Γιατί ἐμεῖς, ἡ δικιά μου γενιά, εἴμαστε τόσο εὐγνώμονες στίς γιαγιάδες μας; Ἐγώ, ὅταν ἤμουν στήν Ἀμερική, πήγαινα καί σέ καμιά χειροτονία. Καθόμουν ἐκεῖ σέ μιά ἀκρούλα καί περίμενα νά ἀκούσω ἕνα μόνο πρᾶγμα. Γινόταν πρῶτα ἡ χειροτονία καί μετά ὁ νεοχειροτονούμενος ἑτοιμαζόταν νά πάει στό ἱερό σάν παππᾶς λόγου χάριν ἤ σάν διάκος. Τότε μίλαγε ὁ δεσπότης καί τόν νουθετοῦσε καί μετά ἔπαιρνε τόν λόγο καί ὁ νεοχειροτονηθείς νά πεῖ δυό κουβέντες.