Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΤΟΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΟΠΡΕΠΗ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΟΠΑΙΔΩΝ ΕΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΚΤΟΣ ΕΛΛΑΔΑΣ *
Παπαδοπούλου Γεωργίου
Φιλολόγου
Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας γεννήθηκε στὶς 31/1/1776 στὴν Κέρκυρα καὶ ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ ἐννιὰ παιδιὰ μιᾶς πολυμελοῦς οἰκογένειας. Πατέρας του ἦταν ὁ ξακουστὸς δικηγόρος τοῦ νησιοῦ Ἀντώνιος-Μαρίας Καποδίστριας. Μητέρα του ἦταν ἡ Διαμαντίνα Γονέμη, θυγατέρα τοῦ κόμη καὶ γιατροῦ Χριστόδουλου Γονέμη ἀπὸ τὴν Κύπρο. Βέβαια οἱ ρίζες καταγωγῆς τῆς οἰκογένειας Καποδίστρια φθάνουν στὴν Ἴστρια τῆς Δαλματίας τὸ 14ο αἰώνα (1375 μ.Χ.). Τὸ ἀρχικὸ ὄνομα τῆς οἰκογένειας ποὺ πιθανὸν ἦταν Victorio Victori, ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ τὴν ὀνομασία τῆς πόλης Capo d’ Istria (Caput Histriae= Ἰουστινόπολις).
Ἔλαβε τὴν ἐγκύκλια παιδεία στὸ νησί του καὶ μετὰ πῆγε στὴν Padova τῆς Ἰταλίας ὅπου σπούδασε κυρίως ἰατρική, ἀλλὰ καὶ φιλοσοφία καὶ νομική.
Ἄσκησε ἀρχικὰ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ γιατροῦ προσφέροντας τὶς ὑπηρεσίες του καὶ θέτοντας τὶς ἐπιστημονικές του γνώσεις στὴν ὑπηρεσία τοῦ ἀνθρώπου, στὴν ἀνακούφιση τοῦ ἀνθρώπινου πόνου χωρὶς διακρίσεις, ἐξίσου σὲ φτωχοὺς καὶ πλούσιους, ἀφιλοκερδῶς καὶ μὲ προθυμία. Δὲν ἦταν τυχαῖο ποὺ οἱ φτωχοὶ ἀσθενεῖς ἀποκαλοῦσαν τὸν γιατρὸ Καποδίστρια ‘’παρήγορον ἰατρόν, εὐεργέτην πατέρα’’.
Οἱ ἀπρόσμενες ὅμως ἐξελίξεις στὰ Ἰόνια νησιὰ θὰ ἀλλάξουν τὴν τροχιὰ στὰ σχέδια τοῦ γιατροῦ Ἰωάννη Καποδίστρια. Στὶς 21 Μαρτίου 1800 ἀναγνωρίσθηκε ‘’ἡ ἀνεξαρτησία τῆς Ἑπτανησιακῆς Δημοκρατίας’’, τοῦ πρώτου ἔστω καὶ βραχύβιου ἑλληνικοῦ κράτους. Ὁ πατέρας τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια Ἀντώνιος Καποδίστριας ἦταν ἐπικεφαλῆς τῆς Ἑπτανησιακῆς Ἐπιτροπῆς ὑπεύθυνης γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ ‘’βυζαντινοῦ’’ συντάγματος σὲ ὅλα τὰ Ἑπτάνησα. Διαβλέποντας ὅμως τὴν ἐξαιρετικὴ εὐφυΐα καὶ τὶς ποικίλες ἱκανότητες τοῦ γιοῦ του ἀποσύρθηκε ὁ ἴδιος καὶ παραχώρησε τὴ θέση του στὸν γιό του Ἰωάννη Καποδίστρια. Ἀπὸ τότε ἄνοιξε ὁ πλατὺς καὶ συνάμα τραχὺς δρόμος τῆς διπλωματικῆς καὶ πολιτικῆς διαδρομῆς του.
Ὡς γνωστὸν μεγάλωσε καὶ ἀνατράφηκε σὲ ἀριστοκρατικὸ περιβάλλον, ἀλλὰ εἶχε ἰδέες ἀρκετὰ φιλελεύθερες καὶ δημοκρατικές. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐπιβεβαιώνει ἡ μετέπειτα πορεία τῆς ζωῆς του, ὅταν κατέχοντας ὑψηλὲς διπλωματικὲς θέσεις σὲ μιὰ πολὺ ἰσχυρὴ δύναμη τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, τὴ Ρωσία, ἀγωνίσθηκε σθεναρὰ γιὰ νὰ ἐπηρεάσει ἀλλὰ καὶ νὰ καταφέρει νὰ προβάλλει καὶ νὰ κάνει πραγματικότητα γιὰ τοὺς λαοὺς τῆς Εὐρώπης ἀρχὲς καὶ ἀξίες ὅπως εἶναι ἡ ἐλευθερία, δημοκρατία, ἰσότητα, αὐτοδιάθεση καὶ αὐτονομία τῶν μικρῶν λαῶν-κρατῶν κ.α. Εἶναι ὁ πρῶτος Εὐρωπαῖος διπλωμάτης ποὺ συνέλαβε τὸ μήνυμα τῆς ‘’Ἑνωμένης Εὐρώπης’’. Μάλιστα ὅλα αὐτὰ σὲ ἕνα Εὐρωπαϊκὸ διπλωματικὸ κλίμα ἐντελῶς ἀντίθετο καὶ ἀρνητικὸ ἀπὸ τὶς ἰδέες τοῦ Καποδίστρια, σὲ μιὰ αὐταρχικὴ καὶ δεσποτικὴ διπλωματικὴ σκηνὴ ποὺ εἶχε ὡς ἐκφραστή της τὸν πανοῦργο Μεττερνιχ. Ὁ Μεττερνιχ ἦταν ὑπέρμαχος τοῦ συντηρητισμοῦ, εἶχε δὲ βάλει ὡς σκοπό του νὰ καταστείλει κάθε ‘’ἐπαναστατικὸ κίνημα’’ ὅπως χαρακτήριζε τὶς λαϊκὲς ἐξεγέρσεις, ἀνάμεσα σὲ αὐτὲς καὶ τὴν Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Ἤθελε μὲ λίγα λόγια νὰ ἰσχύσει σὲ ὅλη τὴν Εὐρώπη ‘’τὸ δίκαιο τοῦ ἰσχυρότερου’’ δηλαδὴ ὁ νόμος τῆς ζούγκλας σύμφωνα μὲ τὸν ὁποῖο ‘’τὸ μεγάλο ψάρι τρώει τὸ μικρό’’. Καὶ μολονότι, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Μεττερνιχ ἔγραφε σὲ μιὰ ἐπιστολή του, τὸ 85% τῆς νίκης ἦταν δικό του στὸ συνέδριο τοῦ Τροπάου, ὅμως μὲ τὸ ὑπολειπόμενο 15% ὁ Καποδίστριας κέρδιζε τελικὰ τὰ πάντα. Γὶ΄ αὐτὸ ὅπως ἔγραφε σὲ μιὰ ἐπιστολή του πρὸς τὴ φίλη του Δωροθέα Lieven (Λίβεν) ‘’μόνον τότε θὰ μπορέσω νὰ κοιμηθῶ ἥσυχα, ὅταν ὁ Καποδίστριας θὰ ἔχει θανατωθεῖ. Ἐνόσω ζεῖ, θὰ εἶναι πάντοτε ἐπικίνδυνος.’’. Σὲ ἄλλη δὲ ἐπιστολὴ ἔγραφε ὅτι ‘’ ὁ μόνος ἀντίπαλος ποὺ δύσκολα ἡττᾶται εἶναι ὁ ἀπόλυτα ἔντιμος ἄνθρωπος καὶ τέτοιος εἶναι ὁ Καποδίστριας.’’ Παρατηροῦμε ὅτι ἢ ἐντιμότητα τοῦ Καποδίστρια ἀναγνωριζόταν ἀκόμα καὶ ἀπὸ τοὺς ὁρκισμένους του ἐχθρούς.
