– Γέροντα, ποιό είναι το έργο του μοναχού;
– Έργο του μοναχού είναι να γίνη δοχείο του Αγίου Πνεύματος. Να κάνη την καρδιά του ευαίσθητη σαν το φύλλο του χρυσού των αγιογράφων.
Όλο το έργο του μοναχού είναι αγάπη, όπως και το ξεκίνημά του γίνεται από αγάπη προς τον Θεό, η οποία έχει και την αγάπη προς τον πλησίον. Ο μοναχός μελετάει την δυστυχία της κοινωνίας, πονάει η καρδιά του και προσεύχεται συνεχώς καρδιακά για τον κόσμο. Έτσι ελεεί τον κόσμο με την προσευχή.
Υπάρχουν μοναχοί που βοηθούν τους ανθρώπους περισσότερο από όσο θα τους βοηθούσε όλος ο κόσμος μαζί. Ένας κοσμικός λ.χ. προσφέρει δύο πορτοκάλια ή ένα κιλό ρύζι σε κάποιον φτωχό, πολλές φορές μόνο για να τον δουν οι άλλοι, και κατακρίνει μάλιστα, γιατί οι άλλοι δεν έδωσαν. Ο μοναχός όμως βοηθάει με τόνους σιωπηλά με την προσευχή του.
Ο μοναχός δεν βάζει δικά του σχέδια και προγράμματα κοσμικά για ιεραποστολές, αλλά προχωρεί χωρίς κανένα δικό του σχέδιο και ο Καλός Θεός τον περνάει στο σχέδιο το δικό Του, το θεϊκό, και, αν χρειαστεί για ιεραποστολή, τον στέλνει ο Θεός με θείο τρόπο. Δεν ζητάει ο Θεός από τους μοναχούς να βγουν στον κόσμο, για να κρατούν τους ανθρώπους να περπατούν, αλλά ζητάει να τους δώσουν το φως με το βίωμά τους, για να οδηγηθούν στην αιώνια ζωή.
Ο μοναχός δηλαδή δεν έχει ως αποστολή να βοηθησει τον κόσμο με το να βρίσκεται μέσα στον κόσμο. Φεύγει μακριά από τον κόσμο, όχι γιατί μισεί τον κόσμο, αλλά γιατί αγαπάει τον κόσμο, και ζώντας μακριά από τον κόσμο, θα τον βοηθήσει με την προσευχή του σε ό,τι δεν γίνεται ανθρωπίνως παρά μόνο με θεϊκή επέμβαση.
Γι’ αυτό ο μοναχός πρέπει να βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία με τον Θεό, να παίρνει σήματα και να δειχνει στους ανθρώπους τον δρόμο προς τον Θεό.
Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς δικαιολογούν μερικά πράγματα οι Ρωμαιοκαθολικοί. Μου λύθηκε η απορία πριν από λίγο καιρό, όταν πέρασαν από το Καλύβι δύο Ρωμαιοκαθολικοί αρχιτέκτονες από την Ρώμη. Είχαν άγνοια αλλά καλή διάθεση.
«Τι κάνουν οι μοναχοί, μου λένε, και κάθονται εδώ; Γιατί δεν πηγαίνουν στον κόσμο να κάνουν κοινωνικό έργο;».
«Οι φάροι, τους λέω, δεν πρέπει να είναι πάντοτε πάνω στα βράχια; Τί, πρέπει να πάνε στις πόλεις να προστεθούν στα φανάρια; Άλλη αποστολή έχουν οι φάροι, άλλη τα φανάρια». Ο μοναχός δεν είναι φαναράκι, για να τοποθετηθει στην πόλη σε μια άκρη του δρόμου και να φωτίζη τους διαβάτες, να μη σκοντάφτουν.
Είναι φάρος απομακρυσμένος, στημένος ψηλά στα βράχια, που με τις αναλαμπές του φωτίζει τα πελάγη και τους ωκεανούς, για να κατευθύνονται τα καράβια και να φτάνουν στον προορισμό τους, στον Θεό.
