Ὁ ἱεροψάλτης εἶναι κατώτερος κληρικός καί χειροτονεῖται ἀπό τόν Ἐπίσκοπο. Ὡς ἐκ τούτου, δέν μπορεῖ νά θεωρηθῆ ὡς πρόσωπο πού παράγει πολιτισμικά ἀγαθά, ὅπως πολλοί τό ἐπιδιώκουν. Ἡ Ἐκκλησία ἀνέθεσε στόν ἱεροψάλτη τήν ἐκπροσώπιση τοῦ πιστοῦ λαοῦ κατά τήν διάρκεια τελέσεως ἀκολουθιῶν καί τελετῶν πού τελοῦνται ἐντός ἤ ἐκτός τοῦ ναοῦ. Γιά αὐτόν τόν λόγο πρέπει ἡ ζωή τοῦ ἱεροψάλτου νά εἶναι ἀνάλογη πρός τό σοβαρό αὐτό λειτούργημα.
Ἔργο τοῦ ἱεροψάλτου εἶναι νά βοηθᾶ τούς πιστούς νά προσεύχωνται. Ἡ ἐπιλογή τῆς θέσεως τοῦ ἱεροψάλτου δέν ἔγινε τυχαίως ἐντός τοῦ ναοῦ. Εὑρισκόμενος ἐνώπιον τῶν πιστῶν καί σέ κοινή θέα αὐτῶν ὁ ἱεροψάλτης εἶναι πρότυπο τῆς προσευχῆς καί μέ τόν λάρυγγά του καί τήν γλῶσσα τοῦ σώματος ὑποδεικνύει στούς πιστούς «πῶς δεῖ προσεύχεσθαι». Γιά τόν λόγο αὐτό ἡ στάση του, οἱ κινήσεις του καί γενικά ἡ συμπεριφορά του πρέπει νά εἶναι σύμφωνες μέ τήν ἐκκλησιαστική παράδοση καί τούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐπειδή μέ τήν ψαλμωδία προβάλλεται καλύτερα ὁ λόγος, τό γραπτό κείμενο, ὁ ἱεροψάλτης πρέπει νά γνωρίζη τήν ψαλτική τέχνη, γιά τήν γνώση τῆς ὁποίας ἀπαιτεῖται ἡ ἄριστη γνώση τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς.
Ὅλα τά παραπάνω χαρακτηριστικά ὁ ἱεροψάλτης πρέπει νά τά ἐμπνεύση καί στούς νέους, ὥστε νά τούς προσελκύση στόν χορό τῶν ἱεροψαλτῶν, προκειμένου νά εἶναι ἱκανοί νά ἀναλάβουν κάποτε τό λειτούργημα αὐτό, ὅταν τούς καλέση ἡ Ἐκκλησία. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἐξασφαλίζεται ἡ διατήρηση τῆς ψαλτικῆς τέχνης καί εἰς τό διηνεκές ἐπάνδρωση τῶν ἀναλογίων τῶν ἐκκλησιῶν μέ καταρτισμένους ἱεροψάλτες. Πρέπει ὁ ἱεροψάλτης νά πείση τούς νέους ὅτι εἶναι τιμή τους ἡ παρουσία τους καί ἡ συμμετοχή τους στό ἀναλόγιο, διότι δι᾿ αὐτῆς ἐκπροσωπεῖ τούς πιστούς στήν τέλεση τῶν ἀκολουθιῶν.
Ἡ συνεχής μελέτη καί ἀνάλυση τῶν ψαλτικῶν καθηκόντων εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τήν κατά τό δυνατόν ἀρτιότερη ἀπόδοση τοῦ ἱεροψάλτου. Ἔτσι θά πείση τούς νέους ὅτι ἡ ἱεροψαλτική θέση εἶναι σοβαρό λειτούργημα. Τό πρῶτο πρόβλημα πού θά ἀντιμετωπίσουν οἱ νέοι εἶναι ἡ ἀγοραφοβία, δηλαδή ἡ ἔκθεσή τους ἐνώπιον τοῦ πλήθους (ἀγορά). Πρέπει νά πεισθοῦν οἱ νέοι νά ἔρχωνται στόν ναό ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἀκολουθίας, ὅταν ὁ ἀριθμός τῶν πιστῶν εἶναι μικρός καί ἡ ἔκθεση ὑποτονική. Ἔτσι θά κατορθώσουν, σταδιακά ἀλλά γρήγορα, νά περάσουν ἀπό τήν ἀγοραφοβία στήν θεοσέβεια καί δέν θά ἐνδιαφέρωνται γιά τό ἄν, πῶς, πότε καί ποιοί ἐκ τῶν πιστῶν τούς παρακολουθοῦν.
