Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης – Διηγήσεις: ” Ἡ στενοχώρια εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀρρώστια”

κζ΄. Ἡ στενοχώρια εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀρρώστια

     Πα­ρα­πο­νι­ό­μουν στόν ὅ­σιο Δαυ­ΐδ γιά τίς ἐ­λι­ές πού ἔ­κο­ψε ἐ­κεῖ­νος ὁ ἀ­σε­βής καί ἔ­λε­γα: “Ἅ­γι­έ μου Δαυ­ΐδ, ἐ­γώ τά ἄ­φη­σα ὅ­λα καί τώ­ρα ἦρ­θα νά κοι­τά­ξω τίς δι­κές σου τίς δου­λει­ές σέ τό­σα κτή­μα­τα;”. Ἀ­πό τό τέμ­πλο, παι­διά μου, ἀ­κού­στη­κε ἕ­νας κρό­τος μέ­ρα με­ση­μέ­ρι, δη­λα­δή φεύγει ἀ­πό τό τέμ­πλο, μέ συγ­χω­ρεῖ­τε, ἡ ἁ­γί­α του εἰ­κό­να καί στέ­κε­ται ἕ­νας κα­λό­γε­ρος στήν Βό­ρεια πύ­λη τοῦ ἱ­ε­ροῦ, ἐ­κεῖ πού εἶ­ναι ὁ τiakovosα­ξιά­ρχης Μι­χα­ήλ, καί λέ­ει: “Πά­τερ μου, μή στε­νο­χω­ρι­έ­σαι, δι­ό­τι ἡ με­γα­λύ­τε­ρη ἀρ­ρώ­στια γιά τόν ἄν­θρω­πο εἶ­ναι ἡ στε­νο­χώ­ρια”. Καί ἔ­γι­νε ἀ­μέ­σως ἄ­φαν­τος με­τά ἀ­πό αὐ­τό καί πῆ­γε στήν θέ­ση του (στό τέμπλο). Σᾶς τό δι­δά­σκω, παι­διά μου, νά τό ξέ­ρε­τε⋅ ἡ με­γα­λύ­τε­ρη ἀρ­ρώ­στια γιά τόν ἄν­θρω­πο εἶ­ναι ἡ στε­νο­χώ­ρια».

 

κη΄. «Δέν καταριέμαι»

     Εἴ­χα­με ἕ­να δέν­τρο, μί­α κα­στα­νι­ά 300 ἐ­τῶν, καί κό­ψαν τήν κα­στα­νι­ά καί τήν πῆ­ραν, ἕ­νας ἀ­σε­βής Δα­σο­νό­μος, καί κά­ναν στό σπί­τι του τά κου­φώ­μα­τα. Με­τά ἀ­πό 15 μέ­ρες ἔ­μα­θα ἐ­γώ ὅ­τι ἔ­κο­ψαν τήν κα­στα­νι­ά. Παι­δι­ά μου, τώ­ρα τήν ἀ­γρυ­πνία­ νά ᾽κα­να ἐ­γώ, τήν Λει­τουρ­γί­α, ἤ νά πά­ω νά φυλάω τήν κα­στα­νι­ά; ”Ἐ­σύ Ἅ­γι­έ μου, (εἶπα) κα­τά τά ἔρ­γα τους νά τούς ἀν­τα­πο­δώ­σης, κα­κό νά μήν πά­θουν, νά τούς φω­τί­σης”. Αὐ­τός πού ἔ­κο­ψε τήν κα­στα­νι­ά καί τήν πῆ­ρε, ἀν­τί γι­ά 400 δραχ­μές πού πῆρε νά με­τα­φέ­ρη τήν κα­στα­νι­ά, ἔ­σπα­σε τό βρά­δυ τό τρα­κτέρ καί πλη­ρώ­νει 60.000. Πρίν 20 χρό­νι­α 60.000 ἦ­ταν ἀ­κρι­βά. Βλέ­πε­τε; Καί με­τά μέ­θυ­σε καί λέ­ει, ”πάτερ μου, ἐ­γώ τήν πῆ­ρα τήν κα­στα­νι­ά. Μ᾽ ἔ­βα­λε ὁ τά­δε­”. Ὁ δέ Δα­σο­νό­μος ”ἔφαγε ἕ­να φύ­ση­μα­” καί στά σύ­νο­ρα βρί­σκε­ται τώ­ρα αὐ­τός. Ἐ­γώ τό κα­τά­λα­βα ὅ­τι αὐ­τός ἔ­κο­ψε τό δέν­τρο, με­τά βρή­κα­με καί τό δέν­τρο. Ἔ­κο­ψε τά ξύ­λα καί τά ἔ­βα­λε μέσα στό σπί­τι του. Εἴ­δα­με τά ξύ­λα.

