ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ

θνική  Παράδοση καί Νεωτερικότητα

 

   Πρόλογος

     Ἡ γνώση καί ὁ σεβασμός  τῶν ἱστορικῶν μας καταβολῶν,  τῶν πνευματικῶν ἀξιῶν καί  τῶν παραδόσεων εἶναι τείχη  ὀχυρά, πού προστατεύουν σέ  κάθε ἐποχή τήν αὐτοσυνειδησία  τοῦ λαοῦ, τῆς φυλῆς, τοῦ  ἔθνους, γιά νά συνεχίσει τήν πορεία του στόν κόσμο. «Γιατί τό παρελθόν κλείνει μέσα του μιά μεγάλη δύναμη…. Ἀποτελεῖ, στ’ ἀλήθεια, τό πέρυσι καί τό προπέρυσι, αἰσθανόμαστε πάντα θερμή τήν πνοή τους», λέει ὁ ἱστορικός μας, Ἀπόστολος Βακαλόπουλος.

   Α΄

   ,τι περν πό γενιά  σέ γενιά εναι Παράδοση

   Εἶναι ἡ ζωή καί ἡ φωνή τοῦ πορευόμενου  ἀνθρώπου. Ἡ ζωντανή μαρτυρία τῶν  ἀγώνων, τῶν καταστάσεων καί  γεγονότων, τῶν ἀξιῶν καί ἰδανικῶν, ἠθικῶν καί πνευματικῶν, πού ἐμπνέουν ὀράματα ἐθνικά καί προσωπικά  καί ἐκφράζονται μέ κάθε τρόπο, γραπτό καί προφορικό, δημιουργικό, καλλιτεχνικό καί διαχρονικά ἀνθρώπινο χαρᾶς ἤ πόνου, ὅπως: 

   Στά λογοτεχνικά καί ἱστορικά κείμενα, στούς μύθους, στούς θρύλους.

   Στήν  ποίηση, στίς τραγωδίες καί στίς κωμωδίες, στίς σάτυρες καί στά  παρα­μύθια.

   Στή μουσική καί στά τραγούδια, στούς ὕμνους καί στά νανουρίσματα.

   Στό κέντημα καί στίς φορεσιές, στά  χρηστικά ἐργαλεῖα καί ὄργανα.

   Στά ἀγάλματα, στίς εἰκόνες, στίς ἐκκλησίες, στά κεραμικά καί στά ψηφιδωτά.

   Στούς χορούς καί στίς γιορτές, στίς λιτανεῖες  καί στά πανηγύρια.

   Στά πρόσφορα καί στίς κουλοῦρες, στό θυμιατό καί στό καντήλι.

   Στήν  καθημερινότητα καί στίς συνήθειες  τῶν ἐποχῶν καί τῶν γιορτῶν.

   Ὁλόκληρη  ἡ Ἑλλάδα, ἕνας ζωντανός πολιτιστικός ἄτλαντας γιά ὅλους, πού περιμένει νά τόν ἀγγίξουμε, νά τόν γνωρίσουμε καί νά ταξιδέψουμε μέ αὐτόν, ὄπως τόσες γενιές στούς αἰῶνες, γιά τήν προκοπή μας. 

   Β΄

   νάγκη τς θνικς  ατογνωσίας εναι  πιτακτική, περισ-σότερο, σή­μερα.

   Μέ  γνώση καί μελέτη μποροῦμε ἀποτελεσματικά νά ἀντισταθοῦμε στή συ­στηματική ἀπό κάποιους, ἐπιχειρούμενη παραχάραξη τοῦ ἱστορικοῦ καί κοινωνικοῦ χαρακτήρα τοῦ Ἕλληνα, ἰδιαίτερα βλαπτική γιά τήν ἐλεύθερη ἐξέλιξη τῆς προσωπικότητάς του στό σύγχρονο κόσμο, πού παραπαίει καί πα­ρασύρει στήν πτώση του τούς μετέωρους καί ἀνερμάτιστους.

