ΠΩΣ ΕΨΑΛΛΕ ΕΝΑΣ ΑΓΙΟΣ

Ἱερομονάχου Γρηγορίου

   Μία ἀκόμη μεγάλη βιωματική διδαχή τοῦ Γέροντα, ἀφοροῦσε τόν τρόπο πού συμμετεῖχε στήν λατρεία καί κατ᾽ ἐξοχήν στήν θεία Λειτουργία.

   Ἔψαλλε μέ τήν ἰδιάζουσα λεπτή φωνή του καί τόν ἰδιαίτερο τρόπο του, ἐξ ὅλης ψυχῆς καί καρδίας. Ὅποιος τόν ἄκουγε, αἰσθανόταν ὅτι ὁ Γέροντας καθώς ψάλλει συγκλονίζεται σύγκορμος, ὅτι «πιάνει ἀπό τά πόδια τόν Χριστό», κατά τήν ἔκφραση αὐτόπτου μάρτυρος.

    Μερικές φορές, τόν ἀκούγαμε ἀπό τό Κελλί μας νά ψάλλη στήν αὐλή του τόν θεομητορικό Ὕμνο· «Πάντων θλιβομένων ἡ χαρά, καὶ ἀδικουμένων προστάτις, καὶ πενομένων τροφή, ξένων τε παράκλησις καὶ βακτηρία τυφλῶν, ἀσθενούντων ἐπίσκεψις, καταπονουμένων σκέπη καὶ ἀντίληψις, καὶ ὀρφανῶν βοηθός, Μήτηρ τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, σὺ ὑπάρχεις Ἄχραντε· σπεῦσον, δυσωποῦμεν ῥύσασθαι τούς δούλους σου». Εἴχαμε τότε τήν αἴσθηση ὅτι ἕνας Ἅγιος δοξολογεῖ καί ἱκετεύει τήν Κυρία Θεοτόκο, καί δονεῖται ὁλόκληρος, ψυχῇ καί σώματι, ἐξ ἀγάπης πρός τήν Ὑμνουμένην. Ἡ  ψαλμωδία του ἔδειχνε ταυτόχρονα καί τήν οἰκειότητα καί παρρησία πού εἶχε πρός τήν Θεομήτορα.

    Ὅποιος εἶχε δεῖ τόν Γέροντα νά ψάλλη, τόν παρομοίαζε μέ τό ἀηδόνι, πού καθώς τραγουδᾶ φουσκώνει καί πάλλεται τό στῆθος του. Καί ἔνοιωθε ὅτι ἡ καρδιά τοῦ Γέροντα θά σπάση ἀπό τήν ἀγάπη του γιά τό δοξολογούμενο θεῖο πρόσωπο, τόν Χριστό ἤ τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο ἤ τούς ἀγαπημένους του Ἁγίους.

    Στίς περιπτώσεις ἐκεῖνες, πού εἶχα τήν ἰδιαίτερη εὐλογία νά λειτουργήσω στό Κελλί του, στόν «Τίμιο Σταυρό» ἤ στήν «Παναγούδα», καί νά συμμετέχη στήν θεία Λειτουργία ὁ Γέροντας μόνος του, βίωνα μία παρουσία ἀγγελική μέσα στό παρεκκλήσιο. Οἱ ὅποιες κινήσεις του, καθώς διακονοῦσε τόν Ἱερέα, ἡ ψαλμωδία του καί ὅλη του ἡ στάση, μαρτυροῦσαν ὅτι ζοῦσε πραγματικά τήν παρουσία τοῦ ἀοράτου Θεοῦ.

    Σέ κάθε Λειτουργία, ὁ Γέροντας δέν ἦταν ἁπλά ἕνας πιστός πού μυστικά εἰκονίζει τά Χερουβείμ καί δοξολογεῖ τόν Τριαδκό Θεό, ἀλλά ἕνας ἐπίγειος Ἄγγελος πού ὑμνεῖ τόν οὐράνιο Πατέρα μας. Τήν ὥρα τοῦ Κοινωνικοῦ, ἔμπαινε στό ἅγιο Βῆμα γιά νά προσφέρη στόν Λειτουργό τό ζέον, καί ζητοῦσε νά ἐξαγορεύση τούς λογισμούς του καί νά τοῦ διαβασθῆ ἡ συγχωρητική Εὐχή. Ἐπίσης, ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο προσερχόταν νά κοινωνήση καί ἡ ὅλη στάση του, ἔδειχνε πόσο μεγάλη συναίσθηση εἶχε τοῦ φρικτοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Κοινωνίας. Ὁ Λειτουργός βίωνε τό γεγονός τῆς συναντήσεως ἑνός Ἁγίου μέ τόν ἠγαπημένο του Κύριο.

   Μέ ἕναν λόγο, αὐτό πού ὅλοι λέμε καί πιστεύουμε, ὅτι ἡ θεία Λειτουργία μεταβάλλει τήν γῆ σέ οὐρανό, τό βίωνες ὅταν συμμετεῖχε σ᾽ αὐτήν ὁ ἅγιος Παΐσιος. Ἡ ὅλη στάση του, δέν εἶχε τίποτε τό ὑποκριτικό ἤ φτειαχτό, μέ τό ὁποῖο θά ἐπεδίωκε νά δώση καλή ἐντύπωση σέ τρίτους. Αὐτή ἦταν ἡ φυσική του στάση, ἐνώπιον τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ. Ἔτσι ὑπηρετοῦσε τόν Κύριο, καί ἔτσι δεχόταν ἀπό Αὐτόν τά δῶρα τῆς ἀγάπης Του.

(Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ–ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ–ΔΙΔΑΧΕΣ, Ἐκδόσεις Ε.ΡΩ., 3 2018, σελ. 175).

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ Ε.ΡΩ. ΤΕΥΧΟΣ 37