Εἶναι βέβαιον ὅτι ὅλοι οἱ πιστοί ἀξιολογοῦν θετικά τήν παρουσία τῶν νέων στό ἀναλόγιο. Ὁ ἱεροψάλτης πρέπει νά τονίζη συνεχῶς στούς νέους ὅτι κάθε πράξη στό ἀναλόγιο εἶναι προσευχή ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας καί πρέπει νά γίνεται κατά τόν καλύτερο δυνατό τρόπο. Γιά ὅλα αὐτά ὁ ἱεροψάλτης πρέπει νά παιδαγωγῆ τούς νέους μέ ἀγάπη καί εἰλικρίνεια καί νά μή διστάζη νά ἐνθαρρύνη κάθε στοιχειώδη κίνηση πού ἐκδηλώνουν οἱ νέοι γιά νά συμμετέχουν στό ἀναλόγιο καί νά μήν τούς ἀποθαρρύνη, φοβούμενος μήπως τόν ἐκθρονίσουν, ὅπως οἱ παλαιοί ἱεροψάλτες. Ἡ ἀνάγνωση τῶν κειμένων καί ἡ ψαλμώδηση τῶν ὕμνων δέν εἶναι εὔκολη ὑπόθεση, γι᾿ αὐτό χρειάζεται προετοιμασία ἐκ τῶν προτέρων, ὥστε ὁ νέος νά ἔχη τόν χρόνο νά ἐξασκηθῆ γιά νά ἀποφεύγωνται τά λάθη καί νά καταβάλλεται ἡ μεγαλύτερη δυνατή προσπάθεια καί προσοχή γιά τήν κατά τό δυνατόν τέλεια ἐκτέλεση τῆς ἀναγνώσεως καί τῆς ψαλμωδίας. Τά πάντα στήν Ἐκκλησία ἀναγιγνώσκονται ἤ ψάλλονται ἀπό τό βιβλίο (ἀπό διφθέρα) καί τοῦτο γιατί ἡ ἀπό τό κείμενο ἀνάγνωση μαζί μέ τήν ἐξάσκηση βοηθοῦν στήν ἀπόδοση τῶν λέξεων καί νοημάτων καί στήν ἀποφυγή λαθῶν.
Ἀπαγορεύονται οἱ ὑπερβολικοί τονισμοί καί ἡ ὁποιαδήποτε συναισθηματική ἔκφραση, γιατί καταντοῦν θεατρινισμοί. Ἡ ἑλληνική γλῶσσα εἶναι ἡ καταλληλότερη ἀπό ὅλες τίς γλῶσσες τοῦ κόσμου γιά νά ἀποδοθῆ τό νόημα καί τό περιεχόμενο τῶν κειμένων. Στό ἀναλόγιο πρέπει νά τηρῆται ἡ τάξη καί νά ἐπικρατῆ ἡ ἡρεμία. Οἱ πάντες ὀφείλουν ὑπακοή στόν πρωτοψάλτη ἀποφεύγοντας κάθε σχόλιο καί ἀργολογία. Ἡ διά νοήματος ἀνάθεση κάποιων ἐντολῶν ἀπό τόν ἱεροψάλτη πρέπει νά ἐκτελῆται ἀμέσως ἀπό ὅλους τούς παρευρισκομένους στό ἀναλόγιο. Ὀφείλει ὁ ἱεροψάλτης νά διδάσκη στούς νέους, σέ χρόνο ἐκτός τῶν ἀκολουθιῶν, τήν ἀνάγνωση ἐκκλησιαστικῶν κειμένων καί τήν ἐκτέλεση μουσικῶν κειμένων καί νά ἀναθέτη στούς νέους νά ἀναγινώσκουν ἤ νά ψάλλουν κείμενα ἀνάλογα μέ τίς δυνατότητές τους ἐφ᾿ ὅσον ἔχουν προετοιμασθῆ. Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου οἱ νέοι θά ἀνδρωθοῦν καί θά εἶναι ἱκανοί νά ἀναγινώσκουν ἤ νά ψάλλουν μέ ἄνεση στό ἀναλόγιο καί θά ἔχουν ὑπερνικήσει τήν ἀγοραφοβία.