Μέσα σ΄ αὐτὸ τὸ ἀνθελληνικὸ καὶ ἄκρως ἐχθρικὸ κλίμα τόσο στὴν Εὐρώπη ὅσο καὶ μέσα στὸ νεοσύστατο Ἑλληνικὸ Κράτος ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας ἔθεσε δυὸ βασικοὺς στόχους, δυὸ ἐξίσου σπουδαίους σκοπούς, γιὰ τοὺς ὁποίους πάλεψε γιὰ νὰ ἐπιτύχει μέχρι ποὺ ἔφθασε στὸ σημεῖο νὰ προσφέρει γιὰ τὴν εὐόδωσή τους καὶ τὴν ἴδια του τὴ ζωή.
Οἱ δυὸ βασικοὶ ἄξονες τῆς πολιτικῆς καὶ διπλωματικῆς δραστηριότητας ποὺ ἔστρεψε ὅλη του τὴν προσοχὴ γιὰ τὴν ἐπίτευξή τους ἦταν:
1) ἡ ἀνεξαρτησία καὶ ἡ ἐπιβίωση τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους καὶ
2) ἡ μόρφωση ὅλων τῶν Ἑλληνοπαίδων ἐντὸς καὶ ἐκτὸς Ἑλλάδας.
Ὁ πρῶτος βασικὸς ἄξονας – στόχος ἐπιτεύχθη καὶ ἐξυπηρετήθηκε ἀφενὸς μὲν μέσα ἀπὸ τοὺς διπλωματικοὺς ἀγῶνες στὰ Εὐρωπαϊκὰ συνέδρια ἐνάντια στὴν ἐχθρότητα ποὺ ἐκπροσωποῦσε κυρίως ὁ Μάττερνιχ, ἀφετέρου δὲ ἀπὸ τὴ θέση τοῦ Ὑπουργοῦ τῶν Ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσίας, θέση ποὺ τοῦ εἶχε ἐμπιστευθεῖ γιὰ τὶς ἐξαιρετικές του ἱκανότητες ὁ τσάρος τῆς Ρωσίας Ἀλέξανδρος. Ἐκεῖ ὁ Καποδίστριας ἔδωσε σκληροὺς διπλωματικοὺς ἀγῶνες γιὰ τὴν κατοχύρωση τοῦ δικαιώματος τῆς αὐτονομίας τῶν μικρῶν λαῶν καὶ γιὰ νὰ πείσει τοὺς Εὐρωπαίους διπλωμάτες ὅτι ἡ ἐξέγερση τῶν ὑπόδουλων Ἑλλήνων δὲν ἦταν μιὰ ἐξέγερση ἀγυρτῶν, ἀλλὰ ἦταν ἕνας ἀγώνας ζωῆς καὶ θανάτου, ἕνας ἀγώνας γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς ἐλευθερίας του ὕστερα ἀπὸ τετρακόσια χρόνια σκληρῆς σκλαβιᾶς, ἕνας ἀγώνας ἑνὸς λαοῦ ποὺ ὁ πολιτισμός του ἀποτέλεσε τὴ βάση τοῦ πολιτισμοῦ ὅλης τῆς Εὐρώπης, ὅλου γενικότερα τοῦ κόσμου.
Ὅμως δὲν χρειάστηκε νὰ ἀντιμετωπίσει μόνο τὴν ἐχθρότητα τῶν Εὐρωπαίων, γιατί εἶχε νὰ ἀντιμετωπίσει καὶ τὴν ἐχθρότητα καὶ τὸ μίσος τῶν ‘’ἀδελφῶν’’ μέσα στὸ ἴδιο τὸ νεοσύστατο κράτος. Εἶχε νὰ ἀντιμετωπίσει ἐκείνους ποὺ ἤθελαν νὰ γίνουν τύραννοι τῶν ἴδιων τῶν Ἑλλήνων διώχνοντας τοὺς Τούρκους τυράννους, ἐκείνους ποὺ ἤθελαν νὰ μὴν χάσουν τὰ προνόμια ποὺ εἶχαν καὶ ἐπὶ τουρκοκρατίας καὶ ἐκείνους ποὺ ἤθελαν νὰ ἐξαργυρώσουν ἀκριβὰ τὴ συμμετοχή τους καὶ τὴ συμβολή τους στὸν ἀγώνα τῆς ἀνεξαρτησίας τῆς Ἑλλάδας. Αὐτὴν τὴν ἐχθρότητα καὶ τὴν μικρότητα τὴν πλήρωσε τελικὰ ὁ Καποδίστριας μὲ τὴν ἴδια τὴ ζωή του πέφτοντας ἀπὸ βόλια ἀδελφῶν, διότι δὲν ἔπαιρνε μέτρα προστασίας, ἀφοῦ δὲν μποροῦσε νὰ πιστέψει ὅτι μπορεῖ νὰ ὑπάρξει χέρι ἀδελφικὸ ποὺ θὰ ἔφθανε σ΄ αὐτὸ τὸ σημεῖο, νὰ ἀφαιρέσει τὴ ζωὴ ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ ἀφιέρωσε ὅλη του τὴ ζωή, ὅλη του τὴν καριέρα στὸ διπλωματικὸ Εὐρωπαϊκὸ στερέωμα, πού ἀρνήθηκε τὴν παραμονή του στὸ ὑπουργεῖο ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσίας γιὰ νὰ μὴν βλάψει τὴν ὑπόθεση τῆς Ἑλλάδας, δηλαδὴ τὴν κατάκτηση τῆς ἀνεξαρτησίας σὲ διπλωματικὸ ἐπίπεδο, γιατί παραμένοντας σ΄ αὐτὴν τὴ θέση πίστευε ὅτι θὰ ἐξόργιζε τὶς ἄλλες μεγάλες δυνάμεις τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Θυσίασε καὶ τὴν προσωπική του ζωή, τὰ προσωπικά του αἰσθήματα, δεδομένου ὅτι δὲν παντρεύτηκε ἐσκεμμένα, διότι ἤθελε νὰ εἶναι ἀνεξάρτητος καὶ ἀδέσμευτος ἀπὸ ἄλλες μέριμνες γιὰ νὰ ἀφιερωθεῖ ἐξ ὁλόκληρου στὸν ἀγώνα γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία καὶ ἀνόρθωση τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους. Ἔδωσε τὰ πάντα, ὅλη του τὴν περιουσία, ἀκόμη καὶ τὰ ἔπιπλά του πούλησε, πρόσφερε ὅλο τὸν μισθό του γιὰ νὰ βοηθήσει τὰ πενιχρότατα οἰκονομικά τοῦ πάμφτωχου νεοϊδρυθέντος Ἑλληνικοῦ κράτους, ζώντας ὁ ἴδιος μὲ ἐλάχιστα χρήματα, λιτότατα καὶ ἁπλοϊκά, χωρὶς αὐτὸ νὰ θέλει νὰ τὸ ἐξαργυρώσει μὲ τὸ ἀξίωμά του, ὅπως ἰσχυρίζονταν οἱ ἄσπονδοι ἀντίπαλοί του, δεδομένου ὅτι δὲν ἐπιδίωξε ποτὲ νὰ καταλάβει τὴ θέση αὐτή, ἀπεναντίας ἀρνήθηκε ὅταν καὶ πιὸ μπροστὰ οἱ Ἕλληνες τοῦ πρόσφεραν τὴ θέση αὐτή, ἀλλὰ τότε θεώρησε ὅτι δὲν ἦταν ἡ κατάλληλη εὐκαιρία ἀπὸ διπλωματικῆς ἄποψης γιὰ τὰ συμφέροντα τῆς Ἑλλάδας νὰ ἀναλάβει τὴ θέση αὐτή.