   Σκιαγραφῶντας τήν ἑλληνική μας  ἱστορική πορεία, ὅμως, μέ γνώση, θά προ­σεγγίζουμε, θά ἐκτιμοῦμε, θά κατανοοῦμε καί θά ἑρμηνεύουμε τίς νοοτροπίες, τίς συνήθειες, τίς ἀντιδράσεις. Μόνο ἔτσι, θά βροῦμε τόν χαμένο βηματισμό μας, γιά νά σταθοῦμε ὄρθιοι καί σήμερα, ὅπως πάντα.

   Νά  θυμόμαστε: 

   1. Τομή στό παγκόσμιο ἱστορικό γίγνεσθαι ἦταν ἡ συνάντηση τοῦ ἑλληνισμοῦ μέ τόν χριστιανισμό καί τοῦ ἑλληνισμοῦ στήν οἰκουμενική ἑλληνιστική ἐξάπλωση καί διαμόρφωσή του.

   2. Ὁ Ἑλληνισμός στή συνάντησή του αὐτή, δέν ἀλλοτριώθηκε ἀλλά ὁλοκληρώθηκε.  Ἀπό τό μῦθο καί τόν ἀνθρώπινο λόγο, πέρασε στό Θεῖο Λόγο καί ὑψώθηκε στήν ἀναζήτηση τῆς ἐν Χριστῷ τελείωσης.

   3. Ἡ αὐθεντική αὐτή ἕνωση ἐκφράζεται  καί διασώζεται στή διάρκεια  τῶν αἰώνων ἀπό τά ἔργα  τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας  μας.

   4. Ὁ Ἕλληνας πολίτης ἀπό τόν 3ο μ.Χ. αἰ. γίνεται πολίτης τῆς Χριστιανικῆς Οἰ­κουμένης (τοῦ Βυζαντίου), μέ κέντρο τήν Κωνσταντινούπολη, πραγματῶνοντας ἐκεῖ, τήν ἑλληνική του οἰκουμενική συνείδηση, τήν οἰκουμενικότητά του. Ἡ Πόλη γίνεται πρωτεύουσα τῆς ψυχῆς τοῦ Ἕλληνα καί γιά πάντα.

   Ἀπό τόν 7ο-8ο αἰώνα μ.Χ. ἡ Βυζαντινή Αὐτοκρατορία γίνεται καθαρά ἑλληνική. Ἡ ἑλληνικότητα διασώθηκε στήν πατερική θεολογία μέ τή συνεχή σπουδή τῆς ἑλληνικής γλῶσσας καί τήν μελέτη τῆς ἑλληνικής φιλοσοφίας καί παιδείας καθῶς καί μέ τή χρήση τῆς ἑλληνικής στήν καθημερινότητα.

   «Τό ἀνθρωπολογικό πρότυπο τοῦ Γένους, τώρα, γίνεται ὁ ἅγιος, ὄχι ὁ σοφός ἤ ὁ «καλός κ’ ἀγαθός» τῆς ἀρχαίας ἐποχής».

   Μέ τήν πτώση τῆς Πόλης, τό 1453, ὅπως γνωρίζουμε, οἱ συνέπειες, δυστυχῶς, ἦταν τεράστιες. Ὡστόσο, ὁ «Ρωμηός» στά ὄρια τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, θά ἐπιβιώσει καί θά ὀργανωθεῖ γύρω ἀπό τόν Πατριάρχη του, τή μόνη ἀρχή πού διατήρησε Προνόμια, ἔχοντας φυσικά καί ὑποχρεώσεις ἔναντι τοῦ κατακτητῆ. Κατόρθωσε, ἔτσι, νά διατηρήσει τήν πνευματική του θρησκευτική ὑπόσταση, συσπειρωμένος καί ἐργαζόμενος, μέ τό ὄραμα τῆς ἀνάστασής του.

