
Ὁ τάφος τῆς Θεοτόκου στήν Γεθσημανῆ
……συνέχεια απο το 3ο Μέρος
Οἱ Ἅγιοι μᾶς βεβαιώνουν ὅτι «δέν ἔπαθε διαφθορά οὔτε καμμία διάλυση τό ζωοδόχο σῶμα τῆς Θεοτόκου, ἀλλά διαφυλάχθηκε ἀπό Αὐτόν πού προῆλθε ἀπό αὐτήν, δηλαδή, τόν παντοδύναμο Σωτήρα Χριστό»[1], γιά δύο λόγους:
Πρῶτον γιά τήν ὑπεραγιότητά της, διότι τό παρθενικό της σῶμα ὑπῆρξε τελείως ἁγνό καί ἅγιο, γι᾿ αὐτό καί ἔγινε «ἀλλότριον χοϊκῆς ἀναλύσεως (ἀπρόσβλητο πρός κάθε γήϊνη ἀποσύνθεση)»[2]. «Ἡ παρθενία εἶναι ἰσχυρότερη ἀπό τόν θάνατο καί ὀνομάζεται σωστά ἄφθαρτο τό σῶμα πού δέν ὑποδουλώθηκε στήν ὑπηρεσία τῆς φθαρτῆς ζωῆς οὔτε δέχθηκε νά γίνη τό μέσο τῆς θνητῆς διαδοχῆς»[3]. Ἡ ἄχραντη καί ἀμίαν- τη Παρθένος, ἐπειδή δέν εἶχε πάθη καί ἁμαρτίες, ἀλλά εἶχε ἀνατραφῆ μέ οὐράνια καί θεῖα νοήματα, γι᾿ αὐτόν τόν λόγο ἔγινε ἀληθινά ἔμψυχος οὐρανός καί δέν ἔμεινε στόν τάφο, ἀλλά κατοίκησε στόν οὐρανό[4].
Καί κατά δεύτερο λόγο, τό σῶμα πού γέννησε τήν ζωή καί ἔγινε κατοικία καί «σκεῦος θεοδόχον καί ἔμψυχος ναός»[5] τῆς θεότητος τοῦ Μονογενοῦς, δέν ἦταν δυνατόν νά παραμείνη στόν τάφο καί στήν φθορά. «Ἡ γῆ καί ὁ τάφος δέν ἦταν δυνατόν νά καλύπτουν ἐπί μακρό χρονικό διάστημα αὐτήν πού χώρεσε τόν Ἀχώρητον»[6].
Ὁ Χριστός, ἐπειδή πῆρε σάρκα ἀπό τήν Ἀειπάρθενο Μητέρα Του, γι᾿ αὐτό καί ὁ Ἴδιος τήν «ἐνέδυσεν ἀφθαρσίαν σύσσωμον καί ὑπερενδόξως ἐδόξασε»[7], μεταθέτοντάς την ἀναστημένη στήν δόξα τῆς Βασιλείας Του. Ἡ Παναγία, πού ἐγέννησε τήν πηγή τῆς ζωῆς, τόν Χριστό, «πρός παλίνζωον ἀνατρέχει μετάστασιν»[8] καί «εἰς αἰῶνα ζήσεται τόν ἀπέρα- ντον»[9].
Οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀκόμη συνδέουν καί παραλληλίζουν τήν ἄφθαρτη παρθενία τῆς Θεοτόκου μέ τήν ἀφθαρσία τοῦ σώματός της. Ὅπως «πα- ρέμεινε ἄθικτη ἡ παρθενία της κατά τήν γέννηση, ἔτσι καί τώρα κατά τήν μετάστασή της φυλάγεται τό σῶμα της ἀδιάλυτο, καί γίνεται μετά- θεσή της σέ σκηνή ἀνώτερη καί θεϊκώτερη, πού δέν τήν διακόπτει ὁ θάνατος, ἀλλά παραμένει αἰώνια στούς ἀπεράντους αἰῶνες τῶν αἰώνων»[10]. «Ὁ τόκος διέφυγε τήν φθορά, καί ὁ τάφος δέν ἐπέφερε διαφθορά»[11]. Ὅπως ὁ Χριστός διεφύλαξε ἄφθορη τήν παρθενία τῆς Μητέρας Του, ὅταν γεννήθηκε, ἔτσι πάλι εὐδόκησε, ὅταν αὐτή ἀπεβίωσε, νά τιμήση τό ἄχραντο καί ἀμίαντο σῶμα της μέ τήν ἀφθαρσία καί τήν μετάθεσή του στούς οὐρανούς πρίν ἀπό τήν κοινή καί καθολική ἀνάσταση[12]. Μέχρι τήν κοινή ἀνάσταση, οἱ ψυχές ὅλων τῶν Ἁγίων βρίσκονται στόν παράδεισο, ἀλλά ἡ ψυχή τῆς Παναγίας μαζί μέ τό ἀναστημένο καί δοξασμένο σῶμα της κατά τιμητική ἐξαίρεση ἐναυλίζεται στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀχώριστη ἀπό τόν Υἱό καί Θεό της.