– Έργο του μοναχού είναι να γίνη δοχείο του Αγίου Πνεύματος. Να κάνη την καρδιά του ευαίσθητη σαν το φύλλο του χρυσού των αγιογράφων.
Όλο το έργο του μοναχού είναι αγάπη, όπως και το ξεκίνημά του γίνεται από αγάπη προς τον Θεό, η οποία έχει και την αγάπη προς τον πλησίον. Ο μοναχός μελετάει την δυστυχία της κοινωνίας, πονάει η καρδιά του και προσεύχεται συνεχώς καρδιακά για τον κόσμο. Έτσι ελεεί τον κόσμο με την προσευχή.
Υπάρχουν μοναχοί που βοηθούν τους ανθρώπους περισσότερο από όσο θα τους βοηθούσε όλος ο κόσμος μαζί. Ένας κοσμικός λ.χ. προσφέρει δύο πορτοκάλια ή ένα κιλό ρύζι σε κάποιον φτωχό, πολλές φορές μόνο για να τον δουν οι άλλοι, και κατακρίνει μάλιστα, γιατί οι άλλοι δεν έδωσαν. Ο μοναχός όμως βοηθάει με τόνους σιωπηλά με την προσευχή του.
Ο μοναχός δεν βάζει δικά του σχέδια και προγράμματα κοσμικά για ιεραποστολές, αλλά προχωρεί χωρίς κανένα δικό του σχέδιο και ο Καλός Θεός τον περνάει στο σχέδιο το δικό Του, το θεϊκό, και, αν χρειαστεί για ιεραποστολή, τον στέλνει ο Θεός με θείο τρόπο. Δεν ζητάει ο Θεός από τους μοναχούς να βγουν στον κόσμο, για να κρατούν τους ανθρώπους να περπατούν, αλλά ζητάει να τους δώσουν το φως με το βίωμά τους, για να οδηγηθούν στην αιώνια ζωή.
Ο μοναχός δηλαδή δεν έχει ως αποστολή να βοηθησει τον κόσμο με το να βρίσκεται μέσα στον κόσμο. Φεύγει μακριά από τον κόσμο, όχι γιατί μισεί τον κόσμο, αλλά γιατί αγαπάει τον κόσμο, και ζώντας μακριά από τον κόσμο, θα τον βοηθήσει με την προσευχή του σε ό,τι δεν γίνεται ανθρωπίνως παρά μόνο με θεϊκή επέμβαση.
Γι’ αυτό ο μοναχός πρέπει να βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία με τον Θεό, να παίρνει σήματα και να δειχνει στους ανθρώπους τον δρόμο προς τον Θεό.
Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς δικαιολογούν μερικά πράγματα οι Ρωμαιοκαθολικοί. Μου λύθηκε η απορία πριν από λίγο καιρό, όταν πέρασαν από το Καλύβι δύο Ρωμαιοκαθολικοί αρχιτέκτονες από την Ρώμη. Είχαν άγνοια αλλά καλή διάθεση.
«Τι κάνουν οι μοναχοί, μου λένε, και κάθονται εδώ; Γιατί δεν πηγαίνουν στον κόσμο να κάνουν κοινωνικό έργο;».
«Οι φάροι, τους λέω, δεν πρέπει να είναι πάντοτε πάνω στα βράχια; Τί, πρέπει να πάνε στις πόλεις να προστεθούν στα φανάρια; Άλλη αποστολή έχουν οι φάροι, άλλη τα φανάρια». Ο μοναχός δεν είναι φαναράκι, για να τοποθετηθει στην πόλη σε μια άκρη του δρόμου και να φωτίζη τους διαβάτες, να μη σκοντάφτουν.
Είναι φάρος απομακρυσμένος, στημένος ψηλά στα βράχια, που με τις αναλαμπές του φωτίζει τα πελάγη και τους ωκεανούς, για να κατευθύνονται τα καράβια και να φτάνουν στον προορισμό τους, στον Θεό.
Πηγή: Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Β’, Πνευματική Αφύπνιση, κεφ. 2 – Τα μοναστήρια είναι τα οχυρά της Εκκλησίας, Έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος» Σουρωτής, σελ. 322 -326.