ροε’
«Παλαιότερα σ᾿ ἕνα Μοναστήρι ἰδιόρρυθμο, ὁ οἰκονόμος τοῦ Μοναστηριοῦ φερόταν αὐστηρά στούς μοναχούς μέ τσιγγουνιά. Τέτοια ἦταν ἡ τσιγγουνιά του πού τόν φώναζαν “σπάγγο”. Ὅταν ἐκοιμήθη “ὁ σπάγγος”, οἱ μοναχοί ἔψαχναν νά βροῦν χρυσό στά μπαοῦλα του, ἀλλά δέν βρῆκαν τίποτε. Στήν κηδεία του οἱ βορδονάρηδες πού μετέφεραν τά ξύλα ἀπ᾿ τό βουνό στόν Ἀρσανᾶ, ἔκλαιγαν ἀπαρηγόρητα, γιατί τούς εἶχε βοηθήσει πολύ. Ἀνάλογα μέ τήν οἰκογένεια πού εἶχε νά θρέψη ὁ κάθε ἀγωγιάτης, ὁ “σπάγγος” ἀγόραζε καί χάριζε στόν καθένα ἀπό ἕνα, δύο, τρία μουλάρια».
ρος’
«Στούς Καθολικούς (παπικούς) εἶναι ἄγνωστη ἡ ταπείνωση, γι᾿ αὐτό δέν μπορεῖ νά πλησιάση ἡ θεία Χάρις».
ροζ’
«Ἕνας μοναχός μπορεῖ νά ἔχη ψυχικά πάθη (ἀπό τούς γονεῖς), ἀλλά ἄν δέν ἐπιτρέψη στόν διάβολο νά τά ξεσκαλίση, μένουν νεκρωμένα, διότι ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ τά πετάει ὅλα».
ροη’
«Ὅταν γκρινιάζουμε γιά τό σπίτι, γιά τό Μοναστήρι, ἡ γκρίνια καταλήγει στόν Θεό».
ροθ’
«Γιά νά νεκρωθῆ ὁ παλαιός ἄνθρωπος, πρέπει νά τόν σκοτώσης. Ὁ παλαιός ἄνθρωπος πρέπει νά δεχθῆ καί «ξυλιές» καί βρισιές, νά δεχθῆ τήν ταπείνωση, νά νεκρώση τόν ἐγωϊσμό, τήν ὑπερηφάνεια, τήν ζήλεια, τό πεῖσμα, τό θέλημα. Ὅταν δεχθῆ τήν ἐκκοπή τοῦ θελήματος, κόβεται τό δένδρο τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου. Μέ τήν ἐκκοπή τοῦ θελήματος ἔρχεται ἡ ταπείνωση».
ρπ’
«Σ᾿ ἕνα Μοναστήρι, αὐστηρό κοινόβιο, ζοῦσε ἕνας ἀμελής μοναχός. Ὅλο ἔτρωγε καί τό μόνο πού ἔκανε ἦταν νά χτυπᾶ τίς καμπάνες. Κάποιοι πατέρες τελείωναν τό διακόνημά του καί ἔλεγαν ὅτι τό ἔκανε αὐτός. Ὁ ἴδιος ἐλέγχθηκε καί αὐτοί ἔγιναν αἰτία νά ἀλλάξη. Αὐτούς τούς πατέρες, ἐπειδή ἦταν προχωρημένοι, τούς ἀπασχολοῦσε πολύ ἡ ἀνάπαυση τοῦ ἀδελφοῦ. Γιά νά φθάση κανείς στό σημεῖο αὐτό (τῆς μεγάλης θυσίας) χωρίς νά κινδυνεύση νά ζημιωθῆ (ὑπερηφανευθῆ) πρέπει πρῶτα νά δοθῆ ἡ ἀγάπη του στόν Θεό, νά γίνη ἐξαγνισμένη, λαμπικαρισμένη καί ἔπειτα, ἀφοῦ ἀγαπήσει τόν Θεό, θά ἀγαπήσει καί τούς ἄλλους».
ρπα’
«Ὅταν ἀγαπᾶς ἄλλον ἀδελφό λιγώτερο καί ἄλλον περισσότερο, ἡ ἀγάπη σου δέν εἶναι θεϊκή».
Διαβάστε ΕΔΩ τα προηγούμενα σχετικά άρθρα