Περί μνήμης και αναμνήσεως της ελληνικής Ελευθερίας στις συμπληγάδες της σύγχρονης κυβερνητικής ολιγαρχίας

Οι μέρες τις οποίες ζούμε αναμφισβήτητα κρίνουν το μέλλον της Ελλάδος. Το παρόν εξάλλου εμπεριέχει στην ουσία του τόσο το παρελθόν όσο και το μέλλον. Αυτό συμβαίνει γιατί το παρόν έχει προκύψει από την εξέλιξη του παρελθόντος και αναλόγως του τί κυοφορεί μέσα του, στο “νύν-τώρα”, ως δυναμική, καθορίζει εν πολλοίς και το μέλλον. Η συμπεριφορά λοιπόν την οποία έχουμε επιδείξει όλοι μας ως Έλληνες πολίτες μέχρι σήμερα ερμηνεύει σε έναν μεγάλο βαθμό την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε τώρα. Αναλόγως λοιπόν και η συμπεριφορά την οποία επιδεικνύουμε στις παρούσες και κρίσιμες ημέρες αναφορικά με την κοινωνική, πολιτική και πνευματική κατάσταση της πατρίδος μας, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό θα καθορίσει και την μελλοντική μας ευπραγία ή όχι.

Η Ελευθερία μας πλέον έχει τεθεί ευθέως σε πλήρη αμφισβήτηση και εν συνεχεία (δυστυχώς για εμάς), έχει τεθεί σε διαδικασία νέας ερμηνείας και απόκτησης νέου νοήματος, το οποίο πρέπει να γίνει παγκοσμίως υποχρεωτικά αποδεκτό, όπως ακριβώς επιτάσσει η πολιτική ορθότητα. Η Ελευθερία στο ακέραιο σύνολό της από δεδομένη, τεμαχίστηκε και έγινε ζητούμενη ή ακόμη χειρότερα κατέστη φθηνή επιβράβευση, σε δόσεις πάντα μέσω σχετικών ΚΥΑ, ανάλογα με την πειθήνια ανοχή στις επιταγές του ολιγαρχικού κυβερνητικού καθεστώς.

Υποτίθεται, ότι το δημοκρατικό κεκτημένο ήταν σταθερό, ακέραιο και εξασφάλιζε τόσο τις ατομικές ελευθερίες και τα ατομικά δικαιώματα όσο και την πολιτειακή σταθερότητα, ως πυλώνες κοινωνικής ευημερίας, όπως μέχρι σήμερα ευαγγελιζόταν η φιλελεύθερη αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Το Σύνταγμα και το Κράτος δικαίου φάνταζαν ως ακλόνητα αναχώματα προστασίας της ελευθερίας και ανεξαρτησίας του πολίτη αλλά και της ακεραιότητος της ίδιας της πολιτείας.

