Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΙΧΑΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ

 

Φωτεινὴ Κ. Καμπούρη

φοιτήτρια Π.Τ.Δ.Ε. Πανεπιστημίου Λευκωσίας

 

      Ὁ Διχασμὸς ὑπῆρξε ἀνέκαθεν «ἡ κακὴ μοίρα τῆς Ἑλλάδος καὶ ἡ κύρια αἰτία τῆς κακοδαιμονίας καὶ πολλάκις ὑποδουλώσεώς της» (Μπουλάλα Κ. 1959 σ. 18). Καὶ στὴν  Μικρασιατικὴ καταστροφὴ ὁ ἐθνικὸς διχασμὸς ἔπαιξε καταλυτικὸ ρόλο.

α. Πρὸς τὸν ἐθνικὸ διχασμὸ

Μὲ τὸ ξέσπασμα τοῦ Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ἡ Ἑλλάδα βρισκόταν σὲ καρποφόρες διαστάσεις.  Ὁ Βενιζέλος μὲ τὴν πολιτική του εἶχε καταφέρει, ἤδη ἀπὸ τὸ 1910, νὰ θέσει τὰ θεμέλια γιὰ «ἄσκηση μίας ὑπεύθυνης πολιτικῆς». Οἱ Βαλκανικοὶ Πόλεμοι  1912-1913 διπλασίασαν τὰ ἑλληνικὰ ἐδάφη. Ἡ σπίθα γιὰ ἐκπλήρωση τῶν ἐθνικῶν πόθων εἶχε εἴδη ἀνάψει.

      Ὁ Βενιζέλος ἤλπιζε σὲ μία πολυχρόνια περίοδο εἰρήνης, κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ἑλλάδα θὰ ἀνασύντασσε τὶς δυνάμεις της. Ὁ Α΄ Παγκόσμιος ἄλλαξε ἄρδην τὸ ἱστορικὸ σκηνικό.

      Ἡ Ἑλλάδα συνόρευε στὰ βόρεια καὶ ἀνατολικὰ μὲ δύο ἐπικίνδυνους γείτονες: τὴ Βουλγαρία καὶ τὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία, οἱ ὁποῖοι ἐποφθαλμιοῦσαν μέρος τῶν ἐδαφῶν ποὺ κατέκτησε ἡ χώρα μας τὸ 1912-13.   Ἡ Βουλγαρία καὶ ἡ Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία ἀποτελοῦσαν πεδία ἀνταγωνισμοῦ τῶν Μεγάλων Δυνάμεων. Οἱ Κεντρικὲς Αὐτοκρατορίες ὁραματίζονταν ἕναν «συμμαχικὸ συνασπισμό, ὁ ὁποῖος θὰ ἐκτεινόταν ἀπὸ τὴ Βαλτικὴ μέχρι τὸν Περσικὸ Κόλπο» (ἐγκυκλοπαίδεια «Ἑλλάς», τόμος Β΄  1998, σ. 153). Ὁ ἀνωτέρω σχεδιασμὸς ἔφερνε τὴν Ἑλλάδα σὲ δυσμενῆ θέση, δεδομένης καὶ τῆς ἐπικείμενης κατάρρευσης τῆς Σερβίας, ἀπὸ τὰ σφυροκοπήματα ποὺ δεχόταν  ἀπὸ τὶς αὐστρογερμανικὲς δυνάμεις. Ὁ Βενιζέλος ὑποστήριζε τὴν ἕνωση τῆς Ἑλλάδος μὲ τὶς δυνάμεις τῆς Ἀντὰντ  γιὰ δυὸ λόγους. Ὁ πρῶτος στηριζόταν στὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Ἑλλάδα βρεχόταν στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντα, ἀνατολικά, δυτικὰ καὶ νότια, ἀπὸ θάλασσα· ἔπρεπε λοιπὸν γιὰ τὴν προστασία της νὰ συνδεθεῖ μὲ δυνάμεις ναυτικὲς καὶ ἡ μεγαλύτερη ναυτικὴ δύναμη ἦταν ἀδιαμφισβήτητα ἡ βρετανική. Ἐπίσης, μία πιθανὴ συμμαχία μὲ τὶς δυνάμεις τὶς Ἀντὰντ προωθοῦσε κατὰ πολὺ τὴν προώθηση τῶν ἐθνικῶν της διεκδικήσεων. Τὸ γεγονὸς δὲ ὅτι ἡ Μ. Βρετανία, ἡ Ρωσία καὶ ἡ Γαλλία θεωροῦνταν «ἐγγυήτριες δυνάμεις τῆς συνταγματικῆς ἀκεραιότητας τῆς Ἑλλάδας»  (ἐγκυκλοπαίδεια «Ἑλλάς» τόμος Β΄, 1998, σ. 153) ἦταν ἕνας ἐπιπλέον λόγος νὰ δεθεῖ ἡ Ἑλλάδα στὸ ἄρμα τῆς Ἄνταντ. Στὸν ἀντίποδα, τὰ Ἀνάκτορα, τὸ Γενικὸ ἐπιτελεῖο καὶ  συντηρητικὰ στελέχη τῆς κυβέρνησης, συνδεόμενα μὲ τὴ Γερμανία, ὑποστήριζαν τὴν οὐδετερότητα τῆς χώρας μας. Οἱ ἀπόψεις τοῦ Βενιζέλου συνέπλεαν μὲ τὶς θέσεις τῆς ἀστικῆς τάξης, ἡ ὁποία εἶχε σημαντικὰ ἐνισχυθεῖ μετὰ τὸ πέρας τῶν Βαλκανικῶν πολέμων. Ἡ προσάρτηση  τῆς εὔρωστης οἰκομικὰ Σμύρνης –κατὰ μείζονα λόγο- στὴν ἑλληνικὴ ἐπικράτεια θὰ ἦταν ἰδιαίτερα ἐπωφελὴς  γιὰ τὴ βιομηχανία καὶ τὸ ἐμπόριο. Ὁ Κωνσταντῖνος  συνδεόταν συναισθηματικὰ μὲ τὴ Γερμανία, μιᾶς καὶ ἡ σύζυγός του Σοφία ἦταν ἀδελφὴ τοῦ Κάιζερ τῆς Γερμανίας Γουλιέλμου Β .

