Mιὰ πολὺ ἐκφραστικὴ λέξη βρήκαμε σὲ κείμενο τοῦ Γιάννη Καλιόρη· τὴ γραφιδομαχία:
Ἀνακαλύπτω τὶς ρίζες τῶν λέξεων – Ἀθησαύριστοι νεολογισμοί
Mιὰ πολὺ ἐκφραστικὴ λέξη βρήκαμε σὲ κείμενο τοῦ Γιάννη Καλιόρη· τὴ γραφιδομαχία:
Συναντήσαμε σὲ κείμενο τὴ φράση «ἐνθαδικὴ ζωή». Τὸ ἐπίθετο ἐνθαδικὸς δὲν ὑπάρχει στὰ λεξικά.
Σὲ ἐφημερίδα συναντήσαμε τὴ λέξη ἀμφοτερόπλευρος ποὺ δὲν καταγράφεται στὰ λεξικά
Καθημερινὰ βλέπουμε στοὺς δρόμους νεαροὺς μὲ δίκυκλα ποὺ τρέχουν προκειμένου νὰ παραδώσουν ἐγκαίρως στοὺς παραλῆπτες τους ἐπιστολές…
Προσηλώνω σημαίνει κατευθύνω καὶ κρατῶ σταθερά, συγκεντρώνω ἀποκλειστικὰ τὸ βλέμμα, τὴν προσοχή, τὴ σκέψη μου σὲ κάποιον
Ἡ κεντρικὴ σημασία τοῦ ρήματος ὑπερφαλαγγίζω εἶναι ἐπεκτείνω τὸ μέτωπο τῆς στρατιωτικῆς παράταξής μου ὥστε νὰ κυκλώσω τὸ ἕνα ἢ καὶ τὰ δύο ἄκρα τοῦ ἐχθροῦ: Ὑπερφαλάγγισαν τὸν στρατό τοῦ ἀντιπάλου καὶ τὸν ἀνάγκασαν νά παραδοθῆ.
Τὸ ἐπίθετο ὑψίκομος προσδιορίζει τὰ δέντρα ποὺ ἔχουν ψηλὰ τὸ φύλλωμα, δηλαδὴ τὰ ὑψίκορμα, τὰ ὑψίκλωνα δέντρα: ὑψίκομος φοίνικας, δρῦς ὑψίκομος. Χρησιμοποιεῖται καὶ μεταφορικά: Ὁ ἅγιος Παΐσιος εἶναι ἕνας ὑψίκομος φοίνικας τῆς ὀρθόδοξης πνευματικῆς ζωῆς.
Σὲ ἔγκριτο περιοδικὸ διαβάσαμε τὴ φράση «ὁ ἀπεγνωσμένος ἑλληνικὸς λαός». Τὸ ἐπίθετο ἀπεγνωσμένος ἀναφέρεται σὲ ἐνέργεια ποὺ γίνεται συνήθως χωρίς ἐλπίδα ἐπιτυχίας, ἀπὸ κάποιον ποὺ βρίσκεται σὲ ἀπόγνωση
Ἡ κακόηχη λέξη γκλάμουρ ἔχει πιὰ μπεῖ στὴ ζωή μας. Ἡ δυτικότροπη ζωή μας ἄφησε τὰ σημάδια της στὴ γλῶσσα. Γκλάμουρ εἶναι ἡ αἴγλη ποὺ ἐκπέμπει ἕνα πρόσωπο ἀπὸ τὴν ἐξωτερική του ἐμφάνιση: χολιγουντιανό γκλάμουρ, τὸ γκλάμουρ τῆς πρωταγωνίστριας.
Ὡς γνωστὸν οἱ Ἑβραῖοι μὲ τὴ θαυματουργικὴ ἐπέμβαση πέρασαν τὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα «ἀβρόχοις ποσὶν» χωρὶς νὰ βρέξουν τὰ πόδια τους. Ἡ φράση λέγεται ὅταν ὁλοκληρώσουμε ἕνα δύσκολο ἔργο χωρὶς νὰ κοπιάσουμε. Πῆρε τὸ πτυχίο του ἀβρόχοις ποσίν.
