Γιατί ναι στα Αρχαία Ελληνικά; – τῆς Ἀ. Τόλια, Καθηγήτριας τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Πελοποννήσου

Ἀ. Τόλια, Καθηγήτρια τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Πελοποννήσου

 
27 Ἀρχαῖα Ἑλληνικά: εἶναι ἐκπαιδευτικὸ πρόβλημα ἢ εἶναι ἀποτέλεσμα πολιτικῶν ἐκπαιδευτικῶν ἀποφάσεων; Ἀπάντηση σὲ αὐτὸ ἔχουμε ὄχι μόνο ἀπὸ τὰ ἀναλυτικὰ προγράμματα σὲ ὅλες τὶς βαθμίδες τῆς ἐκπαίδευσης, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ διδακτικὰ ἐγχειρίδια, ἡ δὲ δικαιολογία γιὰ τὸν βαθμὸ δυσκολίας τῶν ἀρχαίων γιὰ μᾶς τουλάχιστον τοὺς Ἕλληνες εἶναι ἀβάσιμη, ἀφοῦ διαβάζοντας ἢ μεταφράζοντας τὰ ἀρχαῖα παραμένουμε στὴν ἴδια γλῶσσα, στὴν γλῶσσα ποὺ ζεῖ 2500 χρόνια. Νεκρὴ γλῶσσα ἄρα ἄχρηστη γλῶσσα; μὰ ὁ παιδαγωγικὸς στόχος τῆς ἐκμάθησης τῶν ἀρχαίων δὲν ἦταν καὶ δὲν εἶναι ἡ ἐπικοινωνία στὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικά, ἀντίθετα ἀποσκοπεῖ στὴν πειθαρχία τοῦ πνεύματος, στὴν μύηση τῶν νέων στὴν ζωὴ καὶ στὸ νόημά της, στὴν ἀφύπνιση τῶν δυνάμεών τους γιὰ νὰ ἐξελιχθοῦν σὲ αὐτόνομη προσωπικότητα.

Τὸ ζητούμενο εἶναι ἡ καλλιέργεια τῆς κρίσης καὶ σὲ καμία περίπτωση κύριος σκοπὸς τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ γνώση τοῦ ἀρχαίου πολιτισμοῦ. Ἁπλῶς στὴν ἑρμηνεία ἑνὸς ἀρχαίου κειμένου δίνεται ἡ ἀφορμὴ γιὰ τὴν γνώση πολλῶν στοιχείων τοῦ ἀρχαίου πολιτισμοῦ.

Ἄλλωστε, τὸν 19ο αἱ. ποὺ ἡ κλασικὴ φιλολογία ἐξελίχθηκε σὲ ἀρχαιογνωστικὴ ἐπιστήμη καὶ ἐπεκράτησε ἡ ἄποψη ὅτι ἡ ἀρχαΐζουσα ἰδεολογία δὲν κάλυπτε πλήρως τὶς ἀνάγκες τοῦ ἔθνους ἔπρεπε ἡ ἐθνικὴ ἀναβίωση νὰ συνδυασθεῖ μὲ τὴν ἐθνικὴ συνέχεια. Εἰδικότερα ὁ ἀρχαῖος ἑλληνισμὸς ὡς ὑπεριστορικότητα γίνεται ἑλληνικὸς ἀνθρωπισμός.

Ὅμως δὲν μᾶς διαφεύγει ὅτι ἡ κλασικὴ παιδεία εἶναι μορφωτικὴ λειτουργία μὲ διπλὴ σπουδαιότητα, ἀφοῦ ἀφ’ ἑνὸς μὲν συνέχει τὴν ἐθνικοπνευματική μας ἑνότητα γιὰ 4.000 χρόνια, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἀποτελεῖ τὴν πνευματικὴ γέφυρα τῆς Ἑλλάδος μὲ τὰ ἄλλα ἔθνη.

