ΟΙ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΛΑΪΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ

 

 

 π. Κων/νου Πε­τρά­κη

 

Ἡ προ­φο­ρι­κὴ Πα­ρά­δο­ση τῆς Ἱ­ε­ρισ­σοῦ -τῆς μο­να­δι­κῆς Κοι­νό­τη­τας τῆς Χαλ­κι­δι­κῆς πού ἔ­χει στὸν ἴ­δι­ο τό­πο συ­νε­χῆ ἱ­στο­ρι­κή, κοι­νω­νι­κὴ καὶ πνευ­μα­τι­κὴ ὕ­παρ­ξη- ἀ­να­φέ­ρει τὸ πρό­σω­πο τοῦ πρώ­του Ἐπι­σκό­που Ἱ­ε­ρισ­σοῦ, τοῦ Ἁ­γί­ου Μα­κα­ρί­ου ὁ ὁ­ποῖ­ος θε­ω­ρεῖ­ται καὶ τι­μᾶ­ται ἀ­πὸ τὴν Ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κη Πα­ρά­δο­ση, ὡς Κτί­τωρ τῆς Μο­νῆς Κων­στα­μο­νί­του. Αὐ­τὴ ἡ το­πι­κὴ Πα­ρά­δο­ση λέ­ει πώς, ὅ­ταν ὁ Μέ­γας Κων­σταν­τῖ­νος ἔ­ψα­χνε γι­ὰ νὰ βρῆ τὴν κα­τάλ­λη­λη στρα­τη­γι­κὴ το­πο­θε­σί­α γι­ὰ τὴν και­νούρ­γι­α πρω­τεύ­ου­σά του, στα­μά­τη­σε στούς πρό­πο­δες τοῦ Ἄ­θω μα­γε­μέ­νος ἀ­πὸ τὴν ὀ­μορ­φι­ά του. Ἤ­θε­λε νὰ δι­ά­λε­ξη τὴν Χερ­σό­νη­σο, ὅ­μως ὁ Ἐ­πί­σκο­πος Ἱ­ε­ρισ­σοῦ τὸν πα­ρα­κά­λε­σε νὰ μὴν τὴν πει­ρά­ξει, δι­ό­τι ἐ­δῶ ἔ­μελ­λε νὰ γί­νει ἕ­να με­γα­λο­πρε­πὲς ἀ­σκη­τι­κὸ καὶ πνευ­μα­τι­κὸ κέν­τρο τῆς Χρι­στι­α­νι­κῆς πί­στε­ως.

 

Σή­με­ρα ἡ χερ­σό­νη­σος τοῦ Ἄ­θω εἶ­ναι πράγ­μα­τι σπου­δαῖ­ο πνευ­μα­τι­κὸ καὶ ἀ­σκη­τι­κὸ κέν­τρο τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας, εἶ­ναι ἡ εὐ­λο­γη­μέ­νη Κι­βω­τὸς ὅ­που δι­α­φυ­λά­χθη­κε ὁ πνευ­μα­τι­κός, λει­τουρ­γι­κός, καὶ ἀ­σκη­τι­κὸς θη­σαυ­ρὸς τῆς πί­στε­ώς μας. Ἡ πο­ρεί­α τῆς Ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κης πο­λι­τεί­ας μέ­σα στὴν ἱ­στο­ρί­α ἄ­φη­σε τὰ εὐ­λο­γη­μέ­να ἴ­χνη της στὴν το­πι­κὴ Πα­ρά­δο­ση τῆς Χαλ­κι­δι­κῆς.

 

Θὰ προ­σπα­θή­σω νὰ πε­ρι­γρά­ψω ἐν συν­το­μί­ᾳ αὐ­τὰ τὰ ἴ­χνη πού ἐν­τό­πι­σα ὡς ἐ­φη­μέ­ρι­ος γι­ὰ 8 χρό­νι­α στὴν Ἱ­ε­ρισ­σὸ Χαλ­κι­δι­κῆς.

