Από τον Βασίλειο Χ. Στεργιούλη
Η Παναγία κατέχει ξεχωριστή θέση στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Βρίσκεται πάνω από όλους τους Αγίους. Είναι αμέσως μετά τον τριαδικό Θεό. Η Πρώτη μετά τον Ένα, τον Χριστό. Ο πρώτος τέλειος άνθρωπος μετά τον Θεάνθρωπο Χριστό.
Στο πρόσωπο της κατεδείχθη ότι «Θεός ανθρώπω μείγνυται», αφού αξιώθηκε να κυοφορήσει με υπερφυσικούς όρους τον απρόσιτο και ασώματο Θεό.
Εξέχουσα λοιπόν η θέση της Παναγίας στην αγιολογία. Αλλά και στην λατρεία της Εκκλησίας Δεν είναι βέβαια αντικείμενο λατρείας, διότι η λατρεία ανήκει μόνον στον Θεό. Αλλά της αποδίδεται τιμητική προσκύνηση λόγω της στενής σχέσης της με τον Χριστό. Όπως ψάλλει ο υμνωδός «Την Μητέρα Σου προσάγει Σοι εις ικεσίαν ο λαός Σου, Χριστέ». Και σε κάθε ορθόδοξη Ιερουργία και θεία Λειτουργία ιδιαίτερη είναι η αναφορά στο πρόσωπο και την μεσιτεία της Θεοτόκου: «εξαιρέτως της Παναγίας Αχράντου…».
Η Παναγία είναι η «εν πρεσβείαις ακοίμητος θεοτόκος». Ο διαρκής πρεσβευτής του κόσμου στον Χριστό, τον μόνον με απόλυτη έννοια μεσίτη μεταξύ Θεού και ανθρώπων.
Έτσι ένιωσε η Ορθοδοξία την Θεομήτορα. Ως μεσίτρια στον Χριστό. Γι’ αυτό πάντοτε προσέτρεχαν οι πιστοί στην μεσιτεία σκέπη και βοήθεια της. Όπως το μικρό παιδί καταφεύγει στην στοργική αγκαλιά της μάνας. Άσβηστη παραμένει στη μνήμη μου η σκηνή με τον αείμνηστο λόγιο αγιορείτη Γέροντα Θεόκλητο Διονυσιάτη, που προέτρεπε δοκιμαζόμενο φίλο να καταφύγει στην Παναγία με την έκφραση: «Στη Μητερούλα. Πες το στη Μητερούλα»!
Έτσι αντιμετώπισε ο πιστός ορθόδοξος κόσμος την Παναγία. Και της αφιέρωσε μεγαλοπρεπείς ναούς, αλλά και γραφικά εξωκκλήσια και ταπεινά προσκυνητάρια. Τεχνούργησε γι’ Αυτήν εξαίσιους ύμνους και ωδές πνευματικές γεμάτες ποιητική έξαρση και λυρισμό. Καθώς και κατανυκτικούς Παρακλητικούς Κανόνες, που αποπνεύουν το ευωδιαστό άρωμα της ορθοδόξου Θεοτοκοφιλίας του. Αλλά και εκπάγλου ωραιότητος επιτοίχιες εικόνες όπως η εκπληκτική Βρεφοκρατούσα της Μεγάλης του Γένους μας Εκκλησίας, της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, την οποία βεβήλωσαν και πάλι προσφάτως οι ασιάτες κατακτητές μετατρέποντάς την σε μουσουλμανικό τέμενος. Και φορητές εικόνες, όπως η του «Άξιον Εστίν», η του Ακαθίστου, η Κουκουζέλισσα, και πολλές άλλες στο Άγιον Όρος και στα λοιπά ορθόδοξα προσκυνήματα.
Την Παναγία ύμνησε και η λαϊκή μούσα ως παρηγορήτρα και συμπαραστάτη και βοηθό του κόσμου με ποιητικές συνθέσεις και μελωδίες, όπως: Παναγιά Παρηγορήτρα, παρηγόρα και βοήθα…» κ. α.
