Γεωργίου Ἰ. Βιλλιώτη
Κωστὴς Παλαμᾶς, Ἀποκριτικὴ γραφή, Ὑστερόγραφο- 1908
Σὲ βλέπω· ἀναγελαστικὰ τὰ μάτια σου σπαράζουν
στὸ ἀγέλαστό σου πρόσωπο, συγνεφιασμένη μέρα,
τὸ πρόσωπό σου ἀπελπισιά, τὰ μάτια σου ταράζουν.
Μὰ κράτησε τὸ δρόμο σου καὶ κοίτα παραπέρα.
Πάντα εἶν’ ὀρθὸς κι ἀσάλευτος ὁ λειτουργὸς· τὸ χέρι
τ’ ἀργοσαλεύει ρυθμικὰ βλογῶντας· μὴν ξεχάνεις.
Γύρω μου ἀτάραχα, ἡ ἐλιά, τὸ φῶς, τὸ καλοκαίρι·
στριφογυρίζει, δέρνεται μονάχα ὁ μπεχλιβάνης.
Ἂς σκούζουν οἱ ντερβίσηδες, ἂς λένε οἱ μανταρίνοι,
καὶ μέσα ἡ χώρα γριὰ λωλὴ κι ἂς δασκαλοκρατιέται.
Στὰ περιβόλια —κοίταξε— βαθιὰ εἶν’ οἱ ἄσπροι κρίνοι,
κάτου ἀπὸ δέντρα φουντωτὰ λαὸς δροσολογιέται.
Πόσα ὁλοστρόγγυλα παιδιὰ κι ὡραῖα κορίτσια πόσα
μὲ τὰ χλωρά, μὲ τὰ πουλιὰ περνᾶνε ταιριασμένα,
καὶ συλλαβίζουν τὴ ζωή, τὴν ὀμορφιά, τὴ γλῶσσα
κι ἀπάνου στὰ δημιουργὰ βιβλία σου σκυμμένα!
μπεχλιβάνης = παλαιστὴς ποὺ παλεύει μὲ τρόπο θεαματικὸ ἢ ποὺ ἐπιδεικνύει τὶς σωματικές του ἱκανότητες σὲ ὑπαίθριες παραστάσεις
δερβίσης = μουσουλμᾶνος μοναχὸς ποὺ ζεῖ σὲ ἀσκητικὸ κέντρο, τὸν τεκέ· εἶναι ὀργανωμένος σὲ μοναχικὸ τάγμα καὶ κύριος σκοπός του εἶναι ἡ ἕνωση μὲ τὸ θεῖο, ποὺ ἐπιχειρεῖται μέσῳ τῆς μουσικῆς, τοῦ χοροῦ καὶ τοῦ διαλογισμοῦ // μεταφορικὰ δερβίσης εἶναι ὁ θαρραλέος
μανδαρῖνος =1) τίτλος ἀνώτερων κρατικῶν λειτουργῶν τῆς κινέζικης αὐτοκρατορίας
2) μεταφορικὰ: ἀνώτερος κρατικὸς ὑπάλληλος ποὺ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τυπολατρία, σχολαστικισμό, ὁ γραφειοκράτης