Ὁ ἄλλος βασικὸς ἄξονας – στόχος τῆς τιτάνιας προσπαθείας τοῦ Καποδίστρια, ἦταν ἡ μόρφωση ὅλων τῶν Ἑλληνοπαίδων ἐντὸς καὶ ἐκτὸς Ἑλλάδας, ποὺ τὸν ἀπασχόλησε ἀπὸ τὴν ἀρχή, πρὶν ἀκόμη γίνει Κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδας, γιατί πίστευε πὼς δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ ἐλευθερία τῶν Ἑλλήνων ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ζυγὸ ἂν πρῶτα δὲν προετοίμαζαν μιὰ κατάσταση πνευματικῆς ἐλευθερίας, γιατί πίστευε πὼς οἱ φιλελεύθερες ἰδέες, ἐὰν δὲν ἐμφοροῦνται ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου, παραμένουν ἀφηρημένες ἔννοιες, ποὺ εἴτε δὲν φέρνουν κανένα ἀποτέλεσμα εἴτε παραμένουν τὸ ὄργανο τῆς φιλοδοξίας καὶ τοῦ προσωπικοῦ συμφέροντος. Ἂν δὲν προηγηθεῖ ἡ πνευματικὴ ἐλευθερία, ἔλεγε, θὰ κινδυνεύσει ὁ ἑλληνικὸς λαὸς ὕστερα ἀπὸ τόσα χρόνια σκλαβιᾶς, ἐξ αἰτίας τῆς ἀπαιδευσίας του, νὰ γίνει θύμα δημαγωγῶν. Γὶ΄ αὐτὸ θεωροῦσε ὅτι καὶ ἡ Ἐκκλησία θὰ μποροῦσε νὰ συμβάλει μὲ τὴ διδασκαλία της στὴ σωτηρία τοῦ Ἔθνους. Ἐπίσης σημαντικὴ βοήθεια μποροῦσαν νὰ προσφέρουν οἱ μορφωμένοι Ἕλληνες τοῦ ἐξωτερικοῦ, ἀλλὰ θὰ ἔπρεπε καὶ ἡ πατρίδα νὰ τοὺς ἀξιοποιήσει. Πίστευε, λοιπόν, ἀκράδαντα ὅτι «οἱ Ἕλληνες ἔπρεπε πρῶτα νὰ μορφωθοῦν καὶ ἔπειτα νὰ ἱδρυθεῖ Ἑλλάς.»
Αὐτὸς ὁ στόχος, ἡ μόρφωση τῶν νέων τῆς Ἑλλάδας, ἀπασχόλησε τὸν Καποδίστρια ἀπὸ τὴν ἀρχή, ἀπὸ τότε ποὺ ἦταν Γραμματέας τῆς Ἐπικράτειας τῶν Ἑπτανήσων. Τότε ὑπέβαλε προτάσεις στὴν Ἰόνιο Γερουσία σχετικὲς μὲ τὴ μόρφωση τῶν νέων, ἀλλὰ καὶ τῶν ὑπαλλήλων καὶ τοῦ κλήρου. Προσκαλεῖ, μὲ τὴ συγκατάθεση τῆς Γερουσίας, τὸν σεβάσμιο ἱερέα Ἀνδρέα Ἱδρωμένο νὰ ἀναλάβει τὴ μόρωση τῶν Ἑπτανησίων νέων. Ἔγραφε στὴν ἐπιστολή του πρὸς τὸν ἱερέα Ἀνδρέα Ἱδρωμένο: «Ἡ πατρίς, πολίτα ἱερώτατε καὶ λογιώτατε,… ζητεῖ μὲ τὰς ἀγκάλας ἀνοικτάς νὰ σᾶς ὑποδεχθεῖ καὶ νὰ σᾶς ἐμπιστευθεῖ τὸν πλέον πολύτιμον θησαυρὸν ὁπού ἔχει, τουτέστι τοὺς νέους τῆς Ἑπτανήσου Ἐπικράτειας, τῶν ὁποίων ἡ καλὴ ἀγωγὴ θέλει εἶναι ἡ γωνιαία πέτρα τῆς τιμῆς καὶ τῆς εὐτυχίας τοῦ γένους μας…»
Ἵδρυσε στὰ Ἑπτάνησα 40 σχολεῖα ὅπου μποροῦσαν νὰ σπουδάζουν ἀδιακρίτως τὰ παιδιὰ τῶν ἀγροτῶν μαζὶ μὲ τὰ παιδιὰ τῶν πλούσιων καὶ τῶν εὐγενῶν. Παράλληλα ὅμως προβαίνει καὶ στὴν ἀπαραίτητη διαφώτιση τῶν γονιῶν ὥστε νὰ κατανοήσουν τὴν ἀναγκαιότητα τῆς μόρφωσης τῶν παιδιῶν τους, διότι ἡ ἀγάπη γιὰ τὴν παιδεία μέσα στὰ χρόνια τῆς τουρκοκρατίας εἶχε ἀτονίσει γιὰ εὐνόητους λόγους.
Τὸ 1814, ὅταν βρισκόταν στὴ Βιέννη ἀγωνιζόμενος διπλωματικὰ γιὰ νὰ ἐξασφαλίσει ὅσο γινόταν πιὸ εὐνοϊκὴ συνθήκη γιὰ τὴν ἐπικυριαρχία τῶν Ἄγγλων στὰ Ἰόνια νησιά, ὑπέβαλε ὑπόμνημα, τὸ 1/3 τοῦ ὁποίου ἀναφερόταν στὸ ἐκπαιδευτικὸ σύστημα ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἐφαρμοστεῖ στὴ νεοσύστατη Ἑπτανήσιο Πολιτεία. Ὁ ἱστορικὸς Χιώτης, καταγόμενος ἀπὸ τὰ Ἑπτάνησα, γράφει σχετικά: «Δία τοῦ ὑπομνήματος τούτου ὁ Καποδίστριας ἔσπειρε τὸν σπόρον ἐκ τοῦ ὁποίου ἐβλάστησεν ἡ Ἰόνιος Ἀκαδημία. Αὐτὸς ὑπῆρξεν ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος, διὰ τῆς ἀόκνου ἐκπαιδευτικῆς δράσεώς του, ἔθεσε τὰ θεμέλια τῆς ἱδρύσεως ἐπιστημονικοῦ Πανδιδακτηρίου τῆς ἐλευθέρας Ἑλλάδος».
