Κυριακή Ε΄Νηστειών, Μελέτη στο Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: «ὁ υἱος τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι ἀλλά διακονῆσαι»

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ(ΑΓΙΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ)

Γέροντος Δωροθέου

Μετά τήν ὁλοκλήρωση τῆς διδασκαλίας του ὁ Χριστός ἐστράφη πρός τά Ἰεροσόλυμα καί προειδοποίησε τούς μαθητές του γιά τό ἐπερχόμενο Πάθος. Ἔθεσε δέ τήν διακονία του πρός τό ἀνθρώπινο γένος ὡς ὑπόδειγμα τῆς ταπείνωσης καί τῆς ἀγάπης του.

Ὁ Κύριος ἔμελλε νά νίψει τά πόδια τῶν μαθητῶν στό Μυστικό Δεῖπνο καί νά τούς πεῖ «ἰδού ὑπόδειγμα δίδωμι ἡμῖν…». Οἱ μαθητές ὅπως καί ὅλοι οἱ Ἰουδαῖοι ἐθεωροῦσαν τήν βασιλεία τοῦ Μεσσία γήινη. Ποθοῦσαν, λοιπόν, μία θέση δίπλα σέ ἕναν ἐπίγειο βασιλέα. Γι’ αὐτό καί μετά τήν Σταύρωση ἐκρύβοντο στό ὑπερῶο. Ὁ Χριστός τούς ἀποκαλύπτει ἐδῶ ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι συνώνυμη μέ τήν θυσία. Ἡ διακονία τῶν ἄλλων εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς ἐκείνων πού τόν ἀγαποῦν καί ἔχουν ἀντιληφθεῖ γιατί ὁ Θεός ἐσαρκώθη, ἀπέθανε στόν Σταυρό καί ἐτάφη ὡσάν ἕνας ἀκόμη ἄνθρωπος. Ὁ Θεός δέν ὑπόκειται σέ καμμιά ἀναγκαιότητα, εἶναι ἀπολύτως ἐλεύθερος καί τό κίνητρό του γιά τήν σάρκωσή του καί τήν ἑκούσια σταυρική θυσία εἶναι ἡ ἄπειρη ἀγάπη του πρός τό ἀνθρώπινο πλάσμα του. Ὁ Θεός εἶναι ταπεινός καί οἱ ἀληθινοί δούλοι του περνοῦν ἀπαρατήρητοι καί λογίζονται ἀσήμαντοι. 

Ὁ Θεάνθρωπος μέ τήν ἑκούσια Σταύρωσή του ἁγίασε ξανά κάθε πηγή ἁμαρτίας τοῦ γένους μας. Ἡ ἁγία κεφαλή του δέχθηκε τά ἀγκάθια τοῦ στεφανιοῦ προκειμένου να μᾶς λυτρώσει ἀπό ἁμαρτωλές σκέψεις, τά χέρια καί τά πόδια του δέχθηκαν τά καρφιά γιά ὅσα ἁμαρτωλά τά δικά μας χέρια κάνουν καί τά πόδια, τό στόμα του δέχθηκε τό ὄξος καί τήν χολή γιά ὅσα ἄτοπα τό δικό μας στόμα λέει, τό ἅγιο πρόσωπό του δέχθηκε ραπίσματα καί ἐμπτυσμούς πού ἁρμόζουν σέ ἐμᾶς. Ἀκόμη ἀπό τήν πλευρά του ἔρευσε αἵμα καί νερό ὡς προτύπωση τῆς δωρεᾶς τῆς θείας εὐχαριστίας καί ἀπέθανε κρεμάμενος εἰς τόν ἀέρα, χωρίς νά πατάει στή γῆ, σάν μεσίτης Οὐρανοῦ καί γῆς, Θεοῦ καί ἀνθρώπων. Ὁ Χριστός διηκόνησε καί εὐεργέτησε μέ κάθε τρόπο τό ἀνθρώπινο γένος, ὠθούμενος ἀπό τήν ἀγάπη του γιά μᾶς.

 Ἡ Ἐκκλησία, σάν παράταση τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ στή γῆ, τό αὐτό πράττει. Εἶναι ἱατρεῖο ὅπου θεραπεύονται οἱ πληγωμένες ἀπό τήν ἁμαρτία ψυχές τῶν ἀνθρώπων (ἱερά ἐξομολόγηση), παρέχει τροφή (τήν θεία Κοινωνία) στόν πεινασμένο, προστασία μέ τήν πανοπλία τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, ἐλπίδα μέ τήν πρόγευση τῶν μελλόντων ἀγαθῶν. Ἡ Ἐκκλησία ὡς σῶμα Χριστοῦ εἶναι ἀπρόσβλητη ἀπό τόν θάνατο, εἶναι το καράβι στήν φουρτουνιασμένη θάλασσα, γιά νά σωθεῖ ὁ ναυαγισμένος ἄνθρωπος, τό ἀσφαλές καταφύγιο τῶν ἀναγκαιμένων.