   Μέ  τήν ἔξαρση τοῦ μουσουλμανικοῦ φανατισμοῦ, τόν 17ο αἰῶνα, τούς βίαιους ἐξισλαμισμοῦς, τό τραγικό παιδομάζωμα, οἱ συνέπειες ἦταν τραγικές. Παρ’ ὅλα αὐτά, ἡ πίστη τοῦ ἑλληνισμοῦ ἔτρεφε τό πνεῦμα τους. Δέν ἦταν ἡ λογική, ἀλλά ὁ ἡρωισμός τῆς συνείδησής του, πού τούς ὁδήγησε καί τούς γιγάντωσε στήν ἀπόφαση τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγῶνα. Οἱ κλέφτες, οἱ ἁρματωλοί, ἡ Ἐκκλησία, τό κρυφό σχολειό, οἱ Δάσκαλοι τοῦ Γένους, οἱ νεομάρτυρες, φώτιζαν τήν «ἀποσταμένη ἐλπίδα» τους, ὥσπου εἶδαν τό ἀνέσπερο φῶς τῆς ἀνάστασης τοῦ Γένους. Προσφέροντας, ὡς ἀκριβό τίμημα τά πάντα, ἀκόμη καί τή ζωή τους!

   Γ΄

   Αύτή  ἡ πορεία σφράγισε ἀνεξίτηλα τήν  ψυχή τοῦ Ἕλληνα, ἕως σήμερα καί  ἐπέδρασε στή νοοτροπία  καί στό χαρακτήρα  του.

   «Ὁ  ἑλληνικός λαός εἶναι μοναδικός», λέει ὁ καθηγητής καί φιλόσοφος Κωνστ. Τσάτσος. Εἶναι ἀπ’ αὐτούς τούς λαούς,  πού καταξιώνονται στή συνέχεια.»

   Ἡ Ἱστορία μᾶς λέει ὅτι ὁ Ἕλληνας μεγαλουργεῖ, ὅταν ἔχει τἠν αύτοπεποίθηση  τοῦ προσώπου του  καί τόν αὐτοσεβασμό  του ἰσχυρό.  Κάθε φορά πού ἔκανε τό λάθος νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τό δικό του ἱστορικό πρόσωπο, καί αὐτό συνέβη μετά τήν Ἐθνεγερσία, πέρασε κρίση ταυτότητας, μέ φοβερές συνέπειες. Στήν ἀγωνία του νά ὀργανώσει τό Ἔθνος τῶν Ἑλλήνων, μετά τή σκλαβιά του, στρά­φηκε πρός τούς ξένους, ἀναζητώντας νέο τρόπο ζωῆς, παιδεία, νόμους, μόρ­φωση, διαγράφοντας, κατά κάποιο τρόπο, ἀβασάνιστα, τόν πνευματικό πλοῦτο τοῦ παρελθόντος του. Αὐτό τόν ὁδήγησε σέ κοινωνική ἀποθάρρυνση, ἀνασφάλεια γιά τήν ὑπόστασή του, τοποθετώντας τόν ἑαυτό του σέ κατώτερη θέση ἀπό τούς Εὐρωπαίους. «Ἡ αἰφνίδια ἀποκοπή τοῦ Ἕλληνα ἀπό τήν Παρά­δοσή του, τόν ζάλισε, τόν ἀρρώστησε, μέ πρῶτο σύμπτωμα, τήν ἔλλειψη ἰσορροπίας. Αὐτό προκάλεσε τό φανατισμό καί τό φατριασμό»,  γράφει χαρα­κτηριστικά ὁ φιλόσοφος Χρ. Μαλεβίτσης, «μέ σοβαρές συνέπειες»!

   «Τό μισοτελειωμένο ἔγινε τό ἀμετάθετο σύμβολο τοῦ νεοέλληνα», λέει ὁ συγ­γραφέας καί Παιδαγωγός Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος. Ἡ γκρίνια, τό χαρακτηρι­στικό του. Ὁ ἀείμνηστος καθηγητής Ἀλεξ. Τσιριντάνης, κάνοντας διάκριση τῶν ἐλαττωμάτων τοῦ Ἕλληνα, ἀναφέρει:

   «Ἔχει ἐλαττώματα ἱστορικά, τήν πονηριά καί τήν καχυποψία, ἀλλά καί τήν ἐγωπάθεια…. Ἀνακαλύπτει, ὅμως, καί τή στιγμή τῆς μετάνοιας καί μπαίνει ξανά στήν Ἱστορία τοῦ κόσμου, ὥς παράδειγμα φωτεινό»!

