Γεωργίου I. Βιλλιώτη
φιλολόγου-θεολόγου
Εἶναι παρήγορη ἡ ἀναζωπύρωση τοῦ ἐνδιαφέροντος γιὰ τὴ νεοελληνική μας γλῶσσα. Καὶ ἀκόμα πιὸ παρήγορο ὅτι τὸ ἐνδιαφέρον αὐτὸ δὲν ἐξαντλεῖται στοὺς ἀκαδημαϊκοὺς κύκλους. Πληθαίνουν οἱ συμπολῖτες μας ποὺ πονᾶνε τὴ γλῶσσα, μελετοῦν κείμενα, ὁμιλοῦν προσεκτικά, ἀρθρογραφοῦν γιὰ γλωσσικὰ ζητήματα καὶ ἂς μὴν εἶναι γλωσσολόγοι. Ἂς μὴν λησμονοῦμε ὅτι ὁ λαὸς εἶναι ὁ θεματοφύλακας τῆς γλώσσας μας. Μὲ πολλὲς θυσίες καὶ ἀντοχὴ ἀξιοθαύμαστη φύλαξε τὴ γλῶσσα ὡς θησαυρὸ πολύτιμο. Δὲν τρέφουμε βέβαια ψευδαισθήσεις. Οἱ προσεκτικοὶ ὁμιλητὲς εἶναι λίγοι· εἶναι ὅμως ἡ μαγιά. «Μικρὰ ζύμη ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ». Οἱ κινδυνολόγοι ἴσως μᾶς ψέξουν γιὰ ἐθελοτυφλία. Ὁ γλωσσικὸς ἀφελληνισμός, ἡ λεξιπενία, τὰ λάθη, ἡ ξύλινη γλῶσσα εἶναι μείζονα προβλήματα ποὺ οὐδεὶς δύναται νὰ τὰ ἀγνοήσῃ. Εἶναι ὅμως χρονίζοντα προβλήματα, ποὺ στὸ παρελθὸν ἦταν ὀξύτερα. Τὸ λεξιλόγιο λόγου χάριν τὸν 19ο αἰῶνα ἦταν κατάστικτο ἀπὸ ξένες λέξεις. Καὶ ὅμως ἡ γλῶσσα δὲν χάθηκε! Ἡ γλῶσσα μας δὲν κινδυνεύει. Μέλημά μας, ἂν ἀγαπᾶμε τὴ γλῶσσα μας, εἶναι νὰ ἐγκύψουμε στὰ πραγματικά της προβλήματα καὶ νὰ προσπαθήσουμε νὰ τὰ ἐπιλύσουμε μὲ τὴν ἀρωγὴ ἢ καὶ χωρὶς τὴν ἀρωγὴ τοῦ κράτους. Ἄλλωστε ἡ γλῶσσα εἶναι πολὺ σοβαρὴ ὑπόθεση γιὰ τὴν ἀφήσουμε στοὺς πολιτικούς!
Ἡ γλῶσσα εἶναι φαινόμενο σύνθετο καὶ πολύπλοκο. Συνδέεται ἄρρηκτα μὲ τὸ πολιτισμικὸ περιβάλλον, τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα ἑνὸς λαοῦ. Δεδομένου ὅτι ὁ ἑλληνικὸς πολιτισμὸς διέρχεται μία περίοδο κάμψεως εἶναι ἑπόμενο καὶ ἡ γλῶσσα τοῦ μέσου ὅρου νὰ χαρακτηρίζεται πτοημένη καὶ ἐλλειμματική. Στὶς μέρες μας ποὺ ὅλο καὶ περισσότερο τὸ παρελθὸν μᾶς αἰφνιδιάζει μὲ τὴ δύναμη τῆς ἐπικαιρότητας του ἡ ἀγάπη γιὰ τὴν παράδοση καὶ τὴ γλῶσσα ἀναρριπίζεται. Εἰς πεῖσμα τῶν καιρῶν αὐξάνονται οἱ συγγραφεῖς ποὺ ἐπιλέγουν τὸ πολυτονικὸ σύστημα γραφῆς, ἐκεῖνοι ποὺ ἀντλοῦν ἐκφραστικὲς δυνατότητες ἀπὸ τὴ δεξαμενὴ τῆς ἀρχαίας καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑλληνικῆς ἀδιαφορῶντας γιὰ τὶς λοιδορίες τῶν ὀρθόδοξων ψευδοπροοδευτικῶν δημοτικιστῶν ποὺ εὐτυχῶς ἀποτελοῦν εἶδος ὑπὸ ἐξαφάνιση. Κανεὶς σοβαρὸς στοχαστὴς δὲν ἀμφισβητεῖ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς διδασκαλίας τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν στὴ δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση. Σὲ μᾶς ἐναπόκειται νὰ μετατρέψουμε αὐτὸ τὸ ρεῦμα ἐπιστροφῆς στὴν παράδοση σὲ χείμαρρο.
