Της Μαρίας Κορνάρου
Πρόσφατα έγινε πολύς λόγος για την καταδίκη της πρακτικής της γιόγκα από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο, ως ασύμβατης με την ζωή του χριστιανού. Βέβαια, δεν πρόκειται για εκπληκτική παρατήρηση, για όσους γνωρίζουν την Ορθόδοξη ζωή. Για όσους, από την άλλη, γνωρίζουν τη γιόγκα, είναι παράδοξο ότι εξεπλάγησαν από αυτή την «οπισθοδρομική» κρίση της Δ.Ι.Σ. Άλλωστε, μετά από τόσα χρόνια Θρησκειολογιών κα «μη ομολογιακών» Θρησκευτικών στα σχολεία, θα έλεγε κανείς ότι οι περισσότεροι έχουν ενημερωθεί πλήρως για τα ινδουιστικά πιστεύω, και δεν κινδυνεύουν να τα μπερδέψουν με τα ορθόδοξα. Ή μήπως, συμβαίνει το αντίθετο; Δεν είναι όμως το θέμα της θρησκειολογικής ενημέρωσης που μας απασχολεί σήμερα, αλλά ένα πιο ουσιαστικό ερώτημα, που κατά την ταπεινή μας γνώμη θα έπρεπε να είχε απασχολήσει και την Διαρκή Ιερά Σύνοδο, όταν έβγαλε το ανακοινωθέν για τη γιόγκα.
Συγκεκριμένα, γιατί νιώθουν την ανάγκη οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, προκειμένου να χαλαρώσουν, να επιδίδονται σε ινδουιστικές πνευματικές ασκήσεις; Εμείς, εδώ, διακηρύσσουμε ότι έχουμε την πίστη που νίκησε τον κόσμο. Εορτάζουμε, τώρα, την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, μετά από την οποία ο άνθρωπος μπορεί να επικοινωνεί τέλεια με το Θεό, να γίνει κατοικητήριο του ζώντος Θεού. Σκηνώνει μέσα μας το Πνεύμα της Αληθείας, που είναι το ίδιο Θεός, ως τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, της αδιαίρετης και ομοούσιας. Ο καρπός του Αγίου Πνεύματος είναι, κατά τη διδαχή του Αποστόλου Παύλου, «αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα, αγαθωσύνη, πίστη, πραότητα, εγκράτεια». Όλα, δηλαδή, όσα χρειάζεται η ψυχή του ανθρώπου! Μας προσφέρονται αυτά όλα δωρεάν στην Εκκλησία, με την χάρη των μυστηρίων, αρκεί και εμείς να προσερχόμαστε με φρόνημα ταπεινό και διάθεση μετανοίας.
Η βίωση της κοινωνίας με το Θεό, εν Αγίω Πνεύματι, γίνεται βεβαίως με τα Μυστήρια της Εκκλησίας. Όχι μόνο με αυτά, όμως. Έντονα, αληθινά και προσωπικά τη βιώνουμε και μέσα από την προσωπική προσευχή, ιδίως τη νοερά προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν Με». Ανοίγεται κόσμος καινός για την ψυχή μας, αν αρχίσει τον αγώνα στο κομποσχοίνι. Δυστυχώς, φαίνεται να επικρατεί σήμερα η άποψη, ότι το κομποσχοίνι είναι πρωτίστως δουλειά των μοναχών. Δεν εντάσσεται εύκολα στην πολύβουη καθημερινότητα του σύγχρονου ανθρώπου. Γι’ αυτό, και τώρα που επ’ ευκαιρία της καραντίνας, είχε ο σύγχρονος άνθρωπος την δυνατότητα να ησυχάσει, πάλι δεν έγινε πολύς λόγος για το όπλο αυτό της νοεράς προσευχής. Τόσες συζητήσεις, τόσες τηλεοπτικές ακολουθίες, τόσες εγκύκλιοι για την τήρηση των όρων υγιεινής, ποιος ξέρει πόσες ώρες κηρύγματος από τον άμβωνα της εκκλησιαστικής τηλεοράσεως… δεν μπόρεσε κάποιος από τους ευλαβέστατους αρμοδίους, να επισημάνει την ανάγκη να στραφούν οι Χριστιανοί στην νοερά προσευχή, προς ανακούφιση του άγχους από την πανδημία;