Ἡ κατάχρηση τοῦ ἀπολεξικοποιημένου ρήματος κάνω ἔχει καταντήσει ἐνοχλητική. Ἀκοῦμε ἔκανε τὴ δημοπρασία (ἀντὶ διενήργησε), ἔκανε τὴν ἀγοραπωλησία (ἀντὶ πραγματοποίησε), κάνει ὡραῖο λάδι (ἀντὶ παράγει), κάνει ἀκριβὰ δῶρα (ἀντὶ προσφέρει), πόσο κάνει τὸ δαχτυλίδι (ἀντὶ κοστίζει) …
Διοίκηση εἶναι ἡ ρύθμιση καὶ ὁ ἔλεγχος τῆς ὁμαλῆς λειτουργίας ἑνὸς ὀργανισμοῦ. Ἡ διοίκηση μπορεῖ νὰ εἶναι σώφρων, συνετή, χρηστή, στιβαρή, φατριαστική, χαλαρή. Συνώνυμα εἶναι τὸ πηδάλιο (ἀνέλαβε τὸ πηδάλιο τῆς ἑταιρείας/τῆς ὁμάδας), τὰ ἡνία (τὰ ἡνία τῆς ὁμάδας ἀνέλαβε ὁ διάσημος τεχνικός), ἡ διακυβέρνηση, ἡ διαχείρηση.
Ἀπὸ τὸν ἀμερικανὸ στατιστικολόγο Gallup δημιουργήθηκε ἡ κακόηχη λέξη γκάλοπ, ἡ ὁποία κακῶς χρησιμοποιεῖται ἀντὶ τῶν ἑλληνικῶν δημοσκόπηση καὶ σφυγμομέτρηση.
«Ὁ ἥλιος πιὰ βασίλεψε
μαζὶ καὶ ἡ καρδιά μου
γιατί ὁ χάρος ζήλεψε
ὅλα τὰ ὄνειρά μου» (τραγούδι)
Λωποδύτης· στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ἦταν αὐτὸς ποὺ γλιστράει στὰ ροῦχα κάποιου ἄλλου, αὐτὸς ποὺ κλέβει τὰ ροῦχα τῶν λουομένων. Ὅταν οἱ ταξιδιῶτες ἤθελαν νὰ πλυθοῦν σὲ ἕνα ποτάμι, ἄφηναν τὰ ροῦχα τους στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ.
Πῶς θὰ ἀντέξη τὸν ἀδόκητο χαμὸ τῆς συζύγου του; ἀντιμετώπισε μὲ σθένος τὴν ἀδόκητη συμφορά. Ἡ λέξη εἶναι σύνθετη ἀπὸ τὸ στερητικὸ α καὶ τὸ ρῆμα δοκῶ «προσδοκῶ, νομίζω, θεωρῶ».
Τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ ρῆμα ἄγω χρησιμοποιεῖται στὰ νέα ἑλληνικὰ καὶ ὡς ἁπλὸ καὶ ὡς σύνθετο. Ὡς ἁπλὸ διατηρεῖ τὴν ἀρχαία σημασία του «ὁδηγῶ, φέρνω»: ἡ κυβέρνηση ἄγεται σὲ συμβιβασμό. Κυρίως ὅμως χρησιμοποιεῖται ὡς σύνθετο …
Ἔχετε πιθανὸν ἀκούσει ἢ διαβάσει ὅτι ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα γιὰ μιὰ ψῆφο δὲν ἔγινε ἡ γλῶσσα τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν Ἀμερικῆς. Σύμφωνα μὲ τοὺς ἐπινοητὲς αὐτοῦ τοῦ μύθου στὸ τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ 18ου αἰῶνα διεξήχθη ψηφοφορία στὶς Η.Π.Α. μὲ σκοπὸ νὰ ἀποφασίσουν οἱ πολῖτες …
Ἡ ἀγγλικὴ λέξη church ἐμφανίζεται στὴν Ἀγγλικὴ λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ 900 μ.Χ. Ἔχει γερμανικὴ προέλευση (Κirche). Οἱ Ἄγγλοι τὸ γερμανικὸ k τὸ πρόφεραν ch. Σύμφωνα μὲ τὸ λεξικὸ τοῦ Wahrig τὸ οὐσιαστικὸ Kirche εἶναι τὸ ἑλληνικὸ κυριακὸν (δῶμα), δηλαδὴ ὁ οἶκος τοῦ Κυρίου.