   «Αὐτή ἡ μετάνοια σώζει τόν Ἕλληνα», λέει ὁ Κωνστ. Τσάτσος στούς «Διαλό­γους» του, «ἀπό ἐτῶν ἁμαρτωλής συμπεριφοράς. Γι’ αὐτό καί ἐκεῖ, πού κανείς βλέπει τό τέλος, ὁ Ἕλληνας βλέπει μιά ἀρχή ζωῆς».

   Μέσα, λοιπόν, στήν ἱστορική μεταξίωση, ὅπου ὅλα  δοκιμάζονται στό  «πα­ρόν» καί στό «τώρα», μποροῦμε νά βλέπουμε τό ἀλλοιωμένο μας πρόσωπο, χω­ρίς ὅμως ἀπελπισία.  Δέν ἔχουμε περισσότερα ἐλαττώματα ἀπό ἄλλους λαούς. Τό μεγαλύτερό μας ἐλάττωμα εἶναι ὅτι ἔχουμε χάσει, ὡς ἔθνος, τήν ἐμπιστοσύνη μας στίς δυνατότητές μας, ἐνῶ παράλληλα, εἶναι ὅτι κάνουμε ἀλόγιστη προβολή τῶν ἀδυναμιῶν μας καί τῶν ἐλαττωμάτων μας, τά ὁποῖα καί διατυμπανίζουμε!

   Ἡ ἐπισήμανση τῶν ἀδυναμιῶν γιά  τἠ διόρθωση τῆς πορείας μας, προσωπικής καί ἐθνικής, φυσικά, εἶναι ἀναγκαία, ἀλλά οἱ γενικεύσεις εἶναι ἀπαράδεκτες καί καταστροφικές γιά τήν ἴδια μας τήν ἐθνική ἐπιβίωση.

           Ἡ Ἑλλάδα εἶναι ὁ τόπος πού γεννήθηκαν καί δοκιμάστηκαν οἱ ἰδέες περί ζωῆς τοῦ κόσμου, γιά τοῦτο πήραν οἰκουμενική ἀξία. Ὁ Ἕλληνας, ἔχει τή δύ­ναμη νά ἐλέγχει καί νά δοκιμάζει κάθε νέα ἀξία, μέσα στήν πνευματική του ἱστορική καί πολιτιστική Ἑλληνορθόδοξη Παράδοση καί, ἀνάλογα, νά τήν κρα­τάει ἤ νά τήν ἀπορρίπτει.

   Δ΄

   Οἱ  εἰκόνες, πού τελευταία, παρακολουθήσαμε, μᾶς  ἔχουν σοβαρά προβλημα­τίσει, γιατί δείχνουν τόν  «Ἕλληνα – νέο  πολίτη», πραγματικά χειραγωγη­μένο», πρωταγωνιστή θλιβερῶν γεγονότων, πού ἀπαξιώνουν τό ἀνθρώπινο πρόσωπό μας.

   Προκαλώντας, σκληρά, τόν βλέπουμε νά σαρκάζει μέ εὐχαρίστηση:

   Γιά τά ἀποκαΐδια τῆς ἑλληνικῆς  σημαίας μας, ποδοπατημένης στό  Σύ­νταγμα!

   Γιά τίς βέβηλες ἀποκαθηλώσεις ἱερῶν  είκόνων σέ σχολικές, πανεπιστημιακές αἴθουσες.

   Γιά τίς ἀνίερες καταστροφές μνημείων καί ἡρώων, πού ἔστησε ἡ εὐγνωμοσύνη  ὅλων.

   Γιά τά λουκέτα στίς ἐξώπορτες τῶν  σχολείων, γιά τίς λεηλατημένες αἴθουσες σχολείων καί Παν/κων Ἱδρυμάτων, ὅπου μέ θυσίες ὅλων,  παρέχεται  δωρεάν Παιδεία.

   Ὅλα αύτά πληγώνουν, πονοῦν, δέν ἀντέχονται. Ὅμως, μαρτυροῦν καθαρά, ὅτι, δυστυχῶς, καθένας ἀπό μᾶς, τούς μεγαλύτερους, δέν δούλεψε ἀρκετά στήν ψυχή καί στήν καρδιά τῶν παιδιῶν μας, γιά νά μήν ἐνδίδουν στό κακό, ἀσυλλόγιστα, καί νά μή θεωροῦν «ἡρωϊσμό» κάθε κατευθυνόμενη ὑπόδειξη.  Ὡς γονεῖς, δάσκαλοι, φίλοι καί ὅπου εἶναι ταγμένος ὁ καθένας ἀπό μᾶς, ὁλιγωρήσαμε.

