Toῦ Βασίλειου Εὐσταθίου
Δρ. Φυσικοῦ, πτ. Θεολογίας (Τμ.Κοιν.Θ.ΕΚΠΑ)
1. Ἡ Δημιουργία.
Τὴν ἀρχὴ τοῦ κόσμου γύρω μας ἀνάγει στὴν δημιουργικὴ θέληση καὶ δύναμη τοῦ προσωπικοῦ Θεοῦ, ὁ κάθε ἄνθρωπος ποὺ πιστεύει σὲ Αὐτόν, ὄχι μόνο ὁ Χριστιανός, ἀλλὰ καὶ ὁ Ἐβραῖος καὶ ὁ Μουσουλμάνος: «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν…καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς. καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς, ὅτι καλόν· … καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα μία» (Γεν. 1-5). Ἀντιθέτως, ἄνθρωποι ποὺ δὲν πιστεύουν στὸ Θεὸ καταλήγουν νὰ δέχονται ἄλλες ἐρμηνεῖες τύπου Στήβεν Χόκινγκ περὶ προελεύσεως τῶν πάντων λόγω τῆς… πιθανότητάς τους νὰ ὑπάρξουν μέσα ἀπὸ τὸ χάος-ἐφόσον ὁ κόσμος εἶναι πιθανὸ νὰ ὑπάρξει, γιατὶ νὰ μὴν τὸ κάνει; Ἀνάλογη τῆς προσέγγισης τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου εἶναι καὶ ἡ προσέγγιση τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου.
Γιὰ τὸν πιστὸ στὸ Θεό: «καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς» (Γεν. 1,27). Γιὰ αὐτὸν ποὺ δὲν πιστεύει καὶ προσπαθεῖ μὲ μόνη τὴν δύναμη τῆς λογικῆς του νὰ προσεγγίζει τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου εἶναι ἀδιανόητες τέτοιου εἴδους θαυματουργικὲς ἐπεμβάσεις ἑνὸς ὑπέρτατου Ὄντος, καὶ συνεχίζει νὰ βγάζει συμπεράσματα βάση τῆς ἐξήγησης τῶν πιθανοτήτων: μέσα στὴν ροὴ τῶν αἰώνων ἐπιτυγχάνονταν ἀποτελεσματικοὶ πιθανοὶ συνδυασμοί σωματιδίων, ἀτόμων, μορίων, ὀργανικῶν μορίων, γενετικῶν μορίων καὶ τελικὰ ἰδοῦ: τὸ ἀνθρωποειδὲς ζῶο ἔγινε νοήμων ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος τώρα σκέφτεται ὅλη αὐτὴν τὴν ἐξελικτική του πορεία, ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τὸν Δαρβίνο! Ὑπὸ αὐτὸ τὸ σκεπτικὸ δὲν μποροῦν νὰ ἔχουν καὶ πολὺ σημασία τὰ περί «ἄρσεν καὶ θῆλυ», καὶ ἄν δὲν τὸ εἴχαμε καταλάβει πρὶν μάθουμε τὴν «θαυμαστὴ καταγωγή μας ἀπὸ τὰ ἀνθρωποειδή», τὸ κάναμε ἐκ τῶν ὑστέρων. Ἀντιθέτως ἡ πίστη σὲ ἕναν προσωπικὸ Θεὸ καὶ ἡ ἀποδοχὴ τοῦ μωσαϊκοῦ λόγου περὶ δημιουργίας ὡς «ἄρσεν καὶ θῆλυ» τῆς ἀνθρώπινης φύσεως γίνεται ἀνυπέρβλητος σκόπελος γιὰ τὴν ἀναθεώρηση τῆς ἀνθρώπινης ὀντολογίας σὲ ἄλλη βάση πέρα αὐτῆς τῆς ὑπάρξεως δύο καὶ μόνο φύλων.
2. Ὁ ἐλεύθερος αὐτοπροσδιορισμός.