      Τὸ δίλημμα γιὰ τὸ ποιὸ συμμαχικὸ συνασπισμὸ ἔπρεπε νὰ ἐπιλέξει ἡ Ἑλλάδα τὴν ὁδήγησε στὸν ἐθνικὸ διχασμό. Τὸ θέμα ποὺ δυσχέραινε ὅμως τὴ θέση της ἀκόμα περισσότερο ἦταν ἡ ἀπροθυμία τῶν δύο συνασπισμῶν νὰ λάβουν μιὰν σαφῆ θέση ἔναντι τῶν Ἑλλήνων. Ἡ μὲν Ἀντάντ, διότι φοβόταν πὼς μία ἐνδεχόμενη συμμαχία μὲ τὴν Ἑλλάδα θὰ ἔστρεφε αὐτομάτως ἐναντίον της τὴ Βουλγαρία καὶ τὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία, οἱ δὲ Κεντρικὲς Αὐτοκρατορίες εἶχαν ἀντικειμενικὲς δυσκολίες νὰ ἐγγυηθοῦν τὴν ἀσφάλεια τῶν ἑλληνικῶν ἐδαφῶν γιὰ νὰ μὴν προκαλέσουν τὴ δυσαρέσκεια τῶν Ὀθωμανῶν καὶ τῶν Βουλγάρων.

      Τὸ Φθινόπωρο 1914 ἡ Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία συμμαχεῖ μὲ τὶς Κεντρικὲς Δυνάμεις. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐνίσχυσε τοὺς ἀγῶνες τοῦ Βενιζέλου προκειμένου νὰ βρεθεῖ ἡ Ἑλλάδα στὸ πλευρὸ  τῆς Ἀντάντ. Τὴ θέση τοῦ Βενιζέλου δὲν ἀποδεχόταν τὸ Γενικὸ Ἐπιτελεῖο, μὲ κυριότερο ἐκπρόσωπο τὸν Ἰωάννη Μεταξᾶ, ὁ ὁποῖος ἦταν ἄρδην ἀντίθετος μὲ τὴν ἐμπλοκὴ τῆς Ἑλλάδος στὸν πόλεμο, φοβούμενος ὅτι ἡ ὁποιαδήποτε στρατιωτικὴ ἐπιχείρηση στὴ Μικρὰ Ἀσία δὲν θὰ εἶχε αἴσιο τέλος. Στὶς 15 Φεβρουαρίου τοῦ 1915 τέθηκε τὸ ζήτημα τῆς συμμετοχῆς τῆς Ἑλλάδος στὴ στρατιωτικὴ ἐπιχείρηση τῶν Δαρδανελλίων. Ὁ Βενιζέλος, ἂν καὶ γνώριζε τὶς βλέψεις τῆς Ρωσίας νὰ ἀποκτήσει τὸν ἔλεγχο τῶν στενῶν τῆς Κωνσταντινούπολης, συντάχθηκε μὲ τοὺς Ἄγγλους.  Ὁ Κωνσταντῖνος, συμφωνώντας μὲ τὴν ἄποψη τοῦ Μεταξᾶ, Ἀρχηγοῦ τοῦ Γενικοῦ Ἐπιτελείου, ἐναντιώθηκε μὲ τὴν ἀπόφαση τοῦ Βενιζέλου, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ τελευταῖος  νὰ ὑποβάλει τὴν παραίτηση του στὶς  21 Φεβρουαρίου.