Στὸ ἴδιο ὑπόμνημά του στὶς 10/22 Νοεμβρίου 1815 ἔγραφε: «Ἡ πολιτεία τῆς Βενετίας φοβοῦνταν τὴν ἀνωτερότητα τοῦ φυσικοῦ χαρίσματος τῶν ἀτόμων. Προσπαθοῦσε νὰ τὸ καταβάλει μὲ τὴν ἀμάθεια. Ἡ βενετικὴ Γερουσία δὲν ἐπέτρεψε ποτὲ τὴ σύσταση δημόσιων σχολείων στὰ Ἑπτάνησα. Οἱ Ἑπτανήσιοι ὄφειλαν νὰ πηγαίνουν στὴν πρωτεύουσά τους, στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Πάδουας, γιὰ νὰ μορφωθοῦν…». Γὶ΄ αὐτὸ τὸ λόγο ὁ Καποδίστριας πρότεινε νὰ ἱδρυθεῖ στὴν Ἰθάκη ἕνα μεγάλο ἵδρυμα δημόσιας καὶ ἐθνικῆς ἐκπαίδευσης, γιὰ νὰ στέλνουν οἱ γονεῖς τὰ παιδιά τους στὸ Ἐκπαιδευτήριο τῆς Ἰθάκης ἀντὶ τῆς Ἰταλίας καὶ τῆς Γερμανίας.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Ἰόνιο Ἀκαδημία ἵδρυσε καὶ τὴν ἀνώτερη σχολὴ τῆς Τενέδου στὴν Κέρκυρα.
Κατοχύρωσε συνταγματικὰ τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα ὡς ἐπίσημη γλώσσα τοῦ κράτους ἀντὶ τῆς Ἰταλικῆς καὶ ἡ Ἑπτανησιακὴ Γερουσία γιὰ νὰ ἀναγνωρίσει τὴν ὅλη προσπάθειά του γιὰ τὴν παιδεία τὸν διόρισε Ἐπιθεωρητὴ τῆς δημόσιας Ἐκπαίδευσης.
Δὲν ἔχανε καμιὰ εὐκαιρία πού εἶχε σχέση μὲ τὴ μόρφωση τῶν νέων. Γὶ΄ αὐτό, τὸν καιρὸ ἐκεῖνο ποὺ ἀγωνιζόταν γιὰ νὰ προστατεύσει τὴ Λευκάδα ἀπὸ τὶς ἐχθρικὲς διαθέσεις τοῦ Ἀλῆ Πασᾶ, παράλληλα δὲν χάνει τὴν εὐκαιρία νὰ γνωρίσει καλύτερα τὸν μητροπολίτη Ἄρτης Ἰγνάτιο (μετέπειτα Οὐγγροβλαχίας), μὲ τὸν ὁποῖο θὰ διατηρήσει σχέσεις καὶ θὰ ἐξακολουθήσει νὰ συνεργάζεται τόσο γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση ὅσο καὶ γιὰ τὴ μόρφωση τῶν Ἑλληνοπαίδων, ἐξυπηρετώντας ἔτσι καὶ τοὺς δυὸ βασικοὺς του στόχους, τὴν ἀνάσταση τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους καὶ τὴν μόρφωση τῶν νέων του.
Ὁ Καποδίστριας, λειτουργοῦσε ὡς Προμηθέας καὶ ὄχι ὡς Ἐπιμηθέας, δηλαδὴ πάντα προνοοῦσε καὶ ἐκμεταλλευόταν κάθε εὐκαιρία ποὺ τοῦ δινόταν προκείμενου νὰ βοηθήσει τὴν ἀγαπημένη του πατρίδα. Ἔτσι λοιπόν, ὅταν ὁ τσάρος τὸν ἔστειλε, ἐκτιμώντας τὶς ἐξαιρετικές του διπλωματικὲς ἱκανότητες, γιὰ νὰ ἐξασφαλίσει τὴν οὐδετερότητα τῆς Ἐλβετίας, προσπάθησε, στὰ διαλείμματα τῶν πολιτικῶν του ἀγώνων, νὰ γνωρίσει τὸ ἐκπαιδευτικὸ σύστημα ποὺ ἐφάρμοζαν οἱ μεγάλοι ἐλβετοὶ παιδαγωγοί, καθὼς καὶ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο λειτουργοῦσαν τὰ ἐκπαιδευτικὰ ἱδρύματα τῆς χώρας των. Ἐπισκέφθηκε πολλὲς φορὲς τὰ περίφημα ἐκπαιδευτήρια τοῦ διάσημου παιδαγωγοῦ Fellenberg (Φέλλενμπεργκ). Ἐρχόταν συχνὰ προσωπικὰ σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸν ἴδιο τὸ δάσκαλό του, τὸν μεγάλο παιδαγωγὸ Pestalozzi (Πεσταλότσι). Ἐπειδὴ θαύμαζε τὸ ἐκπαιδευτικό τους σύστημα καθὼς καὶ ὁ ἴδιος ἐπηρεάστηκε ἀπὸ αὐτό, προσπάθησε στὸ μέτρο τοῦ δυνατοῦ νὰ τὸ ἐφαρμόσει ὡς Κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδας.
Ἀπευθύνεται στοὺς Ἕλληνες τῆς διασπορᾶς γιὰ νὰ βοηθήσουν οἰκονομικά τὸν ἀγώνα λέγοντάς τους «Σῶστε τὴν Ἑλλάδα», καὶ καλώντας τους νὰ σώσουν «τὰ Ἑλληνόπουλα τῆς προσφυγιᾶς ποὺ ἀνέστια καὶ ἀλίμενα περιπλανοῦνταν στὴν Εὐρώπη καὶ κινδύνευαν ν΄ ἀφομοιωθοῦν στὶς ξένες πατρίδες.» Μὲ τὰ χρήματα δὲ ποὺ συγκέντρωνε ἵδρυε σχολεῖα καὶ ἐκκλησίες ὡς ἄλλος Πατροκοσμᾶς. Πολλὰ ὀρφανὰ παιδιὰ ἀγωνιστῶν, ὅπως τὸν Δημήτρη Μπότσαρη, γιὸ τοῦ ἐνδόξου ἀγωνιστῆ Μάρκου Μπότσαρη, τὰ σπούδασε μὲ δικά του χρήματα, παρακολουθώντας ὁ ἴδιος προσωπικὰ τὴν πρόοδό τους στὶς σπουδές.