   Δέν τούς ἐμπνεύσαμε ἀγάπη καί σεβασμό  γιά τό χῶρο πού ζοῦν, τόν ποτι­σμένο μέ αἷμα ἡρώων καί ἁγίων, 3000 χρόνια τώρα. Πρῶτοι ἐμεῖς, ἴσως, δέν τόν σεβαστήκαμε, ὅσο ἔπρεπε. Ἔτσι, δέν μποροῦν νά ξεχωρίσουν, ἄν αὐτός ὁ τρό­πος ζωῆς τους εἶναι ἑλληνικός, γνήσιος, εἰκονικός ἤ τηλεοπτικός! Ἀρνοῦνται νά διακρίνουν:

   Τήν ἱερότητα ἀπό τή βεβήλωση.

   Τήν ἰαχή ἀπό τήν προσευχή.

   Τόν ἀγῶνα ἀπό τό παιχνίδι.

   Τόν ἥρωα ἀπό τόν δοῦλο.

   Τόν παίχτη ἀπό τόν γελωτοποιό.

   Τόν φρουρό ἀπό τόν τσιλιαδόρο.

   Ἀρνοῦνται τό φῶς τῆς ἡμέρας, τή χαρά καί  τόν ἥλιο, τή ζωή. Τώρα, ἄφωνοι παρακολουθοῦμε τή λεηλατημένη ἀπό ἐπικίνδυνα ἰδεολογήματα καί ψευτοφι­λοσοφικά ρεύματα ψυχή τους, πού φέρνουν αὐτά τά παιδιά σέ ἀνυπολόγιστης θλίψης κινήσεις ἀπελπισίας (αὐτοκτονίες, νευρική ἀνορεξία, ναρκωτικά), ὄχι γιά νά τιμωρήσουν ἤ γιά νά τιμωρηθοῦν, ἀλλά γιά νά νιώσουν τή «βαθύτερη αἴσθηση τῆς εὐχαρίστησης καί τῆς ἠδονῆς», πού κάποιοι ἐπιτήδειοι, γιά δικούς τους σκοτεινούς λόγους, τούς προτείνουν, γιά νά νιώσουν, τάχα ἥρωες, πρωτα­γωνιστές, σημαντικοί! Γιά νά τούς προσέξουμε, γιά νά τούς σεβαστοῦμε! «Σερ­φάροντας», παρακολουθεῖ τά γεγονότα σήμερα ὁ νεοέλληνας καί πάντα κου­ρασμένος θηρευτής τῆς εὐημερίας του, ὀλιγωρεῖ γιά τήν οὐσία. Δέν τά ἀξιολογεῖ, κυρίως δέν τά ἀναφέρει ἐκεῖ πού θά μποροῦσε γιά νά πάρει σαφεῖς καί ἀξιόπιστες πληροφορίες, δηλαδή, στή βαθύτερη ὑπόστασή του, τοῦ Ἕλληνα χριστιανοῦ πολίτη, γιά νά βγεῖ ἀπ’ αὐτόν τόν ἄγονο θυμό, τή γκρίνια, τή μιζέ­ρια, τήν καχυποψία, πού τόν ταλαιπωροῦν καί πού τόν ἐπηρεάζουν, δηλητηριά­ζοντας καί τή ζωή τῶν νέων μας.