 

Πρέ­πει νὰ το­νί­σου­με ἐξ ἀρ­χῆς ὅ­τι γι­ὰ πολ­λοὺς αἰ­ῶ­νες ὁ γε­ω­πο­λι­τι­κὸς χάρ­της τῆς πε­ρι­ο­χῆς ἦ­ταν ἐν­τε­λῶς δι­α­φο­ρε­τι­κός. Ἡ Χαλ­κι­δι­κὴ εἶ­χε λί­γα χω­ρι­ὰ καὶ πάν­τα το­πο­θε­τη­μέ­να πά­νω στοὺς λό­φους. Τὰ πι­ὸ πα­λαι­ὰ εἶ­ναι ἡ Ἱ­ε­ρισ­σός, ἡ Ὄ­λιν­θος, ἡ Ἀ­ρέ­θου­σα καὶ ἡ Κασ­σάν­δρα. Ἐν­το­πί­στη­καν ἴ­χνη πα­λαι­ῶν να­ῶν (5ον – 9ον αἰ­ῶνα με­τὰ Χρι­στὸν) σὲ πολ­λὰ ση­μεῖ­α τῆς Χαλ­κι­δι­κῆς καὶ οἱ πε­ρισ­σό­τε­ροι ἐ­ρευ­νη­τὲς πι­στεύ­ουν πώς πρό­κει­ται γι­ὰ Ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κα Με­τό­χι­α.

 

Ἡ πε­ρί­πτω­ση ἡ ὁ­ποί­α ἐ­πι­βε­βαι­ώ­νει τὴν το­πι­κὴ πα­ρά­δο­ση πού ἀ­να­φερ­θή­κα­με, εἶ­ναι ὁ Να­ὸς ὁ ὁ­ποῖ­ος βρέ­θη­κε κά­τω ἀ­πὸ τὸ ση­με­ρι­νὸ Μη­τρο­πο­λι­τι­κὸ Να­ὸ στὴν Ἀρ­ναί­α. Κα­τό­πιν ὀ­λέ­θρι­ας πυρ­κα­γι­ᾶς πού σχε­δὸν ἀ­πο­τέ­φρω­σε τὸν ἐν λό­γῳ Να­ὸ τὸ 2005, οἱ ἀ­να­σκα­φὲς καὶ οἱ ἐρ­γα­σί­ες ἀ­πο­κα­τά­στα­σης ἔβ­γα­λαν στὸ φῶς ἕ­να Να­ὸ τοῦ 4ου ἢ 5ου αἰ­ῶ­νος. Τὰ χει­ρό­γρα­φα τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Μο­νῆς Κων­στα­μο­νί­του μι­λοῦν γι­ὰ ἕ­να Με­τό­χι στὴν πε­ρι­ο­χὴ τῆς Ἀρ­ναί­ας ἀ­φι­ε­ρω­μέ­νο στὸν Πρω­το­μάρ­τυ­ρα καὶ Ἀρ­χι­δι­ά­κο­νο Στέ­φα­νο. Αὐ­τὴ εἶ­ναι καὶ ἡ ἀ­πάν­τη­ση στὸ ἐ­ρώ­τη­μα, «γι­α­τί ἀ­φι­ε­ρώ­θη­κε ὁ Μη­τρο­πο­λι­τι­κὸς Να­ὸς στὸν Ἅ­γι­ο Πρω­το­μάρ­τυ­ρα».

 

Τὰ βου­νὰ τῆς Χαλ­κι­δι­κῆς ἀ­πο­τέ­λε­σαν γι­ὰ πολ­λοὺς αἰ­ῶ­νες τό­πο ἀ­σκή­σε­ως καὶ προ­σευ­χῆς σὲ γνω­στοὺς καὶ ἄ­γνω­στους ἐ­ρη­μί­τες. Στὰ δά­ση γύ­ρω ἀ­πὸ τὸ Γο­μά­τι ὑ­πάρ­χουν μαρ­τυ­ρί­ες τό­σο γρα­πτὲς, ὅ­σο ἄ­γρα­φες, πε­ρὶ ἐ­ρη­μιτῶν. Στὰ βου­νὰ γύ­ρω ἀ­πὸ τὰ ση­με­ρι­νὰ Βρά­στα­μα, ἀ­σκή­τε­ψε γι­ὰ ἕ­να δι­ά­στη­μα, τὸν 9ον αἰ­ῶ­να, ὁ Ὅ­σι­ος Εὐ­θύ­μι­ος μὲ τοὺς μα­θη­τές του. Ὁ Ὅ­σι­ος θε­ω­ρεῖ­ται ὁ δεύ­τε­ρος κά­τοι­κος τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄρους καὶ εἶ­ναι ἐ­πί­σης ὁ Κτί­τωρ τῆς Μο­νῆς τοῦ Ἁ­γί­ου Ἀν­δρέ­α στὴν Πε­ρι­στε­ρά. Ὅ­λη ἡ πε­ρι­ο­χὴ ἀ­νά­με­σα στὴν Ἱ­ε­ρισ­σὸ καὶ τὴν Οὐ­ρα­νού­πο­λη εἶ­ναι γε­μά­τη ἀ­πὸ τὰ ἐ­ρεί­πι­α δι­α­φό­ρων Να­ῶν, τὰ ὁ­ποῖ­α λει­τουρ­γοῦ­σαν ὡς Με­τό­χι­α τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄ­ρους καὶ χρο­νο­λο­γοῦν­ται στὸ δι­ά­στη­μα 9ου-10ου αἰ­ῶ­νος. Ἡ ἐ­ξή­γη­ση αὐ­τῆς τῆς προ­τί­μη­σης τῶν Ἀ­σκη­τῶν τὴν ἐ­πο­χὴ αὐ­τή, εἶ­ναι ἡ πα­ρου­σί­α ἐ­ξαι­ρε­τι­κὰ ἄ­γρι­ων ζώ­ων στὴν Χερ­σό­νη­σο καὶ οἱ πει­ρα­τι­κὲς ἐ­πι­δρο­μές. Τὰ γε­γο­νό­τα αὐ­τὰ δυ­σκό­λευ­αν τὴν κα­θη­με­ρι­νὴ ζω­ὴ τῶν μο­να­χῶν πού ὁ­δή­γη­σε τε­λι­κὰ στὴν ἐγ­κα­τά­λει­ψη ὁ­ρι­σμέ­νων μο­νυδρί­ων.  

