ΕΡΕΣΟΣ- Η Πρώτη Ναυτική Νίκη των Ελλήνων – 27 ΜΑΙΟΥ 1821

Δ. Παπανικολής

Γράφει ο Γιάννης Κουζίου,

 Facebook Ιστορικό Χρονολόγιο

Το πρώτο έτος της επανάστασης το τουρκικό ναυτικό δεν χρησιμοποιήθηκε σε επιχειρήσεις ευρείας κλίμακας εναντίον των επαναστατών, εξαιτίας του φόβου της επέμβασης των Ρώσων στις Ηγεμονίες της Μολδοβλαχίας και παρέμενε αγκυροβολημένος στον Βόσπορο. Ο τουρκικός στόλος του 1821 δεν είχε την ίδια ισχύ με αυτόν το 1770, που καταστράφηκε από τους Ρώσους στο Τσεσμέ, δεν έπαυε όμως να είναι πολυάριθμος και βαριά εξοπλισμένος και σε σχέση με τον ελληνικό στόλο, ήταν γιγάντιος. Κάθε τουρκικό πλοίο διέθετε περίπου 74 κανόνια μεγάλου διαμετρήματος εν αντιθέσει με τα βαρύτερα εξοπλισμένα ελληνικά που διέθεταν μόλις 20 κανόνια. Στα μέσα όμως του Μαΐου, αφενός η εδραίωση της επανάστασης στην Πελοπόννησο και αφετέρου η επανάσταση στην Σάμο με τι αποβατικές ενέργειες των Ελλήνων στα μικρασιατικά παράλια, έκαναν τον Σουλτάνο να επίσπευσή τον απόπλου του Τουρκικού στόλου, με κατεύθυνση αρχικά τα στενά της Χίου και κατόπιν την Ερεσό.

Ο ελληνικός στόλος αποτελούνταν από 69 πλοία κυρίως μπρίκια και γολέτες  με αρχιναύαρχο τον Γιακουμάκη Τομπάζη. Όταν οι Έλληνες πληροφορήθηκαν την έξοδο του τουρκικού στόλου που αποτελούνταν από  8 πολεμικά απέπλευσαν προς συνάντησή του. Αρχικά η κατεύθυνση του τουρκικού στόλου ήταν τα στενά της Χίου, κατά την διάρκεια όμως της πορείας του άλλαξε ρότα με κατεύθυνση τις ακτές της Ερεσού δυτικά της Λέσβου. Η εμπροσθοφυλακή του στόλου ήταν ένα γιγαντιαίο δίκροτο, ονομαζόμενο Κινούμενον Όρος, με 84 κανόνια βεληνεκούς 1600 μέτρων και πλήρωμα αποτελούμενο από 1000 άνδρες. Ο ελληνικός στόλος μόλις συνάντησε το τεράστιο πολεμικό, επιτέθηκε εναντίον του με κανονιοβολισμούς αλλά αναγκάστηκε άμεσα να υποχωρήσει καθώς τα κανόνια των ελληνικών πλοίων είχαν μικρό βεληνεκές και δεν μπορούσαν να το πλήξουν. Επιτέθηκε σε δεύτερο χρόνο η γολέτα του Τομπάζη με το όνομα Τερψιχόρη, που διέθετε κανόνι 48 λίτρων και μπορούσε να το πλησιάσει και να το κτυπήσει αλλά σύντομα και αυτή αποκρούστηκε και αναγκάστηκε να υποχωρήσει.

Η αδυναμία των μικρών ελληνικών πλοίων να πλήξουν το τεράστιο τουρκικό πολεμικό, οδήγησε στην ανάγκη εξεύρεσης άλλης λύσης αντιμετώπισης του. Στην σύσκεψη των ναυάρχων που έγινε το ίδιο βράδυ αποφασίστηκε η χρήση του πυρπολικού, ως του μόνου δυνατού όπλου που θα μπορούσε να το εξουδετερώσει. Το πυρπολικό ήταν όπλο γνωστό από την αρχαιότητα, είχε χρησιμοποιηθεί από τους Συρακούσιους εναντίον των Αθηναίων το 423, από τους Τύριους εναντίον του Μ. Αλεξάνδρου το 333, αλλά και το 1770 από τους Ρώσους εναντίον των Τούρκων στο Τσεσμέ. Την αποστολή κατασκευής του πυρπολικού ανέλαβε ο Ιωα. Δημουλίτσας γνωστός ως Πατατούκος που ζούσε στα Ψαρά και είχε μάθει την τέχνη κατασκευής των πυρπολικών στην Μάλτα από τον Γάλλο αξιωματικό του ναυτικό Ρίτσι. Για τον σκοπό αυτό  χρησιμοποίησε το πλοίο του Α. Θεοδοσίου. Δυστυχώς όμως το πυρπολικό υπο την διεύθυνση του Ι. Θεοχάρη ανεφλέγη πριν καν προλάβει να πλησιάσει το δίκροτο και η επιχείρηση απέτυχε. Ο Πατατούκος κατασκεύασε και νέο πυρπολικό πιο βελτιωμένο, την διεύθυνση του οποίου ανέλαβε ο Δημ. Παπανικολής πλοίαρχος με καταγωγή από τα Ψαρά και εξάδελφος του ναυάρχου των Ψαριανών Νικόλαου Αποστόλη. Στο τιμόνι του πυρπολικού βρισκόταν  ο Ιω. Θεοφιλόπουλος από τα Λαγκάδια Γορτυνίας, ήταν αυτός που διεύθυνε αργότερα και το πυρπολικό του Κανάρη στη Χίο.