Τότε εἶναι ἡ ὥρα ἐκμαθήσεως τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Ἡ διδασκαλία πρέπει νά γίνεται ἀπό τόν ἱεροψάλτη ἤ δόκιμους διδασκάλους τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Ὅλα τά διδασκόμενα πρέπει νά ἐφαρμόζωνται στό ἀναλόγιο κατά τήν διάρκεια τῶν ἀκολουθιῶν γιά νά ἐμπεδώνωνται, διαφορετικά τά παίρνει ὁ ἄνεμος ὅπως τά πούπουλα. Ἰδιαίτερη προσοχή πρέπει νά δοθῆ στήν χρονική περίοδο τῆς μετατροπῆς τῆς φωνῆς, ὥστε νά γίνη ὁμαλά καί ἀβίαστα, γιά νά ἀνδρωθῆ ἡ φωνή τῶν νέων. Δέν πρέπει νά ξεχνᾶ ὁ ἱεροψάλτης ὅτι γιά νά γίνουν ὅλα αὐτά ἀπαραίτητη προϋπόθεση εἶναι νά ὑπάρχη ἀγάπη στό ἀναλόγιο. Αὐτό ἐξασφαλίζεται μέ τήν ἀποφυγή κάθε κριτικῆς θετικῆς ἤ ἀρνητικῆς μεταξύ τῶν μελῶν τοῦ ἀναλογίου, ὥστε ἀφ᾿ ἑνός νά καταπολεμῆται ὁ ἐγωϊσμός καί ἡ ἔπαρση καί ἀφ᾿ ἑτέρου νά καλλιεργῆται ἡ αὐτοπεποίθηση. Δέν ἐπιτρέπεται ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τό ἀναλόγιο πρίν γίνη ἡ ἀπόλυση τῆς ἀκολουθίας, ἄν δέν ὑπάρχη σοβαρός λόγος. Δέν εἶναι σοβαρό οἱ νέοι πού ψάλλουν στό ἀναλόγιο νά βοηθοῦν παράλληλα τόν ἱερέα ἤ τόν νεωκόρο ἤ ὁποιονδήποτε ἄλλον γιά ὁποιονδήποτε λόγο.
Ἐφ᾿ ὅσον ἀνεβοῦν στό ἀναλόγιο, θά ἀποχωρήσουν ὅταν τελειώση ἡ ἀκολουθία. Δέν ἐπιτρέπεται ἡ εἴσοδος καί ἔξοδος στό Ἱερό γιά τήν παραλαβή βιβλίων ἤ ἄλλων πραγμάτων, γι᾿ αὐτό ὁ ἱεροψάλτης ὀφείλει νά ἐξασφαλίση τήν ὕπαρξη τοῦ κατάλληλου χώρου ὅπου θά φυλάσσωνται ὅλα τά ἀπαραίτητα βιβλία ἤ ἄλλα ἀντικείμενα γιά τό ἀναλόγιο ἐκτός τῶν ράσων, τά ὁποῖα θά φυλάσσωνται σέ εἰδική ἱματιοθήκη ἐντός τοῦ Ἱεροῦ, γιά νά εἶναι καθαρά καί τακτοποιημένα. Ὁ ἱεροψάλτης ὀφείλει νά ἐξασφαλίση τήν δυνατότητα τῶν νέων, ἀλλά καί τῶν παλαιῶν μελῶν τοῦ χοροῦ στό ἀναλόγιο νά παρακολουθοῦν μέ ἄνεση ὅλα τά ἀναγινωσκόμενα καί ψαλλόμενα κείμενα χωρίς διαγκωνισμούς καί ἐνοχλήσεις μέ τήν τοποθέτηση βοηθητικῶν ἀναλογίων. Εἶναι ἀπαραίτητο ὅλα τά μέλη τοῦ χοροῦ νά ἔχουν τήν δυνατότητα νά ξεκουράζωνται καθήμενοι, στά μέρη τῆς ἀκολουθίας πού ἐπιτρέπεται, σέ στασίδια ἤ καθίσματα.
Ὅλα τά μέλη τοῦ χοροῦ πρέπει νά φοροῦν τό ράσο καί νά ἔχουν χειροτονηθῆ ἀναγνῶστες γιά νά μποροῦν νά ἀναγινώσκουν καί νά ψάλλουν τά ἀναγνώσματα καί τούς ψαλμούς. Ἄν ὅλα αὐτά τηρηθοῦν μέ ἀκρίβεια καί ἀγάπη, οἱ νέοι θά ἀντιληφθοῦν ὅτι ἡ συμμετοχή τους στό ἀναλόγιο εἶναι μιά σοβαρή καί ὑπεύθυνη προσφορά πρός τήν Ἐκκλησία, γιά τήν ὁποία ἀξίζει νά ὑποβληθοῦν σέ κόστος καί θυσίες γιά νά εἶναι αὐτή ἡ προσφορά τους κατά τό δυνατόν καλύτερη, ὥστε νά αἰσθάνωνται ὅτι συμπεριλαμβάνονται στούς «κοπιώντας καί ψάλλοντες».
Τό ἀναλόγιο εἶναι τόπος προσευχῆς καί ὄχι τόπος συναυλιακῆς συμπεριφορᾶς. Ὅπου ὑπάρχει προσευχή, παρευρίσκεται καί ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ πρῶτος πού ἐπισκέπτεται τόν ἱεροψάλτη γιά νά τόν ἐγκωμιάση ἤ νά τόν ἀποθαρρύνη καί τότε ὁ ψάλτης «τήν ὑμνωδίαν ἐκτελῶν εὑρίσκεται τήν ἁμαρτίαν ἐκπληρῶν». Ἡ ἐπίκληση τοῦ Κυρίου ἤ τῆς Θεοτόκου ἤ τοῦ Ἁγίου, τήν ὑμνωδίαν τῶν ὁποίων ἐκτελοῦμεν, ἀπομακρύνει τόν διάβολον.