O ζηλωτισμός

Μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου

ΖΗΛΟΣ είναι ένας όρος Γραφικός με τον οποίον εκφράζεται η θερμότης της ψυχής για κάποιον σκοπόν. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος διακρίνει τρεις καταστάσεις ζηλωτών: τους «υποζέοντας», τους «ζέοντας» και τους «υπερζέοντας» και συνιστά στους πιστούς, σαν μέση κατάσταση, τους «ζέοντας», επειδή αυτοί ευρίσκονται μεταξύ των δύο άκρων και συγκρατείται η ψυχή σε ισορροπία.

Ο άγιος Γρηγόριος αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στη μεσότητα της σκέψεως και επομένως της συμπε­ριφοράς, που κείται μεταξύ ελλείψεως και υπερβολής. Και στη Θεολογία πρέπει να τηρήται αυτός ο κανόνας, για να μη εκτραπή σε αίρεση. Γι’ αυτό λέγει: «Ορθοδοξείν έστι το αεί σχοινοβατείν».

Αν λοιπόν το θερμόμετρον του ζήλου ανέβη επάνω από την ελεγχόμενη από την λογική σκέψη, τότε φυσικά οδηγείται κανείς σε παραλογισμούς.

Αλλά και πάλιν, αν η θυμική αυτή ενέργεια, ο ζήλος, ανάψη στην ψυχή, που δεν έχει απαλλαγεί από τα διάφορα πάθη της κακίας, τότε ο ζήλος αντί να υπηρετή το αγαθόν, υποτάσσεται ανεπίγνωστα στις ψυχικές κακίες.

Οι άγιοι Πατέρες, σαν μοναδικοί ψυχαναλυταί, υπό το φως του αγίου Πνεύματος, δεν άφησαν πτυχή της ανθρώπινης ψυχής χωρίς να αποκαλύψουν τις ασχήμιες της, που παρουσιάζονται με προσωπείον απατηλόν. Γι’ αυτό και έχουν ψυχογραφήσει τις διάφορες καταστάσεις με κάθε λεπτομέρεια.

Ακόμα και η κλασσική αρχαιότης έχει ασχολη­θεί ιδιαίτερα με τα διάφορα πάθη και τα συμπεράσμα­τά της, τηρούμενων των αναλογιών, είναι σπουδαιό­τατα.

Λοιπόν ο «ζηλωτισμός» κατά βάθος είναι ένα ασθένημα ψυχικόν, αφού τρέφεται από την άγνοια και την μισαλλοδοξία. Άλλο λελογισμένη και φωτισμένη ορθόδοξη συμπεριφορά και άλλο αγνωσία, πεισμονή και σε κάποιο βαθμόν οξυχολία.

Αυτά τα ελαττώματα ανακαλύπτει κανείς στις περιπτώσεις των Ιουδαίων, που «είχαν ζήλον ου κατ’ επίγνωσιν», εις τους Κορινθίους, που δημιουργούσαν σχίσματα, εις τους παλαιοπασχίτας, που εσκανδαλίσθησαν από τον πασχάλιον όρον της Α’ Οικουμ. Συνόδου, εις τους παλαιοπίστους στη Ρωσία, που δεν ήθελαν βιβλία έντυπα, αλλά χειρόγραφα, εις τους παλαιοημερολογίτας, που από το 1924 θεώρησαν το άλμα των 13 ημερών σαν άλμα προδοσίας της πίστεως.

Συγκεκριμένως για τους «ζηλωτάς» του αγίου Όρους υπάρχει ένας έλεγχος ότι, όταν μερικοί απλοϊκοί ιερομόναχοι και μοναχοί του αγίου Όρους σκανδαλισθέντες από την μεταρρύθμιση του 10 σε 23 εξήλθαν στον κόσμον κηρύττοντες να μην ακολουθή­σουν την «αίρεση» αυτή, υπήρχαν στον Άθω 5-6.000 μοναχοί ευλαβείς και άγιοι και λόγιοι, οι οποίοι αντί να απομακρυνθούν από την Εκκλησίαν, διετήρησαν τους κανονικούς δεσμούς των, κρατήσαντες μόνον την παλαιά μέτρηση.