Η Ελληνική αλλά και παγκόσμια πραγματικότητα όμως μας διαψεύδουν. Οι νεοφιλελεύθερες ολιγαρχίες (ελίτ), οι οποίες έφεραν το καθεστώς των μετα-δημοκρατιών (όπως ακριβώς είναι και η δική μας σύγχρονη Ελληνική μεταδημοκρατία), είναι αυτές οι οποίες επιβάλλουν την ισχύ και τον αυταρχισμό τους, ανάλογα φυσικά με τα συμφέροντά τους. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και στην Ελληνική πολιτική ζωή. Φόβος, κοινωνικός διχασμός και ταραχή, αμηχανία, μονομερής ενημέρωση, σύγχυση, ανασφάλεια, κοινωνικές διακρίσεις, περιορισμός των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, σε σημείο μάλιστα όπου ενίοτε δέχεται επίθεση σε βαθμό εξαλείψεως και ο πυρήνας του εκάστοτε δικαιώματος. H εξάλειψη της πολλαπλότητας των απόψεων τόσο σε κοινωνικό όσο και σε επιστημονικό επίπεδο, η απαξίωση της πολιτικής από τα ίδια τα πολιτικά κόμματα, η εργαλειοποίηση των επιστημών στον βωμό αμφίβολων, αυταρχικών και τιμωρητικών δημόσιων πολιτικών, η φίμωση της αντίθετης άποψης, η στοχοποίηση, η απομόνωση κοινωνικών ομάδων και ιδεολογιών είναι μερικά μόνο από τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά των ημερών μας. Η σημερινή Ελληνική κυβέρνηση έχοντας πλέον αποδείξει, ότι με αυταρχικό τρόπο λαμβάνει επιπλέον και ρόλο πνευματικού και θρησκευτικού καθοδηγητή προωθεί την θεοποίηση της ασάφειας, της σύγχυσης και του φόβου και διαμέσω αυτών των στοιχείων απαιτεί την δική της θεοποίηση. Προσπαθεί να αυτοπραγματωθεί και να αυτοθεωθεί. Καθίσταται έτσι η νέα τυραννία της σύγχρονης Ελληνικής πραγματικότητος. Συγκεντρώνει με αυταρχικό και διπλωματικό τρόπο τόσο την εξουσία διοίκησης του κράτους όσο και την θρησκευτική ηγεσία και δημιουργεί συγχρόνως ένα χάσμα, μία απόσταση, που την διαχωρίζει από τον λαό, διατηρώντας τους θεσμούς της δημοκρατίας αλλά απαξιωμένους και ανίσχυρους. Όπως κάθε ολιγαρχία – ελίτ, έτσι και η σύγχρονη ολιγαρχική μεταδημοκρατική κυβέρνηση της Ελλάδος θέλει να ελέγξει απόλυτα και να χειραγωγήσει τόσο τις καθημερινές συμπεριφορές όσο και τις καρδιακές τάσεις των ανθρώπων, δημιουργώντας μάζες ανελεύθερων υπηκόων με μηχανιστική συμπεριφορά.

Βεβαίως οι ολιγαρχίες δεν λαμβάνουν την εξουσία από μόνοι τους αλλά έχουν πάντοτε και συνεργούς εντός των τειχών, οι οποίοι όντας οι ίδιοι ψυχικά δέσμιοι στα πάθη και τις αδυναμίες τους αναζητούν και έναν κοσμικό τύραννο ή τυράννους, για να ικανοποιήσουν το πάθος τους να είναι δούλοι σε κάποιον. Η δουλικότητά τους είναι καθαρή απόδειξη της ψυχοπνευματικής διαστροφής τους, της ανυπαρξίας εσωτερικής ισορροπίας και καλλιέργειας αλλά και του μεγάλου βαθμού επικινδυνότητας για τις ζωές των υπολοίπων πολιτών, οι οποίοι βιώνουν την Ελευθερία καρδιακά, έχουν δηλαδή μνήμη νοητική και ανάμνηση Ελευθερίας καρδιακή, όπως ακριβώς την εμφύσησε εν Σοφία Ο Θεός στον άνθρωπο, πλάθοντάς τον Ελεύθερο και Αυτεξούσιο. Αυτή είναι μία από τις μεγάλες διαφορές τις οποίες έχει η Ορθόδοξη Πνευματική και Πολιτισμική μας παράδοση σε σχέση με την δυτική, τεχνοκρατική αντίληψη της ζωής, όπου όλα είναι διανυσματικά, πεπερασμένα, υλιστικά και θνητά.

Αυτό ακριβώς το Καρδιακό βίωμα Ελευθερίας και Αυτεξούσιου του οποίο Ο Θεός εμφύσησε στον άνθρωπο είναι η κινητήριος δύναμη, η οποία γεμίζει με δύναμη και πάθος, όλους τους αγώνες του γένους μας να αποτινάξει κάθε είδους σκλαβιά από πάνω του, τόσο σε καθαρά καρδιακό επίπεδο προσωπικών παθών όσο και σε κοινωνικό και εθνικό. Είναι ένας αγώνας νήψης προσωπικός αλλά και συλλογικός, ο οποίος σύν Θέω οδηγεί στην κατά Χάριν Θέωση πρωτίστως και κατά λογική αναγκαιότητα στην προσωπική, συλλογική, κοινωνική, πολιτειακή και Εθνική Ελευθερία. Άνθρωπος ο οποίος είναι Ελεύθερος από τα πάθη του εκπέμπει και μεταδίδει Ελευθερία παντού και με κάθε τρόπο.