Ἐπομένως στὴν ἐποχή στὴν ὁποία ζοῦμε τοῦ ἐλεύθερου αὐτοπροσδιορισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου (μὲ τὶς ἀνάλογες συνέπειες σὲ κάθε περίπτωση βέβαια) μποροῦμε νὰ διακρίνουμε τὶς ἐξῆς περιπτώσεις:
– Τὸν ἐτεροφυλόφιλο προσδιορισμό, ποὺ εἶναι συμβατὸς μὲ τὴν πίστη τοῦ Εὐαγγελίου.
– Τὸν ὁμοφυλόφιλο ἤ ἀμφιφυλόφιλο προσδιορισμό ποὺ ἀντίκειται στὴν βιβλικὴ δημιουργία τοῦ «ἄρσεν καὶ θῆλυ». Σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση συμπεριλαμβάνονται καὶ αὐτοὶ ποὺ ἐπιλέγουν ἕνα ἀπὸ τὰ δύο φύλα, ὄχι ὅμως τὸ φύλο μὲ τὸ ὁποῖο γεννήθηκαν (βιολογικὸ φύλο), οἱ ὁποίοι χαρακτηρίζονται ὡς διεμφυλικοί (τρανσέξουαλ). Ἡ μετάβαση στὸ φύλο τῆς ἐπιλογής τους μπορεῖ νὰ γίνει σήμερα μὲ μόνιμη μὴ ἀντιστρέψιμη ἐπέμβαση μέσω τῶν δυνατοτήτων ποὺ προσφέρει ἡ σὐγχρονη ἰατρική. Ὅλες αὐτὲς οἱ περιπτώσεις περιγράφονται ὡς ΛΟΑΤ (Λ-λεσβίες, Ο-ὁμοφυλόφιλοι, Α-ἀμφιφυλόφιλοι, Τ- διεμφυλικοί).
Στὸ σημεῖο αὐτὸ εἶναι σημαντικὸ νὰ μᾶς γίνει σαφὲς ὅτι ὁ αὐτοπροσδιορισμὸς ἑνὸς ἀτόμου ἐξαρτάται ἀπὸ τὶς ἔμπρακτες ἐπιλογές του καὶ ὄχι ἀπὸ τὶς ἔξεις ποὺ αἰσθάνεται καὶ βιώνει. Μὲ ἄλλα λόγια τὸ ὅτι μπορεῖ κάποιος νὰ νιώθει ἔξεις πρὸς τὸ ἴδιο φύλο δὲν ἀρκεῖ γιὰ νὰ προσδιοριστεῖ ὡς πραγματικὸς ὁμοφυλόφιλος, ἄν δὲν κάνει τὶς ἔξεις πράξη, ἀλλὰ ζεῖ μέσα ἀπὸ μιὰ σχέση μὲ τὸ ἀντίθετο φύλο ἤ καὶ ἀγωνιζόμενος χωρὶς ὁποιαδήποτε σωματικὴ σχέση μέσα στὸ σχήμα τῆς ἐγκράτειας. Κατὰ τὴν χριστιανικὴ διδασκαλία ὁ πιστὸς δὲν χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὰ πάθη ποὺ τὸν πολεμοῦν, ἄλλον τῆς φιλαργυρίας, ἄλλον τῆς ὑπερηφάνειας, ἄλλον τοῦ θυμοῦ, ἄλλον τῆς κατάκρισης, ἄλλον τῆς γαστριμαργίας, ἄλλον τῆς πορνείας, ἀκόμα καὶ τῆς ὁμοφυλοφιλίας, ἐφόσον ὑπομένει αὐτὰ χωρὶς νὰ ὑποκύπτει σὲ αὐτὰ κάνοντάς τα πράξη. Ἀλλὰ καὶ ἄν τὰ πράξει, πάντα ὑπάρχει ἡ δυνατότητα τῆς μετάνοιας καὶ ἐπιστροφῆς, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀπαλλαχθεῖ ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἀθέτησης τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τῆς ἀμαρτίας (οὐκ οἴδατε ὅτι ἄδικοι βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι; μὴ πλανᾶσθε· οὔτε πόρνοι, οὔτε εἰδωλολάτραι, οὔτε μοιχοί, οὔτε μαλακοί, οὔτε ἀρσενοκοῖται, οὔτε πλεονέκται, οὔτε κλέπται, οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι, Α’ Κορ. 6, 9-10).