   Ὁ Ἕλληνας, κατ’ ἐξοχήν ἄνθρωπος τοῦ κόσμου, τῆς κοινωνίας, τῆς  κοινωνικῆς δράσης, ἔχει, στήν ἐποχή μας, κλειστεῖ στόν ἑαυτό του. Ἡ τηλεοι­κονο/τεχνολογική κυριαρχία τῶν μηνυμάτων, τῶν συζητήσεων καί τῶν κατευ­θυνόμενων στατιστικῶν, τοῦ δημιουργεῖ ἀνασφάλεια, ἀπαισιοδοξία, ἀμηχανία, θυμό. Νιώθει, περίπου ἄτυχος πού εἶναι….. Ἕλληνας! Δέν κινητοποιεῖται θε­τικά. Ἔτσι, ἀντιμετωπίζει, ὡς κατεστημένες καί ξεπερασμένες, ἤθη, ἀξίες, πα­ραδόσεις καί, πολλές φορές, μέ προκλητικές καί ὑποτιμητικές ἐκφράσεις, τό δη­λώνει ὁ ἴδιος καί ἐνώπιον νέων, τῶν παιδιῶν του. Καί περιμένει νά ἐνεργοποιηθεῖ τό κράτος γιά νά διορθώσει τά κενά, πού ὁ ἴδιος δημιουργεῖ! Ἔτσι, εἶναι φορές, πού καί ἐμεῖς κλονιζόμαστε, ἀλλά, ἐπ’  οὐδενί ἀπογοητευόμαστε, γιατί ἐλπίζουμε πάντα νά ξυπνήσει μέσα μας ὁ γνήσιος Ἕλληνας τῆς δράσης, ὄχι τῆς ἀπόγνωσης, τῆς δημιουργικότητας, τῶν εὐγενικῶν ὁραματισμῶν γιά μιά πατρίδα σύγχρονη, ἀντάξια τῆς Ἱστορίας της, μέ πνευμα­τική ἀκτινοβολία στο πανευρωπαϊκό γίγνεσθαι.

   Ε΄

   κρίση τς σύγχρονης  λλάδας εναι  συνέπεια λανθασμένων  πιλογν.

   Ἡ ἀδιαφορία καί ἡ ἀπογύμνωση τῆς Παιδείας καί Ἀγωγῆς ἀπό  τό ὑγιές κομ­μάτι τῆς Ἐθνικῆς Παράδοσης, μέ τίς αἰώνιες πνευματικές ἀξίες, ὅπως τήν ἀλήθεια, τή δικαιοσύνη, τήν ἐντιμότητα, τή φιλοπατρία, τήν ἀγάπη καί προ­σφορά, ἀξίες, πού καθόριζαν τόν ἑλληνικό νέο ἀνθρωπισμό, συνέβαλε σέ αὐτό. Ὁ ἀκάματος ἀγώνας, γιά συμμετοχή καί προσφορά πρός τό καλό ὅλων καί τό μοναδικό ἑλληνικό φιλότιμο, πού πλούτιζαν τή ζωή, τήν οἰκοδομοῦσαν καί ξε­σήκωναν τούς νεώτερους νά ὁραματίζονται, νά σέβονται καί νά ἀγαποῦν ὅ,τι ἔχουν, ὅ,τι εἶναι, ὅπου βρίσκονται καί ὅ,τι τούς προσφέρεται, ὅ,τι ζοῦν, φαίνεται, νά ἔχει χαθεῖ. Ἀναλογίζεσαι, ἔτσι, τί ἔχει φύγει ἀπό τά χέρια μας καί κλαῖς μυ­στικά.

   Καί ἔχει χαθεῖ μέσα στίς πολύχρωμες πολυπολιτισμικές, παγκοσμιοποιημένες κοινωνίες τοῦ  κόσμου, κυρίως ἀπό τήν ἑλληνική ἀδιαφορία μας, τήν χρωματο­ποιημένη κουλτούρα τῆς σύγχρονης ζωής μας.

   Ἔχουμε, λοιπόν, γίνει ἐχθροί τοῦ ἑαυτοῦ μας;

   Καί ὅμως, οἱ αἰώνιες  ἀξίες δέν χάνονται! Δέν εἶναι δυνάμεις ἐξαναγκασμοῦ ἀλλά στόχος καί οἱ ἐθνικές – λαϊκές – ἱστορικές  παραδόσεις δέν εἶναι  συνή­θειες ἁπλές, εἶναι ζωή!

