Ἀπομαγνητοφωνημένο ἀπόσπασμα ἀπό ὁμιλία τοῦ μακαριστοῦ π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου στό κατά Ἰωάννη Εὐαγγελίο (Κεφ. 18, 33) πού ἔγινε στίς 17/04/2003.
(Ἐκδίκαση ὑποθέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐνώπιον τοῦ Πιλάτου)
Ὅ,τι κάνει ἕνας ἄνθρωπος, τό κάνει γιά τό συμφέρον του. Ἀλλά ἄν δέν ἔχει αὐτό τό πρωτογενές συμφέρον, νά ὁδηγεῖται πρός τόν Θεόν, τότε ὅλα τά ἄλλα γίνονται δαιμονιώδη συμφέροντα.
Ὅ,τι συμφέρον τόν φέρνει καί τόν ὁδηγεῖ στό Θεό, ὅλα γίνονται ἁγιασμένα συμφέροντα.
Ὑπ’ αὐτή τήν ἔννοια καί ὁ Πιλᾶτος καί ὁ κάθε ἄνθρωπος, ἔχει κάποια κίνητρα πού κινεῖται, ἔχει κάποια δυναμικά μέ τά ὁποῖα κινεῖται. Ἐδῶ εἶναι ἕνας κυβερνήτης, ἐκπροσωπεῖ τή Ρώμη, ἐκπροσωπεῖ τά συμφέροντα τῆς Ρώμης.
Ποιά εἶναι τά συμφέροντα τῆς Ρώμης;
Ποιά εἶναι τά συμφέροντα ἑνός κράτους;
Ποιά εἶναι ἀλήθεια;
Βλέπετε αὐτά εἶναι πολύ μεγάλα θέματα μέσα ἀπό αὐτή τή γενική ἀνάλυση τοῦ «συμφέροντος». Τί ἐπιδιώκει ἕνα κράτος; Νά κάνει τούς πολίτες του νά ζοῦν καλά, νά εἶναι κυρίαρχοι, νά εἶναι ἐξουσιαστές νά…. νά…. νά …..Γιατί; Μέ ποιό σκοπό ὅλα αὐτά; Δηλαδή ἀκόμα καί ἀπό μία γενική κρατική ἐξουσία, ἄν χαθεῖ ὁ ὁρισμός τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι «ὅν Θεούμενον», τότε καμία δομή τοῦ κόσμου, δέν μπορεῖ νά ἐπιτελέσει τό ἔργο της. Ἐκεῖνα τά ὁποῖα κάνει, ὅσο καλά καί νά εἶναι, καταλήγουν νά γίνουν ἀποσπασματικά καί δαιμονιώδη. Αὐτό εἶναι! Τό ὁτιδήποτε ἀποσπασματικό εἶναι δαιμονιῶδες. Γιατί εἶναι κομματιασμένο ἀπό τήν ἀλήθεια. Δέν ὑπάρχει κάτι πού νά μήν εἶναι ἐνταγμένο μέσα σέ ὅλη τήν ἀλήθεια. Ὅ,τι δέν λειτουργεῖ ὅλη τήν ἀλήθεια, εἶναι ἀποσπασματικό, εἶναι λεγεών, εἶναι κομμάτια, εἶναι δαιμονιῶδες, αὐτό εἶναι τό δαιμονιῶδες. Πράγματα συγκεκριμένα πού φαίνονται καλά καί ὅμως εἶναι δαιμονιώδη, γιατί εἶναι ἀποκομμένα ἀπό τήν ἀλή-θεια.
Ἔ, λοιπόν, ἡ κάθε κίνηση τῆς ζωῆς μας πού εἶναι γεμάτη ἀπό συμφέροντα, γίνεται δαιμονιώδης. Τό κράτος, ἡ ἐξουσία, κάνει τό καθῆκον του. Τηρεῖ ἕναν νόμο, ὑπακούει στόν Καίσαρα. Ἔχει ἐντολή νά τό κάνει. Ἔ, καί αὐτό μπορεῖ νά γίνει δαι-μονιῶδες, ἄν ὅλα αὐτά δέν ἐντάσσονται ἐκεῖ πέρα μέσα. Καί μάλιστα μέσα σέ αὐτό τό γενικό τό σχῆμα τώρα, ἀρχίζω νά μπορῶ νά προσδιορίσω τήν κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μου.
Τί ὑπηρετῶ;
Γιατί τό ὑπηρετῶ;
Μέ ποιό σκοπό τό κάνω;
Τί ὑπερέχει;
Τί ὑπερβάλλει;
Ποῦ ὑποτάσσομαι;
Τί εἶναι τό πάνω ἀπό τό νόμο;
Τί εἶναι τό ξεπέρασμα τοῦ νόμου;
Πότε μπορῶ νά ξεπεράσω τό νόμο; Πότε δέν μπορῶ νά τόν ξεπεράσω;
Πότε εἶμαι ὑπάκουος στόν νόμο;
Καί πότε γίνομαι παράνομος στό νόμο;
Εἶναι μεγάλα θέματα πού ὁ χριστιανός κάθε μέρα ἄν δέν τά ἀντιμετωπίσει μέ μία σκέψη πολύ βαθιά χριστιανική, τότε ἤ θά ζεῖ μία χριστιανική ζωή μή χριστιανική ἤ θά πουλιέται κάθε μέρα ξέροντας τί κάνει.