Μὲ τὴ μετοχὴ στὴ ρωμέικη παράδοση ὁ Ἕλληνας θὰ ἀποκτήσῃ καλλιεργημένη εὐαισθησία ποὺ θὰ τὸν ὁδηγήσῃ στὴν ἐπίγνωση τοῦ βιωματικοῦ πλούτου ποὺ ἐνυπάρχει στὴν ἀρχαιότερη καὶ πλουσιότερη γλῶσσα τοῦ κόσμου ποὺ μιλιέται ἀδιάκοπα ἐδῶ καὶ τέσσερεις χιλιετίες. Τὸ ἑπόμενο βῆμα εἶναι νὰ ἀναζητήσουμε τὸν μίτο ποὺ θὰ μᾶς συνδέσῃ μὲ τὸ γλωσσικό μας παρελθόν. Ἡ συγκομιδὴ ἀπὸ τὴ διδασκαλία τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν στὴ δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση εἶναι μᾶλλον φτωχή· περιορίζεται σὲ γραμματικοὺς τύπους καὶ σὲ συντακτικοὺς νόμους. Ἡ ἐπιλογὴ τῶν κειμένων εἶναι ἄστοχη καὶ ἄσχετη μὲ τὰ ἐνδιαφέροντα τῶν μαθητῶν. Τὰ βιβλικὰ καὶ τὰ πατερικὰ κείμενα ἔχουν ἐξοβελιστῇ. Δὲν πρέπει νὰ μᾶς διαλάθῃ τὴν προσοχὴ καὶ τὸ ἅλμα ποὺ καλεῖται νὰ κάνῃ ὁ μαθητὴς ἀπὸ τὴ σύγχρονη ἑλληνικὴ στὴ γλῶσσα τοῦ Πλάτωνα καὶ τοῦ Ξενοφῶντα. Ἡ διδασκαλία τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν πρέπει νὰ ἀλλάξῃ ἐκ βάθρων. Ἡ μετάβαση ἀπὸ τὴν νέα στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ ἐπιβάλλεται νὰ γίνῃ ὁμαλά· τὰ παιδιὰ νὰ ἔλθουν σὲ ἐπαφὴ πρῶτα μὲ τὰ ἔργα τοῦ Παπαδιαμάντη καὶ τοῦ Βυζηινοῦ, ἐν συνεχείᾳ μὲ βιβλικὰ καὶ πατερικὰ κείμενα καὶ τέλος μὲ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες συγγραφεῖς. Στὴ διδασκαλία νὰ δοθῇ ἔμφαση στὸ περιεχόμενο καὶ στὶς διαδρομὲς τῶν λέξεων. Μόνο ἔτσι θὰ κερδίσουμε τοὺς μαθητές. Ἡ συλλογὴ τῶν κειμένων ἔχει ἤδη ξεκινήσει. Ἡ «Ἑνωμένη Ρωμηοσύνη» πρωτοστατεῖ σὲ αὐτὴν τὴν προσπάθεια. Πληροφορούμαστε ὅτι σὲ ἀρκετὲς ἐνορίες διδάσκονται ἀρχαῖα ἑλληνικά. Ἂν κάθε ἐνορία δημιουργήσῃ ἕνα φροντιστήριο ἀρχαίων ἑλληνικῶν τότε θὰ μποροῦμε νὰ μιλᾶμε γιὰ ἀληθινὴ ἐπανάσταση. Ὅπως ἐλέχθη ἀνωτέρω ὁ γλωσσικὸς ἀφελληνισμὸς ἀποτελεῖ πρόβλημα, καὶ μάλιστα σοβαρό. Χωρὶς σὲ καμμία περίπτωση νὰ εἴμαστε ὀπαδοὶ τοῦ γλωσσικοῦ σωβινισμοῦ εἶναι ἐπιβεβλημένο νὰ ἀντιδράσουμε στὴ μόδα τῆς ἄκριτης μεταφύτευσης ξένων λέξεων στὴν ἑλληνική. Γιατὶ νὰ λέμε γκάλοπ καὶ ὄχι δημοσκόπηση, ἴντερνετ καὶ ὄχι διαδίκτυο, σλίπινγκ μπάγκ καὶ ὄχι ὑπνόσακο, ἔξιτ πόλ καὶ ὄχι μεταδημοσκόπηση.