Ημπορεί να λέγουν εκείνοι οι αμαθέστατοι ή ημιμαθείς, ότι όλες τότε οι Μονές και οι Σκήτες έχασαν τον νουν τους και την ευσέβειάν τους, και ότι μόνον αυτοί διέκριναν ότι τα Πατριαρχεία και οι Τοπικές Εκκλησίες έπεσαν σε αίρεση και έχασαν την Χάρη των Μυστηρίων, όπως βλασφήμως διατείνο­νται;

Είναι φανερόν λοιπόν, ότι οι συμπαθείς αυτοί αδελφοί εν Χριστώ φενακίζονται από τον εχθρόν λόγω οιήσεως και ελλείψεως αγάπης. Εάν εγνώριζαν ότι αποτελούν μέλη του Σώματος του Χριστού και το ησθάνοντο, ποτέ δεν θα αποτολμούσαν να σχίσουν την Εκκλησίαν και να ευρίσκωνται τώρα έξω της ποίμνης του Χριστού. Και γιατί; Για τις ημέρες! Γι’ αυτό και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έλεγε στους παλαιοπασχίτες: «Άκουσον γουν τι φησιν ο Παύλος· όταν δε τον Παύλον είπω, τον Χριστόν λέγω, εκείνος γαρ έστιν ο την Παύλου κινών ψυχήν. Τι ουν ούτος φησιν; «Ημέρας παρατηρείσθε και μήνας και καιρούς και ενιαυτούς. Φοβούμαι υμάς, μήπως εική κεκοπίακα εις υμάς».

Είμεθα υποχρεωμένοι με αγάπην και ικεσίες να λυτρώσωμεν από το σχίσμα και τους κινδύνους έξω της μάνδρας του Χριστού τους απατηθέντας αδελφούς μας, «υπέρ ων Χριστός απέθανε».

Ο ΓΕΡΩΝ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ:     ΚΑΠΟΙΟΣ καλός εν Χριστώ αδελφός μας κατηγόρησε δημόσια, ότι αδι­κήσαμε τον μακαρίτην Γέροντα Ιερώνυμον με την βιβλιοκρισία μας στο ομώνυμον βιβλίον της σεμνοτάτης δ. Σωτ. Νούση. Συγκεκριμένα κακιζόμεθα γιατί χαρακτηρί­σαμε τον οσιούμενον ασκητήν ως σχισματικόν.

Σύμφωνα με την διδασκαλία της αγιωτάτης Ορθοδόξου Εκκλησίας, της οποίας αποτελούμε ταπεινά μέλη, σχισματικός είναι κάθε ένας που αποκόπτει τις εκκλησιαστικές σχέσεις του («την προς τον Επίσκοπον κοινωνίαν») με τα λοιπά μέλη για «ιάσιμες διαφορές».

Δηλαδή ενώ υπάρχει κοινή πίστη σε όλα, χωρίζεται κανείς από την εκκλησιαστική κοινωνία εξ αφορμής ζητημάτων, που δεν άπτονται της ουσίας της πίστεως και που δεν λείπουν από καμμίαν εποχή από την ζωή της Εκκλησίας.

Η αποκοπή στην περίπτωση του Ιερωνύμου, έγινε γιατί η 10 του τάδε μηνός ονομάστηκε 23. Και όσοι δεν είχαν γνώση των εκκλησιαστικών θεμάτων, μεγαλοποίησαν τερατωδώς την μετονομασίαν, την συνήρτησαν, κατά φαντασίαν, με την πίστη και την Ορθοδοξίαν και, σκανδαλισθέντες, απεκόπησαν από την Εκκλησίαν με την ικανοποίηση, ότι εμμένουν στα πάτρια!

Σε τέτοιες καταστάσεις ανωμαλίας ωρισμένοι ευρίσκουν την ευκαιρία να πραγματώσουν κάποιους άνομους πόθους των, οπότε το σχίσμα στερεώνεται και αναπτύσσεται απέραντη φιλολογία γύρω από το… τίποτε. Και ο απλοϊκός, που από την κατάστασή του δεν είναι σε θέση να διακρίνη τους «πλανώντας και πλανωμένους», παρασύρεται σε σκολιούς δρόμους πλήρεις σκότους.

Στην κατηγορία των τελευταίων, βέβαια, δεν ανήκει ο μακαρίτης Ιερώνυμος. Δέσμιος συναισθηματικά με το παρελθόν του και νομίζοντας, ότι ευαρεστεί τον Θεόν αποκοπτόμενος από το Σώμα της Εκκλη­σίας, διακόπτει τις σχέσεις του προς τον «οικείον Επίσκοπον» και εντάσσεται σε παρασυναγωγές, αδιαφορώντας αν τις παρασυναγωγές συγκροτούσαν καιροσκόποι τινές και ένας μικρός αριθμός απλοϊκών χριστιανών, ενώ στην «καινοτομήσασα» Εκκλησία παραμένουν άνετα τα εκατομμύρια των Επισκόπων, θεολόγων, καθηγητών, επιστημόνων και ευλαβέστα­των Χριστιανών. Και ακόμη, ότι η Εκκλησία αυτή ευρίσκεται σε πλήρη κοινωνία με όλες τις Τοπικές Εκκλησίες και τα Πατριαρχεία, είτε συνεπορεύοντο στην μετονομασίαν, είτε εώρταζαν με το λεγόμενον παλαιόν.