Ποῦ ἐμπλέκονται τὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ σὲ αὐτὲς τὶς διαπιστώσεις; ἡ γνώση ἢ ἔστω ἡ προσέγγιση αὐτῆς τῆς ἀρχαίας γλώσσας ἀφοῦ ἀπεμπλακεῖ ἀπὸ γραμματικοὺς κανόνες καὶ συντακτικὰ φαινόμενα, τὰ ὁποῖα θὰ χρησιμοποιήσει μόνο ὡς ἐργαλεῖα γιὰ νὰ περάσει στὴν μαγεία τῆς οὐσίας τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γραμματείας τότε θὰ διακρίνει τὴν θέση του στὸ κοινωνικὸ σύνολο ἀλλὰ καὶ τὴν ἀποστολή του γενικότερα. Τὸ σημαντικότερο δὲ ὅλων ὅτι θὰ ἀντιληφθεῖ τὴν ἔννοια Ἄνθρωπος, ἄνθρωπος ὡς αὐτόνομη ἀξία, ἐλεύθερος στὴν σκέψη καὶ στὴν πράξη. Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς σκέψης ξεπήδησε, ἐπιλέχθηκε, δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸ ἀσύντακτο πλῆθος ἄσημων μονάδων, ἀπὸ ἔργα, ρεύματα, ἀνθρώπινες ἐνέργειες. Ἡ γνωστὴ ρήση «γνώθι σαυτὸν» ἀπετέλεσε τὸν γνώμονα τοῦ Ἀνθρώπου ποὺ ἐρευνᾶ τὸν Ἄνθρωπο. Ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐρευνητικὴ διαδικασία ἑδραιώνεται ἡ πίστη στὸν ἕνα καὶ κάτ’ ἐπέκταση ὁ Ἀνθρωπισμός.

Τὸ μεγάλο αἴτημα ὅλων τῶν ἐποχῶν καὶ κυρίως σήμερα ποὺ ἀμείλικτα βαλλόμεθα ἀπὸ ἕνα σύστημα καταρράκωσης ἀξιῶν, πιστεύω ὅτι εἶναι ἡ παιδεία ἀνθρώπων. Σὲ τί θὰ ἐνοχλοῦσε ἡ κατανόηση τῆς ἀπόφανσης τοῦ Ἀριστοτέλη ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι πολιτικὸν ζῶον;

Δὲν εἶναι μέρος τῆς παιδείας ὅτι καλὸς πολίτης σημαίνει καὶ καλὸς ἄνθρωπος; οἱ νέοι μας δὲν θα ἔπρεπε νὰ γνωρίζουν καὶ νὰ ἔχουν πεισθεῖ ὅτι ἡ πολιτικὴ ἰδιότητα τοῦ ἀνθρώπου καταξιώνει καὶ τὴν ἀνθρώπινη ἰδιότητά του;

Ἡ προσέγγιση τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν κειμένων θὰ ὁδηγοῦσε ἀσφαλέστερα τὴν σκέψη μας καὶ θὰ καθόριζε τὴν στάση μας ὄχι στὰ μεγάλα καὶ ἀξιοθαύμαστα ξεχωριστά, ἀλλὰ στὰ ἁπλά, στὰ καθημερινά. Ποιά εἶναι ἡ δυσκολία γιὰ νὰ ἐνστερνισθεῖ καὶ νὰ κατανοήσει ὁ μαθητὴς τὸ τοῦ Πλάτωνος «πολιτεία τροφὴ ἀνθρώπων ἐστι, καλὴ μὲν ἀγαθῶν, ἡ δ’ ἐναντία κακῶν» (Πλάτ. Μενέξ.238c);

Ἀναμφίβολα, τὸ ζητούμενο διαχρονικὰ εἶναι κράτος δικαίου καὶ παιδείας, καὶ τὰ δύο τὰ προσφέρει ἡ Ἀρχαία Ἑλληνικὴ Γραμματεία χωρὶς νὰ περιορίζεται αὐτὴ ἡ προσφορὰ στὸν στενὸ ἑλληνικὸ χῶρο, ἀλλὰ ἀντίθετα τροφοδοτεῖ καὶ ἐμπνέει τὴν Εὐρώπη καὶ τὸν Κόσμο.