Σαφώς, είναι χρήσιμες οι θεολογικές αναλύσεις, η υπογράμμιση της σημασίας της ζωής και του πάθους του Χριστού για τη σωτηρία μας. Δεν επαρκούν όμως, για να έρθουμε πιο κοντά στη σωτηρία. Συχνά, οι πολλές αναλύσεις φτάνουν στα μεθόρια της ιδεολογίας η της
ακαδημαϊκής ασκήσεως. Ούτε είναι τόσο βοηθητικές, σε στιγμές θλίψης, πίεσης και απελπισίας. Τις ώρες εκείνες χρειαζόμαστε κάτι πρακτικό και άμεσο. Αυτή είναι η προσευχή του Χριστού. Εάν λείψει και ξεχαστεί από τις ζωές μας η ευχή, χάνεται μία σπουδαία διάσταση της Ορθοδόξου πίστεως. Στην μυστική ενέργεια της ευχής βλέπουμε να διαφοροποιείται η Ορθοδοξία από την «θεολογία» της Δύσεως. Εκείνος που γνωρίζει τον Θεό δια της προσευχής, και όχι εκείνος που γνωρίζει να αναλύσει με μαεστρία τις παραβολές του Κυρίου, είναι αληθινά θεολόγος για την Εκκλησία μας. Ούτε μπορούμε να πιστεύουμε ότι μονάχα δια των μυστηρίων θα ιαθεί η ψυχή μας, χωρίς την νοερά προσευχή, γιατί τότε ξεγράφουμε την ησυχαστική παράδοση της Εκκλησίας μας. Υπέρμαχός της ησυχαστικής παραδόσεως υπήρξε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, που αγωνίστηκε για να δείξει ότι η ησυχαστική και η μυστηριακή ζωή είναι απαραίτητες όψεις στην οδό της σωτηρίας μας.
Δυστυχώς, σήμερα λίγοι μιλούν για την ανάγκη της ησυχίας και της νοεράς προσευχής στη ζωή του Χριστιανού. Πρακτικές τόσο απλές, προσιτές στον καθένα, διαθέσιμες κάθε ώρα και στιγμή. Αναζητούν, λοιπόν, οι Χριστιανοί έναν απλό και πρακτικό τρόπο για να ηρεμήσουν, και βρίσκονται πλανεμένοι από τις πρακτικές των θρησκειών της Άπω Ανατολής, οι οποίες με ζήλο προσφέρουν στους πολλούς έναν τρόπο «χαλάρωσης». Δεν αρκεί να καταδικάζει η Εκκλησία τις πρακτικές αυτές, κατηγορηματικά, προς έναν λαό ακατήχητο, αδιάφορο, και πειραζόμενο από παντού. Χρειάζεται να προσφέρει λύσεις. Να εξηγήσει στον αμαθή Χριστιανό, τι ανώτερο προσφέρει η Ορθόδοξη πίστη για την κατάκτηση της ψυχικής ηρεμίας. Της αληθινής ειρήνης, που δίνει η κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό.
Φωνή βοώντος εν τη ερήμω, σε αυτούς τους δύσκολους, ορθολογιστικούς καιρούς, οι ομιλίες για τους Λογισμούς του π. Βαρνάβα Γιάγκου, ο οποίος εξηγεί: «Ψυχή η οποία δεν επιζητεί την απομόνωσιν, έναν χώρον απομόνωσης, όπου θα εργαζόμεθα την ευχήν, δηλαδή την προσευχήν, δεν μπορεί να αφυπνισθεί. Ο χώρος απομόνωσης όπου ο άνθρωπος θα εργαστεί την ευχή είναι εκ των ων ουκ άνευ στην πνευματική ζωή. Δεν μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος αλλιώς. Δεν μπορεί να υπάρχει ζωή…»