Ὁ Ἅγιος Φιλούμενος

   Ὁ Ἅ­γιος ἱ­ε­ρο­μάρ­τυ­ρας τοῦ 20οῦ αἰ­ῶ­νος Φι­λού­με­νος ὁ Κύ­πριος κα­τα­γό­ταν ἀ­πὸ τὸ χω­ριὸ Ὁ­ροῦν­τα τῆς ἐ­παρ­χί­ας Μόρ­φου. Ἀ­πὸ μι­κρὸς μα­ζὶ μὲ τὸν ἀ­δελ­φό του Ἐλ­πί­διο μα­θή­τευ­ε κον­τὰ στὴ για­γιὰ του Λω­ξάν­τρα τὰ ἱ­ε­ρὰ γράμ­μα­τα τοῦ Χρι­στοῦ. Ἤ­τοι βί­ους Ἁγί­ων καὶ ὕ­μνους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Ὁ Ἅγιος κά­ποι­α στιγ­μὴ μα­ζὶ μὲ τὸν ἀ­δελ­φό του πη­γαί­νουν στὴ Ἱ­ε­ρὰ Μο­νὴ Σταυ­ρο­βου­νί­ου καὶ ἐ­κεῖ μέ­νουν πέν­τε χρό­νια. Ἀ­κο­λού­θως πη­γαί­νουν στὰ Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα.

   Ὁ Ἅ­γιος Φι­λού­με­νος ἔ­μει­νε στὰ Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα 46 χρό­νια. Ὁ Ἅ­γιος βρῆ­κε μαρ­τυ­ρι­κὸ θά­να­το ἀ­πὸ φα­να­τι­κοὺς σι­ω­νι­στὲς Ἑ­βραί­ους οἱ ὁ­ποῖ­οι τὸν κα­τα­κρε­ούρ­γη­σαν τὴν ὥ­ρα τοῦ ἑ­σπε­ρι­νοῦ στὸ Φρέ­αρ τοῦ Ἰ­α­κὼβ στὸ ὁ­ποῖ­ο δι­έ­με­νε, πι­στὸς φύ­λα­κας Ἁγί­ων Τό­πων καὶ τρό­πων αἰ­ω­νί­ων. Ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Κύ­πρου καὶ ἰ­δι­αι­τέ­ρως ἡ Ἱ­ε­ρὰ Μη­τρό­πο­λις Μόρ­φου σή­με­ρα ἑ­ορ­τά­ζει τὴ μνή­μη τοῦ Ἁ­γί­ου ἱ­ε­ρο­μάρ­τυ­ρος Φι­λου­μέ­νου τοῦ νέ­ου, τοῦ Κυ­πρί­ου.