      Τὸν Ἰούνιο τοῦ 1915 ὁ Βενιζέλος ἐπανεκλέγεται . Ὁ Βενιζέλος ἐμμένει στὴ στάση του γιὰ εἴσοδο τῆς Ἑλλάδας στὸν πόλεμο. Ἡ κυβέρνηση τῆς Βουλγαρίας ἄρχισε μερικὴ ἐπιστράτευση μὲ ἀπώτερο σκοπὸ νὰ ἐπιτεθοῦν στὴ γειτονικὴ Σερβία. Τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴ Σερβία «ἔδενε» μία ἀμυντικὴ συμφωνία ποὺ ἐγγυόταν στήριξη τῆς μιᾶς χώρας στὴν ἄλλη σὲ περίπτωση ἐπίθεσης ἀπὸ τρίτη χώρα. Ἡ ἐπίθεση κατὰ τῆς Σερβίας ἀνάγκασε τὸν Βενιζέλο νὰ διατάξει ἐπιστράτευση γεγονὸς ποὺ προκάλεσε τὸν αἰφνιδιασμὸ καὶ τὴ μήνι  τῶν Ἀνακτόρων. Ἡ μετατροπὴ ὅμως ἀπὸ τὴ Βουλγαρία τῆς μερικῆς σὲ γενικὴ ἐπιστράτευση ἀνάγκασε τὰ Ἀνάκτορα καὶ τὸ Ἐπιτελεῖο, καθαρὰ γιὰ προληπτικοὺς λόγους, ὅπως ὑπογράμμισαν,  νὰ δεχθοῦν τὴν κήρυξη τῆς ἐπιστράτευσης καὶ στὴν Ἑλλάδα. Δὲν ἔθεταν ὅμως ζήτημα  ἐνεργοποίησης τῆς συνθήκης.

 

β. Ὁ ἐθνικὸς διχασμὸς

      Ἡ ἔκρυθμη αὐτὴ κατάσταση ὁδήγησε σὲ διαμάχες «στὰ ἕδρανα τῆς Βουλῆς»  (ἐγκυκλοπαίδεια «Ἑλλάς» τόμος Β΄ , 1998, σ. 156). Ὁ Βενιζέλος  ὑποστήριζε τὴν τήρηση τῆς συνθήκης καὶ συνεκάλεσε τοὺς βουλευτὲς νὰ δώσουν ψῆφο ἐμπιστοσύνης. Ἡ ἐμμονὴ τοῦ Κωνσταντίνου προκάλεσε τὴν ἐκ νέου παραίτηση τοῦ Βενιζέλου. Μετὰ τὴν παραίτηση τοῦ Βενιζέλου συμμαχικὰ στρατεύματα ἀποβιβάζονται στὴ Θεσσαλονίκη. Ἐκμεταλλευόμενη τὴν πολιτικὴ ἀναταραχη στὴν  Ἑλλάδα ἡ Βουλγαρία  κηρύττει ἐν τέλει τὸν πόλεμο ἐνάντια στὴ Σερβία, ἡ ὁποία, πιεζόμενη ἀπὸ τὴν Αὐστρία καὶ τὴ Βουλγαρία, τελικὰ συντρίβεται στὰ τέλη τοῦ 1915.

      Ἡ κατάσταση στὴν Ἀθήνα ἐξακολουθοῦσε νὰ εἶναι ἔκρυθμη. Ἡ κυβέρνηση Ζαΐμη ἀρνήθηκε τὴν ἕνωση τῆς Κύπρου. Ἡ θνησιγενὴς κυβέρνηση Ζαΐμη ἀνατράπηκε ἀπὸ τοὺς βενιζελικοὺς. Ἡ νέα κυβέρνηση τοῦ Στέφανου Σκουλούδη, ἂν καὶ διαβεβαίωνε τὴν Ἀντὰντ ὅτι θὰ διατηρήσει οὐδέτερη στάση, προέβη σὲ ἐνέργειες ποὺ προκάλεσαν τὴν ἐπέμβαση τῶν δυνάμεων τῆς Ἀντάντ. Τὴν ἔκρυθμη πολιτικὴ κατάσταση ἐπιβάρυνε καὶ ἡ ἀποχὴ τοῦ κόμματος τῶν Φιλελευθέρων ἀπὸ τὶς ἐκλογὲς τοῦ Δεκεμβρίου.