 

Ἡ πα­ρου­σί­α ὅ­μως τῶν μο­να­χῶν, τοῦ ἀ­σκη­τι­κοῦ πνεύ­μα­τος καί τῆς ἔν­το­νης λει­τουρ­γι­κῆς ζω­ῆς ἐ­πη­ρέ­α­σε τήν κα­θη­με­ρι­νό­τη­τα τῶν κα­τοί­κων καί, ὅ­πως ἦ­ταν φυ­σι­κό, ἡ λα­ϊ­κή Πα­ρά­δο­ση ἄν­τλη­σε πολ­λά στοι­χεῖ­α ἀ­πό τήν ἀ­σκη­τι­κή πο­λι­τεί­α.   

 

Ἐ­πί­σης δέν πρέ­πει νά ξε­χά­σου­με τήν συμ­βο­λή τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄ­ρους ἐ­πί τουρ­κο­κρα­τί­ας, στήν δι­α­τή­ρη­ση τῆς πί­στε­ως καί τῆς ἑλ­λη­νι­κῆς γλώσ­σας. Ὑ­πάρ­χει ἔγ­γρα­φο τοῦ 17ου αἰ­ῶ­νος δι­ά τοῦ ὁ­ποί­ου ὁ ἑ­κά­στο­τε Μη­τρο­πο­λί­της Ἱ­ε­ρισ­σοῦ ζη­τοῦ­σε ἀ­πό τούς Πα­τέ­ρες πού ζοῦ­σαν στίς Σκῆ­τες τῆς Με­γί­στης Λαύ­ρας νά βο­η­θοῦν στήν θρη­σκευ­τι­κή καλ­λι­έρ­γει­α τοῦ λα­οῦ. Ἔτ­σι ἔ­χου­με τό ζων­τα­νό πα­ρά­δειγ­μα τῶν Ὁ­σί­ων Πα­τέ­ρων Δι­ο­νυ­σί­ου τοῦ Πνευ­μα­τι­κοῦ καί Μη­τρο­φά­νους τοῦ Ρή­το­ρος. Ὅ­πως φαί­νε­ται ἀ­πό τούς τί­τλους πού κα­θι­ε­ρώ­θη­καν ἀ­πό τούς Χρι­στι­α­νούς τῆς πε­ρι­ο­χῆς, ὁ μέν ἐ­ξο­μο­λο­γοῦ­σε, ὁ δέ κή­ρυτ­τε. Ἡ μνή­μη καί ἡ πα­ρου­σί­α αὐ­τῶν τῶν δύ­ο ἁ­γι­α­σμέ­νων μορ­φῶν τῆς ἐ­ρή­μου τοῦ Ἄ­θω ση­μά­δε­ψαν κα­θο­ρι­στι­κά τήν εὐ­λά­βει­α τοῦ τό­που. Ἀ­ξι­ο­ση­μεί­ω­το εἶ­ναι τό γε­γο­νός πώς αὐ­τή ἡ Πα­ρά­δο­ση τῆς πνευ­μα­τι­κῆς συμ­πα­ρά­στα­σης τῶν Σκη­τι­ω­τῶν πρός τούς Χρι­στι­α­νούς τῆς πε­ρι­ο­χῆς συ­νε­χί­ζε­ται μέ­χρι σή­με­ρα.