Στὶς συχνὲς ἐπαφὲς ποὺ εἶχε μὲ τὴν Ρωξάνδρα Στούρτζα, φίλη του, ποὺ ἡ οἰκογένειά της ἔμεινε στὴν Ἁγία Πετρούπολη καὶ συνδεόταν μὲ τὸ περιβάλλον τοῦ τσάρου, τῆς ἐμπιστευόταν τὶς ἀνησυχίες καὶ τοὺς προβληματισμούς του γιὰ τὰ Ἑλληνόπουλα ποὺ ἦταν σκορπισμένα σὲ ξένες χῶρες. Ἡ ἴδια μαρτυρεῖ «Δώσαμε τὰ χέρια καὶ ὑποσχεθήκαμε στὸ Θεὸ ὅτι θὰ συνεχίσουμε νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ τοὺς δυὸ μεγάλους σκοποὺς τῆς ζωῆς μας: τὴ μόρφωση τῶν Ἑλληνοπαίδων καὶ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Πατρίδας μας τῆς Ἑλλάδος!»
Ὁ Καποδίστριας προκείμενου νὰ δημοσιοποιήσει τὸ ἑλληνικὸ ζήτημα ἱδρύει σὲ διάφορα μέρη τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Ρωσίας φιλελληνικὰ κομιτάτα. Ἔτσι στὸ Παρίσι ἡ φιλελληνικὴ Ἐπιτροπὴ φροντίζει μὲ δικά της ἔξοδα γιὰ τὴν ἐκπαίδευση τῶν Ἑλληνοπαίδων. Μέσα στὰ ἄλλα Ἑλληνόπουλα εἶναι καὶ τὰ παιδιὰ γνωστῶν ἀγωνιστῶν καὶ ἡρώων, ὅπως τοῦ Κανάρη, τοῦ Τσαμαδοῦ, τοῦ Βισβίζη, τοῦ Νέγρη, τοῦ Μαυρομιχάλη κ.ἂ.. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅμως ὅτι ὁ Καποδίστριας δολοφονεῖται ἀπὸ μέλη τῆς οἰκογένειας Μαυρομιχάλη.
Θεωροῦσε ὅτι ἡ ἔλλειψη χρημάτων δὲν τοῦ ἔδινε τὴ δυνατότητα νὰ χτίσει σχολεῖα, γιὰ νὰ μορφώσει τοὺς νέους τῆς ἀναγεννημένης ἀπὸ τὴν τέφρα Ἑλλάδας.
Μέσα ἀπὸ τὶς ἐπιστολές του διαφαίνονται τὰ δυὸ ὁράματα τῆς ζωῆς του: ἡ μόρφωση τῶν Ἑλληνοπαίδων καὶ ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδας». «Χωρὶς πίστιν εἰς τὸν Θεόν, ἀγάπη πρὸς τὴν πατρίδα των καὶ διατήρησιν τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης χάνονται ἐν τῇ ξένῃ οἱ Ἑλληνόπαιδες». Τὴν ἀγωνία του γιὰ τοὺς Ἑλληνόπαιδες «τὸ ροδόχρουν ὄνειρό του» ὅπως τοὺς χαρακτηρίζει, τὴν ἐκφράζει στὴν πιστή του φίλη Ρωξάνδρα Στούρτζα, ἡ ὁποία ἀρχικὰ συμπαρίσταται ἠθικὰ καὶ στὴ συνέχεια ἐμπράκτως ἀναλαμβάνοντας ἡ ἴδια τὴν περίθαλψη τῶν παιδιῶν τῶν ἑλλήνων μεταναστῶν στὴ Ρωσία καὶ στὴ Γερμανία. Γράφει στὸ ἡμερολόγιό της: «…Ὅταν μοῦ μιλοῦσες γιὰ τὰ παιδιὰ τῆς πατρίδας μας, τὰ Ἑλληνόπουλα, ἢ γιὰ τὸ λαό της, ποὺ τοὺς βασάνιζαν οἱ Τοῦρκοι, μὲ τὴν ἀνοχὴ καὶ τὴν ἐπιδοκιμασία τῶν Ἄγγλων καὶ Αὐστριακῶν καὶ τῶν Γάλλων, τὰ ὡραῖα μάτια σου θόλωναν ἀπὸ δάκρυα καὶ ἡ θεσπέσια φωνή σου ἔπαιρνε δραματικοὺς τόνους».
Σὲ ἐπιστολές του ποὺ ἀποστέλλει μὲ τὴ μορφὴ τοῦ κατεπείγοντος πρὸς τὸν γιατρὸ Τυπάλδο ποὺ διέμενε στὴν Κρακοβία καὶ στὸν Ἀνδρέα Μουστοξύδη στὴ Ἐνετία (Βερολίνο 27 Ἰουλίου 1827) ἐκφράζει τὴν ἀνησυχία του γιὰ τὴν ἀποεθνοποίηση τοῦ Γένους. Παρακαλεῖ τὸν Τυπάλδο νὰ περιμαζέψει τὰ Ἑλληνόπουλα ποὺ ἐξαιτίας τῶν συμφορῶν τῆς πατρίδας βρίσκονταν διασκορπισμένα στὴ Γερμανία, Ἐλβετία, Γαλλία καὶ κινδύνευαν νὰ χαθοῦν γιὰ πάντα γιὰ τὴν Ἑλλάδα: «…ἄλλα μὲν ἀπὸ τὴν ξένη φιλανθρωπία διατρεφόμενα…ἄλλα δὲ ἀψώμιστα ριγμένα στοὺς κινδύνους τῆς ἀθλιότητας καὶ διαφθορᾶς, χάνονται, ἄξια τῶν δικῶν σου καὶ τῶν δικῶν μου δακρύων».
Ἀποκαμωμένος ἀπὸ τὰ βάσανα καὶ τὴ διπλωματία, κλίνοντας τὴν ἐπιστολή του πρὸς τὸν Ἀνδρέα Μουστοξύδη, ἐξομολογεῖται: «Ἡ μόνη μου ἀνακούφιση καὶ χαρὰ εἶναι τὸ ν΄ ἀπασχολοῦμαι μὲ τὰ παιδιὰ καὶ τὰ σχολεῖα». Τοῦ παραγγέλλει: «Σπούδασον νὰ μὲ προμηθεύσεις ὅσο γίνεται πιὸ γρήγορα κατάλογο ὅλων τῶν παιδιῶν ἀρσενικῶν καὶ θηλυκῶν τὰ ὁποῖα οἱ καταστροφὲς ποὺ συνέβησαν στὴν Ἑλλάδα τὰ ἔριξαν στὰ λιμάνια τοῦ Ἀδριατικοῦ, Ἐνετία, Τεργέστη, Φιούμη καὶ Ἀγκώνα».
Χτίζει σχολεῖα, ὀρθόδοξες ἐκκλησίες ὅπου ὑπάρχουν Ἑλληνόπουλα στὴν Εὐρώπη, καὶ ἀναζητᾶ γιὰ νὰ τὰ ἐπανδρώσει μὲ δασκάλους ποὺ νὰ ἐμφοροῦνται ἀπὸ τὰ ἑλληνοχριστιανικὰ ἰδεώδη. Φροντίζει καὶ δημιουργεῖται στὴ Γενεύη εἰδικὸ ταμεῖο, τὸ «Ταμεῖον τῶν ἐπὶ ξένης προσφύγων ὀρφανῶν καὶ πενήτων Ἑλληνοπαίδων». Βασικὸς Συνδρομητὴς τοῦ εἰδικοῦ ταμείου ὕπηρξε καὶ ὁ ἴδιος ὁ Καποδίστριας.