»Ἐ­μεῖς κα­κό δέν κά­νο­με σέ κα­νέ­να, ἀλ­λά για­τί νά κό­ψε­τε τό δεν­τρά­κι αὐ­τό πού ᾽ταν 300 χρό­νων; Δέν γί­νον­ται τά δέν­τρα ἔ­τσι εὔ­κο­λα. Δέν εἶ­μαι καμ­μιά γυ­ναι­κού­λα τοῦ δρό­μου νά βλα­σφη­μῶ καί νά κα­τα­ρι­έ­μαι, ἐ­μεῖς εἴ­μα­στε πα­τέ­ρες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἐμεῖς κά­νο­με προ­σευ­χή, ἀλ­λά καμ­μιά φο­ρά μπο­ρεῖ νά γογ­γύ­ση κα­νείς. Ἀλ­λά εἶ­πα, ”Θεέ μου, φώ­τι­σέ τον  νά με­τα­νο­ή­ση, νά ζη­τή­ση συγ­γνώ­μη ἀ­πό τόν ἅ­γιο Δαυ­ΐ­δ”.

»Εἶ­ναι πο­λύ θαυ­μα­τουρ­γὸς ὁ Ἅ­γι­ος. Δέν περ­νά­ει ὥ­ρα, δέν θά πε­ρά­ση ἡ ἡ­μέ­ρα, χω­ρίς νά τό δεί­ξη τό θαῦ­μα του ὁ Ἅ­γι­ος».

 

κθ΄. Πεινασμένες ψυχές κεκοιμημένων

     Εγώ ἀ­πό παι­δί πη­γαί­νω στό νε­κρο­τα­φεῖ­ο κά­θε μέ­ρα καί σκέ­φτο­μαι τόν θά­να­το.

»Πε­θά­ναν ὅ­λοι οἱ συγ­γε­νεῖς μου. Λοι­πόν, μί­α θεί­α μου τήν μνη­μο­νεύ­ω. Εἶ­δα καί τήν θεί­α καί μοῦ λέ­ει:

— Ἄ­αχ! ἀ­νη­ψι­έ μου Ἰ­ά­κω­βε, σ᾽ εὐ­χα­ρι­στῶ γι᾽ αὐτό πού μοῦ στέλ­νεις. Πολ­λά μοῦ στέλ­νεις, ἀλ­λά ξέ­ρεις ἔ­χει κι ἄλ­λους ἀν­θρώ­πους πού δυ­στυ­χοῦν καί πει­νοῦν καί δέν ἔ­χουν κα­νέ­ναν στόν κό­σμο νά τούς σκε­φθῆ, νά τούς νοια­στῆ.

»Γι᾽ αὐ­τό κά­νου­με τά Ψυ­χο­σάβ­βα­τα, εἶ­ναι γιά ὅ­λους τούς Χρι­στια­νούς. Καί τῆς λέ­γω:

— Ποῦ νά ξέ­ρω ἐ­γώ ποι­ός ἔ­χει ἀ­νάγ­κη;

— Ξέ­ρεις ἐ­σύ, μοῦ λέ­ει, τί πεῖ­να ἔ­χουν, νά τούς στέλ­νης ὅ­πως στέλ­νεις ἐ­μέ­να, νά στεί­λης καί σέ ἄλ­λους πού ἔ­χουν ἀ­νάγ­κη καί ὅ­,τι στε­ροῦν­ται, δι­ό­τι ἔ­χουν ἀ­νάγ­κη τῆς προ­σευ­χῆς καί ἀ­νάγ­κη ἔ­χουν τῆς θεί­ας Λει­του­γί­ας.

»Ὅ­λα κα­λά (εἶναι) καί οἱ ἐ­λε­η­μο­σύ­νες καί οἱ Πα­ρα­κλή­σεις, ἀλ­λά ἰ­δι­αι­τέ­ρως (βοηθᾶ) ἡ θεί­α Λει­τουρ­γί­α».

κε΄. ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ από το Βιβλίο “Ο ΓΕΡΩΝ ΙΑΚΩΒΟΣ   ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ–ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ–ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ” της σειράς ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΒΙΩΜΑ  4
ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΣ – ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΜΑΣ «ΕΝΩΜΕΝΗ  ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ» σελ. 48-51
Δείτε ΕΔΩ τις σχετικές με το βιβλίο αναρτήσεις