Βασιλικῆς Χ.
Πάντα μὲ δυσκόλευε νὰ γράφω ἐκθέσεις. Ἐπειδὴ ὅμως τὸ γεγονὸς ποὺ ἔζησα ἦταν ἀληθινό, μοῦ εἶναι πολὺ εὔκολο νὰ γράψω γι’ αὐτό. Μετὰ ἀπὸ μιὰ ἐπίσκεψη στὸν γυναικολόγο μου, ἐκεῖνος μοῦ εἶπε πὼς ἔχω μία κύστη στὴν ὠοθήκη καὶ πὼς ἔπρεπε νὰ ἀφαιρεθεῖ χειρουργικά. Ἀπὸ τὴ μέρα ἐκείνη μέχρι τὴν ἐπέμβαση πέρασαν δύο χρόνια. Καὶ αὐτὸ διότι ἔψαξα ἂν ἔπρεπε νὰ ἀφαιρεθεῖ χειρουργικὰ ἢ λαπαροσκοπικὰ, ἔκλεισα ραντεβού, μπῆκα σὲ λίστα ἀναμονῆς γιὰ περισσότερους ἀπὸ ἓξι μῆνες καὶ ἐνόχλησα ξανὰ τὸ Νοσοκομεῖο γιὰ νὰ μοῦ δώσουνε ἡμερομηνία εἰσαγωγῆς, καὶ μόλις πῆγα στὸ ραντεβοὺ μὲ διώξανε λόγῳ στάσης ἐργασίας καὶ μοῦ ὁρίσανε νέα ἡμερομηνία γιὰ τὴν πραγματοποίηση τελικά τῆς ἐπέμβασης. Καθ΄ ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα εἶχα πόνο ἀλλὰ καὶ ἀβεβαιότητα, φόβο. Μοῦ λέγανε πὼς εἶναι μιὰ ἐπέμβαση ρουτίνας, ἀλλὰ δὲν ἐρχόταν ἡ σειρά μου.
Δύο περίπου ἑβδομάδες πρὶν τὴν ἐπέμβαση, κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ὕπνου μου, εἶδα ἕνα ὄνειρο ἀλλιώτικο ἀπὸ τὰ ἄλλα. Εἶδα πὼς ἤμουν σ΄ ἕνα χῶρο ποὺ ἦταν μοναστήρι καὶ ἐκεῖ ὑπῆρχαν γύρω μου καὶ ἄλλοι ἄνθρωποι, τοὺς ὁποίους καὶ ἀκολούθησα. Ἔτσι βρέθηκα μπροστὰ σὲ μιὰ εἰκόνα. Ἦταν ἡ μορφὴ μιᾶς γυναίκας μὲ σκουρόχρωμα ροῦχα, σκουρόχρωμο χρυσαφὶ γύρω ἀπὸ τὸ κεφάλι της καὶ στὸ ἀριστερό της χέρι κρατοῦσε ἕνα καφὲ δοχεῖο ποὺ φαινόταν πὼς κάτι εἶχε μέσα. Ρώτησα τότε, νομίζοντας πὼς στὴν εἰκόνα ἀπεικονίζεται ἡ Παναγία: «Γιατί στὴν εἰκόνα αὐτὴ ἡ Παναγία δὲν ἔχει ἀγκαλιὰ τὸν Χριστό;» Τότε ἀκούστηκε μιὰ φωνὴ, ποὺ τὴν ἒνιωσα σὰν νὰ ἦταν μέσα στὸ κεφάλι μου! «Αὐτὴ εἶναι ἡ Φαρμακολύτρια!» Εὐθὺς παρουσιάστηκε στὸ ὄνειρο ἡ κόρη μου, ἔχοντας νερὸ σὲ ἕνα μπουκάλι καὶ μοῦ εἶπε: «Ἔλα μαμὰ νὰ σὲ λούσω», πράγμα ποὺ ἔκανε. Τὴ ρώτησα ποῦ βρῆκε τὸ νερὸ καὶ μοῦ ἔδειξε μπουκαλάκια μὲ ἁγιασμένο νερὸ ποὺ βρίσονταν κοντὰ στὴν εἰκόνα. Τότε ξύπνησα καὶ εἶχα τὴν αἴσθηση ὅτι τὸ ὄνειρο αὐτὸ ἦταν κάτι καλό.
