Ο ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΜΟΣ

EKKLHSIASMOS

Παντελή Παπαδόπουλου

Θεολόγου

                 

(Σκέψεις περί Ἐκκλησιασμοῦ παρμένες 

 ἀπό ὁμιλίες τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου  τοῦ Χρυσοστόμου)

Εἰσαγωγικά

 

                  Ἡ πίστη στόν Θεό καί ἡ συμμετοχή του στήν κοινή Θεία  Λατρεία (κυρίως στήν τέλεση τῆς Θείας Εὐχαριστίας) ἀποτελοῦν γιά κάθε Χριστιανό, πού θέλει νά εἶναι ἐνεργό μέλος τῆς Ἐκκλησίας, δύο «ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ» προϋποθέσεις γιά τή Χριστιανική του ἰδιότητα καί ζωή.  Ὅπως ἡ ὑλική τροφή εἶναι ἀπαραίτητη γιά τή συντήρηση καί ἀνάπτυξη τοῦ σώματος, ἔτσι καί ἡ συμμετοχή στή Θεία Λειτουργία εἶναι ἀπαραίτητη γιά τή συντήρηση καί τήν πρόοδο τοῦ πνευματικοῦ ὀργανισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου.

      Ὁ ἱερός ναός ἀποτελεῖ τόπο παρουσίας τοῦ Θεοῦ καί διανομῆς τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως ἀρχικά ὑπῆρξε στήν πρώτη Ἐκκλησία τό ὑπερῶο τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου καί τῆς Πεντηκοστῆς. Οἱ πιστοί τῆς πρώτης Ἐκκλησίας προσευχόμενοι καί «προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδόν ἐπί τό αὐτό» ἐκφράζουν τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καί εἰκονίζουν τήν ἀρξαμένη «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ», τῆς ὁποίας τά ἀγαθά ἀρχίζουν νά προγεύονται.

      Αὐτή  τήν ἀλήθεια καί πραγματικότητα ὑποδηλώνουν οἱ Πατέρες τῆς  Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου (691 μ.Χ.), οἱ ὁποῖοι μέ εἰδικό κανόνα παραγγέλλουν νά ἀποκόπτεται (δηλ. νά ἀφορίζεται) ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας κάθε Χριστιανός, πού χωρίς σοβαρό λόγο ἀπέχει τῆς κοινῆς λατρείας (Θείας Λειτουργίας) γιά τρεῖς συνεχεῖς Κυριακές.

      Ὁ τακτικός  ἐκκλησιασμός δέν  πρέπει νά ἀποτελεῖ  γιά κάθε   πιστό μία  καλή συνήθεια, ἕνα  τυπικό θρησκευτικό καθῆκον, μία  κοινωνική  ὑποχρέωση,  ἤ  ἀκόμα  μία  ψυχολογική  διέξοδο  ἀπό  την  ἀσφυκτική  μονοτονία   τῆς  καθημερινότητας.  Αὐτό  το  τελευταῖο  εἶναι  σύμπτωμα μίας ἐπικίνδυνης ἀσθένειας, τῆς  ἐκκοσμίκευσης.

      Ἀντίθετα, ὁ συνειδητός Χριστιανός, μέ τήν προσέλευσή του στόν ναό, ἐκφράζει μία ζωτική ὑπαρξιακή του ἀνάγκη.  Τήν ἀνάγκη νά ζήσει αὐθεντικά.  Νά συναντηθεῖ μέ τήν πηγή τῆς ζωῆς του, τόν Δημιουργό του, νά Τόν ἀκούσει, νά Τόν δοξολογήσει, νά Τόν εὐχαριστήσει. Νά τοῦ ἀνοίξει τήν καρδιά του καί νά τοῦ ζητήσει λύση γιά τά προβλήματά του. Νά ἑνωθεῖ μαζί του, μέσω τῆς θείας κοινωνίας. Ἐπιπλέον, μπορεῖ νά ἐκφράσει τήν εὐλάβεια καί τήν ἀγάπη του στήν Παναγία μας καί στούς Ἁγίους. Νά τούς νοιώσει δίπλα του συναγωνιστές καί πνευματικούς ἀδελφούς του.

