Ο γερω Ἰωσήφ ὁ Κύπριος, ἀπό τήν Κουτλουμουσιανή Σκήτη, ἀγαποῦσε πολύ τό Ψαλτήρι, γι᾿ αὐτό συνεχῶς τό διάβαζε. Ἔλεγε: «Τόσο πολύ κανένα βιβλίο δέν ἀγάπησα». Κάποτε ἔχασε τά γυαλιά του καί γιά λίγες μέρες ἦταν στενοχωρημένος, γιατί τοῦ ἔλειπε ἡ ἀνάγνωση τοῦ Ψαλτηρίου, ἡ παρηγοριά τῶν γηρατειῶν του, διότι τότε ἦταν πάνω ἀπό ἑκατό χρόνων. Ὅταν τοῦ ἔφεραν γυαλιά, χάρηκε πολύ καί σέ μία μέρα τελείωσε ὁλόκληρο τό Ψαλτήρι.
*
Ο γερω Καλλίνικος ὁ Ἡσυχαστής εἶχε πάρει ἀπό διαδοχή τήν εὐχή (τήν διδάχτηκε ἀπό τόν Γέροντά του). Διάβαζε τήν Φιλοκαλία καί τήν κατανοοῦσε. Πολλοί ἄλλοι πατέρες διάβαζαν γιά τήν εὐχή καί δέν καταλάβαιναν. Ρωτοῦσαν τόν γερω Καλλίνικο γιά τή νοερά προσευχή καί τούς ἀπαντοῦσε ὅτι τούς εἶναι ἀρκετό νά τηροῦν τίς ἐντολές καί νά μή ζητοῦν περισσότερα.
Ἔλεγε ὁ γερω Καλλίνικος: «Λέω τήν εὐχή ἀλλά ἔχω καί τά Μηναῖα. Ὅταν μέ ἐγκαταλείψη ἡ θεία Χάρις, πάω στήν πράξη. Διαβάζω τήν ἀκολουθία μου, μέχρι νά βρῶ πάλι τήν ἐνέργεια τῆς εὐχῆς».
Διηγήθηκε ὁ Γερω Γεράσιμος ὁ Ὑμνογράφος: «Γνώρισα προσωπικά τόν γερω Καλλίνικο τόν Ἡσυχαστή. Εἶχε τήν ἀπλανῆ νοερά προσευχή. Ἔλαμπε τό πρόσωπό του. Ἐνθυμοῦμαι μία φορά πού εἶχα διάφορα προβλήματα, πῆγα νά τόν συμβουλευθῶ. Μόλις μπῆκα στό κελλί του, τό πρόσωπό του ἔλαμπε πάρα πολύ σάν νά ἐξήρχετο φῶς. Τόν κοίταζα σάν ἀπολιθωμένος. Τί θεωρία ἀσφαλῶς θά εἶχε τήν προηγούμενη νύχτα καί ἔλαμπε τόσον τό πρόσωπό του!».
Ὁ γερω Καλλίνικος ὁ Ἡσυχαστής ζοῦσε γιά ἕνα διάστημα μέ τόν παπα Ματθαῖο. Συμφώνησαν νά ζήσουν 17 χρόνια ἔγκλειστοι τελείως. Ὁ παπα Ματθαῖος μετά ἀπό λίγα χρόνια δέν ἄντεξε καί βγῆκε ἔξω. Εἶχε δώσει κάποιες οἰκονομίες ἀπό Σαρανταλείτουργα πού εἶχε καί τώρα ζητοῦσε τά χρήματα. Συμβουλεύτηκαν τόν παπα Γρηγόρη τόν Πνευματικό. Εἶπε στόν γερω Καλλίνικο: «Γερω Καλλίνικε, ἐσύ ἦρθες ἐδῶ γιά καλογερική, ὄχι νά γίνης μπακάλης καί νά ὑπολογίζης πόσο ξόδεψες γιά τήν διατροφή τοῦ παπα Ματθαίου. Δῶσ᾿ του τά χρήματα νά πάη στό καλό». Καί στόν παπα Ματθαῖο εἶπε: «Ἐσύ δέν ἦρθες ἐδῶ γιά καλόγερος, ἦρθες νά γίνης Τραπεζίτης, νά μαζεύης χρήματα. Αὐτό πού κάνεις δέν εἶναι καλό».