Ἐπειδὴ ὁ διάλογος μεταξὺ τῶν πολιτικῶν ἀρχηγῶν κατήντησε ντιμπέιτ (ποὺ ἀνάγεται στὸ λατικὸ ρῆμα battuere «χτυπῶ») ἂς κρατήσουμε τουλάχιστον τὴν τηλεμαχία μὲ τὴν ἐλπίδα οἱ διαπληκτισμοὶ τῶν κομματανθρώπων θὰ γίνη κάποτε μάχη ἐπιχειρημάτων πολιτικῶν ἐπ’ἀγαθῷ τῆς πολιτικῆς.
Ἡ ψαλμικὴ φράση (Ψαλμοί, 41,8) δηλώνει τὶς θλίψεις ποὺ πλημμυρίζουν τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου· ἡ μία θλίψη μοῦ φέρει τὴν ἄλλη. Τὸ πλῆρες χωρίο εἶναι «ἄβυσσος ἄβυσσον ἐπικαλεῖται εἰς φωνὴν τῶν καταρρακτῶν σου, πάντες οἱ μετεωρισμοί σου καὶ τὰ κύματά σου ἐπ’ ἐμὲ διῆλθον»· ὁ ψαλμωδὸς χρησιμοποιεῖ τὴ μεγαλοπρεπῆ αὐτὴ εἰκόνα γιὰ νὰ παραστήση τὴ θλίψη του.
Σχηματίζεται ἀπὸ τὸ οὐσιαστικὸ ὥρα καὶ τὸ παραγωγικὸ τέρμα -ιος. Ὡραῖος ἦταν αὐτὸς ποὺ συναίβαινε τὴν κατάλληλη ὥρα ἢ ἐποχή. Στὰ ἀρχαῖα κείμενα γίνεται γίνεται λόγος γιὰ ὡραίους καρπούς, ὡραῖον γάμον, ἀκόμα καὶ γιὰ ὡραῖον θάνατον.
Τὸ ὄνομα Ἠγερία χρησιμοποιεῖται σήμερα γιὰ νὰ δηλώση τὴ γυναίκα ποὺ ἀσκεῖ ἐπιρροὴ καὶ ἐμπνέει τοὺς δημόσιους ἄνδρες. Π.χ. Γιὰ τοὺς φίλους τοῦ Περικλῆ ἡ Ἀσπασία ἦταν ἡ συμπαραστράτια του, ἡ ἠγερία του στὶς μεγάλες ἐμπνεύσεις καὶ ἡ δασκάλα του στὴ ρητορική.
Συχνὰ ἀκοῦμε φράσεις ὅπως «Ἡ κυβέρνηση ἀποφάσισε ὅτι θὰ μειώσει τοὺς μισθούς» ἢ «Ἀποφάσισα ὅτι δὲν θὰ τοῦ ξαναμιλήσω». Πρόκειται γιὰ ἐσφαλμένη σύνταξη τοῦ βουλητικοῦ ρήματος ἀποφασίζω. Τὰ βουλητικὰ ρήματα (ὅπως θέλω, ἐπιθυμῶ, παρακαλῶ) συντάσσονται μὲ βουλητικὴ πρόταση.