   «Εἶναι δεῖκτες σκοπῶν μέ προϋπόθεση τήν ἐλευθερία» καί τήν ταυτότητα τοῦ ἀνθρώπου στό συγκεκριμένο χῶρο τῆς δικῆς του Πατρίδας, τοῦ τόπου του. Χρειαζόμαστε τίς παραδόσεις μας, ὅπως τόν ἀέρα, ὡς κουράγιο γιά τή συνέχεια τῆς ζωῆς μέ τίς περιπέτειές της, τίς ἀπογοητεύσεις καί τίς ἐλπίδες, τίς ματαιώ­σεις της. Χρειαζόμαστε τόν εὐλογημένο τόπο, πού τόν λέμε, πατρίδα μας. Οὔτε ἡ Πατρίδα μᾶς ἔχει ἀνάγκη οὔτε ἡ Παράδοση! Γράφει ὁ λαογράφος μας, Δημ. Λουκᾶτος:

   «Ἡ  Παράδοση δέν μᾶς  παρακαλεῖ, οὔτε μᾶς  ἀναγκάζει. Ἡ ἴδια μέ τό κύλι­σμα τῶν αἰώνων ἀδιαφορεῖ γιά τή συντήρηση καί τή συνέχειά της. Ἐμεῖς χρεια­ζόμαστε καί τήν Πατρίδα, σημεῖο ἀναφοράς γιά νά ἐπιβιώνουμε, ὡς συγκεκρι­μένες ὀντότητες στόν κόσμο, μέ παρελθόν, παρόν, παιδεία, γλώσσα, θρησκεία καί ἀξίες, γιά νά ζοῦμε καί νά δημιουργοῦμε καί ὡς ἄνθρωποι νά ὁλοκληρωνόμαστε, ὥστε νά παραδίδουμε ἔργο θετικό στούς νεώτερους, ἐμεῖς τήν ἔχουμε ἀνάγκη. Ἐμεῖς τή χρειαζόμαστε!»

   Ἡ ἀναζήτηση νέων ἀξιῶν, νέου ἤθους καί νέου πατριωτισμοῦ προτάθηκε, δυστυχῶς, ὡς ἀνάγκη τῆς νέας ἐκσυγχρονιστικῆς ὁπτικῆς, στίις μέρες μας.

           Μιά γενιά, ὅμως, πού δυσπιστεῖ  στά ἰδανικά της καί ἀμφισβητεῖ  τή δια­χρονική δύναμη καί ἀξία τους, πού παραθεωρεῖ τίς θυσίες καί τήν προσφορά τῶν Πατέρων της, τήν πνευματική κληρονομιά της, δέν μπορεῖ νά προτείνει τί­ποτα, ἀληθινά νέο. Ἀποδέχεται, ἔτσι, ὁ,τιδήποτε, ἀβασάνιστα, μιμεῖται, ἐνστερνίζεται ἀλλότρια ἤθη, πού τήν ἀποπροσανατολίζουν καί πορεύεται ἀδιάφορα καί ἀνέραστα. Δέν ἀγαπᾶ τίποτα καί κανέναν. Δέν ζεῖ. Δέν δημιουργεῖ.

   Ζ΄          

   Μιά πρόσφατη «ἔρευνα» ἔδειξε ὅτι, σέ εἴκοσι χρόνια, ὁ Ἕλληνας, ἄν δέν ξυ­πνήσει ἀπό τόν τωρινό του λήθαργο, θά εἶναι ἀγνώριστος: διχασμένος, ἀτομιστής, ρατσιστής, ὑλιστής, φοβισμένος! Εἰκόνα ἀπογοήτευσης, θλίψης.

   Τά  πρόσφατα γεγονότα τῶν  πυρκαγιῶν, ὅμως, ἔδειξαν  ἕναν Ἕλληνα, διαφο­ρετικό, γνήσιο ἄνθρωπο: ἄνθρωπο τῆς προσφορᾶς, τῆς αὐταπάρνησης, τῶν ἀποφάσεων, τῆς ἀλληλεγγύης, τῆς θυσίας, τῆς συνεργασίας, μέ εὐαισθησίες, λεπτότητα αἰσθημάτων, ἕτοιμο νά ἐργαστεῖ καί νά θαυματουργήσει. Δέν εἶναι σύμπτωση.