Εμείς σήμερα στην Ελλάδα έχουμε άραγε καρδιακό βίωμα και ανάμνηση Ελευθερίας;

Θέλουμε να είμαστε πραγματικά Ελεύθεροι, τόσο σε ψυχικό επίπεδο όσο και σε κοινωνικό και εθνικό;

Είμαστε έτοιμοι να υπερασπιστούμε μέσα σε πλαίσια νομιμότητος και δημοκρατίας την ελευθερία μας ή είμαστε εν υπνώσει και ιδιωτεύουμε ;

Ο Αριστοτέλης στα “Μικρά Φυσικά” στο έργο του “Περί Μνήμης και Αναμνήσεως” μας λέει , ότι οι δύο αυτές ανθρώπινες λειτουργίες, δηλαδή η μνήμη και η ανάμνηση, είναι ξεχωριστές. Η μνήμη λέει, ότι είναι ἕξις δηλαδή κατοχή ( εκ του ρήματος ἔχω) και δημιουργείται στον άνθρωπο, όταν περάσει κάποιος σύντομος χρόνος από την στιγμή κατά την οποία του

συνέβη κάτι, το οποίο αυτή την στιγμή δεν είναι παρόν μπροστά του. Αντικείμενο της μνήμης μπορεί να είναι για παράδειγμα ένα γεγονός, μία έννοια, ένα αντικείμενο ή ένα πρόσωπο. Ο πανεπιστήμων Αριστοτέλης παρομοιάζει την διαδικασία με την οποία ο άνθρωπος προσλαμβάνει ένα γεγονότος από τον εξωτερικό χώρο και το εγχάραζει (χαρακτήρας) στην ψυχή του διαμέσω των αισθητηρίων οργάνων του, με αυτήν της κίνησης μίας σφραγίδας, η οποία εντυπώνει κάτι σε ένα χαρτί. Υποστηρίζει, ότι με τον ίδιο τρόπο ένα γεγονός (πάθος) εντυπώνεται στην ψυχή του ανθρώπου μέσω των αισθητηρίων οργάνων του. Δημιουργείται δηλαδή μνήμη με την βίωση από τον άνθρωπο κάποιας καταστάσεως , η οποία βίωση, χαράζει στην ψυχή του το αποτύπωμά της και έτσι ο άνθρωπος αποκτά κατοχή (ἕξις) γνώσης και εμπειρίας κάποιας έννοιας.

Η ανάμνηση ακολούθως λέει ο πανεπιστήμων Αριστοτέλης, ότι είναι η συνειδητή και επιθυμητή ανάκληση – ανάκτηση του εγχαραγμένου βιώματος – βιωματικής γνώσης μίας έννοιας από τον άνθρωπο, η οποία στηρίζεται στην βούληση – θέληση. Άρα συνειδητά ο άνθρωπος εκείνη την στιγμή ανακαλεί – ανακτά από την καρδιά του την συγκεκριμένη γνώση και την επαναφέρει για να την επεξεργαστεί νοητικά σε σχέση με αυτό που βιώνει εκείνη την στιγμή και το οποίο θέλει να συγκρίνει ή να ερευνήσει. Αυτή η διαδικασία συνειδητής ανάκλησης – ανάκτησης είναι συλλογισμός, ακολουθία σκέψεων (συνειρμοί) και είναι μόνο ανθρώπινο γνώρισμα και μάλιστα γνώρισμα ανώτερης ψυχικής λειτουργίας.

Ο Αριστοτέλης συνεχίζει και λέει, ότι δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι δυνατή μνήμη ή δυνατή ανάμνηση, όπως για παράδειγμα οι σκληροί ψυχικά ή οι αδιάφοροι. Αντιθέτως έχουν καλή μνήμη και ανάμνηση εκείνοι, οι οποίοι ευρίσκονται σε νοητική και ψυχοπνευματική εγρήγορση. Επίσης ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας για την ισχυρή μνήμη και ανάμνηση είναι το πόσο έντονα ή όχι χαράχτηκε στην καρδιά ένα βίωμα.