Γιατί λοιπὸν ἐμεῖς θέλουμε νὰ στερηθοῦμε αὐτὴν τὴν κληρονομιά, γιατί θέλουμε νὰ ἀποκοποῦμε ἀπὸ τὶς ρίζες μας; Μήπως ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες πρέπει νὰ θυμόμαστε πάντα τὴν πλατωνικὴ θέση, ὅταν ἀναφερόμενος στοὺς φύλακες νέας πόλης ὑπογράμμιζε ὅτι πρέπει νὰ εἶναι φιλέλληνες! (Πλάτ. Πολιτ. Ε470e)

Διδασκαλία Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν, ἕνα πρόβλημα ποὺ ἐναποτίθεται σὲ νομοσχέδια, χωρὶς ἑνιαία πορεία, ἀλλὰ ἕρμαιο τῆς πολιτικῆς ἑκάστοτε ρευστότητας!

Πῶς γίνεται νὰ μὴν ἀντιλαμβανόμεθα ὅτι ἡ Παιδεία στέκει πάνω ἀπὸ τὴν Διοίκηση! Πῶς θὰ συγκριθεῖ ἕνας λαὸς χωρὶς τὴν γλῶσσα του, τὴν γραμματεία του καὶ τὴν διδασκαλία αὐτῶν; Πῶς χάνεται κατὰ καιροὺς ὁ βηματισμός μας καὶ μαζί του ἡ μελέτη τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς σκέψης; Ἀπὸ ὅλες τὶς μεταρρυθμίσεις, ἀπὸ τὸ 1929 καὶ μετά, οἱ ἀπώλειες πλήττουν τὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Ἂς κάνουμε μία σύντομη ἀναφορὰ σὲ αὐτές: 1929 ἡ πρώτη ἀστικὴ μεταρρύθμιση εἰσάγει τὴν χρήση τῆς μετάφρασης στὶς πρῶτες τάξεις τοῦ νεοσύστατου ἑξαταξίου Γυμνασίου, ἐνῶ ἡ θέση τῆς μετάφρασης στὴν διδασκαλία τῶν κειμένων στὶς μεγαλύτερες τάξεις ὑπῆρξε συμπληρωματική. Μεταρρύθμιση τοῦ 1964: ἡ διδασκαλία τῶν κειμένων ἀπὸ μετάφραση κάλυψε ὅλες τὶς ὧρες διδασκαλίας τοῦ μαθήματος στὶς τάξεις τοῦ τριτάξιου Γυμνασίου, πλὴν τῆς Γ΄ τάξης, στὸ πρόγραμμα τῆς ὁποίας ὁ μισὸς χρόνος εἶχε παραχωρηθεῖ στὴν διδασκαλία τῆς ἀρχαίας γλώσσας, ὡς προετοιμασία τῶν μαθητῶν γιὰ τὸ τριτάξιο Λύκειο, στὸ ὁποῖο τὰ ἀρχαῖα κείμενα διδάσκονταν ἀπὸ τὸ πρωτότυπο καὶ συμπληρωματικὰ ἀπὸ μετάφραση. Μεταρρύθμιση τοῦ 1976: ἡ Ἀρχαία Ἑλληνικὴ Γραμματεία διδάσκεται μόνο ἀπὸ μετάφραση σὲ ὅλες τὶς τάξεις τοῦ Γυμνασίου καὶ τὰ σχολικὰ βιβλία περιεῖχαν μόνο τὸ κείμενο τῆς μετάφρασης. Τὸ 1982 ἡ θεσμοθέτηση τοῦ μονοτονικοῦ συστήματος γραφῆς. Οἱ πολέμιοι αὐτῶν τῶν μεταρρυθμίσεων μιλοῦσαν γιὰ ὕπουλο νεωτερισμὸ ποὺ ἀποσκοποῦσε στὴν κατάργηση τῆς ἀνθρωπιστικῆς παιδείας. Στὶς δύο πρῶτες μεταρρυθμίσεις τὰ μέτρα καταργήθηκαν μετὰ ἀπὸ σύντομη ἐφαρμογή. Ἡ μεταρρύθμιση τοῦ 1976 ἦταν ἡ μακροβιότερη καὶ μόλις τὸ 1992 ὁ χρόνος διδασκαλίας τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν ἀπὸ πρωτότυπο καὶ μετάφραση μοιράστηκε ἰσόποσα. Τὸ 2004 τὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας ἀποφάσισε νὰ αὐξήσει τὶς ὧρες διδασκαλίας τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν, ἡ ΟΛΜΕ ὅμως μὲ ἀνακοίνωση – ἀπόφαση ἀντέδρασε καὶ πρότεινε ἄλλα σύγχρονα μαθήματα μὲ τὴν ὑπόδειξη-προτροπὴ ὅτι «Τὸ ἐνδιαφέρον τῆς Πολιτείας πρέπει νὰ στραφεῖ πρὸς ἄλλη κατεύθυνση». Τὸ Παιδαγωγικὸ Ἰνστιτοῦτο ἀντέδρασε κάτ’ ἀρχὰς σὲ αὐτὴ τὴν ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργείου, ἀλλὰ σχεδὸν ἀμέσως μετὰ ἀπὸ πανελλήνια ἔρευνα ποὺ διεξήγαγε γιὰ τὸ μάθημα τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσας στὸ Γυμνάσιο (Φεβρουάριος 2007) ἔδωσε τὰ ἑξῆς ἀποτελέσματα: Τὸ 79,7% τῶν ἐρωτηθέντων πιστεύει ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν ἀπὸ τὸ πρωτότυπο στὸ Γυμνάσιο βοηθάει τοὺς μαθητὲς στὴν σωστότερη χρήση τῆς νέας ἑλληνικῆς γλώσσας καὶ τὸ 94,5% πιστεύει ὅτι τὸ μάθημα τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσας συμβάλλει οὐσιαστικὰ «στὴν συνειδητοποίηση τῆς διαχρονικότητας τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας».