Ἐνδεχομένως κάποιοι νὰ μᾶς χαρακτηρίσουν οὐτοπιστές. Στὶς ἀρχὲς τοῦ προηγούμενου αἰῶνα ἐπιφανὴς φιλόλογος ἀναμφισβήτητου κύρους θεωροῦσε ἀδύνατον νὰ μποῦν στὸ στόμα τῶν Ἑλλήνων οἱ λέξεις ἐφημερίδα, λεωφορεῖο καὶ ταχυδρομεῖο. Καὶ ὅμως διαψεύσθηκε. Ἀξίζει νὰ ἐπαινέσουμε τὴν ἐξαιρετικὴ ἐργασία τοῦ Κέντρου Ἐρεύνης Ἐπιστημονικῶν Ὅρων καὶ Νεολογισμῶν τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν καὶ τοῦ περιοδικοῦ ποὺ ἐκδίδει. Μέσῳ τοῦ διαδικτύου οἱ προτάσεις τοῦ Κέντρου μποροῦν νὰ διαδοθοῦν στὸ εὐρὺ κοινό. Ἡ κατάργηση τοῦ πολυτονικοῦ εἶχε ὀλέθριες συνέπειες. Τὸ πολυτονικὸ μαζὶ μὲ τὴν ἱστορικὴ ὀρθογραφία ἀποτελοῦν τὰ πιὸ ἁπτὰ τεκμήρια τῆς διαχρονικῆς συνέχειας τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Μὲ τοὺς τόνους ἀποφεύγονται νοηματικὲς συγχύσεις καὶ δυσκολίες στὴν ἀνάγνωση. Μὲ τὰ πνεύματα ὁ ἀναγνώστης κατανοεῖ εὐκολότερα τὴν ἐτυμολογία τῶν λέξεων. Ἡ μονοτονικὴ γραφὴ ἀποτελεῖ ἐμπόδιο γιὰ τὴ μελέτη τῶν κειμένων ποὺ εἶναι γραμμένα σὲ πολυτονικό.
Ἡ ἐκμάθηση τοῦ πολυτονικοῦ δὲν εἶναι δύσκολη. Μέσα σὲ λίγα μαθήματα μποροῦμε νὰ μάθουμε τὸ πολυτονικό. Στὴν ἱστοσελίδα http://www.polytoniko.org ὁ γλωσσοδίφης μπορεῖ σὲ δέκα ἁπλᾶ μαθήματα νὰ μάθῃ τὸ πολυτονικό. Οἱ γονεῖς νὰ ἐθίζουν τὰ παιδιά τους ἀπὸ μικρὴ ἡλικία νὰ διαβάζουν πολυτονικὰ κείμενα ὥστε νὰ ἐξοικειωθοῦν μὲ αὐτά (προσευχές, βίους Ἁγίων κ.ἄ). Λάθη γραμματικά, συντακτικὰ καὶ ὀρθογραφικὰ γίνονταν καὶ θὰ γίνωνται. Ἡ γλῶσσα μας εἶναι δύσκολη καὶ εἶναι λογικὸ τὰ λάθη νὰ θεωροῦνται συγγνωστά. Ὁ ἀγῶνας ὅμως νὰ τὰ ἀποφεύγουμε εἶναι μιὰ πολὺ καλὴ ἄσκηση τοῦ νοῦ ποὺ μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπὸ παρανοήσεις καὶ παρεξηγήσεις. Ὑπάρχουν ἀρκετὰ χρήσιμα βοήθηματα στὰ ὁποῖα μπορεῖ νὰ ἀνατρέξῃ ὁ ἐνδιαφερόμενος. Εἴμαστε προνομιοῦχοι μέσα στὸν κόσμο· μιλᾶμε τὴν ἀρχαιότερη καὶ πλουσιότερη γλῶσσα. Τὸ ἂν θὰ διαχειριστοῦμε ἐπάξια τὴ γλωσσικὴ παρακαταθήκη τῆς Ρωμηοσύνης ἐπαφίεται στὸν πατριωτισμό μας