Σήμερα λοιπόν στην πατρίδα μας, αλλά και σε ολόκληρο το παγκόσμιο γίγνεσθαι, όπου η Ελευθερία περιορίζεται στα ψηφιακά όρια ενός πιστοποιητικού, όπου γίνεται προνόμιο συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων και μάλιστα υπό την τήρηση αυστηρών προϋποθέσεων, όπως εξαργυρώνεται ένα κουπόνι μιας εφημερίδας, όπου χάνεται σε κοινωνικούς διαχωρισμούς και τιμωρητικές δημόσιες πολιτικές υποχρεωτικότητας, εμείς έχουμε την ικανότητα να διακρίνουμε μπροστά μας, ότι αυτό που βιώνουμε είναι σταδιακή εξάλειψη και μετάλλαξη της Ελευθερίας σε κάτι αυταρχικό; Έχουμε την ψυχοπνευματική και νοητική εγρήγορση να αντιληφθούμε, ότι έχουμε τεθεί σε πλαίσια κοινωνικών πειραματισμών από ψευδεπίγραφες και κίβδηλες φιλελεύθερες πολιτικές, οι οποίες μόνο κατ’ όνομα μπορούν να ονομαστούν έτσι; Έχουμε αντιληφθεί, ότι με δόλιο τρόπο εμφυτεύεται μίσος, ένταση και εμπάθεια μεταξύ μας, ώστε να είμαστε διχασμένοι σε σημείο επιθετικότητος; Έχουμε άραγε στην καρδιά μας μέσα βαθειά χαραγμένο καρδιακό βίωμα ψυχοπνευματικής ελευθερίας, το οποίο να μπορούμε να το ανακαλέσουμε και με αυτό να συγκρίνουμε και να ερευνήσουμε τα γενόμενα στο κοινωνικό παρόν της Ελλάδος; Το βίωμα αυτό, αν το έχουμε, είναι τόσο έντονο τελικά, ώστε να μας οδηγήσει σε διεκδίκηση και προστασία της Ελευθερίας μας ή θα παραμείνουμε απλά φωνασκούντες; Μήπως έχουμε υποπέσει στην λήθη και στην αδράνεια και έχουμε βρεθεί εγκλωβισμένοι στις αγκάλες του προσωπικού και εθνικού μας “Μορφέα” ; Αντιλαμβανόμαστε, ότι όσο ιδιωτεύουμε κοιμώμενοι και αδιαφορούντες ξεθωριάζει κάθε δευτερόλεπτο μέχρις σημείου εξαλείψεως κάθε ίχνος από τις Αξίες και τα Ιδανικά που είναι χαραγμένα στην

καρδιά μας και θα έλθει στιγμή, όπου δεν θα γνωρίζουμε καθόλου πως είναι η Ελευθερία και η Ανθρωπιά;