      Τὸν Ἰούλιο τοῦ 1916 ἡ Βουλγαρία ἐπιτίθεται στὴ Μακεδονία καὶ ἀποσπᾶ τὸ ἀνατολικό της τμῆμα. Οἱ εὐθύνες γιὰ τὴν ἀπώλεια της βαραίνουν τὸν Κωνσταντῖνο καὶ τὴ φιλογερμανικὴ τοῦ πολιτική. Ὁ Ζαΐμης μετὰ τὴν προσάρτηση καὶ τῆς Καβάλας στὴ Βουλγαρία παραιτεῖται. Τὸν Σεπτέμβριο ὁ Βενιζέλος φεύγοντας κρυφὰ ἀπὸ τὴν Ἀθήνα πηγαίνει στὴ Θεσσαλονίκη καὶ ἐκεῖ συγκρότησε τὴν  κυβέρνηση τῆς Ἐθνικῆς Ἀμύνης. Ὁ γάλλος ναύαρχος Φουρνιὲ ἐπιβάρυνε τὴν ἤδη δυσμενῆ πολιτικὴ κατάσταση ἀπαιτώντας νὰ παραδοθοῦν στοὺς συμμάχους τὰ ἑλληνικὰ ἀντιτορπιλικά, κάτι τὸ ὁποῖο δὲν δέχθηκε ἡ κυβέρνηση. Οἱ Γάλλοι ἐπιτέθηκαν στὴν Ἀθήνα καὶ ξέσπασαν μάχες καὶ βομβαρδισμοί, ἐνῷ οἱ φιλοβενιζελικοὶ ἐκδιώχθηκαν. Ἡ στάση τῶν στρατευμάτων τῆς Ἀντὰντ στοὺς Ἕλληνες τῆς Μακεδονίας προκάλε τὴ μεταστροφὴ  πολλῶν Ἑλλήνων.

     Ἡ στάση τοῦ Κωνσταντίνου στὶς μάχες τῆς Ἀθήνας προκάλεσε ἀρνητικὰ συναισθήματα στὴν Ἀντὰντ ποὺ τὸν εἶδαν πρώτη φορὰ νὰ στρέφεται ἀνοιχτὰ ἐναντίον τῆς συμμαχίας. Ἡ Ἀγγλία καὶ ἡ Γαλλία ἐξαναγκάζουν  τὸν Κωνσταντῖνο σὲ παραίτηση στὶς 15 Ἰουνίου 1917. Τὴ βασιλεία στὴ θέση τοῦ «ἀποχωρήσαντος ἀλλὰ μὴ ἐπισήμως παραιτηθέντος βασιλέως Κωνσταντίνου» ὅπως χαρακτηριστικὰ τονίζει ὁ Καρολίδης στὴν ἱστορία τοῦ Παπαρρηγόπουλου  (σ. 282) ἀνέλαβε ὁ δευτερότοκος  γιὸς του Ἀλέξανδρος, ὁ ὁποῖος συμμορφωνόταν στὶς ὑποδείξεις τοῦ Βενιζέλου. Ὁ Ἀλέξανδρος χαρακτηρίστηκε ὡς «ἀπαρασκεύαστος διὰ τὴν ἄσκηση τοῦ βασιλικοῦ ἀξιώματος»  (ἰδίου). Πρῶτο μέλημα τῆς νέας κυβέρνησης ἦταν ἡ διακοπὴ ὁποιασδήποτε  συνεργασίας μὲ τὶς Κεντρικὲς Δυνάμεις.

