τῆς Μαρίας Κορνάρου
Πολλὰ πρόσωπα τριγυρίζουν γύρω ἀπ’ τὴ φάτνη τοῦ Χριστοῦ. Κάποιοι εἶναι σοφοὶ καὶ πολυταξιδεμένοι, σὰν τοὺς Μάγους ποὺ ἦρθαν ἀπὸ τὴν Περσία γιὰ νὰ προϋπαντήσουν τὸν Βασιλέα. Ἄλλοι εἶναι δίκαιοι καὶ συνετοὶ στὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ὁ Ἰωσὴφ ὁ μνηστήρας τῆς Μαρίας. Ἕπειτα οἱ ἁπλοὶ ποιμένες, ποὺ δὲν ἔχουν τίποτε τὸ ἀξιοσημείωτο καὶ ἐπίσημο ποὺ νὰ τοὺς ξεχωρίζει ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Ἐπάνω ἀπὸ τὴ φάτνη ἵπτανται οἱ ἀσώματοι ἄγγελοι ποὺ ἄλλοτε παρίστανται μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν δοξάζουν ἀσιγήτως, καὶ τώρα ἔρχονται νὰ δοξολογήσουν στὴν φάτνη ποὺ ὡς ἄλλος θρόνος φιλοξενεῖ τὸν σαρκωμένο Υἱό καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ ὅλους τοὺς ἐπὶ γῆς καὶ τοὺς ἐν οὐρανῷ ποὺ ἀνυμνοῦν τὴν Θεία Γέννηση, ἡ πιὸ σεμνὴ καὶ συνάμα ὑψηλότερη παρουσία εἶναι αὐτὴ τῆς Μητέρας τοῦ γεννηθέντος Χριστοῦ, ποὺ Τὸν ἐσπαργάνωσε καὶ Τὸν ἔβαλε μέσα στὴν φάτνη.
Τὰ Χριστούγεννα εἶναι ἡ ἡμέρα ποὺ ἡ Παρθένος Μαρία παίρνει πιὰ τὸ προσωνύμιο μὲ τὸ ὁποῖο τὴν ἐπικαλούμαστε στὴν Ὀρθοδοξία αἰωνίως, γίνεται Θεοτόκος. Ἐκείνη τὴν ἡμέρα ποὺ «ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ τεκεῖν αὐτήν», φέρνει στὸν κόσμο τὸ Βρέφος ποὺ ἤδη εἶχε ἡ Ἐλισσάβετ προσκυνήσει ὅσο ἦταν ἀκόμη στὴν κοιλιά της. Φέρνει στὸν κόσμο Ἐκεῖνον ποὺ προανήγγειλε ὁ Γαβριὴλ ὅτι θὰ βασιλεύσει στοὺς αἰῶνες στὸν θρόνο τοῦ Δαυΐδ. Ὁ Υἱὸς τῆς Μαρίας, ποὺ σήμερα ἀνατέλει ἐκ τῆς Παρθένου Μητρός του εἶναι ὁ Ἥλιος ποὺ ἔρχεται νὰ φωτίσει τοὺς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου καθημένους. Εἶναι ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν πτώση τοῦ Ἀδὰμ ποὺ γεννᾶται ἀναμάρτητος, χωρὶς τὴν σφραγίδα τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος ποὺ φέρει κάθε ἄλλο νεογέννητο Βρέφος. Ἡ Παναγία Παρθένος κρατᾶ σήμερα πρώτη φορὰ τὸ Βρέφος καὶ ἐκείνη πρώτη τὸ προσκυνεῖ, πρὶν καταφτάσουν οἱ ποιμένες καὶ οἱ σοφοὶ τῆς Ἀνατολῆς. Σήμερα ξεκινᾶ τὰ βήματά του στὴν φτωχικὴ Γῆ μας ὁ Θεός, καὶ μαζὶ ξεκινοῦν τὰ βήματα τῆς Παναγίας νὰ ἀκολουθοῦν τὸ Βρέφος της ποὺ τώρα περπατᾶ μόνο, ὅπου καὶ ἂν Ἐκεῖνο πάει.
