησάκι πού εἶναι μέσα στήν σπηλιά, ἄρχισε σεισμός καί παρέσυρε στόν γκρεμό τά κελλιά τους πού ἦταν πρός τά ἔξω. Ὁ μεγάλος ἐκεῖνος καί καταστρεπτικός σεισμός εἶχε ἐννέα ἀνθρώπους θύματα στό Ἅγιον Ὄρος καί πολλές καταστροφές, ἀλλά χάρη στό προορατικό χάρισμα τοῦ παπα–Χαρίτωνος σώθηκε ἡ συνοδία του καί ὁ ἴδιος.
Κάποτε ἀρρώστησε ὁ Πνευματικός καί πηγαίνοντας στήν Λαύρα εἶπε στούς ὑποτακτικούς του: «Νά μήν παρακαλέσετε ποτέ τόν Θεό νά σᾶς δώση ἀρρώστιες, διότι μπορεῖ νά μήν ὑποφέρετε τόν πόνο καί νά γογγύσετε. Ὅταν ὅμως ἔρθη ἀρρώστια καί πόνος, νά κάνετε ὑπομονή καί νά δοξολογῆτε τόν Θεό».
Ὁ προαναφερθείς γερω–Ἰωακείμ πού ἔζησε γιά κάποιο διάστημα μέ τούς ὑποτακτικούς τοῦ παπα– Χαρίτωνος, ἔλεγε: «Ἡ ἐνθύμηση αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου (παπα–Χαρίτωνος) μέ βάστηξε στό Ἅγιον Ὄρος».
Διαβάστε ΕΔΩ τα προηγούμενα σχετικά άρθρα