Γεωργίου Ἰ. Βιλλιώτη
Τὰ συνώνυμα τῆς ἡμέρας
Ἕνα ἀπὸ τὰ δεινὰ ποὺ μᾶς κληροδότησε ἡ πτώση τῶν Πρωτοπλάστων εἶναι ἡ λύπη καὶ οἱ θλίψεις. Μὲ πολλὲς λέξεις ἐκφράζονται οἱ ἀποχρώσεις τῆς θλίψης, ἀναλόγως μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἐκδηλώνεται. Ὁ πιὸ γνωστὸς τρόπος εἶναι τὸ κλάμα. Ἅμα τὸ κλάμα εἶναι συνεχές, χαμηλόφωνο, μονότονο καὶ ἐκνευριστικὸ μετατρέπεται σὲ κλαψούρισμα ἢ κλαυθμυρισμὸς ἢ κλαυθμύρισμα ἐπὶ τὸ λογιώτερον. Τὸ κλάμα ποὺ μοιάζει μὲ χαμηλὸ κελάηδημα λέγεται μινύρισμα καὶ τὸ κλάμα ποὺ μοιάζει μὲ τὴ φωνὴ τῆς γάτας νιαούρισμα. Ἡ σπαρακτικὴ κραυγὴ θρήνου εἶναι ἡ οἰμωγή, ποὺ εἶναι ἀπόρροια βαθύτατου ψυχικοῦ πόνου. Σχεδὸν ἴδια σημασία μὲ τὴν οἰμωγὴ ἔχει ὁ οἰκεῖος στοὺς ὁμιλητὲς θρῆνος, καθὼς καὶ ἡ κατά τι ἐντονώτερη θρηνωδία. Μεγαλύτερη ἐπίταση ἔχουν ὁ ὀδυρμός καὶ ὁ ὀλολυγμός. Ὁ σπαρακτικὸς θρῆνος εἶναι ὁ ὀλοφυρμός. Ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ συναμφότερον, πολλὲς φορὲς ἐκφράζει τὸν θρῆνο του μὲ χτυπήματα στὸ στῆθος. Τότε ἔχουμε νὰ κάνουμε μὲ τὸν κοπετὸ καὶ τὰ στηθοκοπήματα. Ὅταν τὸ κλάμα συνοδεύεται ἀπὸ σύσπαση τοῦ λάρυγγα καὶ τοῦ στήθους, καλεῖται λυγμός, ἀναφιλητὸ ἢ ἀναστεναγμός. Ὁ θρῆνος ποὺ διαρκεῖ, ὁ παρατεταμένος εἶναι ἡ θρηνολογία ἢ ἀνακαλητό. Τὸ παρατεταμένο μοιρολόϊ πρὶν ἀπὸ τὴν κηδεία ποὺ καλεῖ τοὺς νεκροὺς νὰ ἐπιστρέψουν γιὰ λίγο στὸν κόσμο τῶν ζωντανῶν, προκειμένου νὰ παρηγορηθοῦν οἱ πενθοῦντες εἶναι τὸ ἀνακάλημα. Ὅταν τὸ κλάμα συνοδεύεται ἀπὸ σύσπαση τοῦ λάρυγγα καὶ τοῦ στήθους, καλεῖται λυγμός, ἀναφιλητὸ ἢ ἀναστεναγμός.