3. Οἱ Ἰντερσέξ.
Καὶ ἔρχεται τώρα τὸ ἐρώτημα περὶ αὐτοπροσδιορισμοῦ μιὰς ἄλλης κατηγορίας συνανθρώπων μας, τῶν ἰντερσέξουαλ ἤ ἁπλούστερα ἰντερσέξ (μεσοφυλικῶν ἤ καλύτερα καὶ πιὸ εὔστοχα διαφυλικῶν), αὐτοὶ ποὺ ἀνήκουν; Πρόκειται γιὰ αὐτοὺς τοὺς συνανθρώπους μας, οἱ ὁποίοι ἀντιμετωπίζουν διαταραχὲς ἐκ γενετῆς στὸ ἴδιο τὸ βιολογικό τους φύλο, ὅπου τὰ σωματικὰ (ἀνατομικά) φυλετικὰ χαρακτηριστικὰ (φαινότυπος) δὲν συμβαδίζουν μὲ τὰ φυλετικὰ χρωματοσώματα (γονότυπος).
Πιὸ συγκεκριμένα, πολὺ σπάνια, σὲ μία γέννηση κάθε 20.000, ἐξαιτίας κακῆς λειτουργίας τῶν ἐπινεφριδίων λόγω ὑπερπλασίας (πάθησης CAΗ), παράγονται οἱ ἀνδρικὲς ὀρμόνες (τεστοστερόνη) σὲ σχετικὰ πολὺ μεγάλη ποσότητα, καὶ ἔτσι ἐνῶ τὰ φυλετικὰ χρωματοσώματα εἶναι φυσιολογικὰ γιὰ γυναίκα (γονότυπος 46ΧΧ), μπορεῖ νὰ γίνουν τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ φύλου ἀσαφὴ ἤ νὰ ἀποκτηθοῦν καὶ κάποια ἀνδρικὰ ὄργανα. Σὲ άλλες περιπτώσεις, ὅμως, μπορεῖ νὰ συμβεῖ καὶ τὸ ἀκριβῶς ἀντίστροφο (σὲ μία γέννηση κάθε 16.000), ὅταν τὰ φυλετικὰ χρωματοσώματα εἶναι φυσιολογικὰ γιὰ ἄντρα (γονότυπος 46ΧΥ), ὅπου λόγω μὴ εὐαισθησίας σὲ ἀνδρογόνα (πάθηση AIS), παράγονται μειωμένες ἀνδρικὲς ὀρμόνες, ποὺ δὲν ἐπαρκοῦν γιὰ τὴν δημιουργία κανονικῶν, σαφῶν ἀνδρικῶν ὀργάνων ἤ δὲν εἶναι ἀρκετὲς νὰ ἀναχαιτίσουν τὴν δημιουργία θηλυκῶν ὀργάνων. Αὐτὲς οἱ διαταραχὲς (Διαταραχές Ανάπτυξης Φύλου – DSD) μποροῦν νὰ συσχετιστοῦν καὶ μὲ τὶς γονιδιακὲς μεταλλάξεις τοῦ γονιδίου SRY λόγω λάθος ἀνασυνδυασμοῦ, ὁπότε ἡ ἔλλειψη του ὁδηγεῖ στὴν ἀπουσία ὀρχέων, ἐνῶ ὑπάρχει ἀνδρικὸς γονότυπος (46ΧΥ), ἤ ἡ προσθήκη του προκαλεῖ τὴν παρουσία ὀρχέων, ἐνῶ ὑπάρχει θηλυκὸς γονότυπος (46ΧΧ).
