
δ΄. Διάφορα
Εγώ τό κάθε τί λυπηρό πού ἔρχεται, τό δέχομαι μέ εὐχαριστία καί προθυμία, κάνω τόν σταυρό μου, καί λέω: ”Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν”».
«Χρειάζεται πίστις στόν Θεό καί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ δέν θά μᾶς ἐγκαταλείψη, θά μᾶς βοηθήση».
«Πόση μεγάλη δύναμη ἔχει ἡ προσευχή καί πόση μεγάλη ἀξία ἡ πίστη! Νά ἔχωμε πίστιν Θεοῦ ὡς κόκκον σινάπεως καί ὁ Θεός ἐάν εἶναι γιά τό καλό μας, ὅ,τι κι ἄν ζητήσωμε θά μᾶς τό δώση».
«Ἔχω στό μπαοῦλο ἕνα κατακαίνουργο ράσο. Ἔ! σᾶς λέγω, δέν ἄνοιξα οὔτε νά τό δῶ, δέν μέ γεμίζουν αὐτά. Ἔχω τήν προσευχή, τό Ψαλτήρι. Ἔχω τήν καρδιά μου στόν Χριστό⋅ δέν μέ γεμίζουν αὐτά. Εἶχα πνευματική ζωή καί ἔχω⋅ καί ἐσᾶς μήν σᾶς ἑλκύουν τά καλά ροῦχα, ἀλλοῦ εἶναι ἡ χαρά».
«Ἐγώ, ἀγάπησα πάνω ἀπ᾽ ὅλα τόν Χριστό. Παιδί μου, ”τὶς ἤλπισε εἰς τὸν Χριστὸν καὶ κατῃσχύνθη;”. Νά λέμε συνέχεια: ”Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ Βασιλείᾳ Σου”».
«Ὁ Θεός πού φωτίζει τά σκυλιά νἄρθουν σωστά στό Μοναστήρι μας, πόσῳ μᾶλλον θά φωτίση τούς ἀνθρώπους ἐμᾶς, ἂν εἴμαστε πιστοί πρός Αὐτόν!».
«Εἴμαστε προσωρινοί ἄνθρωποι ἐδῶ πέρα. Ἄς φροντίσουμε γιά τήν ψυχή μας πού εἶναι πρᾶγμα ἀθάνατο, διότι στήν ἄλλη ζωή δέν θά ὑπάρχη δικαιολογία».
Ὁ Γέροντας λειτουργοῦσε καθημερινά σχεδόν καί ἔλεγε συχνά: «Συζῶ καί συλλειτουργῶ μέ τήν Ἁγία Τριάδα. Ζεῖ Κύριος ὁ Θεός».
«Ἡ θεία Λειτουργία εἶναι τό κέντρο τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου».
«Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ μέ φύλαξε ἀπό τίς παγίδες τοῦ σατανᾶ. Δόξα τῷ Θεῷ, μέ σκέπασε. Δέν μέ ἄφησε».
«Ἀρρώστησα, παιδιά μου, μέ συγχωρεῖτε, εἶχα πάθη ἴλιγγο τώρα στά μέσα Φεβρουαρίου, ἔχω… τό αὐχενικό, δέν μέ ἔβλαψε αὐτό, ὅσο μέ ἔβλαψε ὁ κόσμος, δηλαδή, ὄχι ὅτι γογγύζω ἀπό τόν κόσμο, ἀλλά αὐτά πού ἀκούω μέ τόν κόσμο. Παντρεμένα ἀνδρόγυνα σέ 20 ἡμέρες νά χωρίζουν καί νά πέφτουν σέ σφάλματα πορνεῖες καί ἀσωτίες, σέ μαγικά, διαβολικά πράγματα. Ὅταν φεύγουμε ἀπό τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ καί πηγαίνουμε στά μέντιουμ, πηγαίνουμε στούς μάγους ἤ τήν πόρτα τοῦ μάγου ἤ τήν πόρτα τοῦ διαβόλου χτυπᾶμε, τό ἴδιο εἶναι. Πονάει ἡ ψυχή μου, ὅταν τά ἀκούη αὐτά τά πράγματα⋅ καί τί νά κάνουμε, παιδιά μου, μιά προσευχή κάνουμε».
«Ἐγωϊσμός εἶναι νά λέω: ”Αὐτό εἶναι καί τίποτε ἄλλο”». (Ἡ ἰσχυρογνωμοσύνη).
«Θά ἔλθη καιρός πού θά μᾶς πάρουν καί τούς σοβᾶδες ἀπό τούς τοίχους». (Δηλαδή θά πληρώνωμε φόρους γιά τούς τοίχους, τά κτίρια).
Ὁ Γέροντας διαρκῶς ἐνθυμεῖτο τόν θάνατο. Τό βράδυ μετά τό Ἀπόδειπνο, ἔκανε πῶς θά ἦταν ξαπλωμένος στό νεκροκρέββατο, ἔψαλλε τήν νεκρώσιμη ἀκολουθία καί ἔλεγε: «Πατέρες, ἐγώ τήν ἔχω διαβάσει ὅλη τήν ἀκολουθία καί εἰς κοσμικόν καί εἰς ἱερέαν καί εἰς μοναχόν».
Ὅταν τοῦ εἶπαν ὅτι πέθανε ἡ ἀδελφή του, ἦταν στόν κῆπο, ἔκανε τόν σταυρό του καί ἀμέσως εἶπε: «Κύριος ἔδωκε, Κύριος ἀφείλετο».
Ὁ Γέροντας μνημόνευε χιλιάδες ὀνόματα ζώντων καί κεκοιμημένων καί ἔβλεπε ἀκόμη σέ τί κατάσταση βρίσκεται ἡ ψυχή τοῦ καθενός μνημονευομένου.
«Τά φάρμακα τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι: Τά Μυστήρια, ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τά καλά ἔργα».
«Ἡ Ἐκκλησία φωτίζει ἀνθρώπους, δέν τρελλαίνει ἀνθρώπους. Δέν εἶναι τρελλοί αὐτοί πού γίνονται μοναχοί, κληρικοί».
«Ὅ,τι μπορεῖτε καλό νά τό κάνετε, ἰδιαίτερα νά προσεύχεσθε, νά ἐξομολογῆσθε, νά διώχνετε τούς λογισμούς, γιατί ἄν κρατᾶμε τούς λογισμούς μέσα μας, μᾶς παιδεύουν οἱ δαίμονες γι᾽ αὐτό πρέπει νά κάνουμε λογισμούς καλούς. Τήν ἀγάπη νά ἔχετε μεταξύ σας, νά συγχωροῦμε προτοῦ νά βασιλεύση ὁ ἥλιος, γιατί δέν ξέρουμε, λέει ὁ Χριστός μας, ἐάν θά ξημερώσουμε τήν ἄλλη μέρα, ἴσως ἡ κλίνη μας γίνει καί τάφος μας».