      Τὸ Φθινόπωρο τοῦ 1917 μὲ τὴν ἀπόπειρα «συνομολόγησης εἰρήνης» τῆς Βουλγαρίας μὲ τοὺς Συμμάχους ἡ Ἑλλάδα διέτρεξε σοβαρὸ κίνδυνο. Τὸ ξέσπασμα τῆς Ὀκτωβριανῆς Ἐπανάστασης ἐπιτάχυνε τὶς ἐξελίξεις. Τὸ ἴδιο διάστημα ὁ Βενιζέλος πραγματοποίησε ἐπισκέψεις σὲ Ἀγγλία καὶ Γαλλία μὲ ἀπώτερο σκοπὸ τὴν ἀπόσπαση ὑποσχέσεων γιὰ τὶς ἑλληνικὲς διεκδικήσεις στὴ Μ.Ἀσία κυρίως, ἀλλὰ καὶ τὴν οἰκονομικὴ ἐνίσχυση τοῦ στρατοῦ, κάτι τὸ ὁποῖο κατάφερε νὰ ἐπιτύχει . Τὸν  Μάιο τοῦ 1918 τὰ ἑλληνικὰ στρατεύματα συνέδραμαν ἀποφασιστικὰ τοὺς συμμάχους τους στὴ μάχη τοῦ Σκρᾶ, ἐνάντια στὰ γερμανοβουλγαρικὰ στρατεύματα. Τελικὰ τὸν Σεπτέμβριο τοῦ ἴδιου ἔτους ἡ Βουλγαρία συνθηκολόγησε καὶ τὸν Ὀκτώβριο  ἡ Τουρκία ποὺ ὑπέγραψε συνθήκη ἀνακωχῆς μὲ τὶς δυνάμεις τὶς Ἀντάντ. Ὁ γαλλικὸς καὶ ὁ ἀγγλικὸς στρατὸς εἰσῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ὁ Ἑλληνικὸς στόλος μὲ τὸ θωρηκτὸ «Ἀβέρωφ» ἀγκυροβόλησε στὰ νερὰ τοῦ Βοσπόρου.

      Ὁ ἐθνικὸς διχασμὸς δὲν ἦταν ἕνα ζήτημα ποὺ ἀφοροῦσε τὶς προσωπικὲς διαφωνίες τοῦ βασιλιᾶ Κωνσταντίνου καὶ  τοῦ Βενιζέλου. Ἦταν ἕνα καθαρὰ ἕνα φαινόμενο

«κοινωνικοπολιτικό, ἐσωτερικῆς καθαρὰ φύσεως, οἱ ρίζες τοῦ ὁποίου ἀνάγονται στὸ παρελθόν. Πρόκειται γιὰ τὴ διαμάχη ἀνάμεσα στὴ διαρκῶς ἀνερχόμενη, ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ περασμένου αἰώνα, ἀστικὴ τάξη καὶ στὴν παραδοσιακὴ ὀλιγαρχία, γιὰ τὸν ἔλεγχο καὶ τὴν ἄσκηση τῆς ἐξουσίας»  (ἐγκυκλοπαίδεια «Ἑλλάς» τόμος Β, σ. 158, 1998).

     Ὁ ἐθνικὸς διχασμὸς ἀπέρρεε ἀπὸ τὴν ἔμμονη ἄποψη τοῦ Βενιζέλου πὼς ἡ νίκη τῶν δυνάμεων τῆς Συνεννόησης ἦταν ἀλληλένδετη μὲ τὴν κατάλυση τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας.

συνεχίζεται

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

-Ἀλλαμανὴ Ε. & Παναγιωτοπούλου Κ., 1978. Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους. Τόμος ΙΕ΄  Ἀθήνα, Ἐκδοτικὴ Ἀθηνῶν.

-Γρηγοριάδης Φ., 1971, Διχασμός-Μικρὰ Ἀσία, 1909-1930. Ἀθήνα: ΚΕΔΡΙΝΟΣ

-Ἐγκυκλοπαίδεια «Ἑλλάς» τόμος Β΄ . 1998., Ἡ Ἱστορία καὶ ὁ Πολιτισμὸς τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους ἀπὸ τὶς Ἀπαρχὲς μέχρι σήμερα. Ἀθήνα, Ἐκδοτικὸς Ὀργανισμὸς Πάπυρος.

-Μαργαρίτης Γ., Μαρκέτος Σ., Μαυρέας Κ., Ροτζῶκος Ν., 1999. Νεότερη καὶ Σύγχρονη Ἑλληνικὴ Ἱστορία. Πάτρα: Ε.Α.Π.

-Μπουλάλας Κ., 1959. Ἡ Μικρασιατικὴ Ἐκστρατεία 1919-1922, μὲ τὸν φακὸν τῆς Ἱστορικῆς Ἀλήθειας. Ἀθήνα.

-Παπαρρηγόπουλος Κ., ἔκδοση 8η. Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους. Τόμος 8ος. Ἀθήνα, Ν.Δ.Νίκαιας Α.Ε. 

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα