(Ἀπάντηση σέ σχόλια τοῦ π. Χρυσοστόμου Παπαδάκη)
Στεργίου Μπούγια, θεολόγου
Ἡ ἀπειλή τοῦ κορονοϊοῦ ἔχει τρομοκρατήσει σχεδόν ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα. Καί στήν Χώρα μας ζοῦμε τραγικές καταστάσεις πού σέ πολλούς συμπολῖτες μας ἔσπειραν τόν πανικό καί τόν τρόμο. Ὁ φόβος καί ὁ τρόμος συνέθλιψε τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων καί ἔκαμψε τό ἠθικό τους. Εἰδικότερα οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί νοιώσαμε ξαφνικά ὀρφανοί καί ἀπροστάτευτοι. Περιφρονημένοι καί καταδιωκόμενοι. Οἱ ἰθύνοντες μᾶς ἔκλεισαν τίς Ἐκκλησιές μας, τά λιμάνια μας, τούς χώρους καταφυγῆς μας καί μέ ἀντισυνταγματικούς καί ἀψυχολόγητους νόμους μᾶς ἀπαγόρευσαν νά λατρεύουμε τόν Θεόν μας. Στά παρακάλια μας ἔκλεισαν τά αὐτιά τους καί μᾶς φέρθηκαν σάν κακές μητριές. Ἡ φωνή τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἀγνοήθηκε καί τά δικαιώματά του καταπατήθηκαν βάναυσα. Ἡ σκληρή καί ἀφιλάδελφη αὐτή στάση καί ἀντιμετώπιση, ἰδιαίτερα τό κλείσιμο τῶν Ναῶν καί ἡ ἀπαγόρευση τῆς Θείας Κοινωνίας συνέθλιψε τούς Χριστιανούς καί πολλοί ἔφτασαν στήν ἀπόγνωση. Κατάσταση ἰδιαίτερα ἀρεστή στόν ἀνθρωποκτόνο διάβολο γιά νά καταποντίσει τίς ψυχές τῶν ἀδυνάτων. Βέβαια, μᾶς εἶπαν, πώς ὅλα τά ἔκαναν γιά νά μᾶς σώσουν, νά μᾶς προστατεύσουν ἀπό τήν ἐπιδημία, ἀλλά χωρίς τήν ἐπίκληση καί βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Αὐτήν τήν ζοφερή εἰκόνα καί κατάσταση ἀφουγκράστηκε ὁ Γέροντας Εὐθύμιος, ἀσκητής τῆς Καψάλας Ἁγίου Ὄρους, καί ἔστειλε μήνυμα ἐλπίδας, ἀγάπης καί ἐμπιστοσύνης στόν Παντοδύναμο Θεό. Τό μήνυμά του, ἡ φωνή του ἔφτασε στόν καταδιωκόμενο, πονεμένο καί ἀπογοητευμένο Λαό τοῦ Θεοῦ ὡς «δρόσος Ἀερμών», ὡς «αὔρα λεπτή», πού ἐνίσχυσε, στήριξε, παρηγόρησε, φώτισε καί ἔδειξε τήν σωστή πορεία καί ἀντιμετώπιση πού ταιριάζει στούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς.
Πορεία καί ἀντιμετώπιση πού θεμελιώνεται στήν Παράδοση τῶν Ἁγίων μας, τῶν Πατέρων μας, τῶν Μαρτύρων καί ὁμολογητῶν τῆς Πίστεώς μας. Μέ αὐτά πού μέ πόνο ψυχῆς ἔστειλε ὁ παπα – Εὐθύμιος ἀνακουφιστήκαμε οἱ Χριστιανοί, ἀναπνεύσαμε καθαρό ὀξυγόνο πού μᾶς βοήθησε νά ἀποβάλουμε τό διοξείδιο τοῦ ἄνθρακα πού ἀναγκαστικά εἰσπνεύσαμε μέσα στό ἐνδοκοσμικό κουβούκλιο πού στανικά μᾶς κλείδωσαν οἱ ἐπίγειοι Ἄρχοντες καί ἐπίδοξοι «σωτῆρες» μας, μέ ἀπώτερο σκοπό νά μᾶς χειραγωγήσουν καί ἀποπροσανατολίσουν. Ἡ γεμάτη πόνο καί ἀγάπη φωνή τοῦ Γέροντος Εὐθυμίου ἐνίσχυσε, ἀλλά καί ἐνόχλησε. Ἐλέγχθηκαν οἱ καιροσκόποι πού γιά τήν βόλεψή τους θυσιάζουν τήν Ἀλήθεια καί συμβιβάζονται μέ τά κατεστημένα καί αὐτό τό λένε «σύνεση» καί «διάκριση». Ἐλέγχθηκαν οἱ διπλωμάτες, οἱ βολεμένοι, ἐκεῖνοι πού ἀπολυτοποίησαν τό σαρκίον καί τόν παρόντα ἐφήμερο κόσμο καί υἱοθέτησαν πρακτικές ὀρθολογιστικές, ἀνθρωποκεντρικές καί λησμόνησαν τό «ἐμοί τό ζῆν Χριστός καί τό ἀποθανεῖν κέρδος» (Φιλιπ. 1,21) καί τό «ἐάν μή Κύριος φυλάξῃ πόλιν εἰς μάτην ἠγρύπνησεν ὁ φυλάσσων» (ψαλμ. 126, 1).
Ἀνάμεσα σ΄ αὐτούς πού ἐνoχλήθηκαν ἀπό τήν φωνή ἑνός Μοναχοῦ πού γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ πλησίον Ἀδελφοῦ προτίμησε τήν ἔρημο καί τήν σκληρή ἀσκητική ζωή γιά νά προσεύχεται συνεχῶς «ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καί σωτηρίας», εἶναι καί ὁ Ἀρχιμ. Χρυσόστομος Παπαδάκης. Ἴσως, βιάστηκε, τόλμησε νά σχολιάσει μέ διάθεση εἰρωνείας, ὑποτίμησης, ἐπιτίμησης καί ὕφος διδασκαλικό. Χωρίς νά γνωρίζει τόν Γέροντα σχολιάζει τήν σχέση του μέ τόν ἅγιο Παΐσιο. Ὁ παπα – Εὐθύμιος μαζί μέ τόν μακαριστό παπα – Ἰσαάκ εἶχαν Γέροντα τόν ἅγιο Παΐσιο καί δέν πέρασαν ἁπλά μία καί δυό φορές, πού ἴσως πέρασε καί ὁ π. Χρυσόστομος ἀπό τό Κελλί τοῦ Ἁγίου, ἀλλά θεμελίωσαν καί στοίχισαν τήν μοναχική τους πορεία καί ζωή μέ τήν συχνή καθοδήγηση καί τίς σοφές συμβουλές τοῦ Ἁγίου. Ἡ ζωή καί οἱ ἐνέργειες τοῦ Γέροντος Εὐθυμίου εἶναι μέσα στό πνεῦμα τοῦ ἁγίου Παϊσίου. Ἐνῷ αὐτά πού σχολιάζει ὁ π. Χρυσόστομος εἶναι ἀντίθετα μέ ὅσα ἔζησε καί εἶπε ὁ ἅγιος Παΐσιος. Καί μόνο τό βιβλίο «Πνευματική Ἀφύπνιση» τῆς Ἱεράς Μονῆς τῆς Σουρωτῆς νά διαβάσει θά διαπιστώσει πόσα ἄστοχα καί ἄκρως ἀντίθετα εἶναι αὐτά πού σχολιάζει μέ αὐτά πού ὁ ἅγιος Παΐσιος γράφει. Καί τότε, ἴσως, ἀντιληφθεῖ πόσο ἀδικεῖ τόν Γέροντα Εὐθύμιο.
Ὁ Γέροντας, ὡς ἀληθινός Μοναχός, καί ὄχι μισθωτός, χωρίς ἴχνος αὐτοπροβολῆς, οὔτε καί ὑποτίμησης κανενός, ἐκφράζει τήν Ἁγιοπατερική ἐμπειρία καί λυπᾶται γιά τό κλείσιμο τῶν Ἱερῶν Ναῶν, τήν ταπείνωση πού ὑπέστη ἡ Ἑλλαδική Ἐκκλησία ἐκ μέρους τῆς Πολιτείας καί τήν παραθεώρηση τῶν ἁγιαστικῶν μέσων τῆς Πίστεώς μας. Δέν ἀμφισβητεῖ καί γνωρίζει πολύ καλά τήν πρόοδο τῆς Ἰατρικῆς ἐπιστήμης, θλίβεται ὅμως πού οἱ ἰθύνοντες γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς ἐπιδημίας στηρίχτηκαν μόνο στήν ἀνθρώπινη δύναμη καί λησμονήθηκε ὁ Μεγάλος Ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων μας καί τά ἁγιαστικά μέσα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀκόμη ἐπισημαίνει πώς ὁ φόβος δέν ταιριάζει στόν πιστό Χριστιανό καί συμβουλεύει νά κάνουμε πνευματική ζωή γιά νά μπορέσουμε νά ἀντέξουμε καί ἀντιμετωπίσουμε τά ἐπερχόμενα δεινά. Ζοῦμε σέ δύσκολα χρόνια καί ἀποκαλυπτικά, γι΄ αὐτό χρειάζεται ἐγρήγορση καί Θεῖος φωτισμός. «Ἔχομε ἀνάγκη ἀπό εἰλικρινῆ μετάνοια, ὑπομονή ἀνεξάντλητη καί προσευχή ἀδιάλειπτη, ἡ ὁποία ἐνισχύει τήν Πίστη μας» τονίζει.
