Διηγήθηκε ἡ Μεσολογγίτισσα Γεωργία Μωραΐτου: «Τό ἔτος 1918 ἔπεσε θανατηφόρα γρίππη στό Μεσολόγγι. Παρ᾽ ὅλες τίς φιλότιμες προσπάθειες τῶν γιατρῶν, ὁ ἕνας μετά τόν ἄλλον κολλοῦσαν γρίππη καί μετά ἀπό λίγες μέρες πέθαιναν ἐξαντλημένοι. Καθημερινῶς πέθαιναν 2530 ἄτομα, τά ὁποῖα μετέφεραν μέ κάρα καί τά ἔθαπταν χωρίς συνοδεία ἱερέως. Εἶχε γίνει ἐπιδημία φοβερή. Τό ἴδιο συνέβαινε στό Ἀγρίνιο, ὅπου πέθαιναν κάθε μέρα 4050 ἄτομα, στό Αἰτωλικό καί στά γύρω χωριά. Ὅταν εἶδαν οἱ ἰθύνοντες τῆς πόλεως τά πολλά θύματα καί τήν γρήγορη ἐξάπλωση τῆς νόσου συνεννοήθηκαν μέ τόν Ἐπίσκοπο καί ἔστειλαν ἀνθρώπους στό μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Προυσσιώτισσας. Παρεκάλεσαν τόν Ἡγούμενο νά κατεβάση τήν θαυματουργή Εἰκόνα στό Μεσολόγγι γιά νά σταματήση τό θανατικό. Ἡ εἰκόνα πέρασε πρῶτα ἀπό τό Ἀγρίνιο, ὅπου ἀπό τίς πρῶτες ὧρες τῆς ἀφίξεώς της σταμάτησαν νά πεθαίνουν οἱ ἄνθρωποι καί οἱ ἄρρωστοι ἔγιναν ὑγιεῖς. Ἤθελαν τήν εἰκόνα νά τήν κρατήσουν μέρες στό Ἀγρίνιο, ἀλλά ἦρθαν ἐπιτροπές ἀπό τά γύρω χωριά καί τήν ζητοῦσαν γιατί πέθαιναν καί ἐκεῖ οἱ ἄνθρωποι.
»Πράγματι, τήν 1η Νοεμβρίου 1918 ἔφθασε ἡ εἰκόνα διά τοῦ σιδηροδρόμου, ἐνῶ οἱ Μεσολογγῖτες ἀνέμεναν ἀπό τή νύχτα στήν θέση Φοινίκια. Ἔβρεχε ὅμως καταρρακτωδῶς καί οἱ γιατροί συνέστησαν νά μήν πάη κανείς στήν ὑποδοχή. Ὑπῆρχε ὁ κίνδυνος μέ τόν συνωστισμό νά κολλήσουν εὔκολα γρίππη ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον, ἡ βροχή δέ θά ἐπιδείνωνε τήν κατάσταση καί θά εἶχαν γι᾿ αὐτό πολλά θύματα. Ἀλλά οἱ ἁπλοῖ καί πιστοί ἄνθρωποι ἔδειξαν πιό πολύ ἐμπιστοσύνη στήν Παναγία ἀπ᾽ ὅ,τι στούς γιατρούς καί δέν διαψεύστηκαν.
»Ὑποδέχθηκαν λοιπόν τήν Παναγία, τήν ἔφεραν μέ τά πόδια μέσα στό Μεσολόγγι καί τήν λιτάνευσαν στούς δρόμους τῆς πόλεως ψάλλοντας καί κάνοντας αἰτήσεις γιά τήν σωτηρία τους. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά μήν κολλήση κανείς γρίππη ἀλλά καί ὅσοι ἦταν ἄρρωστοι ἔγιναν καλά. Ἀπό τήν ἡμέρα πού ἦρθε ἡ Παναγία στό Μεσολόγγι κανείς πλέον δέν πέθανε ἀπό γρίππη.
»Εἰς ἀνάμνησιν τοῦ θαύματος καί εἰς ἔνδειξιν εὐγνωμοσύνης ἔκαναν ἔρανο, ἔφτειαξαν μιά ἑπτάφωτη λυχνία, θαυμασίας τέχνης, καί τήν ἀφιέρωσαν στήν Μονή Προυσσοῦ. Ἔκαναν καί ἕνα ἀντίγραφο τῆς Παναγίας τῆς Προυσσιώτισσας, τό ὁποῖο μέχρι σήμερα φυλάσσεται στήν Ἐκκλησία τῆς ἁγίας Παρασκευῆς».
Διαβάστε ΕΔΩ τα προηγούμενα σχετικά άρθρα
ΤΟ ΤΑΜΑ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ. Ο ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ.
Ἡ Δ΄ Ἐθνικὴ τῶν Ἑλλήνων Συνέλευσις.
Νομίζει ἑαυτὴν εὐτυχῆ γενομένη ὄργανον, δι᾿ οὗ τὸ Ἔθνος ἐκπληροῖ τὸ πλέον ἐφετὸν τῶν χρεῶν του, δηλαδὴ τὸ νὰ ἀναπέμψῃ τὴν εὐγνωμοσύνην του πρὸς τὸν Θεόν, Ὅστις ἔδειξε τοσαῦτα θαύματα διὰ νὰ τὸ σώσῃ.
Κατὰ συνέπειαν, ἡ Δ΄ Ἐθνικὴ τῶν Ἑλλήνων Συνέλευσις ψηφίζει:
Α΄. Ὅταν ἡ τοπικὴ περιφέρεια τῆς Ἑλλάδος καὶ ἡ καθέδρα τῆς Κυβερνήσεώς της κατασταθῶσιν ὁριστικῶς, οἱ δὲ οἰκονομικοὶ πόροι τοῦ κράτους τὸ ἐπιτρέψωσιν, ἡ Κυβέρνησις θέλει διατάξει νὰ ἐγερθῇ εἰς τὴν καθέδραν εἷς Ναὸς ἐπ᾿ ὀνόματι τοῦ Σωτῆρος.
(ΑΡΧΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑΣ, τόμος 4ος. Δ΄ ἐν Ἄργει Ἐθνικὴ Συνέλευσις 1828-1829,
-Δεύτερος τῶν Ἐθνοσυνελεύσεων, σελ. 116)
Ὅταν οἱ ὑπεύθυνοι ἐνθυμηθοῦν νά πραγματοποιήσουν τό λησμονημένο καί ἀνεκπλήρωτο τάμα τοῦ Ἔθνους καί ἀρχίση ἡ ἀνοικοδόμηση τοῦ Ναοῦ, τά ἔσοδα ἀπό τήν διάθεση τοῦ παρόντος βιβλίου θά διατεθοῦν γιά ἕνα λιθαράκι στό Ναό τοῦ Σωτῆρος μας Χριστοῦ.