Ἡ Παναγία γέννησε τὸν Χριστὸ μὲ τὸν ἴδιο θαυματουργικὸ καὶ ἀκατάληπτο τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο τὸν συνέλαβε. Γράφει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς στὸν βίο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὅτι ἡ ὥρα τῆς γεννήσεως ἦρθε χωρὶς καμία προειδοποίηση, καὶ τὸ ἴδιο τὸ γεγονὸς τῆς ἐξόδου τοῦ Θείου Βρέφους ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας Του ἔγινε χωρὶς ἐκείνη νὰ ἀντιληφθεῖ τὸ πῶς. Αὐτοστιγμῆς καὶ μὲ τρόπο ἀκατάληπτο «ἀνεδύθη» τὸ Βρέφος καὶ εὑρέθη νὰ κεῖται πλέον στὴν ἀγκαλιά της καὶ ὄχι πιὰ στὴν μήτρα της. Ὥστε ἡ στιγμὴ τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ἀνήκει στὰ ἀνεξιχνίαστα αὐτὰ μυστήρια, ποὺ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου δὲν τὰ προσεγγίζει παρὰ μόνο μὲ τὴν πίστη. Γιατὶ ἡ στιγμὴ αὐτὴ ἡ ἀκατάληπτη ἀκόμη καὶ γιὰ τὴν Ἄχραντο Μητέρα Του εἶναι ἡ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ αἰώνιος Θεὸς εἰσέρχεται στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία.
Πλησιάζοντας τὴν φάτνη τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ προσκυνήσουμε, θὰ μᾶς προϋπαντήσει ἠ Παναγία Μητέρα Του ἐπάνω στὸ πλουμιστὸ μαξιλάρι της ποὺ εἰκονίζουν οἱ ἁγιογράφοι. Συμβολίζει αὐτὸ τὸ μαξιλάρι ὅτι ἡ Παναγία κανέναν πόνο καὶ ἐνόχληση δὲν εἶχε κατὰ τὴν γέννηση τοῦ πρωτότοκου Υἱοῦ της, καὶ οἱ μάγοι ποὺ προσέγγισαν τὴν φάτνη εἶδαν δίπλα στὸν νεογέννητο Βασιλιᾶ τὴν Μητέρα Του ὑγιὴ καὶ ξεκούραστη, χωρὶς τὴν ἐξάντληση καὶ ἀδυναμία τῆς λεχώνας. Ἂς χαιρετήσουμε ταπεινὰ αὐτὴ τὴν Μητέρα, γιατὶ ἐκείνη ἀποτελεῖ τὴν δεύτερη εὐδοκία τοῦ Θεοῦ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Γεννήσεώς του. Συγκαταβαίνει ὁ Θεὸς ἀπείρως, ἐξυψώνοντας τὴν πεσμένη καὶ ἐξουθενωμένη φύση μας διὰ τῆς σαρκώσεώς Του. Ἐγκαινιάζοντας μὲ τὴν πρώτη Του κατοικία στὴ Γῆ τὸν δρόμο ποὺ πρέπει νὰ ἀκολουθήσουν ὅσοι ποθοῦν τὴ σωτηρία, ἀπὸ τὴν φτωχικὴ φάτνη μέχρι τὸν Σταυρό. Τὴν ἴδια αὐτὴ εὐλογημένη ἡμέρα μᾶς χαρίζει διὰ τῆς Γεννήσεως τὴν Μητέρα Του, ποὺ αἰωνίως στὸ ἑξῆς θὰ μεσιτεύει στὸν Υἱό της γιὰ τὸν κάθε δοκιμαζόμενο τοῦ γένους τῶν Χριστιανῶν.