Θλίψη προκαλοῦν οἱ ἀπόψεις τοῦ π. Χρυσοστόμου μέ αὐτά πού γράφει: «δέν θεραπεύτηκαν οἱ δυστυχεῖς ἐκεῖνοι ἄνθρωποι ἀπό λιτανεῖες καί ἁγιασμούς καί περιφορές ἱερῶν καί ὁσίων της πίστεως. Οὔτε ἀπό τήν Θεία Κοινωνία πού ἐλάμβαναν… οἱ λεπροί, λοιπόν, θεραπεύτηκαν ὅταν ἔφθασε σ΄ αὐτούς τό ἀνακαλυφθέν φάρμακο». Ἀγνοεῖ, ἄραγε, τήν θεραπεία τῶν δέκα λεπρῶν του Εὐαγγελίου; Δέν γνωρίζει τήν θεραπεία τῆς αἱμορροούσης: «Καί γυνή οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἀπό ἐτῶν δώδεκα, ἥτις, ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τόν βίον, οὐκ ἴσχυσεν ὑπ’ οὐδενός θεραπευθῆναι, προσελθοῦσα ὄπισθεν, ἤψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καί παραχρῆμα ἔστη ἡ ῥῦσις τοῦ αἵματος αὐτῆς»; (Λουκ. η΄, 41-56). Ἀρνεῖται τίς θεραπεῖες καί τά θαύματα τοῦ Χριστοῦ καί τίς ἀναρίθμητες θεραπεῖες καί τά θαύματα πού ἔγιναν καί γίνονται μέ τίς προσευχές καί μεσιτεῖες τῆς Παναγίας μας καί ὅλων τῶν Ἁγίων; Ὁ ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ἰατρός, Ἐπίσκοπος Συμφερουπόλεως, στό χειρουργεῖο του εἶχε τήν εἰκόνα τοῦ Ἐσταυρωμένου καί τό σημεῖο πού χειρουργοῦσε πρῶτα τό σταύρωνε καί μετά ἔκανε τήν ἐπέμβαση. Οἱ ἔντιμοι ἐπιστήμονες καί χριστιανοί ἰατροί ὁμολογοῦν μέ εἰλικρίνεια, πολλές φορές, «ἐμεῖς θά κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε, ἀλλά πάνω ἀπό ὅλα εἶναι ὁ Θεός». Αὐτά ὅλα τά ἀρνεῖται ὁ π. Χρυσόστομος; Γιατί μέ αὐτά πού σχολιάζει αὐτό τό συμπέρασμα βγαίνει καί αὐτό συνιστᾶ βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Οἱ θεραπεῖες ἤ μή ἀνήκουν στήν Βούληση τοῦ Πάνσοφου καί Παιδαγωγοῦ Θεοῦ καί γίνονται πρός τό συμφέρον τῶν ψυχῶν μας. «Θεός ὅπου βούλεται νικᾶται φύσεως τάξις». Καί ἀσφαλῶς ἐξαρτῶνται καί ἀπό τήν πίστη τοῦ καθενός: «…κατά τήν πίστιν ἡμῶν γενηθήτω…» (Ματθ. 9,29).
Τέτοιες θέσεις καί ἀπόψεις ἀντορθόδοξες καί ξένες πρός τήν ἐμπειρία τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας δημιουργοῦν σύγχυση στό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι ὀλιγοπιστία; Ἀμφισβήτηση; Ὀρθολογιστική ἀντίληψη …; Πάντως δέν εἶναι καρπός πίστεως, προσευχῆς καί ἀγαθῆς γνώμης.
Ἡ ἐπιστολή τοῦ Γέροντος Εὐθυμίου εἶναι φωνή ἐξ οὐρανοῦ καί ἀνέπαυσε ὅλους τούς καλοπροαίρετους Ὀρθοδόξους Πιστούς. Ἀπό τούς πολλούς πού παρηγοροῦνται καί ξεδιψοῦν κοντά του γνωρίζει τά προβλήματα καί τά πνευματικά καί τά οἰκονομικά καί, ἀκριβῶς, ἐπειδή γνωρίζει καί τά παρόντα καί προβλέπει καί τά ἐπερχόμενα, ἔγραψε μέ εὐθύνη, ἀγάπη, ταπείνωση καί πόνο ψυχῆς πρός τούς Ἀδελφούς «ὑπέρ ὧν Χριστός ἀπέθανεν» (Ρωμ. 14,15). Ἡ ἐπιστολή του εἶναι ὁρόσημο φωτεινό καί ὁδοδείκτης πού μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι «Ἡμῶν τό πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει» (Φιλιπ. 3,20). Τόν εὐχαριστοῦμε ἐκ βάθους καρδίας καί ταπεινά εὐχόμαστε νά τόν σκεπάζει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί οἱ εὐχές τοῦ Ἁγίου Γέροντός του.