Παρέμενε ἔγκλειστος στήν μάνδρα του καί δέν ἔβγαινε ποτέ ἔξω ἀπ᾿ αὐτήν. Τίς νύχτες δέν κοιμόταν καθόλου. Τό πρωΐ ξεκουραζόταν. Τά μάγουλά του ἦταν μαῦρα ἀπό τήν γκαζόλαμπα μέ ἄσπρες γραμμές πού σχημάτιζαν τά δάκρυα. Ὅταν ἔρρεαν καθάριζαν τό πρόσωπό του σχηματίζοντας ἄσπρες γραμμές. Διάβαζε πολύ καί ἔγραφε πολλά γράμματα. Εἶχε ἀλληλογραφία καί μέ πολλούς Ρώσσους. Ἦταν γνώστης τῆς ρωσσικῆς γλώσσας καί βοηθοῦσε πνευματικά τούς πέριξ ἀσκουμένους Ρώσσους, οἱ ὁποῖοι τόν οἰκονομοῦσαν καί στήν ζωοτροφία του.
Ὅταν ὁ γερω Καλλίνικος ὁ Ἡσυχαστής ἔδωσε τήν λύση στήν αἵρεση τῶν ὀνοματολατρῶν, ὁ Τσάρος ἔστειλε τόν ὑπασπιστή του καί τόν παρασημοφόρησε. Αὐτός ρώτησε τόν γερω Δανιήλ ἄν πρέπη νά δεχθῆ τό παράσημο, καί τοῦ εἶπε νά τό κρατήση, μήπως ἀργότερα ξαναπαρουσιασθῆ ἡ αἵρεση.
Μετά τό παράσημο ἀκολούθησε καί χρηματική ἀμοιβή. Σκεφτόταν τί νά κάνουν τά χρήματα. Ἤθελαν νά κάνουν Ἐκκλησία Κυριακό στά Καρούλια, ἀλλά ἡ Λαύρα δέν ἔδωσε εὐλογία. Ὁ ὑπασπιστής πρότεινε νά κάνουν δρόμο. Καί ὁ γερω Καλλίνικος ἀπάντησε: «Νά πῆς στόν Τσάρο, ἄν φτειάξη δρόμους στό Ἅγιον Ὄρος, βασιλείαν Θεοῦ δέν θά κληρονομήσει». Ὁ Τσάρος δέχθηκε τήν φωτισμένη συμβουλή τοῦ γερω Καλλίνικου, γιατί τόν εἶχε σέ εὐλάβεια.
Εἶχε συγγράψει ἕνα πνευματικό βιβλίο, ἀλλά κάποια μέρα, πρίν κοιμηθῆ, τό ἔβαλε στήν φωτιά καί τό ἔκαψε ἀπό ταπείνωση.
Εἶχε ἔρθει ἀπό τό Σινᾶ ἕνας μοναχός ὀνόματι Γεράσιμος, μέ μεγάλη φήμη ἐναρέτου καί πνευματικοῦ μοναχοῦ. Πῆγε ὁ π. Γεράσιμος στόν γερω Καλλίνικο καί ζήτησε συμβουλές. Ἴσως ὁ γερω Καλλίνικος νά διέγνωσε σπέρματα ὑπερηφανείας καί εἶπε στόν π. Γεράσιμο: «Ἄν θέλης νά τελειοποιηθῆς, πρέπει νά γίνης περίγελως τοῦ κόσμου». Τόν ρώτησε τί νά κάνη συγκεκριμένα. Τότε πλησίαζε ἡ ἑορτή τῆς Ὑπαπαντῆς καί πανηγύριζε ἡ Μονή τοῦ Ἁγίου Παύλου. Ὁ γερω Καλλίνικος τοῦ εἶπε νά πάη στό πανηγύρι, νά φάη καλά, νά πιῆ πολύ κρασί μέχρι νά μεθύση καί ὁ Θεός θά τόν ἐλεήσει. Πράγματι ἔκανε ὑπακοή καί ἔφαγε πολύ καί ἤπιε κρασί μέχρι πού μέθυσε. Οἱ πατέρες βλέποντάς τον μεθυσμένον τόν μυκτήριζαν, τόν ἐξουθένωναν καί ἔχασαν τήν εὐλάβειά τους πρός αὐτόν. Ἔλεγαν: «Αὐτός εἶναι ὁ π. Γεράσιμος ὁ ἐνάρετος;». Ὅταν συνῆλθε πῆγε στόν γερω Καλλίνικο καί τοῦ ἀνέφερε τί ἔγινε. Ἐκεῖνος τοῦ εἶπε: «Τώρα εἶσαι καλά. Ἀγωνίσου καί ὁ Θεός θά εἶναι μαζί σου».
Διαβάστε ΕΔΩ τα προηγούμενα σχετικά άρθρα