« ’Απήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροί ἄνδρες, οἵ ἔστησαν πόρρωθεν»
π. Γεωργίου Θανάσουλα
Ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπὴ, ἀδελφοί μου, μᾶς ἐξιστορεῖ τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τῶν δέκα λεπρῶν, τὸ ὁποῖο χρονικά ἔκανε ὁ Κύριὸς μας στὸ τέλος τῆς δημοσίας δράσεώς του, κατὰ τὴν τελευταῖαν ἀνάβασὶν του εἰς Ἱεροσόλυμα, ὀλίγον πρὸ τοῦ Πάθους Του. Καὶ ἡ ἐξιστόρησις αὐτή ὄσο ἁπλή φαίνεται ἐκ πρώτης ὅψεως τόσο πολλά μυνήματα καὶ διδάγματα μᾶς προσφέρει καὶ τὰ ὁποῖα θὰ προσπαθήσω, στὸν λίγο χρόνο ποὺ μᾶς ἐπιτρέπετε, νὰ τὰ ἐπισημάνω ἁπλῶς γιὰ νὰ προβληματιστοῦμε καὶ νὰ διδαχθοῦμε μὲ κύριο καὶ ἀποκλειστικό σκοπό τὴν ψυχική μας ὡφέλεια καὶ σωτηρία. Μᾶς λέγει ἡ περικοπή ὅτι ἐνῶ ὁ Ἰησοῦς ὲπρόκειτο νὰ μπεῖ σὲ κάποιο χωριό, συναντίθηκε μὲ μιὰ ὁμάδα δέκα λεπρῶν, οἱ ὁποῖοι στέκονταν μακρυά, γιτὶ ἐθεωροῦντο ἀκάθαρτοι λόγῳ τῆς ἀσθενείας των. Δὲν τολμοῦσαν νὰ πλησιάσουν γιατί νόμιζαν ὅτι ὁ Χριστός θὰ τοὺς συγχαινόταν ὅπως ἔκαναν καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι. Ὕψωσαν γι’αὐτό φωνήν μεγάλην, ἐφώναζαν μὲ ὅλη τὴ τὴν δύναμή τους καὶ παρακαλοῦσαν τὸν Κύριο. Καὶ δεν τὸν παρακαλοῦν ἁπλῶς ὡς ἄνθρωπο, ἀλλά ὡς ὑπέρ ἄνθρωπον, διότι τὸν ὀνομάζουν Ἑπιστάτην ποὺ σημαίνει Κύριον, κηδεμόνα καὶ ἐπιτηρητήν, δηλαδή τὸν θεωροῦν Θεόν. «Ἰησοῦ ἐπιστάτα ἐλέησον ἡμᾶς». Δὲν τοῦ ζητοῦν νὰ τοὺς θεραπεύσει, ἀλλά νὰ τοὺς λυπηθεῖ, νὰ τοὺς δείξει, σὰν Θεός ποὺ εἶναι, τὸν οἶκτον του. Ἀναθέτουν καὶ ἐμπιστεύονται τὸν ἑαυτό τους ἐν λευκῷ στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, χωρίς νὰ φοβοῦνται ὅτι μπορεῖ νὰ ἀποτύχουν. Πιστεύουν στὸν Ἰησοῦ. Ἀναγνωρίζουν αὐτός Κύριον, Σωτῆρα καὶ λυτρωτή καὶ ζητοῦν τὴν βοηθειά Του καὶ τὸ ἔλεός Του. Τοῦ λέγουν: «Ἐλέησόν ἡμᾶς». Ξέρεις Ἐσύ. Καὶ τὸ «ἐλέησον ἡμᾶς» εἶναι ἐν συντομίᾳ ἡ λεγομένη Εὐχή τοῦ Ἰησοῦ, δηλαδή τὸ : «Κύριε Ίησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν». Καὶτὴν ὁποία εὐχή οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς παραγγέλουν νὰ λέμε ὅσο πιὸ συχνά μποροῦμε γιὰ νὰ ἀπαλαγοῦμε ἀπό τὴν πνευματική μας λέπρα.
Ἡ ἀξία τῆς εὐχῆς αὐτῆς εἶναι ἀνυπολόγιστη γιατὶ μέσα σὲ μόνο λίγες λέξεις συνδέεται στενά ἡ ὁμολογία τοῦ Θεανθρώπου μὲ τὴν ὁμολογία τῆς ἁμαρτωλότητάς μας. Λέγοντας τὴν εὐχή αὐτή ζοῦμε τὴν μακαρία κατάσταση τῆς ταπείνωσης, ἠ ὁποία κατὰ τὸν Ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή συνίσταται στὴ διπλή γνώση. Τὴ γνώση τῆς δύναμης τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴ γνώση τῆς δικῆς μας ἀδυναμίας. Ἀντίθετα ἡ ἄγνοια τῆς δύναμης τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἄγνοια τῆς δικῆς μας ἀσθένειας συνιστᾶ ἡ ἄγνοια τῆς δύναμις τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἄγνοια τῆς δικῆς μας ἀσθένειας συνιστᾶ τὴν ὑπερηφάνεια. Καὶ ἐπειδή ὁ Θεός «τοῖς ὑπερηφάνοις ἀντιττάσεται, τοῖς δὲ ταπεινοῖς δίδωσι χἀριν», εἰσακούει τὴν δέηση τῶν λεπρῶν. Ἄν καὶ κουρασμένος ἀπό τὴν ὁδοιπορίαν ὁ Ἰησοῦς, δὲν ἀναβάλλει τὴν θεραπεία ἀλλά σταματᾶ, τοὺς δέχεται εὐμενῶς καὶ τοὺς λέγει: πηγαίνεται στοὺς Ἱερεῖς καὶ δεῖξτε τὰ λεπριασμένα μέλη τοῦ σώματός σας. Ἄς προσἐξουμε, ἀλλά καὶ ἄς θαυμάσουμε τὸ μέγεθος τῆς ὑπακοῆς καὶ τῆς συμμορφώσεως, τοῦ μὲν Ἰησοῦ στὸν Μωαϊκό νόμο, τῶν δὲ λεπρῶν στὴν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἱησοῦς τοὺς λέγει: Πηγαίνεται στοὺς ἱερεῖς. Γιατί; Γιατί μόνο οἱ ἱερεῖς εἶχαν τὴν ἐξουσία ἀπό τὸ νόμο νὰ ποῦν ἄν ἕνας λεπρός ἐγένετο ὑγιής καὶ μόνο αὐτοί ἐπέτρεπαν τὴν ἐπανένταξή του στὴν κοινωνία ἀφοῦ προηγουμένως προσέφεραν τὸ προβλεπόμενο δῶρο. Ἐφ’ὅσον ὁ τελετουργικός νόμος, ἦταν ἀκόμη σὲ ἰσχύ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός προνοοῦσε πάντοτε νὰ τὸν τηρεῖ καὶ αὐτό κάνει καὶ τώρα, Συμμορφώνεται στὸν νόμο. Ὑπακούει στὸ νόμο. Ἀλλά καὶ οἱ λεπροί τὶ κάνουν; Πιστεύουν στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Πιστεύουν στὸ λόγο Του καὶ γι’αὐτό χωρίς δισταγμό, ἐνῶ εἶναι ἀκόμη λεπροί, ξεκινοῦν νὰ παρουσιαστοῦν στοὺς ἱερεῖς «ἐν ἀληθείᾳ», μὲ πίστη. Καὶ ἡ πίστις τους αὐτή φανερώνεται μὲ τὴν ὑπακοή τους στὸ πρόσταγμα τοῦ Ἰησοῦ.