«Πῶς θὰ συνθέσωμεν τὸ Ἔθνος;» διερωτόταν, ἐκφράζοντας τὸ μεγάλο του ἐνδιαφέρον γιὰ τὰ παιδιά, πού, βεβαίως, πήγαζε ἀπὸ τὴ μεγάλη του ἀγάπη γιὰ τὸ Ἔθνος. Ἤθελε νὰ προφυλάξει τὰ ἑλληνόπουλα ἀπὸ τὶς κακοτοπιὲς τῆς ξενιτιᾶς, τῆς ἀνέχειας, τῆς ἐκμετάλλευσης, τῆς διαφθορᾶς, τοῦ ὑλισμοῦ καὶ τῆς ἀθεΐας, καθὼς καὶ ἀπὸ τὶς αἱρέσεις τοῦ παπισμοῦ καὶ τοῦ προτεσταντισμοῦ.
Θεωροῦσε τοὺς νέους ὡς ἐκείνους ποὺ θὰ κατοικοῦσαν, θὰ διοικοῦσαν καὶ θὰ ἐκπροσωποῦσαν πολιτικά, στρατιωτικὰ καὶ διπλωματικὰ τὸ κράτος ποὺ θὰ ὀνομαζόταν Ἑλλάδα. Πίστευε ὅτι προστατεύοντας τὰ παιδιά, προστάτευε τὰ θεμέλια τοῦ Ἔθνους καὶ ἐξασφάλιζε τὴν ἱστορική του συνέχεια.
Ὅμως, τὸν καιρὸ ποὺ ἀνέλαβε τὴ διοίκηση τῆς Ἑλλάδας, ἡ γενικότερη κατάσταση τῆς χώρας ἦταν ἄθλια. Ὁ βαβαρὸς καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Μονάχου στὸ βιβλίο του «Ἡ Ἑλλάδα τοῦ Καποδίστρια» γράφει: «Ἡ χώρα, ὅση εἶχε ἀπελευθερωθεῖ ὡς ἐκείνη τὴ στιγμή, ἒμοιαζε μ΄ ἕνα σωρὸ ἐρείπια ποὺ καπνίζουν ὕστερα ἀπὸ μιὰ καταστρεπτικὴ πυρκαγιά. …Κράτος δηλαδὴ καὶ στὴν ὑποτυπώδη του ἔννοια δὲν ὕπηρχε».
Ἡ μὴ ὕπαρξη ὀργανωμένου ἔστω καὶ ὑποτυπωδῶς κράτους, σήμαινε καὶ μὴ ὕπαρξη ὀργανωμένης οἰκονομίας. Αὐτὴ ἡ οἰκονομικὴ ἐξαθλίωση δημιουργοῦσε στὸν Καποδίστρια μεγάλη στενοχώρια, διότι δὲν τοῦ ἐπέτρεπε νὰ ὀργανώσει τὴν ἐκπαίδευση, δεδομένου ὅτι δὲν ὕπηρχε ὑλικοτεχνικὴ ὑποδομή, οὔτε χρήματα, οὔτε βιβλία, οὔτε ἐποπτικὰ μέσα, οὔτε μποροῦσε νὰ διαθέσει μισθοὺς γιὰ τοὺς δασκάλους.
Στὴν ἀπαντητικὴ ἐπιστολή του πρὸς τὴν Τρίτη Ἐθνοσυνέλευση τῶν Ἑλλήνων ποὺ μὲ τὴν ψῆφο της τὸν καλοῦσε νὰ ἀναλάβει τὴ διοίκηση τοῦ κράτους, γράφει: «Μετὰ χαρᾶς ἀποδέχομαι τὸν οὐρανόθεν ἐπικαταβαίνοντά μοι Σταυρόν, ψήφῳ τῆς Τρίτης τῶν Ἑλλήνων Ἐθνικῆς Συνελεύσεως… Εἶμαι ἕτοιμος νὰ προσφέρω καὶ τὴν τελευταίαν ρανίδα τοῦ αἵματός μου, ἀρκεῖ αὐτὴ νὰ συντελέσει εἰς τὴν πραγμάτωσιν τῶν δυὸ μεγάλων σκοπῶν τῆς ζωῆς μου: τὴν μόρφωσιν τῶν Ἑλληνοπαίδων καὶ τὴν ἀπελευθέρωσιν τῆς Ἑλλάδος». Παρατηροῦμε ὅτι καὶ πάλι ὁ Καποδίστριας ἀναφέρεται στοὺς δυὸ σκοποὺς τῆς ζωῆς του γιὰ τὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ ταυτόχρονα παρατηροῦμε ὅτι προτάσσει «τὴν μόρφωσιν τῶν Ἑλληνοπαίδων» γεγονὸς ποὺ καταδεικνύει τὸ πόσο σπουδαία καὶ πόσο ἀπαραίτητη θεωροῦσε τὴ μόρφωση ὁ Καποδίστριας γιὰ τὴν πραγματικὴ ἀνόρθωση τῆς Ἑλλάδας, ἀλλὰ ταυτόχρονα καὶ τὸ μεγάλο του ἐνδιαφέρον γιὰ τὴ νέα γενιά.
Οἱ νέοι προσβλέποντας στὸ πρόσωπό του καὶ ἀναγνωρίζοντας τοὺς ἀγῶνες του γιὰ τὴν πατρίδα καὶ τοὺς ἴδιους τὸν ὑποδέχονται στὶς 6/18 Ἰανουαρίου στὸ Ναύπλιο ἔχοντας στολισμένα τὰ μέτωπά τους μὲ δάφνες καὶ προσφέροντας συμβολικὰ στὸν Κυβερνήτη ἕνα στεφάνι ἐλιᾶς. Ἡ παρουσία τοῦ Καποδίστρια ἐνέπνεε σεβασμὸ καὶ ἐμπιστοσύνη, ἐνθουσιασμὸ ἀλλὰ καὶ ἐλπίδα.
Ἵδρυσε τὸ Κεντρικὸ Σχολεῖο, ποὺ ἦταν δωρεὰ τοῦ φιλέλληνα Ἐϋνάρδου καὶ τὸ Πρότυπο Σχολεῖο στὴν Αἴγινα. Ὀργάνωσε τὰ Ἀλληλοδιδακτικὰ Σχολεῖα τὰ ὁποῖα πρόσφεραν ἴσες εὐκαιρίες γιὰ μόρφωση σὲ ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς νέους. Λόγῳ δὲ ἔλλειψης δασκάλων ἐφαρμόσθηκε ἡ ἀλληλοδιδακτικὴ μέθοδος, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία οἱ μεγαλύτεροι μαθητὲς γίνονταν δάσκαλοι στοὺς μικρότερους. Ἐξίσου μεγάλο ἦταν τὸ ἐνδιαφέρον του καὶ γιὰ τὰ ὀρφανὰ παιδιά, γιὰ τὰ ὁποῖα ἵδρυσε τὸ Ὀρφανοτροφεῖο τῆς Αἴγινας, προσφέροντάς τα μόρφωση καὶ ἐφόδια γιὰ ἐπαγγελματικὴ ἀποκατάσταση. Ὁλόκληρη ἡ Αἴγινα ἔγινε «σχολειούπολη».