   Αὐτή  εἶναι, στήν οὐσία  της, ἡ ἑλληνική ψυχή, πού ἀναγνωρίζεται, πού ἐπιμένει. Μόνο πού, χρειαζόμαστε νέες πηγές ἔμπνευσης, καθαρῆς καί ὑγιοῦς. Χρειαζόμαστε σωστά πρότυπα, γιά νά ξαναβροῦμε τό πάτημά μας τό ἑλληνικό, πού σέ μιά ἔννοια κλείνει ἕνα θησαυρό: Πίστη – ἀνθρωπισμό – πολιτισμό. Εἶναι πανανθρώπινη ἡ ἀπαίτηση τῶν καιρῶν καί ὁ Ἕλληνας, κρατῶντας ζωντανή τή μνήμη του, μπορεῖ νά τά προσφέρει. Αὐτοσεβασμό καί αὐτογνωσία, αὐτά χρειάζεται ὡς στηρίγματα ὁ σύγχρονος Ἕλληνας, γιά νά συνεχίσει τήν πορεία του στόν κόσμο, ὥς ἄνθρωπος καί ὥς πατριώτης γνήσιος, μέ αὐτοπεποίθηση καί ἀξιοπρέπεια.

   Γιά τόν γνήσιο Ἕλληνα δέν ὑπάρχουν σύνορα στούς πόνους τοῦ  ἀνθρώπου, γι’ αὐτό θρηνεῖ κάθε ἅλωση πνευματική, ξέρει ὅτι ἐκεἶ παραμονεύει ὁ θάνατος, πού παρουσιάζεται μέ πολλά πρόσωπα (ἀσέβεια, ἀδιαφορία, μεμψιμοιρία, γκρί­νια, εὐμάρεια, ἀτομισμός…) Τήν οὐσιαστική ἔννοια τοῦ πατριώτη καί τοῦ πατριωτισμοῦ χρειάζεται νά «ἀναστήσουμε», πού ἔχει τόσο διαβληθεῖ, συκοφαντηθεῖ, στούς καιρούς μας.

   Γιατί;

   Πατριῶτες εἶναι αὐτοί, πού πονοῦν τήν γλῶσσα μας καί ἀγωνίζονται γι’ αὐτό, ἐρευνῶντας, μελετῶντας, συγγράφοντας γιά τήν ἑλληνική γραμματεία.

   Πατριῶτες εῖναι αὐτοί, πού πονοῦν τούς ἀγῶνες τῆς Πατρίδας τους, τιμοῦν καί μιλοῦν μέ συγκίνηση γιά τίς θυσίες τοῦ ἔθνους, πού εἶναι ἡ καθαρή μαρτυρία μιᾶς ἁγιασμένης πορείας θυσιῶν.

   Πατριῶτες εἶναι οἱ δάσκαλοι καί οἱ καθηγητές, οἱ ἱερεῖς καί ὅσοι ἀσκοῦν εὐσυνείδητα τό καθῆκον τους, δίνοντας τή σωστή παρουσία τοῦ Ἕλληνα, στόν τόπο του καί ἀλλοῦ, ὅπου γῆς.

   Πατριῶτες εἶναι οἱ γονεῖς στήν ἑστία τους, αὐτοί πού λικνίζουν τά ὄνειρα καί τίς ἐλπίδες τῆς φυλῆς μας καί διδάσκουν μέ τήν ἁπλή καθημερινή ζωή τους στά παιδιά τους, τήν εὐθύνη, τήν ἀγάπη, τό καθῆκον, τή θυσία, τά ὅσια καί τά ἱερά τῆς φυλῆς.

   Ὅλα αὐτά εἶναι Πατρίδα, ὅλοι αὐτοί εἶναι  πατριῶτες. Ὅσοι τό δέχονται, μποροῦν νά περνοῦν τά σύνορα τοῦ «σήμερα» καί κοντινοί ἤ μακρινοί, τήν ὑποσχόμενη μαγεῖα τοῦ πρόσκαιρου νά ἀφήνουν καί νά ἀγγίζουν τό αἰώνιο, τό ἑλληνικό, μέ σεβασμό γιά τήν ἱερότητα καί τήν θυσία, ὥς ἀσπίδα στό φρόνημα πού ἡ ζωή τους χρειάζεται, ἀνυποχώρητοι πολεμιστές στόν καθημερινό ἀγῶνα τῆς δικῆς τους προσωπικῆς, ἐθνικῆς καί πολιτιστικῆς ἐπιβίωσης!