Η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε πρωί. Ο Παπανικολής, με κάλυψη τα πυκνά πυρά από τα ελληνικά κανόνια, πλησίασε το τουρκικό δίκροτο και κόλλησε στα πλάγια το πυρπολικό, το έδεσε καλά και του έβαλε φωτιά. Παράλληλα ένα άλλο πυρπολικό υπο την διεύθυνση του Καλαφάτη προσπάθησε να κολλήσει και αυτό στο δίκροτο, αλλά δεν πρόλαβε γιατί  αναφλέγει, απέσπασε όμως την προσοχή των Τούρκων, που όταν αργότερα προσπάθησαν να ξεκολλήσουν το πυρπολικό του Παπανικολή αυτό ήταν αδύνατο. Το πυρπολικό σαν φλεγόμενο ηφαίστειο τύλιξε στις φλόγες το τουρκικό πολεμικό με τους ναύτες και τους αξιωματικούς να τρέχουν αλαφιασμένοι να σωθούν. Άλλοι έπεφταν στην θάλασσα και πνίγονταν και άλλοι καίγονταν ζωντανοί. Ο Κυβερνήτης του πλοίου Αρναούτ έντρομος από την τεράστια καταστροφή προσπάθησε να σώσει τον εαυτό του εγκαταλείποντας το πλοίο με μια βάρκα, τότε ένας τσαούσης τον αντιλήφθηκε και οργισμένος του έκοψε τον λαιμό. Μετά από περίπου μισή ώρα όταν η φωτιά είχε φτάσει στην πυριτιδαποθήκη ακούστηκε ένας τρομερός κρότος το πλοίο τινάχτηκε στον αέρα και έγινε αποκαΐδια. Το ημερολόγιο έγραφε 27 Μαΐου 1821. Ο Παπανικολής και οι άνδρες του είχαν προλάβει να πηδήσουν στην σκαμπαβία τους και να απομακρυνθούν ασφαλείς. Από τους 1000 Τούρκους σώθηκαν μόνο οι 8.

Αναμφίβολα η προσφορά του Πατατούκου και του Παπανικολή ήταν τεράστια. Οι Έλληνες που έως εκείνη την ημέρα φοβόντουσαν την αναμέτρηση με τον τουρκικό στόλο, απέκτησαν θάρρος και συνειδητοποίησαν την δύναμή τους. Έκτοτε σύμφωνα με τον Υδραίο ναύαρχο Σαχτούρη, τα πυρπολικά έγιναν η ψυχή του ναυτικού μας, χρησιμοποιήθηκαν με μικρές παραλλαγές σε όλη την διάρκεια της επανάστασης με επιτυχή αποτελέσματα τις περισσότερες φορές. Μετά τις 27 Μαΐου οι όροι αντιστράφηκαν. Η παρουσία των πυρπολικών δημιούργησε φόβο στον τουρκικό στόλο που πλέον δεν άραζε ούτε στο ασφαλέστερο λιμάνι. Ο υποναύαρχος του τουρκικού στόλου που βρισκόταν στα Μοσχονήσια με τον υπόλοιπο στόλο μόλις έμαθε την φοβερή συντριβή απέπλευσε ταχύτατα για τα στενά των Δαρδανέλιων. Ο Σουλτάνος δεν έμαθε ποτέ τα πραγματικά αίτια του ναυαγίου του είπαν ότι εξόκειλε και ναυάγησε. Οι πυρπολητές πλέον είχαν αποκτήσει τον απέραντο σεβασμό των Ελλήνων αγωνιστών και σύμφωνα με τον Μακρυγιάννη «ο κάθε πυρπολητής ήταν μισός Θεός».

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Διαμαντούρου Ι., «Η πυρπόληση του τουρκικού δίκροτου στην Ερεσό», Η Ελληνική Επανάσταση, στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. 27, εκδ. Παραπολιτικά Α.Ε., Αθήνα 2015.

Καργάκος Σ., «Το πρώτο ναυτικό κατόρθωμα στην Ερεσό», στο Η Ελληνική Επανάσταση του 1821, Β μέρος, εκδ. REAL MEDIA AE, Αθήνα 2015.

Κόκκινος Δ., « Ο Παπανικολής πυρπολεί το δίκροτον» στο Η Ελληνική Επανάστασις, τ.1, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα 1956.