(ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΣΚΗΤΙΚΗ
ΚΑΙ ΗΣΥΧΑΣΤΙΚΗ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ,
Ἐκδόσεις Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου
Μεταμόρφωση Χαλκιδικῆς, σελ. 347).
Κάποιος μοναχός ἀπό τήν ἔρημο, ὅταν ἦταν νέος, εἶχε πόθο νά διδαχθῆ τή νοερά προσευχή καί βρῆκε κάποιους πατέρες, πού καλλιεργοῦσαν τή νοερά προσευχή. Αὐτοί γιά νά κρύβουν τήν ἐργασία τους ἔκαναν σαλότητες. Ἐνῶ δέν κυνηγοῦσαν οὔτε ἔτρωγαν κρέας, εἶχαν πάρει κάτι παλαιογκράδες καί ἔδιναν τήν ἐντύπωση ὅτι εἶναι κυνηγοί. Ἀνέφερε τόν πόθο του στόν Γέροντα. Ἐκεῖνος τόν ρώτησε πῶς ζῆ, τί ἀκολουθία κάνει, καί εἶπε ὅτι τήν μισή ἀκολουθία τήν διαβάζει καί τήν μισή τήν κάνει μέ κομποσχοίνι. Εἶδε ὁ Γέροντας τό ἐνδιαφέρον του γιά τήν εὐχή καί τοῦ ἔδωσε μερικές ὁδηγίες γιά νά τίς ἐφαρμόση. Προσπάθησε στό Κελλί του νά κάνη ὅ,τι τοῦ εἶπε καί μετά ἀπό καιρό ξαναπῆγε. Τόν ρώτησε ὁ Γέροντας τί ἔκανε καί ἄν εἶδε τόν φύλακα ἄγγελό του. Καί ὅταν εἶπε «ὄχι», τοῦ ἀπάντησε ὅτι δέν κάνει γιά νοερά προσευχή καί νά συνεχίση νά κάνη τήν ἀκολουθία, ὅπως τήν ἔκανε.
Ὁ Γέροντας ἦταν νηπτικός καί διακριτικός. Κάποτε πῆγε νά λειτουργηθῆ σέ κάποιο Κελλί. Ἐκεῖ οἱ πατέρες διάβαζαν τόν Ἅγιο Ἐφραίμ καί ἔκαναν δημόσια ἐξομολόγηση πρίν ἀπό τήν θεία Κοινωνία. Τούς εἶπε ὅτι δέν εἶναι σωστό αὐτό, γιατί μέ τήν ἀκοή τῶν ἁμαρτημάτων μολύνεται ὁ λογισμός τους καί οἱ πατέρες τό δέχθηκαν.
Διαβάστε ΕΔΩ τα προηγούμενα σχετικά άρθρα