Ὁ Χριστός δὲν τοὺς εἶπε : «καθαριστῆτε ἀπό τὴν λέπρα», ἀλλά δοκίμασε τὴν πίστη τους καὶ τὴν ὑπακοή τους καὶ γι’αὐτό τοὺς ἔστειλε ἀθεράπευτους ἀκόμη στοὺς ἱερεῖς. Καὶ αὐτό ὁ Χριστός τὸ κάνει, ἐκτός ἀπό τὸ νὰ δοκιμάσει τὴν πίστη τους καὶ γιὰ δύο ἀκόμη λόγους. Πρῶτον γιατί ἦτο ἐνδεχόμενο νὰ ἀφυπνίσει τοὺς Ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι μόλις θὰ διαπίστωναν τὴν πλήρη θεραπεία τῶν λεπρῶν, γιατί ἐπρόκειτο περί μεγάλου καὶ ἀσυνήθους ἀριθμοῦ λεπρῶν, δέκα τὸν ἀριθμόν, σχεδὸν ὁλόκληρο νοσοκομεῖο, νὰ τοὺς ἀφυπνήσει λέγω, γιὰ νὰ ἀναζητήσουν τὸν ἰατρόν, ὁ ὁποῖος ἔχει τὴν δύναμη νὰ θεραπεύσει τὶς σωματικές ἀσθένειες καὶ ἀφοῦ τὸν γνωρίσουν νὰ πιστέψουν καὶ νὰ σωθοῦν. Ὁ Χριστός ἀναζητά τὸ ἀπολλωλός πρόβατο καὶ τὴ χαμένη δραχμή καὶ θέλει ὅλοι νὰ σωθοῦν. Ὁ δεύτερος λόγος εἶναι γιατί θέλησε νὰ μᾶς διδάξει ὅτι ὅσοι ζητοῦν καὶ ἀναμένουν τὶς χάριτες καὶ τὴν εὔνοιαν τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ τὶς πάρουν, πρέπει προηγουμένως νὰ συμμορφώνονται μὲ τοὺς τρόπους καὶ τὶς μεθόδους, τὶς ὁποῖες θέλει ὁ Χριστός καὶ ὄχι νὰ ἔχουν τὴν ἀξίωση νὰ συμμορφωθεῖ ὁ Χριστός σὲ αὐτά τὰ ὁποῖα ἀναμένουν ἠ θεωροῦν καλύτερα πρὸς τὸ συμφέρον τους. «Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτούς , συνεχίζει ὁ Εὐαγγελιστής, ἐκαθαρίστησαν».
Τὸ ἀποτέλεσμα, τὸ ζητούμενον τὴς αἰτήσεώς των προς τὸν Ἰησοῦ, τὸ θαῦμα ἄν θέλετε ἔγινε. Ἡ θεραπεία ἐτελέσθη. Φανερώνει δὲ τὸ θαῦμα αὐτό καὶ τὴν κοινή σωτηρία ὁλοκλήρου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Γιατὶ οἱ δέκα λεπροί εἶναι ὅλη ἡ φύσις τῶν ἀνθρώπων, ἡ ὁποία ἐλεπρώθει ἀπό τὴν κακία καὶ εἶχε τὴν ἀσχήμια καὶ τὴν δυσοσδία τῆς ἁμαρτίας. Εὐρίσκετο δὲ ἔξω ἀπό τὴν πόλη τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ ἐστέκετο μακρυά ἀπό τὸν Θεό ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς ἀκαθαρσίας. Ὅμως ἐπειδήεἶχε τὴν ἰκεσία, λέγει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας, εἶναι μεγάλη πρόφασις εἰς αὐτόν τὸν φιλάνθρωπον Θεόν, ὁ ὁποῖος θέλει ὅλοι νὰ σωθοῦν καὶ νὰ ἀπολαύσουν τὰ αἰώνια ἀγαθά του, τὸ νὰ μετέχει κάποιος τῆς ἀγαθότητος αὐτοῦ καὶ γι’αὐτό σπλαγχνίζεται καὶ ἰατρεύει τοὺς οὔτως ἀθλίως εὐρισκομένους». Ἕνας δὲ ἀπό τοὺς δέκα λεπρούς σαμαρείτης «ἰδῶνὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψεν μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν» διὸτι μέσῳ τοῦ Ἰησοῦ τὸν ἐθεράπευσεν. Ὁ ξένος αὐτός, ὁ περιφρονημένος καὶ σχηματικός στὴν πίστη, ὁ εἰδωλολάτρης Σαμαρίτης, ἐκδηλώνει μὲ ταπείνωση καὶ βαθύτατο σεβασμό. Γιατί τὸ νὰ πέσει κάποιος στὰ γόνατα, νὰ ἀκουμπήσει τὸ μέτωπό του στὸ ἔδαφος, αὐτό ἀποτελεῖ σημεῖον βαθυτάτου σεβασμοῦ καὶ στὴ Καινή Διαθήκη αὐτό γίνεται μόνον ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὁ Ἰησοῦς μπροστά σὲ αὐτή τὴν ἐκδήλωση εὐγνωμοσύνης, γι’ ἄλλη μία φορά διδάσκει ἐλέγχοντας: «οὐχί δέκα ἐκκαθαρίστησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ;» Ἐλέγχει ὁ Ἰησοῦς τὴν ἁμαρτία τῆς ἁγνωμοσύνης. Γιατί ὁ ἀγνώμων ἀθετεῖ τὸν νόμον, ὄχι μόνον τῆς λογικῆς, ἀλλά καὶ τῆς ἀλόγου φύσεως. Τὰ ἄλογα ζῶα ὅταν εὐεργετοῦνται δείχνουν μὲ τὸν τρόπο τους τὴν εὐχαριστίαν τους μὲ τὴν ἀφοσίωσίν τους πρὸς τοὺς εὐεργέτας τους. Ὁ Θεός δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπό τὴν εὐχαριστίαν μας καὶ τὴν δοξολογία μας ἐπειδή εἶναι αὐτοδόξαστος καὶ ἡ ἄπειρος φύσις του ἔχει ἀφ’ἑαυτῆς ἄπειρη καὶ ἀκατάπαυστη τὴν δόξα καὶ τὴν ἄνεση. Δὲν ἔχει καμμία ἀνάγκη ἀπό τῆς δι’ἔργου εὐχαριστίας μας δηλαδή ἀπό θυσίες καὶ δώρα ἐπειδή εἶναι πνεῦμα καὶ δὲν ἀπολαμβάνει τὰ σωματικά καὶ ὑλικά πράγματα ποὺ τοῦ προσφέρουμε.