Ἄρα, χρειάζεται μία στάση πολύ ὑπεύθυνη στή ζωή πάνω, καί ὅλα αὐτά τά συγ-κεκριμένα δομικά στοιχεῖα τοῦ «συμφέροντος» πρέπει νά μᾶς κινοῦν τό ἐνδιαφέ-ρον. Τί κάνουμε δηλαδή. Τό ὅτι ἔχω ἀπαίτηση νά κάνω ἕνα πράγμα πού μέ συμ-φέρει εἶναι καλό νά γίνει; Ὑπηρετεῖ αὐτό τό μεγάλο στόχο τήν πορεία τοῦ ἀνθρώ-που πρός τόν Θεό; Καί ὅλης τῆς κοινότητας; Δέν εἶναι πιά μόνο ἡ πορεία ἡ δική μου. Εἶναι καί ὅλης τῆς κοινότητας; Ὑπηρετεῖ ἐμένα, νά πάω πρός τόν Θεό καί ὅλη μαζί ἡ κοινότητα; Γιατί ἡ Ἐκκλησία εἶναι σῶμα, εἶναι συλλογική ἔκφραση, εἶναι κοινωνία. Καί βλέπετε πιά, ὅλος αὐτός ὁ στόχος νά καταλύεται. Ἄν ἐγώ μόνο ἐξυ-πηρετοῦμαι νά γίνω Ἅγιος κι οἱ ἄλλοι καταπατοῦνται, γιά νά γίνω ἐγώ Ἅγιος, καί αὐτό εἶναι δαιμονιῶδες! Βλέπετε; Δέν εἶναι ἁπλῶς ἡ προσωπική μου στάση, ἐγώ νά γίνω Ἅγιος, περιφρονώντας τούς πάντες, πατώντας τούς ἄλλους, ἀφήνοντας σέ καταστάσεις ἀπίθανες τούς ἄλλους γιά νά γίνω ἐγώ Ἅγιος. Τότε αὐτό δέν εἶναι ἁγιότητα. Θά πάρετε ὑπόψη σας τό πρόσωπο, τήν κοινότητα, κι ἄν ὅλα μαζί αὐτά ἐξυπηρετοῦνται, τότε ὑπάρχει τό συμφέρον τό Μοναδικό καί τό ἕνα.
Ἔ, λοιπόν, γιά νά ἐπανέλθω στόν Πιλᾶτο καί γιατί τά λέω ὅλα αὐτά… Ὑπηρετεῖ κάποια συμφέροντα [Ὁ Πιλᾶτος] καί ἀπό ὅτι φαίνεται σέ ὅλη τήν πορεία τοῦ κειμέ-νου, μέσα του παίζονται πολύ μεγάλες ἰσορροπίες. Εἶναι σέ αὐτό τό τεντωμένο σκοινί. Καταλαβαίνετε ὅτι ἐδῶ ὑπάρχει μία κρίσιμη στιγμή τῆς ἱστορίας. Ὅλες οἱ ἀμφιβολίες τοῦ Πιλάτου, ἑρμηνεύονται κάτω ἀπό αὐτό τό τεντωμένο σκοινί, γι΄ αὐτό βλέπετε καθυστερεῖ καί χρονοτριβεῖ ὁ Ἰωάννης (ὁ εὐαγγελιστής), γιά νά ἐ-πανέλθω στήν ἑρμηνευτική τοῦ κειμένου, γιατί λέει [ὁ Ἰωάννης], εἰσῆλθε ἤ ἐξῆλθε. Ὅλες αὐτές οἱ ἀναλύσεις, μπῆκε, βγῆκε, ξανασκέφτηκε, ξαναρώτησε ὁ Πιλᾶτος, δείχνουν ἀκριβῶς ὅτι πάει νά κερδίσει χρόνο. Γιατί βρίσκεται πάνω σέ αὐτό τό τεντωμένο σκοινί τῆς ἱστορίας, ὅπου πάει νά βρεῖ ποιό εἶναι τό συμφέρον, τό δικό του καί τῆς κοινότητας. Καί ἡ ἀποτυχία του εἶναι, ὅτι οὔτε τό δικό του συμφέρον καταλαβαίνει, οὔτε τῆς κοινότητας. Καί δέν μπορεῖ νά πάρει καμία ἀπόφαση. Εἶ-ναι ἡ ἀναποφάσιστη καταστροφή. Τό νά μήν πάρεις ἀπόφαση, εἶναι καί αὐτό μία καταστροφή. Καί ἁπλῶς ἑρμηνεύω πιά τό κείμενο, νά γιατί ὁ Ἰωάννης, λέει τέτοιες δευτερεύουσες προτάσεις. Ὑποδηλώνοντας καί δείχνοντας μέ ἕνα δικό του μυστι-κό τρόπο, μέ μία ἑρμηνευτική κίνηση καταπληκτική, αὐτή τήν ἰσορροπία τοῦ Πιλάτου, στό τί γίνεται τώρα, ποιό εἶναι τό συμφέρον. Ποιόν συμφέρει; Τούς Ἑβραί-ους; Τό Ρωμαῖο αὐτοκράτορα; Ἐμένα προσωπικά; Γι’ αὐτό βλέπετε μέχρι καί τήν τελευταία στιγμή ἔρχεται ἐκείνη ἡ πρόκληση ἀπό τή γυναίκα του τήν Πρόκλα καί τοῦ λέει: «πρόσεξε Αὐτόν τόν δίκαιο», αὐτό εἶναι μία πρόκληση. Ἀπό τόν Θεό ἔρ-χεται αὐτό τό σημεῖο, ὅπου ἐνεργοποιεῖ αὐτόν τόν ἐσωτερικό διχασμό, θά λέγαμε, τοῦ Πιλάτου. Ὅπως καί νά ἔχουν τά πράγματα ἐγώ ἑρμηνεύω τό κείμενο καί προ-σπάθησα νά σᾶς πῶ γιατί αὐτή ἡ μεταβατική φράση «εἰσῆλθεν».
«Εἰσῆλθεν οὖν εἰς τὸ πραιτώριον πάλιν ὁ Πιλᾶτος»