Φρόντισε τὰ παιδιὰ τῶν ἀγωνιστῶν νὰ σπουδάσουν στὰ σχολεῖα τῆς Εὐρώπης. Αὐτὸ τὸ ἔκανε γιὰ νὰ δείξει τὴν εὐγνωμοσύνη του πρὸς τοὺς ἀγωνιστὲς ποὺ ἔδωσαν τὰ πάντα γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς πατρίδας.
Ἡ μόρφωση τῶν νέων τῆς Ἑλλάδας ἦταν γιὰ τὸν Κυβερνήτη ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη. Ἔλεγε συγκεκριμένα: «Ὁ πλέον πολύτιμος θησαυρὸς ὅπου ἔχει ἡ πατρὶς εἶναι οἱ νέοι, τῶν ὁποίων ἡ καλὴ ἀγωγὴ θέλει εἶναι ἡ γωνιαία πέτρα τῆς τιμῆς καὶ τῆς εὐτυχίας τοῦ γένους μας». Ἀπευθυνόμενος πρὸς τὴν Δ΄ Ἐθνοσυνέλευση στὸ Ἄργος (13 Ἰουλίου 1829) ἔγραφε: «Ἂφ΄ ὅτου ἤρθαμε στὴν Ἑλλάδα ἀσχοληθήκαμε μὲ τὸν μεγάλο ἀριθμὸ τῶν Ἑλληνοπαίδων».
Ὀργάνωσε τὴν παιδεία στοὺς δυὸ ἄξονες: Χριστὸς καὶ Ἑλλάδα, γιατί ὁ Καποδίστριας ἦταν ὑπέρμαχος τῆς ἑλληνοχριστιανικῆς παράδοσης. Στὸ ὑπόμνημά του μὲ θέμα «Μέσα βελτίωσης τῶν Ἑλλήνων» ἐμπεριέχονται οἱ ἰδέες του γιὰ τὴν παιδεία. Ἡ ἐλευθερία, ἔλεγε, μπορεῖ νὰ εἶναι εὐεργετική, μόνο ἂν ἐμφορεῖται ἀπὸ τὶς ἀλήθειες τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀλλιῶς καταντᾶ δυναστικὴ ἀγχόνη ποὺ καταπνίγει τὴν ἀλήθεια καὶ τὴ δικαιοσύνη.
Ἐπὶ ἐποχῆς Καποδίστρια ἡ παιδεία δὲν ἀποτελοῦσε προνόμιο τῶν λίγων, ἀφοῦ προσφερόταν δωρεὰν σὲ ὅλους, χωρὶς νὰ λαμβάνεται ὑπόψη τὸ φύλο, ἡ κοινωνικὴ θέση, ἐνῷ γιὰ πρώτη φορὰ γινόταν ἡ μόρφωση ὑποχρεωτική.
Ἀπευθυνόμενος πρὸς τὸν Κοραὴ τοῦ ἐκφράζει τὴν ἐπιθυμία του γιὰ τὰ Ἑλληνόπουλα τοῦ ἐξωτερικοῦ: «Κρίνω ἀναγκαιότατο νὰ συλλέξουμε καὶ νὰ ἐπαναφέρουμε στὴν Ἑλλάδα τοὺς νέους Ἕλληνας ποὺ μὲ πρόφαση τὴ μάθηση διαφθείρονται στὴν Εὐρώπη, ἀλλὰ ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ οἰκήματα γιὰ νὰ τοὺς βάλουμε». Ἐπιπλέον τὸν παρακαλεῖ νὰ στείλει ὅσο πιὸ πολλὰ βιβλία μπορεῖ.
Τὰ σχολεῖα ποὺ ἵδρυσε ὁ Καποδίστριας κάλυπταν τὴ στοιχειώδη καὶ μέση ἐκπαίδευση, ἐνῷ προβλεπόταν καὶ ἡ ἵδρυση Πανεπιστημίου. Στὴν Δ΄ Ἐθνοσυνέλευση ἀναφερόμενος στὸ ἔργο ποὺ ἀφοροῦσε τὴν Παιδεία ἔλεγε: «…ὅταν αὐτὴ τοποθετηθεῖ σὲ σταθερὰ θεμέλια, τότε χρέος τῆς Κυβέρνησης πρέπει νὰ εἶναι τὸ νὰ συστήσει χωρὶς ἀναβολὴ κεντρικὰ σχολεῖα σὲ διάφορες ἐπαρχίες τῆς ἐπικράτειας, ὅπου οἱ μαθητὲς ποὺ ἔχουν τελειοποιηθεῖ στὴν ἀλληλοδιδακτικὴ νὰ μποροῦν νὰ ἐπιδοθοῦν σὲ ἀνώτερες σπουδές, καὶ στὴ φιλολογία καὶ στὶς ἐπιστῆμες καὶ στὶς τέχνες» (Ἄργος, 13 Ἰουλίου 1829).
Βέβαια, οἱ ἀντίπαλοί του θέλοντας νὰ μειώσουν τὸ ἔργο του καὶ τὸν ἴδιο, τὸν κατηγόρησαν ὅτι δὲν ἵδρυσε Πανεπιστήμιο, τὸν ἀποκάλεσαν δὲ «φωτοσβέστη». Ἡ κατηγορία ὅμως αὐτὴ ἦταν τόσο ἀβάσιμη ὅσο καὶ ἄδικη, ἀφοῦ ὁ Καποδίστριας ἀναλώθηκε ὅσο ἐλάχιστοι σὲ θέματα παιδείας. Ἐξάλλου ἡ παιδεία πρέπει νὰ ἀρχίζει ἀπὸ τὴν πρωτοβάθμια καὶ νὰ συνεχίζεται στὴ δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση. Ὕστερα δὲ ἀπὸ δώδεκα χρόνια σπουδῶν ὁρισμένοι προχωροῦν καὶ στὴν τριτοβάθμια. Μιὰ ἀντίστροφη πορεία, δηλαδὴ δημιουργία πρῶτα Πανεπιστημίου καὶ ὕστερα σχολείων πρωτοβάθμιας καὶ δευτεροβάθμιας ἐκπαίδευσης, θὰ ἦταν μιὰ παγκόσμια πρωτοτυπία, διότι δὲν θὰ προλάβαιναν οἱ μαθητὲς τῶν σχολείων μέσα σὲ τριάμισυ χρόνια νὰ γίνουν φοιτητές, ἀφοῦ δὲν θὰ εἶχαν τὴν κατάλληλη ὑποδομή. Ἀλλὰ καὶ γιὰ ἕναν ἀκόμη λόγο ἦταν ἀβάσιμη ἡ κατηγορία τῶν ἀντίπαλών του. Ἤξεραν πολὺ καλὰ ὅτι τὰ ταμεῖα τοῦ κράτους ἦταν ἐντελῶς ἄδεια καὶ τὰ Πανεπιστήμια δὲν χτίζονται μόνο μὲ ὡραῖα λόγια.