Ἀφοῦ ὅμως δὲν τὰ ἔχει ἀνάγκη, γιατί ἐδῶ ἐλέγχει τὴν ἀγνωμοσύνη καὶ ζητᾶ τὴν εὐχαριστία καὶ τὴν ἔκφραση εὐγνωμοσύνης; Τὴν ζητᾶ γιατὶ ἡ μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα προσφερομένη εὐχαριστία εἶναι ἔνδειξη καλοδιάθετης ψυχῆς. Τὸ δέχεται καὶ τὰ ζητᾶ γιὰ τὴν εὐγνωμοσύνη τῆς ψυχῆς ἐκείνου ποὺ τὰ προσφέρει. Αὐτή ζητᾶ ὁ Θεός καὶ γι’ αὐτήν παίρνουμε ἐμεῖς τὶς πλούσιες του εὐεργεσίες καὶ ἀνταμοιβές. Ὁπως ἀκριβῶς καὶ ὁ Σαμαρίτης τῆς σημερινῆς περικοπῆς. «Ἀναστάς πορεύου. Ἡ πίστις σου σέσωκε σε». Μὲ τὸ νὰ ἐκφράσει τὴν εὐγνωμοσύνη του μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα ἀμέσως, ὅπως ἔλαβε τὴν σωματική θεραπεία, λαμβάνει καὶ τὴν ψυχική σωτηρία. Παράλληλα ὁ Ἰησοῦς τοῦ ὑπενθυμίζει ὅτι ἠ πίστις του τὸν ἔσωσε. Τονίζει σ’αὐτόν τὴν μεγάλη σημασία καὶ σπουδαιότητα ποὺ ἔχει ἡ πίστις, ὅπως ἐπίσης καὶ τὴν ὠφέλεια ποὺ θὰ ἔχει αὐτός στὸν μετέπειτα βίο του ἀπό αὐτήν. Πίστις καὶ ἔργα εἶναι τὰ μόνα ποὺ μποροῦν νὰ μᾶς σώσουν.
Ἀδελφοί μου. Ὅταν στεκόμαστε μπροστά στὸν Θεό καὶ τὸν παρακαλοῦμε γιὰ ὁποιοδήποτε ζήτημά μας, γιὰ νὰ ἔχουμε τὸ ἐπιθυμητό ἀποτέλεσμα, πρέπει νὰ τὸ κάνουμε μὲ πίστη, ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Κύριός μας, ὁ ἐξουσιαστής καὶ ἑκεῖνος ὁ ὁποῖος δίδει κάθε ἀγαθό. Νὰ ὁμολογοῦμε αὐτόν ὡς θεάνθρωπο καὶ τοὺς ἑαυτούς μας ἁμαρτωλούς· νὰ συμμορφονόμαστε στὴν ζωή μας ἐν παντί καὶ πάντοτε μὲ τὸ θεῖο του θέλημα, καὶ τὶς ἐντολές του· νὰ ἐμπιστευόμαστε καὶ νὰ ἐναποθέτουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ τὶς ἐλπίδες μας, στὸ ἔλεός του καὶ τότε καὶ μόνον τότε λαμβάνουμε καὶ ἀπολαμβάνουμε τὰ πλούσια ἐλέη καὶ δωρεές Του. Ἀμήν.