Μελέτη στο αποστολικό ανάγνωσμα
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ ( ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ)
Ἡ ἐλπίδα παίζει μεγάλο ρόλο στήν ζωή τῶν χριστιανῶν. Στήν πορεία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, μετά τήν ἐνθάρρυνση πού μᾶς ἔδωκε ἡ Σταυροπροσκήνυση, τό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα ἀναφέρεται στήν ἐλπίδα τῶν μελλόντων ἀγαθῶν, ἡ ὁποία γίνεται βεβαιότητα διά τῆς πίστεως καί τῆς ἀνάμνησης τῆς μεθ’ ὅρκου ὑπόσχεσης τοῦ Θεοῦ στόν Ἀβραάμ. Ἡ ἐλπίδα τῶν μελλόντων ἀγαθῶν παραπέμπει στήν ἐσχατολογία τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπό αὐτή τήν ἄποψη τά ἔσχατα εἶναι παρόντα, δεδομένης τῆς ἀπήχησης στήν καθημερινότητα τοῦ ὀρθόδοξου βίου. Ἡ ἀναμονή τῶν ἐσχάτων παρέχει τήν ἐλπίδα ὅτι οἱ θλίψεις τῆς παρούσης ζωῆς εἶναι παροδικές καί ἡ ὑπομονή μας στήν διάρκεια τῶν θλίψεων βελτιώνει καί ἰσχυροποιεῖ τόν ἐν Χριστῷ χαρακτήρα μας. Ἀπό τήν ἄλλη μεριά ἡ ὑπομονή συσσωρεύει γιά μᾶς μισθό στόν οὐρανό.
Κατά τόν Ἀπ. Παῦλο «ἡ θλῖψις ὑπομονήν κατεργάζεται, ἡ δέ ὑπομονή δοκιμήν, ἡ δέ δοκιμή ἐλπίδα, ἡ δέ ἐλπίς οὐ καταισχύνει, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διά Πνεύματος Ἁγίου»( Ρωμ. 5, 5). Παρουσιάζει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος τήν ἀνελικτική πορεία τῆς ψυχῆς ἀπό τήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν. Ἡ ὑπομονή στίς θλίψεις κατεργάζεται ἕνα χαρακτήρα δόκιμο ἀπό τήν ἐργασία τῶν ἀρετῶν. Ὁ δόκιμος, δηλαδή ὥριμος πνευματικά, χαρακτήρας τοῦ χριστιανοῦ ἔχει μία ἐσωτερική βεβαιότητα γιά τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στήν ζωή του, ἐφ’ ὅσον τό ἔχει διαπιστώσει τόσες φορές στήν ἐν Χριστῷ πορεία του. Ὅταν χρεισθεῖ νά περιμένεις πολύ καιρό μέχρι νά δεῖς μία ἀλλαγή στήν θλίψη σου τότε ἀναγνωρίζεις τό χέρι τοῦ Θεοῦ στήν ζωή σου. Δέν εἶναι οἱ προσωπικές σου ἱκανότητες πού ἔφεραν ἀποτέλεσμα, ἀλλά ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι, λοιπόν, μία θεωρία, ἀλλά μία ἐμπειρία τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στήν ζωή σου. Τότε, πλέον, ἡ ἐλπίδα γίνεται ἀκλόνητη καί ἡ πίστη ἐνδυναμώνεται. Ἔχουν μπεῖ οἱ βάσεις γιά μία περισσότερο βαθειά σχέση μέ τόν Θεό. Ἄν δέν περάσεις νικηφόρα, μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τίς θλίψεις, δέν γνώρισες τόν χρόνο τοῦ Θεοῦ καί ἀπέφυγες τήν πρόσωπο μέ πρόσωπο ἐπαφή σου μαζί του. Αὐτό τό γνωρίζουν οἱ μοναχοί πού ὁμιλοῦν γιά ἀπροσπάθεια καί ἀμεριμνησία ὡς τρόπο ζωῆς, πού προσκαλεῖ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ στήν καθημερινότητά μας.