Δόξασε ὁ Υἱός κατ᾿ ἐξαίρεση τήν Μητέρα Του πρό τῆς κοινῆς ἀναστάσεως, διότι «ἡ μετάσταση τῆς Παρθένου ἀποτελεῖ εἰδικό προνόμιον αὐτῆς, ὀφειλόμενο στό ἄφθιτο χριστολογικό μεγαλεῖο της καί προοιμιάζει τήν ἐπί τῷ τέλει τῶν αἰώνων γενική ἀνάσταση»[13].
Μέ τήν Μετάστασή της στούς οὐρανούς ἡ Θεοτόκος δέν χωρίζεται ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἀλλά τήν ἐκπροσωπεῖ στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅπου εἰσῆλθε ἀναστημένη ὡς πρόδρομος τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως. Διά τῆς Μεταστάσεως τῆς Θεοτόκου, «λαμβάνομε καί ἐμεῖς πληροφορίαν αἰωνίου ζωῆς καί ἔχομε ἀποκτήσει τήν Θεοτόκο μεσίτρια πρός τόν Θεό»[14].
* (Ἀπό τό ὑπό ἔκδοση βιβλίο Η ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΡΙΑ, ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ, σελ. 212).
Η ΜΕΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (ΜΕΡΟΣ 1ο)
Η ΜΕΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (ΜΕΡΟΣ 2ο)
Η ΜΕΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (ΜΕΡΟΣ 3ο)
- 25. [Ἁγ. Μοδέστου Ἱεροσολύμων, Ἐγκώμιον εἰς τήν Κοίμησιν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, PG 86B΄, 3293A].
- 26. Ἁγ. Γερμανοῦ Κωνσταντινουπόλεως, Ὁμ. Α΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτό- κου, PG 98, 345B.
- 27. Ἁγ. Γρηγορίου Νύσσης, Περί παρθενίας, κεφ. ΙΔ΄, ΕΠΕ 9, σ. 95.
- 28. Βλ. Ἁγ. Δαμασκηνοῦ, Λόγ. Β΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, PG 96, 725B.
- 29. Ἁγ. Γερμανοῦ Κωνσταντινουπόλεως, Ὁμ. Α΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς ὑπερα- γίας Θεοτόκου, PG 98, 345B.
- 30. Ἰσιδώρου Θεσσαλονίκης, Λόγ. Δ΄, Εἰς τήν πάνσεπτον Κοίμησιν τῆς Θεο- τόκου, PG 139, 156B.
- 31. [Ἁγ. Μοδέστου Ἱεροσολύμων, Ἐγκώμιον εἰς τήν Κοίμησιν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, PG 86B΄, 3289C].
- 32. Ἁγ. Ἀνδρέου Κρήτης, Ὁμ. Β΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, PG 97, 1080D.
- 33. Ἁγ. Δαμασκηνοῦ, Λόγ. Β΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, PG 96, 728A.
- 34. Ἁγ. Δαμασκηνοῦ, Λόγ. Α΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, ΕΠΕ 9, σ. 261–263.
- 35. Ἁγ. Ἀνδρέου Κρήτης, Λόγ. Β΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, PG 97, 1081D.
- 36. Βλ. Ἁγ. Δαμασκηνοῦ, Λόγ. Β΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, PG 96, 749 B.
- 37. Θεοδώρου Ἀνδρέου, Ἡ κόρη τῆς Βασιλείας, σ. 260.
- 38. Ἁγ. Γερμανοῦ Α΄, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Λόγ. Γ΄, Εἰς τήν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου, PG 98, 365C.