Τελικὰ τὰ σχέδια γιὰ τὴν ἀνώτατη ἐκπαίδευση πραγματοποίησαν δυὸ φίλοι του, ὁ Ἰωάννης Δομπόλης καὶ ὁ φιλέλληνας λόρδος κόμης F. North Guilford (Γκίλφορντ). Ὁ μὲν Ἰωάννης Δομπόλης, ἠπειρώτης τραπεζίτης, διέθεσε τὴ μεγάλη του περιουσία γιὰ τὴν ἀνέγερση Πανεπιστημίου στὴν Ἀθήνα, ποὺ ὀνόμασε πρὸς τιμὴν τοῦ Καποδίστρια «Καποδιστριακὸ Πανεπιστήμιο», ὁ δὲ ἑλληνολάτρης λόρδος Γκίλφορντ διέθεσε τὴν περιουσία του γιὰ τὴν ἵδρυση τῆς Ἰόνιου Ἀκαδημίας, ποὺ σημειωτέον λειτουργεῖ μέχρι σήμερα.
Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας ζοῦσε πολὺ λιτὰ γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ βοηθήσει καὶ νὰ ἐνισχύσει τὰ οἰκονομικά τοῦ κράτους. Ὁ καθηγητὴς Oliver Reverdin (Ὀλιβιὲ ρεβερντέν), ἀπόγονος τὸ Ἐϋνάρρδου, σὲ μιὰ ὁμιλία του γιὰ τὸν Καποδίστρια ἀνέφερε ὅτι οἱ μισθοί του ἀνέρχονταν σὲ περισσότερα ἀπὸ 700.000 φράγκα ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ξόδευε ἐτησίως συνολικὰ μόλις 2.500 φράγκα. Τὰ ὑπόλοιπα τὰ διέθετε σὲ τρόφιμα καὶ πολεμοφόδια γιὰ τοὺς ἀγωνιστὲς τῆς ἐλευθερίας καὶ σὲ τροφεῖα γιὰ τὴν ἐκπαίδευση τῶν Ἑλληνοπαίδων του. Ζοῦσε τόσο φτωχὰ ποὺ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὶς κακουχίες καὶ τὸν κόπο εἶχε ἀδυνατίσει φοβερά. Ὅμως ἔλεγε στὸ γιατρό του: «Τότε μόνο θὰ βελτιώσω τὴν τροφή μου, ὅταν θὰ εἶμαι βέβαιος ὅτι δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνα Ἑλληνόπουλο ποὺ νὰ πεινάει».
Ὑποστήριζε ὅτι ἡ μόρφωση τῶν παιδιῶν ἔπρεπε νὰ εἶναι χριστιανική. Τὶς ἡμέρες τῆς ἁγίας Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἀνέθεσε στὸν εὐλαβῆ κληρικὸ τὴ θρησκευτικὴ ἐνημέρωση τῆς στρατιωτικῆς νεολαίας καὶ τὴν ἐξυπηρέτηση τῶν λατρευτικῶν τους ἀναγκῶν. Ἐπιπλέον ὑποσχόταν νὰ διανείμει προσευχητάρια σὲ ὅλους τοὺς στρατιῶτες (Ναύπλιο, 28 Φεβρουαρίου 1829).
Ἡ μεγάλη ἀγάπη καὶ φροντίδα τοῦ Καποδίστρια γιὰ τοὺς Ἑλληνόπαιδες ἀντανακλῶνται καὶ στὶς συγκλονιστικὲς ἐπιστολὲς τῶν μικρῶν μαθητῶν ποὺ ἔζησαν ἀπὸ πολὺ κοντὰ τὸ πατρικό του ἄγγιγμα. Σὲ μιὰ ἀπὸ αὐτὲς ἀναγράφεται: «Ἀγαπημένε μας, τρυφερὲ Πατέρα! Μὲ τὸ θάνατό σου σκοτείνιασαν ὅλα γύρω μας. Τὰ λουλούδια μαράθηκαν. Τὰ πουλιὰ σώπασαν. Ὅλα βουβάθηκαν ἀπὸ τὶς δικές μας παιδικὲς καὶ νεανικὲς κραυγές, ποὺ τὶς στέλνουμε στὸν οὐρανό, μαζὶ μὲ τοὺς λυγμούς μας. Ἐκεῖνοι ποὺ σὲ σκότωσαν θὰ εἶναι γιὰ πάντα καραραμένοι. Γιατί σκότωσαν τὴν ἐλπίδα μας. Σκότωσαν τὴν παρηγοριά μας. Τὴ δύναμη. Τὸ φῶς γιὰ ἕνα καλύτερο αὔριο. Γιατί σκότωσαν Ἐσένα, ἀγαπημένε μας Κυβερνήτη-Πατέρα!».
Ὁ μεγάλος ποιητὴς Γκαῖτε πληροφορούμενος τὸν θάνατο τοῦ Καποδίστρια θὰ πεῖ χαρακτηριστικά: «Ἀπὸ σήμερα παύω νὰ εἶμαι φιλέλληνας».
Ὁ ἀείμνηστος σοφὸς πολιτικὸς Κωνσταντῖνος Τσάτσος σημειώνει: «Ἂν κυβερνοῦσε τὴν Ἑλλάδα ὁ Καποδίστριας μερικὰ χρόνια ἀκόμα – ὅταν πέθανε δὲν ἦταν οὔτε 56 ἐτῶν – θὰ ἦταν ἄλλη ἡ μοίρα τοῦ τόπου καὶ πολλὰ δεινὰ ποὺ ἀκολούθησαν θὰ εἶχαν ἀποτραπεῖ. Ἴσως λίγοι τότε νὰ ἦταν σὲ θέση νὰ ἀναμετρήσουν τὸ μέγεθος τῆς ἐθνικῆς συμφορᾶς. Μόνο ἡ ἀπόσταση μᾶς ἐπιτρέπει νὰ τὴ δοῦμε σήμερα ὁλόκληρη, σὲ ὅλες της τὶς συνέπειες».
Ὁ Γέρων Παΐσιος εἶπε σχετικὰ μὲ τὴν ἐπιβαλλόμενη προσοχὴ ποὺ πρέπει νὰ μᾶς διακρίνει στὴν ἐπιλογὴ τῶν κυβερνητῶν μὲ ὀρθὰ πολιτικὰ κριτήρια: «Εἶναι ἐπιτακτικὴ ἡ ἀνάγκη προβολῆς ἑνὸς ἰδανικοῦ προτύπου, πρὸς μίμηση γιὰ τοὺς πολιτικοὺς ἡγέτες ἀλλὰ καὶ γιὰ ὑποβοήθηση τοῦ λαοῦ»….
΄΄Ἀπολαμβάνοντας΄΄ σήμερα τὶς τραγικὲς συνέπειες τῆς ἄδικης δολοφονίας τοῦ Κυβερνήτη Ἰωάννη Καποδίστρια, ἲσως εἶναι καιρός νά μελετήσουμε μέ τή δέουσα προσοχή τόσο τόν ΄΄Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια΄΄ ὃσο καί τὸ ἔργο ποὺ ἄφησε πίσω του.
*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , Β΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΑΠΡ.-ΙΟΥΝ. 2010