   Ὁ νε­ο­μάρ­τυς αὐ­τὸς γεν­νή­θη­κε τὸ 1913 καὶ ἦ­ταν παι­δὶ τοῦ Γε­ωρ­γί­ου καὶ τῆς Μα­γδα­λη­νῆς Χα­σά­πη ἢ Οὐ­ρουν­τι­ώ­τη, κα­θὼς καὶ ὁ δί­δυ­μος ἀ­δελ­φός τοῦ ἀρ­χι­μαν­δρί­τη Ἐλ­πι­δί­ου. Οἱ γο­νεῖς του ἂν καὶ κα­τά­γον­ταν ἀ­πὸ τὸ χω­ριὸ Ὁ­ροῦν­τα τῆς Μη­τρο­πο­λι­τι­κῆς πε­ρι­φέ­ρειας Μόρ­φου, ἔ­με­ναν στὴν ἐ­νο­ρί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Σάβ­βα στὴ Λευ­κω­σί­α, ἀ­φοῦ ὁ πα­τέ­ρας τοῦ Ἁ­γί­ου εἶ­χε δι­κό του παν­δο­χεῖ­ο καὶ φοῦρ­νο. Μα­ζὶ μὲ τὸν ἀ­δελ­φό του Ἐλ­πί­διο ἔ­δει­χναν ἰ­δι­αί­τε­ρο ζῆ­λο γιὰ προ­σευ­χὴ καὶ δι­ά­βα­ζαν βί­ους Ἁ­γί­ων, ἀ­πὸ ὅ­που ἰ­δι­αι­τέ­ρως τοὺς συγ­κί­νη­σε ὁ βί­ος τοῦ Ὁ­σί­ου Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Κα­λυ­βί­τη, ποὺ κα­τὰ κά­ποι­ον τρό­πο ἐ­πέ­δρα­σε πά­νω τους, ὥ­στε νὰ θέ­λουν νὰ ἀ­κο­λου­θή­σουν τὸν μο­να­χι­κὸ βί­ο. Ἐ­πί­σης, ἐ­κτὸς ἀ­πὸ τὴ μη­τέ­ρα τους, ἰ­δι­αί­τε­ρη ἐ­πί­δρα­ση στὸ νὰ ἀ­πο­κτή­σουν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὴ καὶ ὀρ­θό­δο­ξη συ­νεί­δη­ση εἶ­χε πά­νω τους καὶ ἡ για­γιὰ τους Λω­ξάν­τρα. Σὲ ἡ­λι­κί­α 14 ἐ­τῶν τὰ δύ­ο ἀ­δέλ­φια πη­γαί­νουν στὴν Ἱ­ε­ρὰ Μο­νὴ Σταυ­ρο­βου­νί­ου καὶ με­τὰ στὰ Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα, ὅ­που φοι­τοῦν στὸ ἐ­κεῖ Γυ­μνά­σιο. Ἀ­πο­φοι­τών­τας ἀ­πὸ τὸ Γυ­μνά­σιο τὸ 1939 ὁ μὲν Ἐλ­πί­διος ὑ­πη­ρέ­τη­σε ὡς πρε­σβύ­τε­ρος σὲ δι­ά­φο­ρους τό­πους καὶ ἐ­κοι­μή­θη στὶς 29 Νο­εμ­βρί­ου 1983. Ὁ δὲ Φι­λού­με­νος πα­ρέ­μει­νε στὰ Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα καὶ τὸ 1979 δι­ο­ρί­στη­κε ὑ­πεύ­θυ­νος στὸ Φρέ­αρ τοῦ Ἰ­α­κώβ. Ὅ­που, ἐ­κεῖ τὸ Νο­έμ­βριο τοῦ 1979 τὴν ὥ­ρα ποὺ ὁ Ἅγιος τε­λοῦ­σε τὸν Ἑ­σπε­ρι­νό, τὸν δο­λο­φό­νη­σαν μὲ τσε­κού­ρι φα­να­τι­κοὶ Ἑ­βραῖ­οι.

    Μί­α ἑ­βδο­μά­δα πρίν, μί­α ὁ­μά­δα φα­να­τι­κῶν Σι­ω­νι­στῶν πῆ­γε στὸ μο­να­στή­ρι τοῦ Φρέ­αρ τοῦ Ἰ­α­κώβ, ἰ­σχυ­ρι­ζό­με­νοι ὅ­τι ἦ­ταν Ἑ­βρα­ϊ­κὸς ἱ­ε­ρὸς τό­πος καὶ ἀ­παι­τών­τας ὅ­πως ὅ­λοι οἱ Σταυ­ροὶ καὶ οἱ εἰ­κό­νες νὰ ἀ­πο­μα­κρυν­θοῦν. Βέ­βαι­α, ὁ Ἅ­γιος ἐ­πε­σή­μα­νε ὅ­τι τὸ πά­τω­μα στὸ ὁ­ποῖ­ο ἦ­ταν τώ­ρα εἶ­χε κα­τα­σκευα­στεῖ ἀ­πὸ τὸν Αὐ­το­κρά­το­ρα Κων­σταν­τῖ­νο πρὶν ἀ­πὸ τὸ 331 μ.Χ. καὶ ὅ­τι χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­κε ὡς Ὀρ­θό­δο­ξος Χρι­στι­α­νι­κὸς ἱ­ε­ρὸς τό­πος γιὰ δε­κα­έ­ξι αἰ­ῶ­νες πρὶν τὸ Ἰσ­ρα­η­λι­νὸ κρά­τος ἔ­χει δη­μι­ουρ­γη­θεῖ, καὶ ὅ­τι ἦ­ταν στὰ χέ­ρια τῶν Σα­μα­ρει­τῶν ὀ­κτὼ αἰ­ῶ­νες πρὶν ἀ­πὸ αὐ­τό, (τὸ ὑ­πό­λοι­πο τοῦ ἀρ­χι­κοῦ να­οῦ εἶ­χε κα­τα­στρα­φεῖ κα­τὰ τὴν εἰ­σβο­λὴ τοῦ Σά­χη Χοσ­ρᾶν Παρ­νὶς στὸν ἕ­βδο­μο αἰ­ῶνα, κα­τὰ τὴν ὁ­ποί­α οἱ Ἑ­βραῖ­οι εἶ­χαν σφα­γιά­σει ὅ­λους τούς Χρι­στια­νοὺς τῆς Ἱ­ε­ρου­σα­λήμ). Ἡ ὁ­μά­δα ἔ­φυ­γε μὲ ἀ­πει­λές, ὕ­βρεις καὶ αἰ­σχρό­τη­τες τοῦ εἴ­δους ποὺ οἱ ντό­πιοι χρι­στια­νοὶ ὑ­πο­φέ­ρουν τα­κτι­κά. Με­τὰ ἀ­πὸ λί­γες μέ­ρες, στὶς 29 Νο­εμ­βρί­ου, κα­τὰ τὴ διά­ρκεια μί­ας χει­μαρ­ρώ­δης νε­ρο­πον­τῆς, μί­α ὁ­μά­δα Σι­ω­νι­στῶν γύ­ρι­σε στὸ μο­να­στή­ρι. Ὁ Ἅ­γιος εἶ­χε ἤ­δη βά­λει τὸ πε­τρα­χή­λι του γιὰ τὸν Ἑ­σπε­ρι­νό. Ἡ ἀ­πο­σπα­σμα­τι­κὴ κο­πὴ τῶν τρι­ῶν δα­κτύ­λων μὲ τὸ ὁ­ποῖ­ο ἔ­κα­νε τὸ ση­μεῖ­ο τοῦ Σταυ­ροῦ τοῦ ἔ­δει­ξε ὅ­τι εἶ­χε βα­σα­νι­στεῖ σὲ μί­α προ­σπά­θεια νὰ τὸν κά­νουν νὰ ἀρ­νη­θεῖ τὴν Ὀρ­θό­δο­ξη Χρι­στι­α­νι­κὴ Πί­στη.Τὸ πρό­σω­πό του εἶ­χε χα­ρα­χθεῖ ἄ­γρια στὴ μορ­φὴ τοῦ Σταυ­ροῦ. Ἡ Ἐκ­κλη­σί­α καὶ ἱ­ε­ρὰ σκεύ­η εἶ­χαν ὅ­λα κα­τα­στρα­φεῖ ἀ­πὸ τὴν δι­ά­πρα­ξη τῆς ἱ­ε­ρο­συ­λί­ας.