Τὁ ἴδιο πρωὶ καὶ καθὼς δὲν κατάφερα νὰ μιλήσω μὲ κάποιο πρόσωπο τῆς ἐκκλησίας, πῆγα σὲ ἕνα μαγαζὶ μὲ ἐκκλησιαστικὰ εἴδη καὶ θεωρώντας ἀκόμα ὅτι εἶχα δεῖ τὴν Παναγία, ζήτησα ἀπὸ τὴν κυρία ποὺ ἐργαζόταν ἐκεῖ νὰ μοῦ δείξει μιὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Φαρμακολύτριας! Ἡ ἀπορία στὸ βλέμμα τῆς γυναίκας ἦταν ἔκδηλη καὶ μοῦ ἀπάντησε ἀμέσως ὅτι ἀδυνατεῖ νὰ ἱκανοποιήσει τὸ αἴτημά μου, γιὰ τὸν πολὺ ἁπλὸ γι’ αὐτὴν, ἀλλὰ ὄχι καὶ γιὰ μένα, λόγο ὅτι δὲν ὑπῆρχε τέτοια εἰκόνα, οὔτε Παναγία Φαρμακολύτρια. Τότε ἀντὶ νὰ τὴ χαιρετήσω καὶ νὰ φύγω, παρέμεινα ἐκεῖ, λὲς καὶ τὰ πέλματά μου ἔβγαλαν καρφιὰ καὶ καρφώθηκαν στὸ πάτωμα. Ἐπέμενα πὼς πρέπει νὰ ὑπάρχει τὸ ὄνομα Φαρμακολύτρια. Τότε μοῦ εἶπε πὼς ὑπάρχει ἀλλὰ εἶναι ἡ ἁγία Ἀναστασία ἡ Φαρμακολύτρια. Ἀμέσως τὴν παρακάλεσα νὰ μοῦ δείξει μιὰ εἰκόνα της, πράγμα ποὺ ἔκανε.
Μόλις τὴν ἀντίκρισα, ἒνιωσα ἀγαλλίαση ἀλλὰ καὶ ἀνακούφιση ὅταν διαπίστωσα πὼς στὸ ἀριστερό της χέρι κρατοῦσε ἕνα δοχεῖο. Ὅμως τὸ χρῶμα τοῦ δοχείου καὶ τὰ χρώματα τῆς συγκεκριμένης εἰκόνας ἦταν πιὸ ἔντονα. Παρακάλεσα τὴν ὑπάλληλο νὰ μοῦ δώσει ὅ,τι πληροφορίες εἶχε γιὰ τὸν βίο τῆς Ἁγίας. Τὴν εὐχαρίστησα, πλήρωσα καὶ ἔφυγα. Διάβασα τὸν βίο της καὶ μόλις τὸ ἔκλεισα εἶδα μὲ ἔκπληξη στὸ ὀπισθόφυλλο τὴν ἁγία Ἀναστασία τὴ Φαρμακεύτρια, ὅπως ἀκριβῶς ἀποφάσισε νὰ μοῦ παρουσιαστεῖ σὰν εἰκόνα στὸν ὕπνο μου. Ἀκριβῶς τὰ ἴδια σκουρόχρωμα χρώματα καὶ τὸ δοχεῖο χρώματος καφέ. Ἀκριβῶς ἡ ἴδια, ποὺ μέχρι ἐκείνη τὴ στιγμὴ δὲν ἤξερα πὼς ὑπάρχει καὶ πὼς ἁγιογραφεῖται. Στὴν ἀναζήτησή μου γιὰ περισσότερες πληροφορίες γιὰ τὴν Ἁγία διάβασα πὼς βοηθάει σὲ γυναικολογικὰ προβλήματα, πολὺ δὲ στὴ θεραπεία τοῦ καρκίνου τοῦ στήθους, γιατί κατὰ τὸ μαρτύριό της τῆς ἔκοψαν τὸ στῆθος.
Ἡ δική μου ἐπέμβαση ἐν τέλει ἔγινε καὶ ὅλα πῆγαν καλά. Ἡ ψυχολογία μου, χάρη στὴν ἐνθάρρυνση τῆς Ἁγίας ἦταν ἄριστη. Θυμᾶμαι ὅτι ἑτοίμαζα τὴ βαλίτσα μου γιὰ τὸ Νοσοκομεῖο καὶ ἒνιωθα πὼς ἑτοιμάζομαι γιὰ ταξίδι ἀναψυχῆς καὶ ὄχι γιὰ χειρουργεῖο. Ἔφυγε τὸ ἄγχος.