Ο γερω Τιμόθεος ὁ Καψαλιώτης εἶχε ἔρθει πρόσφυγας ἀπό τήν Προῦσσα. Ἔζησε 67 χρόνια στό Ὄρος. Ποτέ δέν βγῆκε στόν κόσμο. Γύρισε ὅλο τό Ὄρος. Ἔζησε σάν πουλάκι μέ τέλεια ξενιτεία. «Σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο», ἔλεγε, «δέν ἔχω κανένα, οὔτε φίλο οὔτε συγγενῆ οὔτε γνωστό». Κατά μόνας ἦταν ἕως οὗ παρῆλθε ἀπό τόν φθαρτό καί μάταιο τοῦτο κόσμο. Ἦταν πρᾶος, εἰρηνικός, χαρούμενος καί εὐδιάθετος πάντοτε. Καίτοι ἔζησε ὅλη του τήν ζωή στήν μοναξιά, ἦταν ἰσορροπημένος. Τελείως ἀγράμματος. Ὀλιγαρκής καί λιτοδίαιτος. Ἀπέφευγε τήν κατάκριση καί δέν ἀσχολεῖτο μέ τούς ἄλλους. Τό κυριώτερο, εἶχε πολλή αὐτομεμψία, μεγάλη ταπείνωση καί πολλή ἁπλότητα. Οἱ κρίσεις του ἦταν εὔστοχες. Σέ πολλούς ἐφανέρωνε τούς λογισμούς των. Σέ κάποιον δόκιμο τοῦ εἶπε: «Θά περάσει ὁ χειμῶνας καί θά φύγεις». Σέ ἄλλον, χωρίς νά τοῦ ἀναφέρη ἐκεῖνος τίποτε, τοῦ εἶπε τί τόν ἀπασχολοῦσε καί τόν συμβούλευσε καταλλήλως.
Παρουσιαζόταν σάν γαστρίμαργος. Ἔλεγε γιά τόν ἑαυτό του: «Ἐγώ δέν κάνω γιά τίποτε· μόνο γιά φαγητό εἶμαι πρῶτος. Εἶμαι βόδαρος, ντίπ χαζός, ἀγράμματος». Ἔτρωγε χόρτα ἀλάδωτα, καί ὅταν τόν ρωτοῦσαν τί ἔφαγε, ἔλεγε “μπριζόλα”. Πῆγε σέ κάποιο Κελλί καί εἶπε χαμογελώντας καί κρύβοντας τήν δική του ἄσκηση: «Δέν βλέπω κήπους. Βάλτε νά ἔχετε ἀπό ὅλα, νά τρῶτε. Φαγητό–ζωή, νηστεία–θάνατος».
Ὅταν κάποτε ζοῦσε σέ μία σπηλιά κοντά στόν Ἅγιο Παῦλο, τοῦ παρουσιάσθηκε τή νύχτα ὁ διάβολος ἐξαγριωμένος καί τοῦ εἶπε. «Ἄν δέν εἶχε σταυρωθῆ ὁ Χριστός καί ἄν δέν φοροῦσες τόν σταυρό, νά δῆς τί θά σοῦ ἔκανα».
Εἶπε ὁ γερω Τιμόθεος: «Τόν λαιμό σου ἀκόμη καί ἄν τόν κάνης λεπτό ἀπό τή νηστεία, ὥσπου νά περνᾶ ἀπό σακοράφα, ἄν δέν ἔχης ἀγάπη, ὅλα χαμένα εἶναι».
«Ὁ Θεός τά ἔσχατα μακαρίζει».
Εἶχε τέλος καλό καί εἰρηνικό. Τό πρωΐ κοινώνησε. Ἔλεγε συχνά, «Παναγία μου, Παναγία μου», καί μετά ἀπαντοῦσε ὁ ἴδιος, «δέν ἦρθε ἀκόμη ἡ ὥρα». Ξάπλωσε γιά λίγο. Τοῦ εἶπε ὁ διακονητής του νά τοῦ δώση τήν εὐχή του. Σηκώθηκε καί τοῦ ἔδωσε τό χέρι του, πρᾶγμα πού δέν τό συνήθιζε ἄλλοτε. Μετά ἀποκοιμήθηκε γιά ἕνα δεκάλεπτο καί στό τέλος ἔκανε μία βαθειά ἐκπνοή καί ἐτελειώθη. Ἐκοιμήθη στίς 13 Νοεμβρίου 1989 σέ ἡλικία 90 ἐτῶν περίπου. Στό τέλος εἶχε μείνει μόνο δέρμα καί ὀστᾶ.
Διαβάστε ΕΔΩ τα προηγούμενα σχετικά άρθρα