   Τὸ σκή­νω­μα τοῦ Ἁγί­ου πα­ρα­δό­θη­κε στοὺς Ὀρ­θο­δό­ξους με­τὰ ἀ­πὸ 6 μέ­ρες, ἀλ­λὰ δι­α­τη­ροῦ­σε τὴν εὐ­καμ­ψί­α του καὶ ἐ­τά­φη στὸ κοι­μη­τή­ριο τῆς Ἁ­γί­ας Σι­ών. Με­τὰ ἀ­πὸ τέσ­σε­ρα χρό­νια στὴν ἀ­να­κο­μι­δὴ τῶν ἱ­ε­ρῶν του λει­ψά­νων, τὸ σῶ­μα βρέ­θη­κε ἄ­φθαρ­το καὶ εὐ­ω­δί­α­ζε. Τό­τε, ἔ­κλει­σαν τὸν τά­φο καὶ τὸν ξα­νάνοι­ξαν τὰ Χρι­στού­γεν­να τοῦ 1984, ὁπό­τε τὸ ἱ­ε­ρὸ σκῆ­νος δι­α­τη­ροῦ­σε με­ρι­κὴ ἀ­φθαρ­σί­α καὶ τὸ το­πο­θέ­τη­σαν σὲ ὑ­ά­λι­νη λει­ψα­νο­θή­κη στὸ Βό­ρει­ο τμῆ­μα τοῦ Ἱ­ε­ροῦ Βή­μα­τος στὸ να­ὸ τῆς Ἁ­γί­ας Σι­ών.

   O ἱ­ε­ρο­μάρ­τυς Φι­λού­με­νος συγ­κα­τα­λέχ­θη­κε με­τα­ξὺ τῶν Ἁ­γί­ων τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῶν Ἱ­ε­ρο­σο­λύ­μων στὶς 30 Αὐ­γού­στου τοῦ 2008, ὁ­πό­τε καὶ τὸ ἄ­φθο­ρο Ἅγιο σκή­νω­μά του με­τα­φέρ­θη­κε στὸ προ­σκύ­νη­μα τοῦ φρέ­α­τος τοῦ Ἰ­α­κὼβ ὅ­που καὶ μαρ­τύ­ρη­σε γιὰ τὴν ἀ­γά­πη τοῦ Χρι­στοῦ.

Ἡ μνή­μη του τι­μᾶ­ται τὴν 29η Νο­εμ­βρί­ου, ἐξαι­ρέ­τως δὲ στὴν Κοι­νό­τη­τα τῆς Ὁ­ροῦν­τας μὲ παν­νύ­χιο ἀ­γρυ­πνί­α.

 

Ἀναδημοσίεση ἀπό: NOCTOC