Ὑπάρχουν καὶ περιπτώσεις ποὺ τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ φύλου μποροῦν νὰ ἐπηρεαστοῦν καὶ ἀπὸ ἀνωμαλίες στὰ φυλετικὰ χρωματοσώματα, ὅπως μὲ τὴν ὕπαρξη ἑνὸς μόνο χρωματοσώματος, ἀντὶ γιὰ δύο, (γονότυπος 45Χ0, σὲ μία κάθε 4000 γεννήσεις), ἡ ὁποία παρουσιάζει ὁμοιότητα μὲ τὴν περίπτωση τῆς διαταραχῆς ἀνάπτυξης φύλου σὲ ἄνθρωπο μὲ 46ΧΧ, καὶ ὅπως μὲ τὴν ὕπαρξη τρισωμιῶν, κυρίως τῆς 47ΧΧΥ (μία κάθε 1000 γεννήσεις), ὅπου μπορεῖ νὰ παρουσιαστεί μείωση, συνήθως μικρή, τῶν ἀνδρικῶν χαρακτηριστικῶν (μικροὶ ὄρχεις, ὁλιγοσπερμία ἤ ἀζωοσπερμία) καὶ νὰ ἐμφανιστοῦν, συνήθως ἀσθενικά, κάποια γυναικεία χαρακτηριστικά (γυναικομαστία), μὲ παρούσα σχεδὸν πάντα στειρότητα. Ὑπάρχουν καὶ οἱ περιπτώσεις τῶν μωσαϊκῶν, ὅπου συνδυάζονται δύο γονότυποι (ἕνα μέρος κυττάρων ἔχει τὸν ἕνα καὶ ἕνα μέρος τὸν ἄλλο γονότυπο), ὅπως 45Χ/46ΧΥ καὶ 46ΧΧ/46ΧΥ, μὲ ἀποτέλεσμα καὶ πάλι τὴν διαταραχὴ ανάπτυξης φύλου.
Ὅλες αὐτὲς οἱ περιπτώσεις φανερώνουν τὴν μεγάλη ποικιλία διαταραχῶν φύλου ἐκ γενετῆς ποὺ ὑπάρχει στοὺς ἰντερσὲξ συνανθρώπους μας, συνιστώντας ἕνα φάσμα, ἄν καὶ εἶναι ἀρκετὰ σπάνιες περιπτώσεις. Σὲ ἄλλες ἀπὸ αὐτὲς εἶναι πιὸ εὐδιακριτὸ τὸ πραγματικὸ φύλο τοῦ ἰντερσὲξ ἀνθρώπου βάση τὸν γονότυπό του ἀπὸ τὸ ὁποῖο γίνεται ἡ ἀπόκλιση λόγω τῆς διαταραχῆς, ἐνῶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις (ὅπως ΧΧΥ περίπτωση ἤ περιπτώσεις μωσαϊκῶν) εἶναι ἴσως πιὸ δυσδιάκριτο καὶ γιὰ τὴν διάκρισή του χρειάζεται νὰ συνεκτιμηθοῦν τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ φύλου ποὺ ἐπικρατοῦν σὲ κάθε περίπτωση (ποιὰ γενετικὰ ὄργανα ὑπάρχουν καὶ ποιὸ ἀναπαραγωγικὸ ὑλικὸ παράγουν). Ὁπότε ἐφόσον μπορεῖ νὰ γίνουν γνωστὰ ἡ ἀπόκλιση καὶ τὸ φύλο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο γίνεται ἡ ἀπόκλιση, μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μὲ τὶς σημερινὲς ἰατρικὲς δυνατότητες καὶ διόρθωση τοῦ φαινότυπου, ἐφόσον τὸ ἐπιθυμεῖ ὁ ἄνθρωπος στὴν κατάλληλη ἡλικία.