Οἱ Γλῶσσες ὅμως δὲν νομοθετοῦνται, διακήρυξε στὸ βιβλίο του «Παιδεία καὶ Γλῶσσα» ὁ Κων. Τσάτσος, ποὺ ἦταν ἀντίθετος μὲ τὶς ἀλλεπάλληλες ἐκπαιδευτικὲς μεταρρυθμίσεις. Πῶς ἄλλωστε θὰ μποροῦσε νὰ γίνει ἀντικείμενο νομοθεσίας ἡ γλῶσσα ποὺ εἶναι φορέας ἤθους καὶ ὡς φορέας ἤθους στοχεύει σὲ ὅ,τι ὁρίζουμε ὡς Παιδεία; Ἐδῶ θὰ ἀναφερθῶ στὸν Βέρνερ Γαῖγκερ, ἕναν ἀπὸ τοὺς σημαντικότερους πνευματικοὺς ἐκπροσώπους τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος, ὁ ὁποῖος στὸ τρίτομο ἔργο του μὲ τὸν ἑλληνικὸ τίτλο «ΠΑΙΔΕΙΑ», ἔχει δώσει τὸν ὁρισμὸ τῆς Παιδείας λέγοντας ὅτι «Παιδεία εἶναι ἡ μόρφωση τοῦ Ἕλληνος Ἀνθρώπου».

Λέμε ΝΑΙ στὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικά, διότι ἦθος προσπαθοῦμε νὰ γευθοῦν οἱ νέοι: διδάσκεται ἡ Ἀντιγόνη μὲ κυρίαρχο τὸ μήνυμα κατὰ τῆς αὐθαιρεσίας τῆς ἐξουσίας καὶ τῆς ὑπεροχῆς τῆς ἠθικῆς ἔναντι τῆς βίας, τῆς ἐλεύθερης κρίσης γιὰ τὸν βασιλιὰ ποὺ ὡς θνητός, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπερβεῖ τοὺς ἄγραφους νόμους τῶν θεῶν.