Στη Χάρη Της προστρέχανε πάντοτε οι πιστοί. Της πρόσφεραν καντήλια. Της άναβαν κεριά και μεγάλες λαμπάδες ίσες με το ύψος των ασθενών τους. Και εξαγόρευαν τους αλάλητους στεναγμούς των καρδίων τους σ’ Αυτήν, που είναι η «μεταβολή των θλιβομένων, η απαλλαγή των ασθενούντων», «η πάντων χαρά».
Και σε περιόδους μεγάλων κινδύνων, όπως σεισμών, πυρκαγιών, πολέμων και επιδημιών τελούσαν λιτανείες. Πάνδημες πορείες και παρακλήσεις με εικόνες της Παναγίας, Τίμιο Ξύλο, Λειψανοθήκες, που τις βάσταζαν ευλαβικά ως Κιβωτούς Αγιάσματος, ζητώντας την επέμβαση της Παναγίας και των Αγίων στο Θεό προς καταστολή των δεινών. Συμμετείχε δε σ’ αυτές όλος ο κλήρος και ο λαός ψάλλοντας το «Κύριε ελέησον». Ακόμη και οι Πατριάρχες λάβαιναν μέρος και μάλιστα ασκεπείς! Συμμετείχαν και οι αυτοκράτορες. Έτσι άρχοντες και λαός εκζητούσαν την θεία βοήθεια. Και τους παρείχετο θαυμαστώς. Όπως συνέβη το 1648 στη Ρωσία με την θεραπεία της βαρύτατα ασθενούσης κόρης του αυτοκράτορα Αλεξίου Μιχαήλωφ κατά την λιτανεία υποδοχής της εικόνος της Παναγίας Πορταΐτισσας των Ιβηρών από το Άγιον Όρος. Αψευδής μάρτυρας του θαύματος εκείνου είναι ως τις μέρες μας το ονομαστό Παρεκκλήσιο στην Κόκκινη πλατεία της Μόσχας.
Πόσο πολύ απέχουμε σήμερα απ’ όλα αυτά καθώς από τον φόβο μετάδοσης της πανδημίας του κορονοϊού φθάσαμε στο σημείο να απαγορεύονται οι λιτανείες, ενώ στις παραλίες, σε παρτυ και σε γλέντια συμβαίνει το αδιαχώρητο. Επιβάλλονται δε πρωτοφανή μέσα προφύλαξης στους ιερούς χώρους των ναών, όπως η υποχρεωτική χρήση μάσκας. Του παραμορφωτικού του ανθρώπινου προσώπου φίμωτρου, όλως αντιαισθητικού και ασύμβατου με την ιερότητα του χώρου, που προδίδει μάλλον εμπιστοσύνη στα ανθρώπινα μέσα κι’ όχι στην θείκή βοήθεια και προστασία. Και υπάρχουν αντισηπτικά στις εισόδους των ναών, σα να είναι αυτοί οποιαδήποτε κοινή αίθουσα κι όχι ο άγιος οίκος του Θεού, όπου κατέρχεται η θεία Χάρη και τελεσιουργούνται τα ιερά μυστήρια. Ιδίως δε το μεγάλο και θαυμαστό μυστήριο της Θείας Κοινωνίας. Το φοβερό μυστήριο της μεταβολής του άρτου και οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού, ενώπιον του οποίου φρίττουν και αυτές οι ασώματες αγγελικές τάξεις των Σεραφείμ και των Χερουβείμ.
Ήταν άλλες εποχές τότε κι’ άλλη η τωρινή. Εκείνες ήταν εποχές πίστης. Η δική μας είναι εποχή ορθολογισμού, ολιγοπιστίας και απιστίας. Εποχή απολυτοποίησης και θαυμασμού της γνώσης και επιστήμης, που ως την ώρα όμως αποδεικνύεται αδύναμη να αντιμετωπίσει έναν αόρατο, μικροσκοπικό ιό.
Χωρίς να υποτιμούμε καθόλου την επιστήμη και τις φιλότιμες και θυσιαστικές προσπάθειες των ηρωϊκων εκπροσώπων της, ας έχουμε την ελπίδα μας πρωτίστως στον Θεό. Τον μόνον δυνάμενον σώζειν. Και στην βοήθεια της Παναγίας. Και ας αντηχεί πάντοτε μέσα μας η λατινική ρήση: «Medicus curat, deus sanat. Δηλαδή: ο ιατρός νοσηλεύει, ο Θεός θεραπεύει.