Λοιπόν αν κανείς δεν ψέγη τους απλοϊκούς Χριστιανούς λόγω της αμαθείας των, όμως δεν μπορεί να μη επισημανθή η σχισματικότης ιερομονάχου σαν τον Ιερώνυμον, που τον εμφανίζουν ως άγιον και απλανή διδάσκαλον, χωρίς να κινδυνεύση η ενότης της Εκκλησίας με την εύρυνση του υπάρχοντος ήδη χάσματος, που άνοιξε το σχίσμα.

Επισημάναμε τον κίνδυνο της οσιοποιήσεως του π. Ιερωνύμου, όχι δια να κατηγορήσωμεν, αλλά δια να προφυλάξωμεν από το σχίσμα του παλαιοημερολογιτισμού τους απλοϊκούς αδελφούς μας. Και όχι μόνον αυτούς, αλλά και τους συνετότερους, αφού ο ίδιος οσιώθηκε μέσα στις παρασυναγωγές και συνιστά με το κύρος του: «Κόρη, να γίνης παλαιοημερολογίτισσα»!

Αυτήν την ευθύνην αισθάνθηκα και όταν το βιβλίον αυτό της καλής δ. Νούση μου εδόθη χειρόγραφον. Και ενώ έδειξα ενδιαφέρον να βοηθή­σω στην κατά το δυνατόν βελτίωσή του, συνέστησα στον φίλον μου εκδότη κ. Παπαδημητρίου να μη το εκδώση, όπως και με άκουσε, ακριβώς γιατί θα προκαλούσε, το ολιγώτερον, σύγχυση μεταξύ των πιστών.

Χαρακτηριστικόν δε είναι, ότι και διακεκριμέ­νος και ευλαβής θεολόγος, που φέρεται ως ενθαρρύνας την έκδοσή του, εκ των υστέρων συνεφώνησε με τας απόψεις μας. Επομένως ας ησυχάσουν οι καλοί αδελφοί που μας κατηγόρησαν για «βασκανία». Η σεμνοτάτη συγγραφεύς γνωρίζει την προθυμίαν που επέδειξα να συνεισφέρω στην βελτίωση του υπό έκδοση βιβλίου της, όπως θυμάται και την επίμονη σύστασή μου να μη το εκδώση ακριβώς για τους λόγους που ήδη ανέφερα.

Αν ο Κύριος διαφορετικά έκρινε τον αγωνιστήν ιερομόναχον, αυτό σχετίζεται με «τας αβύσσους των κριμάτων» Του. Εμείς όμως είμεθα υποχρεωμένοι να συμμορφωνώμεθα με την διδασκαλίαν της Εκκλησίας Του.

Όπως μάλιστα γράφω σε απάντησή μου στον φίλο κ. Μπατιστάτον δια της εφημ. Ο.Τ., σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας, «δεν πρέπει να ακολουθώμεν οσιωμένους πως – δηλαδή μετέχοντας ποιάς τίνος χάριτος – όταν δεν «ορθοποδούν τη πίστει», «καν νηστεύουν, καν παρθενεύουν, καν σημεία ποιούν…».

Εάν κάμνω λάθος, θα ήμουν ευγνώμων εάν μοι υπεδεικνύετο. Το ότι μέχρι σήμερα δεν εσκύλευσαν οι παλαιοημερολογίται δημοσίως την μνήμην του μακα­ρίου, ουδείς δύναται να βεβαιώση τι θα γίνη αύριον, ενώ ήδη οι πλανώμενοι αδελφοί στερεώνονται στην πλάνην των με το βιβλίον, που τους προσέφεραν οι «αιρετικοί», οι «σχισματικοί», οι «εστερημένοι χάριτος»! Δυστυχώς με αυτούς τους δυστυχείς είχε κοινωνίαν εν τοις μυστηρίοις ο Γ. Ιερώνυμος, όστις ατυχώς δι’ αυτόν και δι’ ημάς, δεν κατώρθωσε «να ξεπεράση τον παλαιοημερολογιτισμόν», κατασταθείς κοινωνός του μέχρι θανάτου. Και το σχίσμα κηρύττει ήδη και νεκρός δια του βιβλίου.

Αθωνικά Άνθη Τόμος Η’ – σελ.182-184

ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ – ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