Διδάσκεται ὁ Ἐπιτάφιος τοῦ Περικλέους μὲ στόχο ὅλοι οἱ μαθητὲς τῆς Γ’ Λυκείου νὰ ἀντιληφθοῦν τὸ νόημα τῆς ἀληθινῆς δημοκρατίας, τῆς δημοκρατίας ὡς τρόπου ζωῆς καὶ ὄχι μόνο ὡς πολιτεύματος.

Γιατί ἐν τέλει τὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ ἔγιναν ἐκπαιδευτικὸ πρόβλημα; Ὑπάρχει κάποιος ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἀρνηθεῖ ὅτι στὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ παγιώνεται ὁ ἑλληνικὸς λόγος, ὅτι ἡ ἄμεση γνωριμία τῶν μαθητῶν τοῦ Γυμνασίου, ἔστω καὶ περιορισμένα, μὲ τὴν γλῶσσα καὶ τὰ κείμενα τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων θὰ εἶναι εὐεργετική;

Ἡ ἐκπαίδευση ἄλλωστε δὲν ἀρκεῖται στὴν ἀνάπτυξη τῆς νόησης μόνο, ἀλλὰ πρέπει ἡ γνώση νὰ ἰσχυροποιεῖ τὶς πνευματικὲς δυνάμεις. Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ ἀναφερθῶ στὸν Γάλλο Ὑπουργὸ Παιδείας Ζὰκ Λὰγκ ποὺ ἀπὸ τὸ 2001 ἤδη ἐπανέφερε τὴν διδασκαλία τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν στὶς δύο τελευταῖες τάξεις τῶν Γυμνασίων καὶ στὸ Λύκειο ὑπογραμμίζοντας ὅτι οἱ κλασικὲς σπουδὲς δημιουργοῦν τὶς προϋποθέσεις γιὰ τὴν ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ, ὁ ὁποῖος ἀναλύεται στὸ τρίπτυχο: ἐπιστροφὴ στὰ μεγάλα κείμενα, διεπιστημονικὴ θεώρηση, ἀνάπτυξη κριτικοῦ πνεύματος ( ΒΗΜΑ 26-10-20010 ).

Ἂν ἐμεῖς πιστέψουμε στὴν δυναμική τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν, ἂν ἀφήσουμε τὶς μεταρρυθμιστικὲς ἀγκυλώσεις, πράγματι θὰ ὁδηγήσουμε τὸν μαθητὴ μέσα ἀπὸ τὰ κείμενα νὰ διευρύνει τὸν ἐσωτερικόν του κόσμο, νὰ μπορεῖ νὰ σκέπτεται καὶ νὰ ἀποφασίζει σωστὰ ὄχι μόνο στὴν ἰδιωτική του ζωή, ἀλλὰ νὰ συμμετέχει καὶ στὸν δημόσιο βίο.

Αὐτὴ ἡ πρόταση γιὰ τὴν διδασκαλία τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν δὲν ἀποκλείει καὶ τὴν χρήση τῶν μεταφράσεων, ὡς καὶ τὴν στήριξη τῶν τεχνολογιῶν τῆς πληροφορίας καὶ ἐπικοινωνίας. Μία σταθερὴ στήριξη στὸ Ναὶ στὰ Ἀρχαῖα Ἑλληνικὰ πιστεύω ὅτι θὰ λειτουργήσει θετικὰ καὶ στὴν συλλογικὴ κοινωνικὴ συμπεριφορά μας ἔτσι ὥστε νὰ μὴν ἀποδεχόμεθα, οὔτε νὰ ἐπιτρέπουμε τὴν κακοποίηση τοῦ ἐθνικοῦ μας λόγου καὶ τὴν συνακόλουθη ἠθικὴ κρίση.

Ἄλλωστε, κι ἀπ’ τὴν σκέψη κι ἀπ’ τὰ μέτρα μας γίνονται ἄνθρωποι καὶ Παρθενῶνες (Κ. Παλαμᾶς, Ὁ θάνατος τῶν Ἀρχαίων).

 ΠΗΓΗ