Καὶ ἐπιστρέφουμε στὸν αὐτοπροσδιορισμὸ τῶν συνανθρώπων μας αὐτῶν. Μποροῦν νὰ προσδιοριστοῦν βάση τοῦ γνωστοῦ πραγματικού τους φύλου καὶ ἄσχετα μὲ τὴν διαταραχή ἀνάπτυξης φύλου ποὺ ἀντιμετωπίζουν, τόσο ὡς ἐτεροφυλόφιλοι, ὅσο καὶ ὡς ΛΟΑΤ, ἀνάλογα μὲ τὶς ἐπιλογές τους, ὅπως ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι ἄνθρωποι. Μποροῦν μὲ ἄλλα λόγια τόσο νὰ ἀνήκουν στοὺς ΛΟΑΤ, ὅσο καὶ νὰ μὴν ἀνήκουν, καθὼς ἐνῶ αὐτοὶ ἔχουν διαταραχὴ στὸ βιολογικό τους φύλο οἱ ΛΟΑΤ δὲν ἔχουν, καὶ αὐτὸ ποὺ διαφοροποιεῖ τοὺς ΛΟΑΤ ἀπὸ τοὺς ἐτεροφυλόφιλους δὲν εἶναι αὐτὴ ἡ διαταραχή, ἀλλὰ ἡ κατ’ ἐπιλογὴ διαφοροποίησή τους ἀπὸ τὸ βιολογικό τους φύλο (ποὺ μπορεῖ νὰ φθάσει στοὺς τρανς μέχρι καὶ τὴν μεταμόρφωση τοῦ φυλετικοῦ φαινότυπου μὲ τὴν χρήση τῶν σημερινῶν ἰατρικῶν δυνατοτήτων, ἐνῶ φυσικὰ ὁ γονότυπος μένει ἀμετάβλητος), τὴν ὁποία διαφοροποίηση μποροῦν νὰ ἐπιλέξουν καὶ ὅποιοι ἰντερσὲξ θελήσουν, ἄν κάποιοι τὸ θελήσουν.
4. Οἱ ΛΟΑΤ.
Μποροῦμε νὰ καταλάβουμε σαφῶς σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο ὅτι εἶναι πλεονασμὸς ἤ καὶ κατάχρηση ἡ συμπερίληψη τῶν ἰντερσὲξ ἀνθρώπων στὸ ἀκρωνύμιο τῶν ΛΟΑΤ μὲ τὴν μορφὴ ΛΟΑΤΙ ἤ ΛΟΑΤΚΙ, ὅπου τοὺς ἀντιστοιχεῖ τὸ «Ι». Πῶς γίνεται νὰ συμπεριλαμβάνονται σὲ κάτι ὅλοι οἱ ἰντερσὲξ ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἐξ ὀρισμοῦ δὲν ἀνήκουν σὲ αὐτὸ ἄν δὲν τὸ ἐπιλέξουν; Ἄν πάλι κάποιοι ἀπὸ τοὺς ἰντερσὲξ συνανθρώπους μας ἐπιλέγουν νὰ βρεθοῦν ἀνάμεσα στοὺς ΛΟΑΤ, αὐτὸ δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὴν διαταραχή φύλου τους, ἀλλὰ γίνεται ἀπὸ ἐπιλογή τους, ὅπως καὶ στοὺς ὑπόλοιπους ΛΟΑΤ, καὶ ἄρα ἔτσι δὲν χρειάζεται κάποιο ἐπιπλέον γράμμα νὰ προστεθεῖ στὸ ὑπάρχον ἀκρωνύμιο, ὅπου ἤδη τὸ «ΛΟΑΤ» τοὺς συμπεριλαμβάνει. Μήπως λοιπὸν ἔκαναν λάθος οἱ ΛΟΑΤ;
Αὐτὸ ποὺ συμβαίνει εἶναι ὅτι τὶς διαταραχὲς ἀνἀπτυξης φύλου τῶν Ἰντερσεξ, ποὺ ὅπως εἴπαμε συναποτελοῦν ἕνα ὁλόκληρο φάσμα, τὶς μετατρέπουν οἱ ΛΟΑΤ σὲ ἕνα ἄλλοθι γι’ αὐτούς. Βαπτίζοντας τὶς διαταραχὲς σὲ φυσιολογικὲς καταστάσεις, τὶς ἰδιοποιοῦνται ὡς νέες ταυτότητες φύλου, ἔμφυλες ταυτότητες, μέσα στὸ φάσμα τῶν ὁποίων ὁ καθένας μπορεῖ νὰ ἐπιλέγει παντελῶς αὐθαιρέτως σὲ σχέση μὲ τὸ φύλο ποὺ γεννάται τὴν νέα του ἔμφυλη ταυτότητα. Γιατὶ χωρὶς τὴν ὑπαρκτὴ διαφοροποίηση