      Τό  σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, πού μεταλαμβάνει στή Θεία Λειτουργία, τόν κάνουν νά αἰσθάνεται «συμπολίτης τῶν Ἁγίων καί οἰκεῖος του Θεοῦ», τόν καθαρίζουν ἀπό κάθε μολυσμό σαρκός καί πνεύματος, τόν ἁγιάζουν, τόν χαριτώνουν, τόν συμφιλιώνουν μέ κάθε συνάνθρωπό του καί τόν κάνουν νά αἰσθάνεται τήν πληρότητα τῆς Ἁγιοπνευματικῆς ζωῆς. Ἔτσι, ἀναχωρεῖ ἀπό τόν Ναό τοῦ Θεοῦ ἀνανεωμένος, ἀνακαινισμένος, μέ δύναμη καί ἀπόφαση νά ἀντιμετωπίσει τήν ζωή σύμφωνα μέ τό Θεῖο θέλημα. Βλέπει, μέ τήν προοπτική τῆς αἰώνιας ζωῆς, τήν προσωρινότητα καί τήν φθαρτότητα τοῦ καθημερινοῦ του βίου.

      Στίς  μέρες μας, ὁ θόρυβος τοῦ κόσμου γεμίζει σύγχυση τήν ψυχή μας. Τό ψεύτικο καί ἀπατηλό τῶν σύγχρονων εἰδώλων, διαψεύδει ἀπό παντοῦ τίς ἀνθρώπινες ἐλπίδες καί ἀφήνει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου διψασμένη γιά κάτι γνήσιο καί αὐθεντικό. Ἒτσι,  παρατηροῦμε ὅτι τό ἐνδιαφέρον γιά τήν Ὀρθόδοξη λατρεία αὐξάνεται διεθνῶς, καθώς πολλοί ἀνακαλύπτουν σ’ αὐτή ἕνα πραγματικό νόημα. Καί στόν χῶρο τῆς ἑτερόδοξης Δύσεως καί ὄχι μόνον, ἀλλά καί στήν Ἀσία καί στήν Ἀφρική, ὅπου ὑπάρχουν Ὀρθόδοξες Ἱεραποστολές, τό ἐνδιαφέρον γιά τήν Ὀρθόδοξη λατρεία αὐξάνεται.

      Ἐν τούτοις στόν δικό μας χῶρο, οἱ περισσότεροι Ὀρθόδοξοι  ἀδελφοί μας  ἀπουσιάζουν  συστηματικά ἀπό  τη  Θεία λατρεία. Εἶναι  φανερό ὅτι πολύ λίγοι ἀπό τούς ἀπόντες ἔχουν καταλάβει τήν ἀξία τῆς Ὀρθόδοξης  Θείας Λειτουργίας.

      Παρακάτω θά ἐκθέσουμε ἀποσπάσματα ἀπό  ὁμιλίες τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου (554 – 407 μ.Χ.), τοῦ μεγάλου Πατρός καί Διδασκάλου τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, πού συνέδεσε τό ὄνομά του καί τήν ζωή του μέ τή Θεία Λειτουργία. Οἱ σκέψεις του καί οἱ παραινέσεις του εἶναι πάντα ἐπίκαιρες καί ἐφαρμόσιμες σέ κάθε ἐποχή. Διαπιστώνει ἔτσι εὔκολα κανείς πώς ὁ ἄνθρωπος στό βάθος του παραμένει ἴδιος καί ἀπαράλλακτος σέ ὅλες τίς ἐποχές.

      Ἄς εὐχηθοῦμε, ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ, ὁ ἱερός Ναός νά μᾶς γίνει  οἰκεῖος  σάν  τό δικό μας  σπίτι  καί ἡ Θεία Λειτουργία κέντρο καί  ἄξονας γιά ὅλη μας τήν ζωή.  Ἡ τράπεζα τῆς Εὐχαριστίας νά ἀποβεῖ γιά τόν καθένα μας ἡ μόνη «ψυχοτρόφος καί ζωοποιός», κάτι πού ἔχουμε ἀνάγκη περισσότερο ἀπό ὁτιδήποτε  ἄλλο στήν ζωή μας.