 

Μί­α συ­νή­θει­α κα­θα­ρῶς ἀ­σκη­τι­κὴ καὶ πο­λὺ δι­α­δε­δο­μέ­νη στὴν πε­ρι­ο­χή, εἶ­ναι ἡ προ­ε­τοι­μα­σί­α γι­ὰ τὴν με­τά­λη­ψη τῶν Ἀ­χράν­των Μυ­στη­ρί­ων νη­στεύ­ον­τας ἑ­πτὰ ἡ­μέ­ρες μὲ ἀ­λά­δω­το φα­γη­τό. Ἐ­πί­σης συ­ναν­τᾶ­με σὲ πολ­λὰ χω­ρι­ὰ τῆς Χαλ­κι­δι­κῆς τὴν συ­νή­θει­α τε­λέ­σε­ως τοῦ Σα­ραν­τα­λεί­τουρ­γου, στὴν Σα­ρα­κο­στὴ τῶν Χρι­στου­γέν­νων τὰ χα­ρά­μα­τα, 5:30 μὲ 7:30 καὶ χω­ρὶς ἠ­λε­κτρι­κὸ φῶς, μό­νο μὲ λαμ­πά­δες καὶ καν­δή­λι­α. Καὶ ἀ­ξι­ο­ση­μεί­ω­τη εἶ­ναι ἡ συμ­με­το­χὴ τῶν Χρι­στι­α­νῶν.

 

Μί­α ἄλ­λη ὄ­μορ­φη συ­νή­θει­α τῆς Ἱ­ε­ρισ­σοῦ, ἡ ὁ­ποί­α προ­έρ­χε­ται ἀ­πὸ τὴν ἔ­ρη­μο τοῦ Ἄ­θω, εἶ­ναι ἡ σφρά­γι­ση τοῦ στό­μα­τος τῶν κε­κοι­μη­μέ­νων μὲ ἕ­να μι­κρὸ Σταυ­ρὸ φτει­αγ­μέ­νο ἀ­πὸ κα­θα­ρὸ με­λισ­σο­κέ­ρι. Αὐ­τὸς ὁ Σταυ­ρὸς συμ­βο­λί­ζει τὸ χρή­σι­μο «ἐρ­γα­λεῖ­ο» ἢ τὸ εἰ­δι­κὸ «νό­μι­σμα συ­ναλ­λάγ­μα­τος» τῆς ψυ­χῆς στὰ φρι­κτὰ τε­λώ­νει­α.

 

Θὰ κλεί­σου­με μὲ μί­α λει­τουρ­γι­κὴ ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κη πρά­ξη τὴν ὁ­ποί­αν συ­ναν­τᾶ­με μό­νο στὴν Ἱ­ε­ρισ­σό. Πρό­κει­ται γι­ὰ τὸ ὕ­ψω­μα τῶν Ἁ­γί­ων. Ἡ το­πι­κὴ εὐ­λά­βει­α τι­μᾶ ἐ­ξαι­ρε­τι­κὰ τὸν Μέ­γα Ἀν­τώ­νι­ο, τὸν Ὅ­σι­ο Εὐ­θύ­μι­ο, τὸν Ἅ­γι­ο Μό­δε­στο καὶ τὸν Ὅ­σι­ο Στυ­λι­α­νό. Τὴν ἡ­μέ­ρα τῆς ἑ­ορ­τῆς τοῦ Ἁ­γί­ου ὁ ἱ­ε­ρέ­ας κα­λεῖ­ται στὰ σπί­τι­α τῶν Χρι­στι­α­νῶν νὰ εὐ­λο­γεῖ τὸν ἄρ­το ἀ­φι­ε­ρω­μέ­νο στὸν Ἅγι­ο, νὰ εὔ­χε­ται γι­ὰ τὴν οἰ­κο­γέ­νει­α. Στὸ τέ­λος τῆς μι­κρῆς αὐ­τῆς τε­λε­τῆς ὑ­ψώ­νουν τὸν ἄρ­το μα­ζὶ μὲ τὴν εἰ­κό­να τοῦ ἐν προ­κει­μέ­νῳ Ἁ­γί­ου, ζη­τών­τας τὶς πρε­σβεῖ­ες του.