Ὑπάρχει, λοιπόν, μία πρόγευση τῆε Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί αύτή γίνεται μέ τρεῖς τρόπους. Ὁ πρῶτος τρόπος εἶναι αὐτό πού περιγράφει ὁ Ἀπ. Παῦλος ὡς ἀρραβώνα τοῦ Πνεύματος. Ἡ βίωση τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν ζωή τοῦ πιστοῦ παρέχει τήν βεβαιότητα γιά τήν βίωση ὅλων τῶν ἐπαγγελιῶν τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀρραβώνας τοῦ Πνεύματος εἶναι ἕνα εἶδος προκαταβολῆς καί πρόγευσης τῆς πραγματικότητας τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Αὐτό, ἄλλωστε, ἐξυπηρετεῖ ἡ παρουσία Ἁγίων σέ ὅλες τίς ἐποχές. Ὁ ἄλλος τρόπος τῆς πρόγευσης σχετίζεται μέ τούς λόγους τοῦ Κυρίου ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ «ἐντός ὑμῶν ἐστί». Οἱ βαπτισμένοι χριστιανοί πού ἔχουν πνευματική ζωή εἶναι κατοικητήρια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ ἐπανάληψη τῆς εὐχῆς «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με», στήν οὐσία ἀναζητεῖ τό κέντρο τῆς ψυχῆς πού εἶναι ἡ καρδιά, ὅπου τά ἀμεταμέλητα χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀναμένουν νά ἐνεργοποιηθοῦν. Ἡ στροφή στόν ἔσω ἄνθρωπο καί ἡ ἕνωση τοῦ νοῦ μέ τήν καρδιά εἶναι ἡ ἀπόδειξη τῆς ἐντός ἡμῶν βασιλείας. Τέλος, οἱ λόγοι τοῦ Βαπτιστή ὅτι ὁ ἀναμενόμενος «ἔρχεται» ὑποδεικνύουν τήν πραγματικότητα ὅτι ἡ σαρκωση τοῦ Λόγου εἰσήγαγε τήν ἀνθρωπότητα στήν περίοδο τῆς χάριτος καί ὅπως ὅλες οἱ ρήσεις τῶν Προφητῶν ἐκπληρώθηκαν, μέ παρόμοιο τρόπο καί ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπίκειται ὡς ὑπόσχεση τῦ Θεοῦ.
Ἡ βίωση τῶν ἐσχάτων γίνεται στήν θεία Λειτουργία. Ὁ πιστός βιώνει τόν ἐνεστωτικό χρόνο. Στήν Ἐκκλησία τό μέλλον καθορίζει τό παρόν. Στήν Ἐκκλησία δέν σέ γεμίζουν μέ ἐνοχές, σέ προτρέπουν νά συνεχίσεις τήν πορεία σου γιά τήν συνάντηση με τό Θεό. Ὅπως ὁ πατέρας τοῦ Ἀσώτου ἐξῆλθε γιά τήν προϋπάντησή του ἔτσι καί ὁ Κύριος κινεῖται γιά τήν εὕρεση καί διάσωση τοῦ ἀπολολλῶτος προβάτου. Ὅπως οἱ φιγοῦρες τῶν Ἁγίων στίς ἁγιογραφίες εἶναι δυσανάλογες μέ τό περιβάλλον ἔτσι καί ἡ ἐσχατολογία καθορίζει τό παρόν. Μπορεῖ, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος νά βιώσει τά ἔσχατα.
Ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν, μπορεῖ να χαρκτηρισθεῖ ἐσχατολογική κοινότητα. Αὐτό τό πιστοποιεῖ ἡ ἐμφάνιση τοῦ Θεοῦ στόν Μωϋσή, τό ὅραμα τοῦ πρωτομάρτυρα Στεφάνου καί τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός, ὡς Μέγας Άρχιερεύς τῆς Ἐκκλησίας, πρῶτος εἰσῆλθε στό ἐσωτερικό τοῦ καταπετάσματος γιά να ἐτοιμάσει χῶρο γιά ἐμᾶς. Κατά τό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τήν παραπάνω ἐλπίδα « ὡς ἄγκυραν ἔχομεν τῆς ψυχῆς ἀσφαλῆ τε καί βεβαίαν καί εἰσερχομένην εἰς τό ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος, ὅπου πρόδρομος ὑπέρ ἡμῶν εἰσῆλθεν Ἰησοῦς, κατά τήν τάξιν Μελχισεδέκ ἀρχιερεύς γενόμενος εἰς τόν αἰῶνα»( Ἐβρ. 6, 19-20).
Ἡ πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή ὁμιλεῖ γιά «τό μυστήριο τό ἀποκεκρυμένον ἀπό τῶν αἰώνων». Αὐτό τό μυστήριο ἀποκαλύφθηκε καί εἶναι ὁ Χριστός, τό πλήρωμα τοῦ Νόμου καί τῶν Προφητῶν. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ἀρχή, ἡ μέση καί τό τέλος πάντων. Ἡ ζωή μας δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ πορεία ἀπό τήν νηπιακή πνευματική ἡλικία μέχρι τήν ἕνωσή μας μαζί του, ζώντας μέσα στό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.