Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης – Νουθεσίες: β΄. Πρός μο­να­χούς

β΄. Πρός μο­να­χούς

     Ο μο­να­χός νά σκέφ­τε­ται ὅ­τι δέν ἔ­χει τί­πο­τε δι­κό του, ὅ­τι εἶ­ναι τί­πο­τε. Ὁ μο­να­χός εἶ­ναι σάν τό σκυ­λί. Ἂν ἔ­χης καί τοῦ δώ­σης ἕ­να ξε­ρο­κόμμα­το, κα­λά. Ἂν δέν ἔ­χης καί τοῦ δώ­σης κλωτ­σι­ά, ἀ­κό­μα κα­λύ­τε­ρα».

«Ὁ κό­σμος (προ­σκυ­νη­τές) δέν θέ­λει τί­πο­τε ἄλ­λο. Ἕ­να χα­μό­γε­λο, ἕ­να πο­τή­ρι νε­ρό καί ἕ­να κα­λό λό­γο».

Ρώτησαν κά­πο­τε τόν Γέ­ρον­τα, πῶς μπο­ροῦ­με ἐ­μεῖς οἱ μο­να­χοί νά κά­νω­με ἐ­λε­η­μο­σύ­νη, ἀ­φοῦ ξέ­ρω­με ὅ­τι στό Κοι­νό­βι­ο ἐ­λε­η­μο­σύ­νη κά­νει ὁ Ἡ­γού­­με­νος. Καί ὁ Γέ­ρον­τας εἶ­πε: «Ἐ­μεῖς κά­νομε διά τῆς προ­σευ­χῆς. Μπο­ρεῖ νά μᾶς δώ­σουν κά­ποι­ο ὄ­νο­μα καί νά κά­νω­με κομ­πο­σχοι­νά­κι καί προ­σευ­χή. Ἡ προσευ­χή εἶ­ναι ἡ ἀγόγ­γυ­στη ἐ­λε­η­μο­σύ­νη».

«Οἱ μο­να­χοί νά ἔ­χω­με τα­πε­ί­νω­ση καί ἀ­γά­πη με­τα­ξύ μας· ὁ κύ­ριος σκο­πός μας εἶ­ναι νά φτά­σω­με στήν ἁ­γι­ό­τη­τα, νά γί­νω­με ἅ­γιοι καί ὄ­χι νά δι­εκ­δι­κοῦ­με θέ­σεις καί πρω­το­κα­θε­δρί­ες. Νά τη­ροῦ­με τίς νη­στεῖ­ες, νά κά­νω­με τά πνευ­μα­τι­κά μας κα­θή­κον­τα, τόν κα­λο­γε­ρι­κό κα­νό­να, τά κομ­πο­σχο­ί­νια μας, για­τί κά­ποι­α μέ­ρα θά τά βροῦ­με μπρο­στά μας. Ὅ­σο καί νά θέ­λω­με νά δι­και­ο­λο­γη­θοῦ­με, ὁ πνευ­μα­τι­κός νό­μος θά λει­τουρ­γή­ση».

Ὅ­ταν οἱ πα­τέ­ρες τῆς Μο­νῆς του εἶ­χαν δι­α­κονή­μα­τα πολ­λά καί κου­ρά­ζον­ταν, ὁ Γέροντας τούς ἔ­λε­γε: «Πα­τέ­ρες μου, πέ­στε τό ”Πάτερ ἡ­μῶ­ν” καί πᾶτε νά ξε­κου­ρα­στῆ­τε» καί ἔ­τσι τούς οἰ­κο­νο­μοῦ­σε μέ δι­ά­κρι­ση, γιά νά ξυ­πνή­σουν νω­ρίς νά κά­νουν τόν κα­νό­να τους.

«Θέλω, πα­τέ­ρες, νά ᾽στε ἀ­γα­πη­μέ­νοι, νά κά­νε­τε τά δι­α­κο­νή­μα­τα καί τά πνευ­μα­τι­κά σας μέ μέ­τρο καί δι­ά­κρι­ση, νά μήν ξε­πα­τω­θῆ­τε στήν δου­λειά καί δέν μπο­ρῆτε με­τά νά πῆ­τε ἕ­να ”Κύριε ἐ­λέ­η­σο­ν”».

«Ἂν ἔ­χης λο­γι­σμό νά φύ­γης ἀ­πό τό Μο­να­στή­ρι, μήν φύ­γης, κάτ­σε καί ἂς μήν κά­νης τί­πο­τα, ἀρ­κεῖ νά φυλάγης τούς τοί­χους».