τοῦ φύλου τῶν Ἰντερσὲξ συνανθρώπων μας λόγω τῆς ἀναπτυξιακῆς διαταραχής τους, οἱ ἰσχυρισμοὶ τῶν ΛΟΑΤ θὰ ἦταν τελείως χωρὶς φυσικὸ ἀντικείμενο καὶ ἄρα θὰ παράμεναν στὴν σφαίρα τῶν φανταστικῶν ἰδεῶν, λαμπρά φαντάζοντας σὲ ὅλους ἐκτὸς πραγματικότητας. Ὅμως ἔχοντας βρεῖ καλὸ ἐπικάλυμμα καὶ μεγάλο καταφύγιο στὴν φυσικὴ δυσκολία τῶν Ἰντερσέξ, δικαιολογοῦν καὶ καλύπτουν τὶς δικές τους ἐπιλογὲς ὡς φυσικές. Ὡστόσο ἡ ἀλήθεια δὲν μπορεῖ νὰ κρυφτεῖ γιὰ πολύ, γιατὶ οἱ πρώτοι γεννήθηκαν ἔτσι, ἐνῶ οἱ δεύτεροι τὸ ἐπέλεξαν, πράγμα ποὺ εἶναι ἐλεύθεροι καὶ ἔχουν δικαίωμα νὰ κάνουν, ὅμως ἔτσι διαφέρουν ὡς πρὸς αὐτὸ οἱ πρώτοι ἀπὸ τοὺς δεύτερους ὅσο ἡ μέρα μὲ τὴν νύχτα. Γι’ αὐτὸ τὸ παραμύθι ποὺ κηρύττουν οἱ δεύτεροι μὲ νύχια καὶ μὲ βλεφαρίδες ψεύτικες, ἀκόμα καὶ στὰ σχολεῖα χωρὶς νὰ ἔχουν τὸ δικαίωμα γιὰ κάτι τέτοιο καὶ χωρὶς ντροπή, δὲν θὰ μπορέσει νὰ πείσει τελικὰ τὴν κοινωνία μας.
Βιβλιογραφία.
1. Αναγνωστόπουλος, Χρ. Ερμαφροδιτισμός. (2012). Achaiki Iatriki, 31 (1), 83- 86.
2. Βελισσαρίου, Β. (2021). Βιολογικός καθορισμός του φύλου.
Ανάκληση από: https://bioiatriki.gr/viologikos-kathorismos-tou-fylou/
3. Γεωργόπουλος, Ν. & Αρμένη, Α. (2015). Αμφίβολα γεννητικά όργανα στην
Ελληνορωμαϊκή Αρχαιότητα. Φύλο και Αναπαραγωγή. Ανάκληση από:
https://eclass.upatras.gr/modules/document/file.php/MED1045/Αμφίβολα%20γεννητικά%20όργανα%20στην%20Ελληνορωμαϊκή%20Αρχαιότητα.pdf
4. Ευσταθίου, Ελ. Σύνδρομο Klinefelter. Ανάκληση από:
https://www.paidiatros.com/asthenies/spanies-arrosties/klinefelter-syndrome
5. Κυρανίδου, Π. (2018). Διαταραχές των αυτοσωμικών & φυλετικών χρωμοσωμάτων. Ανάκληση από:
https://blogs.sch.gr/giotakuran/files/2018/12/Human-Genetics-2016_4.pdf
6. Μανουσέλη, Σπ. (2012). Ανδρας ή γυναίκα; Εξαρτάται από πλήθος παραγόντων.
7. Μανουσέλη, Σπ. (2012). Ερμαφροδιτισμός: η βασανιστική συνύπαρξη των ανθρώπινων φύλων. Ανάκληση από:
http://amea-blog.blogspot.com/2012/12/blog-post_8500.html
8. Portnov, Α. (2018). Σύνδρομο Shereshevsky-Turner. Ανάκληση από:
https://el-m.iliveok.com/health/syndromo-shereshevsky-turner_107289i15937.html
9. Reisfeld S. (2013). Μεσοφυλικότητα – Αναγνωρίζοντας το τρίτο φύλο. Ανάκληση από:
http://ouraniotoksofamilies.blogspot.com/2013/01/blog-post_13.html