Οἱ χριστιανοί ἀπό τήν ἄλλη μεριά, ἐφ ὅσον ἔχουμε συνειδητοποιήσει ποίου τό ὄνομα φέρουμε, ὀφείλουμε νά ὑπηρετοῦμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Εἴμαστε κατά τόν Ἀπ. Παὺλο «μέλη ἐκ μέλους». Διακονία δέν εἶναι μόνο τά χρήματα. Ἀναφέρει ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος: «Κανείς δέ μπορεῖ νά πεῖ: εἶμαι φτωχός καί μέ τί νά κάνω ἐλεημοσύνη. Γιατί καί ἄν ἀκόμα δέν μπορεῖς νά δώσεις τόσα ὅσα ἐκεῖνοι οἱ πλούσιοι πού ἔβαζαν τίς δωρεές τους στό θησαυροφυλάκιο τοῦ Ναοῦ, τότε δῶσε δύο λεπτά σάν ἐκείνη τή χήρα τή φτωχή καί τά δέχεται ἀπό μέρους σου ὁ Θεός καλύτερα ἀπό τίς δωρεές τῶν πλουσίων. Δέν ἔχεις ὅμως οὔτε τόσα; ἔχεις δυνάμεις καί μπορεῖς νά ἐλεήσεις τόν ἄρρωστο μέ τίς ὑπηρεσίες σου. Δέν μπορεῖς οὔτε αὐτό; Μπορεῖς μέ τόν καλό σου λόγο νά παρηγορήσεις τόν ἀδελφό σου. Ἐλέησέ τον μέ τόν παρηγορητικό λόγο καί  ἄκουσε αὐτόν πού λέει:  «ὁ καλός λόγος εἶναι προτιμότερος ἀπό τά δῶρα». Ὑπόθεσε τώρα ὅτι οὔτε μέ τό λόγο δέν μπορεῖς νά δείξεις ἔλεος. Μπορεῖς ὅμως ἄν θυμώσει μαζύ σου ὁ ἀδελφός σου, νά τόν βοηθήσεις ἀντέχοντάς τον τήν ὥρα τῆς ταραχῆς, τότε πού τόν βλέπεις νά ἐπηρεάζεται ἀπό τόν κοινό σας ἐχθρό τό διάβολο. Καί ἀντί νά τοῦ πεῖς μία κουβέντα καί νά τόν ταράξεις περισσότερο, μπορεῖς νά σωπάσεις καί νά ἐλεήσεις τήν ψυχή του, παίρνοντάς την ἀπό τά νύχια τοῦ ἐχθροῦ. Μπορεῖς ἀκόμα, ἄν ἁμαρτήσει εἰς βάρος σου ὁ ἀδελφός σου, νά τόν ἐλεήσεις καί νά τοῦ συγχωρήσεις τήν ἁμαρτία του, γιά νά συγχωρεθεῖς καί σύ ἀπό τό Θεό. Γιατί ἡ Γραφή λέει: «Συγχωρεῖτε γιά νά σᾶς συγχωρήσει καί σᾶς ὁ Θεός.». Καί νά πού ἐλεεῖς τήν ψυχή τοῦ ἀδελφοῦ σου, συγχωρώντας του ὅτι σοῦ ἔκανε. Γιατί ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε τήν ἐξουσία, ἄν θέλουμε, νά συγχωροῦμε ὁ ἕνας τά σφάλματα τοῦ ἄλλου. Μπορεῖς, λοιπόν, νά μήν ἔχεις μέ τί νά ἐλεήσεις τό σῶμα τοῦ συνανθρώπου σου, ἀλλά ἐλεεῖς τήν ψυχή του. Καί ὑπάρχει μεγαλύτερο ἔλεος ἀπό αὐτό πού προσφέρεται στήν ψυχή τοῦ ἄλλου; Ἐπομένως κανένας δέν μπορεί νά πεῖ «δέν μπορῶ νά κάνω ἐλεημοσύνη». Ὁ καθένας μπορεῖ ἀνάλογα μέ τίς δυνατότητές του καί τήν κατάσταση στήν ὁποία βρίσκεται». Ἄν, λοιπόν, ἡ μέριμνά μας εἶναι ἡ ὠφέλεια τοῦ ἀδελφοῦ ὑπάρχουν τρόποι νά τόν διακονήσουμε. Κατά τόν μέγα Παῦλο ὡς : «οὐδέν ἔχοντες καί τά πάντα κατέχοντες».

Κάθε διακονία μας εἶναι διακονία πρός τόν Χριστό, στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Θεός ἀνακεφαλαίωσε τόν κόσμο τοποθετώντας κεφαλή ὅλων τόν Χριστό. Κάθε μικρή δική μας πράξη ὑπομονῆς, θυσίας καί ταπείνωσης εἶναι ἡ ἀσήμαντη μας ἀντιπροσφορά ἀγάπης στήν δική του μέχρι θανάτου διακονία σέ μᾶς.

Ἀρχιμανδρίτου Δωροθέου Τζεβελέκα
”ΔΙΗΓΗΣΟΜΑΙ ΠΑΝΤΑ ΤΑ ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΣΟΥ”
ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στά κυριακάτικα Εὐαγγέλια
Θεσσαλονίκη, 2015