Μὲ ἀφορμὴ τὸ νομοσχέδιο ποὺ ἀφορᾶ τὴν ἀναδοχὴ τέκνων ἀπὸ ὁμόφυλα ζευγάρια δημιουργήθηκε σύγχυση μεταξὺ τῶν ὅρων ἀναδοχὴ καὶ υἱοθεσία. Ἡ λέξη ἀναδοχὴ εἶναι οἰκεία στοὺς περισσότερους Ἕλληνες …
Παρετυμολογία εἶναι ἡ ἐσφαλμένη ἐτυμολογία μιᾶς λέξεως. Ἐπειδὴ ἡ ἐτυμολογία τῶν λέξεων εἶναι δέλεαρ γιὰ τοὺς ὁμιλητές, συχνὰ ἐτυμολογοῦν τὶς λέξεις σύμφωνα μὲ τὶς προσωπικές τους ἀντιλήψεις. Ἡ πιὸ «διάσημη» παρετυμολία εἶναι ἡ προέλευση τῆς λέξεως ἄνθρωπος …
Ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ μέσῳ κυρίως τῆς Λατινικῆς προσέφερε ἑκατοντάδες χιλιάδες λέξεις, ρίζες λέξεων, προθήματα καὶ ἐπιθήματα σὲ ὅλες τὶς εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες. Ἀκόμα καὶ τὸ ἀλφάβητο τῶν εὐρωπαϊκῶν γλωσσῶν εἶναι ἑλληνικό.
Ἀντὶ γιὰ τὴ λέξη ἴντερνετ εἶναι προτιμότερο νὰ χρησιμοποιοῦμε τὴ λέξη διαδίκτυο ποὺ σχηματίζει παράγωγα διαδικτυώνομαι, διαδικτυακός, διαδικτυακά. Παραδείγματα χρήσης: πλοηγοῦμαι (ὄχι σερφάρω) στὸ διαδίκτυο, συνδέομαι στὸ διαδίκτυο, πάροχος τοῦ διαδικτύου.
Ἐπιστήθιος φίλος εἶναι ὁ ἐγκάρδιος, ὁ ἀκριβός, ὁ στενός, ὁ ἀγαπημένος φίλος: Ὁ Ὑπουργὸς Παιδείας εἶναι ἐπιστήθιος φίλος τοῦ Πρωθυπουργοῦ. Ἡ φράση προέρχεται ἀπὸ τὴ γνωστὴ σκηνὴ τοῦ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγελίου (13, 25): «ἀναπεσὼν δὲ ἐκεῖνος ἐπὶ τὸ στῆθος τοῦ Ἰησοῦ λέγει αὐτῷ».
Τὸ οὐσιαστικὸ βοήθεια προέρχεται ἀπὸ τὴ φράση «έπὶ βοήν θέω «τρέχω», ἑπομένως τρέχω νὰ ἀνταποκριθῶ στὴ βοὴ τοῦ ἄλλου. Τὸ ὁμηρικὸ ρῆμα θέω σημαίνει «τρέχω»: περὶ ψυχῆς θέον Ἕκτορος (ἔτρεχαν γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ Ἕκτορα).
Ἐπίνοια εἶναι ἡ ἐπινοητικότητα, ὁτιδήποτε κοινούργιο καὶ πρωτότυπο συλλαμβάνει ὁ νοῦς, εἶναι ἐπίσης ἡ ἱκανότητα νὰ ἐπινοῆ κανεὶς νέα καὶ πρωτότυπα πράγματα. Δὲν πρέπει νὰ συγχέεται μὲ τὴν ἐπίπνοια. Ἐπίπνοια εἶναι ἡ «θεία ἔμπνευση».
Τὸ ρῆμα ἀπαυδάω-ῶ (ἀπό + αὐδή «ὁμιλία»), ποὺ σημαίνει «δὲν μπορῶ νὰ μιλήσω», «δὲν ἀντέχω ἄλλο», ἐκφέρεται λανθασμένα στὸν παρακείμενο «ἔχω ἀπηυδήσει», ἀντὶ «ἔχω ἀπαυδήσει» ποὺ εἶναι ὁ ὀρθὸς τύπος.