Ὅ­ταν οἱ πα­τέ­ρες ἔ­κα­ναν κά­ποι­ο δι­α­κό­νη­μα ἤ στόν κῆ­πο ἤ στήν κου­ζί­να ἤ στήν Ἐκ­κλη­σί­α, καί δέν τό εἶ­χαν κά­νει κα­λά ὁ Γέ­ρον­τας περ­νοῦ­σε, τούς εὐ­λο­γοῦ­σε, τούς ἔ­δι­νε μί­α κα­ρα­μέλ­λα ἤ ἕ­να στρα­γά­λι, ἄν εἶ­χε στήν τσέ­πη του, καί ἔ­λε­γε δι­α­κρι­τι­κά: «Ἄχ!, πά­τερ μου, τό­τε πού ἤ­μουν νέ­ος ἔ­κα­να καί ἄ­στρα­φταν ὅ­λα μέ­σ᾽ στήν Ἐκ­κλη­σί­α, δέν ὑ­πῆρ­χε οὔ­τε μί­α ἀ­ρά­χνη (ἄν ἔ­βλε­πε ἀ­ρά­χνες). Τά ξύ­λα στόν κῆ­πο τά ξε­ρά τά μά­ζευ­α ὅ­λα μέ προ­σο­χή καί τά­ξη· δέν τά ἄ­φη­να πε­ταγ­μέ­να, ἄλ­λα ἐ­δῶ καί ἄλ­λα ἐ­κεῖ. Στήν κου­ζί­να ὅ­λα κα­θα­ρά καί τά πι­ά­τα στήν θέ­ση τους· ὅ­λα τε­λε­ί­ω­ναν. Τώ­ρα γέ­ρα­σα καί δέν μπο­ρῶ νά κά­νω τί­πο­τα· εἶ­μαι ἄ­χρη­στο σκεῦος· τρώ­ω τό φα­γη­τό τοῦ Ἁ­γί­ου δω­ρε­άν». Τά ἔ­λε­γε αὐ­τά καί τούς ἔ­κα­νε νά εἶ­ναι πιό πρό­θυ­μοι στά δι­α­κο­νή­μα­τα καί προ­σε­χτι­κοί. Ἦ­ταν χαρα­κτή­ρας λε­πτός, γε­μᾶ­τος ἀ­γά­πη καί δι­ά­κρι­ση.

«Τί εὐ­λο­γί­α νά προ­σφέ­ρης τό παι­δί σου στόν Θεό, νά γίνη μο­να­χός!».

«Μήν κρύ­βε­τε λο­γι­σμό ἀ­πό τόν Γέ­ρον­τά σας, γιά νά μήν βρῆ­τε τόν πα­ρά­δει­σο κλει­στό».

 «Νά ἔ­χω­με εὐ­λά­βεια καί φό­βον Θε­οῦ, ὅ­ταν μπαί­νω­με στό Ἅ­γιο Βῆ­μα. Νά βά­ζω­με τρεῖς με­τά­νοι­ες, ν᾽ ἀ­σπα­ζώ­με­θα τήν εἰ­κό­να καί ὕ­στε­ρα νά μπαί­νω­με⋅ ὄ­χι σάν νά μπαί­νω­με σέ ἁ­μά­ξι».

«Μοῦ εἶ­πε κά­ποι­ος ὅ­τι με­ρι­κοί λέ­νε ὅ­τι οἱ κα­λό­γε­ροι δέν κά­νουν τί­πο­τε, ξα­πλώ­νουν, τρῶ­νε, πί­νουν καί κοι­μοῦν­ται. Ἂς ἔρ­θουν (αὐ­τοί) στό Μο­να­στή­ρι μι­ά βδο­μά­δα καί νά ση­κώ­νων­ται στίς μί­α ἡ ὥ­ρα νά δοῦν πῶς εἶ­ναι οἱ κα­λό­γε­ροι. Καί νά κά­νουν νη­στεία, προ­σευ­χές. Καί μεῖς πο­νε­μέ­νοι (ἄρ­ρω­στοι) πού εἴμε­θα πά­λι ἀ­γω­νι­ζόμε­θα».

 «Νά με­τα­νο­οῦ­με καί νά μήν ἀ­πελ­πι­ζώ­μα­στε. Καί νά σκε­φτώ­μα­στε ὅ­τι, “Ζεῖ Κύ­ριος τῶν δυ­νά­με­ων”».

«Ἄν ἔ­χε­τε τα­πεί­νω­ση, ἄν ἔ­χε­τε ἀ­γά­πη, ἄν κό­ψε­τε τό θέ­λη­μά σας, τό­τε θά γί­νε­τε μο­να­χοί καί θά προ­κό­ψε­τε στήν ζω­ή σας, θά κλη­ρο­νο­μή­σε­τε τά αἰ­ώ­νια ἀ­γα­θά καί θά σᾶς ἀ­ριθ­μί­ση ὁ Χρι­στός μας με­τά τῶν ἐ­κλε­κτῶν του».

Β. ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ από το Βιβλίο “Ο ΓΕΡΩΝ ΙΑΚΩΒΟΣ   ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ–ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ–ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ” της σειράς ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΒΙΩΜΑ  4
ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΣ – ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΜΑΣ «ΕΝΩΜΕΝΗ  ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ» σελ. 90-93
Δείτε ΕΔΩ τις σχετικές με το βιβλίο αναρτήσεις