Αξίζει να θυμηθούμε κάτι από την αρχαία Ελληνική Ιστορία. Ο Ηρόδοτος στο βιβλίο του Τερψιχόρη αναφέρει, ότι όταν οι Σπαρτιάτες συνειδητοποίησαν, πως μία Ελεύθερη Αττική θα γινόταν ο επίφοβος αντίπαλός τους, τότε το πρώτο που σκέφτηκαν, ήταν να χτυπήσουν και να αποδυναμώσουν την Αθήνα, προσπαθώντας με κάθε τρόπο να της εγκαθιδρύσουν εκ νέου τυραννικό καθεστώς. Οπότε έστειλαν αντιπροσώπους τους στο Σίγειο του Ελλησπόντου, για να ανακαλέσουν τον υιό του Πεισίστρατου, τον τύραννο Ιππία. Αυτός φυσικά ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα αυτό. Οι Σπαρτιάτες κάλεσαν αντιπροσωπίες από συμμαχικές τους πόλεις για να τους αναγγείλουν το σχέδιό τους. Στην συνέλευση, αφού οι Σπαρτιάτες ανακοίνωσαν στους συμμάχους την πρόθεσή τους να ανατρέψουν την Δημοκρατία στην Αθήνα και να επαναφέρουν την τυραννία, οι περισσότεροι σύμμαχοι δυσαρεστήθηκαν. Ο Κορίνθιος μάλιστα αντιπρόσωπος, ο Σωκλής, ο οποίος τόλμησε να υψώσει το ανάστημά του είπε δημοσίως και με παρρησία, ότι η ανατροπή της δημοκρατίας στην Αθήνα θα ήταν σαν να αναποδογύριζε το σύμπαν ολόκληρο, η γη και ο ουρανός να αλλάξουν θέσεις. Είπε, ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο μοχθηρό και αιμοσταγές στον κόσμο από την τυραννία. Έκλεισε μάλιστα την τοποθέτησή του ικετεύοντας στο όνομα των θεών τους Σπαρτιάτες να μην κάνουν κάτι τέτοιο, να ανατρέψουν δηλαδή την δημοκρατία στην Αθήνα και να επιβάλλουν την τυραννία. Αν το έκαναν, τότε δεν θα είχαν την στήριξη των Κορινθίων. Παίρνοντας θάρρος από την τοποθέτηση του Κορίνθιου Σωκλή, μίλησαν και οι υπόλοιποι σύμμαχοι των Σπαρτιατών και τους είπαν τα ίδια ακριβώς ζητώντας τους επιπλέον να μην αναμειχθούν στα εσωτερικά καμίας άλλης Ελληνικής πόλης.

Όπως και να έχει ένα είναι σίγουρο, ότι όλοι όσοι προηγήθηκαν διαχρονικά από εμάς στο παρελθόν και αγωνίστηκαν για την δική μας Ελευθερία είχαν βαθειά χαραγμένο στην καρδιά τους ένα εντονότατο βίωμα Θεοσέβειας, Αυτεξούσιου, Ελευθερίας, Δικαιοσύνης, Δημοκρατίας και Αγάπης για τον διάλογο και τον άνθρωπο στην Θεωμένη του έκφραση. Αυτό το βίωμα δεν ήταν εγωιστικό, αδιάφορο ή επικίνδυνο για το κοινωνικό σύνολο, όπως σκόπιμα διαχέεται σήμερα στην δημόσια ζωή για όποιον θέλει να επιλέξει άλλον δρόμο από τον κυβερνητικά επιβαλλόμενο, αλλά αντιθέτως ήταν βίωμα θυσίας υπέρ της Ελευθερίας ΟΛΩΝ, το οποίο αφενός μεν τους οδηγούσε συν Θεώ να ξεπεράσουν τα προσωπικά τους πάθη και αφετέρου με τον αγώνα τους να υπηρετήσουν το κοινωνικό και πανανθρώπινο καλό.

Αγώνας και Πίστη χρειάζεται! Όπως λέει και ο μεγάλος Ρωμηός Φώτης Κόντογλου στην “Πονεμένη Ρωμιοσύνη” « όσα χάνει ο άνθρωπος σε καλοπέραση, τα κερδίζει εκαντοταπλασίονα σε βάθος πνευματικό».

Είναι στο χέρι μας να αφήσουμε την καλοπέραση στην άκρη και να αγωνιστούμε να παραμείνουμε Άνθρωποι και μάλιστα Ελεύθεροι, αρκεί να το επιθυμήσουμε αληθινά.

Ρούντας Ναπ. Γεώργιος

08-12-2021

Ενδεικτική βιβλιογραφία

– Φώτη Κόντογλου, Πονεμένη Ρωμιοσύνη , κείμενο ” Στολή Αφθαρσίας”, εκδόσεις “Άγκυρα”

– Ηροδότου Ιστορία, Βιβλίο Πέμπτο – Τερψιχόρη, Εκδόσεις “Κάκτος”

– Αριστοτέλους, Μικρά Φυσικά, Περί Μνήμης και Αναμνήσεως, Εκδόσεις “Πάπυρος”

– Κόλιν Κράουτς, Μεταδημοκρατία, εκδόσεις “Εκκρεμές”